Ουγγαρία: Διοικητικό πρόστιμο σε εταιρεία απόκτησης απαιτήσεων για τη μη εξέταση του αιτήματος του κληρονόμου οφειλέτη
Στις 23-6-2021 ο καταγγέλλων έλαβε ενημερωτική επιστολή από εταιρεία απόκτησης απαιτήσεων για την οφειλή που διατηρούσε σε βάρος του, ως κληρονόμου του αρχικού οφειλέτη. Την ίδια ημέρα ο καταγγέλλων τηλεφώνησε στην εταιρεία και προέβαλε αντιρρήσεις για την ύπαρξη της οφειλής.
Σύμφωνα με τα όσα μετέφερε στον αρμόδιο υπάλληλο, η απαίτηση σε βάρος του διαθέτη του, η οποία είχε αγοραστεί από την εταιρεία την 7-12-2015, είχε παραγραφεί μετά την πάροδο 5ετίας, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του εθνικού δικαίου. Παράλληλα, το ποσόν της απαίτησης υπερέβαινε το σύνολο της κληρονομιαίας περιουσίας, μέχρι το ύψος της οποίας ο καταγγέλλων θα μπορούσε να ευθύνεται. Για τους λόγους αυτούς, ο καταγγέλλων ζήτησε από την εταιρεία να διαγράψει τα προσωπικά δεδομένα του, που σχετίζονταν με την οφειλή του διαθέτη του, και να σταματήσει να τον ενοχλεί δια της αποστολής ενημερωτικών επιστολών.
Η εταιρεία δεν έδωσε τη δέουσα σημασία στο αίτημά του, με τον εκπρόσωπο να του απαντά πως ένα τέτοιο αίτημα δεν ικανοποιείται, ενώ παράλληλα αποπειράθηκε να συλλέξει πρόσθετες πληροφορίες για αυτόν. Στις 15-7-2021 ο καταγγέλλων κάλεσε εκ νέου την εταιρεία, ζητώντας αντίγραφο της καταγεγραμμένης τηλεφωνικής κλήσης που είχε προηγηθεί και με την οποία είχε ασκήσει το δικαίωμα αντίρρησης και διαγραφής. Η απάντηση που έλαβε ήταν πως η συνομιλία αυτή δεν μπορούσε να εντοπιστεί και πως το αίτημα διαγραφής έπρεπε να υποβληθεί, εκ νέου, γραπτώς. Μετά την απάντηση αυτή, ο καταγγέλλων προσέφυγε ενώπιον της ουγγρικής αρχής προστασίας δεδομένων.
Η κρίση της αρχής:
Η ουγγρική αρχή (Nemzeti Adatvédelmi és Információszabadság Hatóság -NAIH) ζήτησε από την εταιρεία εξηγήσεις για τις ενέργειές της, που περιγράφονταν στην καταγγελία, με την καταγγελλόμενη να απαντά πως η μη εξέταση του προφορικώς υποβληθέντος αιτήματος οφείλεται σε λάθος του εκπροσώπου της, ο οποίος δεν απέδωσε στο αίτημα τη σημασία και τον χαρακτήρα που αυτό είχε. Παράλληλα, η εταιρεία έσπευσε να ενημερώσει την αρχή και τον καταγγέλλοντα ότι κατόπιν επανεξέτασης του αιτήματος αυτού, τα δεδομένα του καταγγέλλοντος είχαν διαγραφεί.
Η απάντηση αυτή δεν φάνηκε να ικανοποιεί την εποπτική αρχή, η οποία εξέτασε τη νομιμότητα των χειρισμών που είχαν προηγηθεί. Σύμφωνα με την απόφαση που εκδόθηκε, το αίτημα του υπευθύνου επεξεργασίας για έγγραφη υποβολή του αιτήματος διαγραφής δεν ήταν νόμιμο. Ο Γενικός Κανονισμός Προστασίας Δεδομένων δεν θεσπίζει συγκεκριμένες διαδικασίες και τύπους για την υποβολή των αιτημάτων των υποκειμένων, τα οποία μπορούν να απευθύνονται στον υπεύθυνο επεξεργασίας και προφορικά. Κατά συνέπεια, η άρνηση της καταγγελλόμενης να αποδεχθεί την υποβολή του αιτήματος δια τηλεφώνου και να το εξετάσει συνιστά παραβίαση του άρθρου 12 παρ.1 ΓΚΠΔ.
Περαιτέρω, λαμβάνοντας υπόψιν τον ισχυρισμό της εταιρείας πως η μη ικανοποίηση του αιτήματος πρόσβασης του καταγγέλλοντος στο ηχογραφημένο υλικό της πρώτης συνομιλίας οφείλεται στη διαγραφή της, η αρχή διαπίστωσε πως η διαγραφή αυτή έγινε από πρόθεση, μετά την ενημέρωση της εταιρείας για την καταγγελία. Τούτο διότι, ο πρώτος ισχυρισμός της καταγγελλόμενης πως εν τέλει εξέτασε το υποβληθέν αίτημα διαγραφής και αποφάσισε την ικανοποίησή του έρχεται σε προφανή αντίθεση με τον ισχυρισμό πως η συνομιλία δεν ήταν διαθέσιμη. Συνεπώς, η αρχή έκρινε πως η μεν ετεροχρονισμένη διαγραφή παραβίασε την αρχή της λογοδοσίας του άρθρου 5 παρ.2 ΓΚΠΔ, η δε αρχική άρνησή της να χορηγήσει το υλικό αυτό στον καταγγέλλοντα, μολονότι αυτό βρισκόταν στη διάθεσή της, αποτελεί παραβίαση των άρθρων 15 παρ.3 και 12 παρ.4 ΓΚΠΔ.
Για τις παραβάσεις αυτές, καθώς και για λόγους σχετιζόμενους με τη διατήρηση των δεδομένων του καταγγέλλοντος και τη γενικότερη ενημέρωση των υποκειμένων, η NAIH επέβαλε διοικητικό πρόστιμο 10 εκατομμυρίων ουγγρικών φιορινιών (24.300 ευρώ).
Με πληροφορίες από το gdprhub.eu