Μια σειρά από καλά νέα τις προηγούμενες μέρες ήρθαν να καθησυχάσουν κάπως τους φόβους του οικονομικού επιτελείου και της κοινής γνώμης για τον χειμώνα που έρχεται και ίσως αποδειχθεί εξαιρετικά βαρύς, ιδίως για τους ευάλωτους.
Η ανάπτυξη διαμορφώθηκε στο 7,8% κατά μέσον όρο το πρώτο εξάμηνο, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ. Οι υπολογισμοί της κυβέρνησης και των οικονομικών αναλυτών τοποθετούν πλέον την πρόβλεψη για ανάπτυξη φέτος κατά μέσον όρο στο 5,5%6%, με το ονομαστικό ΑΕΠ να διαμορφώνεται στα 210 δισεκατομμύρια ευρώ.
Το γεγονός αυτό αυτομάτως οδηγεί σε τεράστια συρρίκνωση του δημόσιου χρέους. Υπολογίζεται ότι το χρέος μπορεί να υποχωρήσει στο 170% του ΑΕΠ φέτος, 20 ολόκληρες μονάδες κάτω από το επίπεδο του 2021, όταν είχε διαμορφωθεί στο 193,3% του ΑΕΠ, αλλά και 10 μονάδες κάτω από την πρόβλεψη του προγράμματος σταθερότητας, ή 180,2% του ΑΕΠ.
Όπως αναφέρει το ρεπορτάζ της Ειρήνης Χρυσολωρά στην Καθημερινή της Κυριακής, ο κρατικός προϋπολογισμός, σύμφωνα με τα στοιχεία εκτέλεσής του που παρουσίασε το υπουργείο Οικονομικών την προηγούμενη εβδομάδα, εμφάνισε πρωτογενές πλεόνασμα 10 εκατομμύρια ευρώ έναντι στόχου για πρωτογενές έλλειμμα 5,9 δισ. ευρώ. Τα φορολογικά έσοδα τον Αύγουστο πραγματοποίησαν άλμα, υπερβαίνοντας τον στόχο κατά 32,6% ή 1,4 δισ. ευρώ.
Στο πλαίσιο αυτό, η κυβέρνηση ανακοίνωσε διά στόματος πρωθυπουργού, στη ΔΕΘ πριν από οκτώ μέρες, μέτρα στήριξης έναντι της ενεργειακής κρίσης συνολικού ύψους 5,5 δισ. ευρώ, τα οποία φυσικά επεκτείνονται και στα επόμενα έτη. Ετοιμάζεται, δε, να ανακοινώσει και πρόσθετα μέτρα για τη στήριξη των καταναλωτών έναντι της αύξησης της τιμής της ενέργειας τις επόμενες μέρες, με επίκεντρο την επιδότηση του φυσικού αερίου, από τον δεκαπλασιασμό της τιμής του οποίου πλήττονται σήμερα εκατοντάδες χιλιάδες καταναλωτές.
Η άλλη όψη
Υπάρχει όμως και η άλλη όψη της πραγματικότητας, όχι τόσο ρόδινη, που προβληματίζει ασφαλώς και τα στελέχη του οικονομικού επιτελείου.
Σχετικά με την άνοδο του ΑΕΠ, για παράδειγμα, οικονομικοί αναλυτές επισημαίνουν ότι ενώ ασφαλώς συνιστά επιτυχία, βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην ιδιωτική κατανάλωση, η οποία αυξήθηκε κατά 11,4% σε μια περίοδο υψηλών πληθωριστικών πιέσεων, κάτι που προφανώς είναι συγκυριακό και δεν επαναλαμβάνεται. Είναι αποτέλεσμα της λαχτάρας του κόσμου να καταναλώσει μετά την πανδημία αλλά και των μέτρων στήριξης της κυβέρνησης. «Στις ταβέρνες τα φάγαμε», σχολιάζει χαρακτηριστικά ένας αναλυτής. Ο ίδιος σημειώνει ότι η συμμετοχή της κατανάλωσης στο ΑΕΠ βρίσκεται σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, κοντά στο 70%.
Κάτι που ασφαλώς δεν συνιστά αλλαγή παραγωγικού προτύπου όπως είναι η επιδίωξη της χώρας. Την ίδια ώρα βεβαίως, όπως επισημαίνει η εβδομαδιαία ανάλυση της Alpha Bank, οι εξαγωγές έχουν αυξηθεί σωρευτικά κατά 52% το 2021 σε σύγκριση με το 2010. Αν και ο τουρισμός παραμένει ο μεγάλος πρωταγωνιστής μέσω των εξαγωγών υπηρεσιών, οι εξαγωγές αγαθών έχουν και αυτές σχεδόν διπλασιαστεί κατά την προηγούμενη δεκαετία. Οπως είπε ο πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων Μιχάλης Αργυρού σε εκδήλωση στο πλαίσιο της ΔΕΘ, «μια σιωπηλή μεταμόρφωση λαμβάνει χώρα στον ελληνικό εξωτερικό τομέα». Ο κ. Αργυρού παρουσίασε στοιχεία σύμφωνα με τα οποία η Ελλάδα αναπτύσσει σταδιακά μια εξαγωγική βάση υψηλής ποιότητας, με εξαγωγές τεχνολογίας που αποτελούν το 13% του συνόλου. Οι επενδύσεις επίσης αυξήθηκαν κατά 10,3%, αλλά επίσης υπάρχουν ερωτήματα για την ποιότητα μέρους αυτών, στις οποίες συγκαταλέγονται και οι κατασκευές.