Αναγκαστική εκτέλεση
Αν δεν υπάρχει εκτελεστός τίτλος, δεν μπορεί να γίνει αναγκαστική εκτέλεσηάρ. 904 παρ. 1 ΚΠολΔ. Αν υπάρχει εκτελεστός τίτλος, και από τον εκτελεστό τίτλο δεν προκύπτει η ποσότητα και η ποιότητα της παροχής, δεν μπορεί να γίνει αναγκαστική εκτέλεσηάρ. 916 ΚΠολΔ. Αν δεν εκδοθεί απόγραφο, δεν μπορεί να γίνει αναγκαστική εκτέλεσηΑΠ 205/2014άρ. 918 παρ. 1 εδ. 1 ΚΠολΔ. Η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης αρχίζει από την επίδοση στον καθ’ ου η εκτέλεση αντιγράφου του απογράφου με επιταγή προς εκτέλεσηΑΠ 205/2014άρ. 924 εδ. 1 ΚΠολΔ. Αν η αναγκαστική εκτέλεση αφορά απαίτηση υπό αναβλητική αίρεση ή προθεσμία, και δεν πληρωθεί η αίρεση ή δεν περάσει η προθεσμία, δεν μπορεί να γίνει αναγκαστική εκτέλεσηάρ. 915 εδ. 1 ΚΠολΔ. Αν η αναγκαστική εκτέλεση αφορά απαίτηση υπό αναβλητική αίρεση ή προθεσμία, η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης αρχίζει από την επίδοση στον καθ’ ου η εκτέλεση αντιγράφου του απογράφου με επιταγή προς εκτέλεση, και αντιγράφου του αποδεικτικού εγγράφου κατ’ άρ. 915 ΚΠολΔ για την πλήρωση της αίρεσης, το πέρας της προθεσμίας ή την επέλευση γεγονότοςάρ. 924 εδ. 1 ΚΠολΔάρ. 915 ΚΠολΔ.
Εκτέλεση κατά το άρ. 945 ΚΠολΔ
Κατά το άρ. 945 ΚΠολΔ εκτελούνται αποφάσεις που υποχρεώνουν τον οφειλέτη σε πράξη η οποία μπορεί να γίνει και από τρίτο πρόσωπο. Στην περίπτωση αυτή, αν ο οφειλέτης δεν εκπληρώσει την υποχρέωσή του, ο δανειστής μπορεί να προβεί ο ίδιος στην ενέργεια της πράξης, με δαπάνες του οφειλέτηΑΠ 1525/2010. Η ενέργεια αυτή εκ μέρους του δανειστή αποτελεί μορφή αναπληρωματικής εκτέλεσηςΑΠ 1525/2010. Ο καθ’ ου η εκτέλεση έχει δυνατότητα να προβάλλει αντιρρήσεις κατά της εκτέλεσης με ανακοπή κατά το άρ. 933 ΚΠολΔ, αν προτείνει συμμόρφωση με την απόφασηΑΠ 1525/2010. Αν ο δανειστής εκτελέσει την απόφαση με δαπάνες του, μπορεί να στραφεί με ξεχωριστή αγωγή κατά του οφειλέτη και να αναζητήσει τις αναγκαίες δαπάνες που κατέβαλεΑΠ 1525/2010. Η επιδικαζόμενη με αυτόν τον τρόπο δαπάνη αποτελεί αποζημίωση του δανειστή, και όχι ποινή του οφειλέτηΑΠ 1525/2010.
Εκτέλεση κατά το άρ. 946 ΚΠολΔ
Κατά το άρ. 946 ΚΠολΔ εκτελούνται αποφάσεις που υποχρεώνουν τον οφειλέτη σε πράξη η οποία δεν μπορεί να γίνει από τρίτο πρόσωπο, και της οποίας η επιχείρηση εξαρτάται αποκλειστικά από την βούληση του οφειλέτη. Στην περίπτωση αυτή, το δικαστήριο οφείλει να ορίσει χρηματική ποινή υπέρ του δανειστή και προσωπική κράτηση του οφειλέτη για την περίπτωση που ο οφειλέτης δεν ενεργήσει την πράξη. Αν το δικαστήριο δεν διατάξει χρηματική ποινή ή προσωπική κράτηση, η απόφαση γίνεται να διορθωθεί μετά από αίτηση διόρθωσής τηςάρ. 315 ΚΠολΔ3/2013 Πολ.Πρ.Ρόδου. Η συζήτηση περί της διόρθωσης διεξάγεται με την ίδια διαδικασία που ακολουθήθηκε για την κύρια αγωγή. Η διάταξη του άρ. 946 ΚΠολΔ δεν εφαρμόζεται επί χρηματικής απαίτησης, όπου αντίθετα εφαρμόζεται το άρ. 951 ΚΠολΔΑΠ 1914/2011. Η εκτέλεση της απόφασης όσον αφορά την χρηματική ποινή ακολουθεί την διαδικασία των άρ. 951 επ. ΚΠολΔ, γιατί δεν υπάρχει στάδιο βεβαίωσης της παράβασης με νέα απόφασηΑΠ 188/2014. Ειδική περίπτωση της εκτέλεσης κατ’ άρ. 946 ΚΠολΔ προβλέπεται για τον εργοδότη που υποχρεώνεται να απασχολεί πραγματικά τον εργαζόμενο, λόγω της ακυρότητας της καταγγελίας της σύμβασης εργασίαςΑΠ 966/2009άρ. 23 παρ. 2 ν. 1264/1982.
Εκτέλεση κατά το άρ. 947 ΚΠολΔ
Κατά το άρ. 947 ΚΠολΔ εκτελούνται αποφάσεις που υποχρεώνουν τον οφειλέτη σε παράλειψη ή ανοχή πράξης. Στην περίπτωση αυτή, το δικαστήριο οφείλει να ορίσει χρηματική ποινή υπέρ του δανειστή και προσωπική κράτηση του οφειλέτη για κάθε παράβαση των διατάξεων της απόφασης εκ μέρους του οφειλέτηάρ. 947 παρ. 1 ΚΠολΔΑΠ 527/2013. Αν η απόφαση δεν περιέχει διάταξη περί χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης, την σχετική υποχρέωση απαγγέλει με ξεχωριστή απόφαση το Μονομελές Πρωτοδικείοάρ. 947 παρ. 1 ΚΠολΔΑΠ 527/2013. Το Μονομελές Πρωτοδικείο είναι αρμόδιο και για τη βεβαίωση της παράβασης και την καταδίκη του οφειλέτη στην χρηματική ποινή και την προσωπική κράτησηάρ. 947 παρ. 1 ΚΠολΔ. Η αγωγή περί βεβαίωσης της παράβασης και καταδίκης του οφειλέτη εκδικάζεται κατά την διαδικασία των εργατικών διαφορώνάρ. 947 παρ. 1 ΚΠολΔ. Αν η παράλειψη διατάχθηκε με απόφαση ασφαλιστικών μέτρων, η ανακοπή επί της επιταγής προς εκτέλεση συζητείται κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων1552/2010 Εφ.Αθηνών. Η εκτέλεση ξεκινά με επίδοση αντιγράφου της απόφασης ή αποσπάσματος της απόφασης με συνημμένη επιταγή προς εκτέλεση1552/2010 Εφ.Αθηνών. Αν η παράβαση έχει ενιαίο χρονικό χαρακτήρα, χωρίς διακοπές, το δικαστήριο μπορεί να επιβάλει μία μόνο χρηματική ποινή και προσωπική κράτηση, ακόμη και αν απειλείται έμμεση εκτέλεση για κάθε μελλοντική παράβαση1552/2010 Εφ.Αθηνών. Κατά το μέρος που η διάταξη του άρ. 947 παρ. 1 ΚΠολΔ προβλέπει ποινές, έχει χαρακτήρα ουσιαστικού δικαίου, καθώς με αυτή θεσπίζεται ενοχή από αδικοπραξίαΑΠ 134/2015. Για την καταδίκη του οφειλέτη στην ποινή που απείλησε το δικαστήριο με προηγούμενη απόφασή του για την περίπτωση παράβασης των διατάξεών της, απαιτείται να έχει ο οφειλέτης πρόθεση να παραβεί τις διατάξεις της προηγούμενης αυτής απόφασηςΑΠ 134/2015. Η με το άρ. 947 παρ. 1 ΚΠολΔ θεσπιζόμενη διαδικασία της έμμεσης αναγκαστικής εκτέλεσης διέρχεται δύο στάδια και απαιτεί την έκδοση δύο δικαστικών αποφάσεωνΑΠ 134/2015. Κατά το πρώτο στάδιο βεβαιώνεται με την απόφαση η υποχρέωση του εναγομένου σε παράλειψη ή ανοχή της πράξης, απειλούνται εναντίον του για την περίπτωση παράβασης της σχετικής υποχρέωσής του οι ποινές αθροιστικά, και καθορίζονται το ποσό της χρηματικής ποινής και ο χρόνος της προσωπικής κράτησής τουΑΠ 134/2015. Κατά το δεύτερο στάδιο γίνεται η διάγνωση της παράβασης, βεβαιώνεται δηλαδή η εκ μέρους του καθ’ ου η εκτέλεση παραβίαση της υποχρέωσής του προς παράλειψη ή ανοχή, και καταδικάζεται ο οφειλέτης στην καταβολή της χρηματικής ποινής και σε προσωπική κράτησηΑΠ 134/2015. Η αγωγή με την οποία ζητείται η καταδίκη σε χρηματική ποινή και σε προσωπική κράτηση λόγω της παράβασης είναι αγωγή καταψηφιστικήΑΠ 134/2015. Ιδιαίτερο αίτημα για τη βεβαίωση της παράβασης δεν απαιτείται, διότι στο αίτημα για την καταδίκη σε χρηματική ποινή και σε προσωπική κράτηση εμπεριέχεται και αίτημα για τη βεβαίωση της παράβασης, αφού η τελευταία αποτελεί τον πυρήνα της αγωγής και προϋπόθεση της καταδίκηςΑΠ 134/2015. Στη δίκη του άρ. 947 παρ. 1 εδ. 3 ΚΠολΔ, περί βεβαίωσης της παράβασης υποχρέωσης παράλειψης ή ανοχής πράξης, λαμβάνονται στην ουσία ρυθμιστικά μέτρα για την εξασφάλιση της πορείας της εκτέλεσης, με απώτερο σκοπό την κάμψη της αντιτιθέμενης βούλησης του οφειλέτη και τον εξαναγκασμό του σε συμμόρφωσηΑΠ 134/2015. Η κατ’ άρ. 947 παρ. 1 εδ. 3 ΚΠολΔ αγωγή εκδικάζεται κατά την διαδικασία των περιουσιακών διαφορών κατ’ άρ. 614 επ. ΚΠολΔάρ. 947 παρ. 1 εδ. 4 ΚΠολΔ. Η κατ’ άρ. 947 παρ. 1 εδ. 3 ΚΠολΔ δίκη είναι διαγνωστικού χαρακτήραΑΠ 134/2015. Αυτό που κατάγεται προς διάγνωση είναι η μία και μοναδική αξίωση του ενάγοντος προς επιβολή των νομίμων κυρώσεων που ενεργοποιούνται μέσω της πραγμάτωσης της αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης της παράβασηςΑΠ 134/2015. Το πραγματικό γεγονός της παράβασης αποτελεί την ιστορική βάση της αγωγής και αντίστοιχα την αιτιολογία (ελάσσονα πρόταση) της εκδιδομένης απόφασης, και γι’ αυτό πρέπει να προτείνεται και να αποδεικνύεται από τον ενάγονταΑΠ 134/2015. Η διάγνωση της αξίωσης προς επιβολή των νόμιμων κυρώσεων οδηγεί στη συνέχεια στην επεύλεση της αιτούμενης έννομης συνέπειας, δηλαδή στην καταψήφιση της χρηματικής ποινής και στην απαγγελία της προσωπικής κράτησης ή της μίας εκ των δύο, κατά την από την αρχή της διάθεσης πηγάζουσα βούληση του ενάγοντα δανειστή, που εκδηλώνεται με το σχετικό προς τούτο αίτημαΑΠ 134/2015.
Καταδίκη σε δήλωση βουλήσεως
Η καταδίκη σε δήλωση βουλήσεως χωρεί μόνο αν η υποχρέωση του αντιδίκου για δήλωση βούλησης στηρίζεται ευθέως σε διάταξη νόμου ή σε δικαιοπραξία που είναι αγώγιμη και εκτελεστή1447/2010 Πολ.Πρ.Αθήνας. Αν δεν υπάρχει τέτοια απαίτηση, η σχετική αγωγή είναι νόμω αβάσιμη1447/2010 Πολ.Πρ.Αθήνας.
Αναγκαστική εκτέλεση σε αντικαταστατά πράγματα
Ο προσδιορισμός της αξίας αντικαταστατών πραγμάτων στα οποία αφορά η εκτέλεση γίνεται με απόφαση του Ειρηνοδικείου, αν η παροχή των πραγμάτων επιδικάστηκε από αυτό, και από το Μονομελές Πρωτοδικείο σε κάθε άλλη περίπτωση. Η απόφαση εκδικάζεται κατά τη διαδικασία των άρ. 670 έως 676 ΚΠολΔ (εργατικές διαφορές).
Εκτέλεση βάσει απόφασης ασφαλιστικών μέτρων
Η εκτέλεση βάσει απόφασης εκτελεστικών μέτρων περί αποβολής ή διατάραξης της νομής πρέπει να ολοκληρωθεί εντός προθεσμίας ενός έτους από την αποβολή ή τη διατάραξη2678/2011 Πολ.Πρ.Αθήνας. Η άσκηση τακτικής αγωγής περί νομής διακόπτει την παραγραφή2678/2011 Πολ.Πρ.Αθήνας.
Συντηρητική κατάσχεση
Συντηρητική κατάσχεση μπορεί να επιβληθεί και με διαταγή πληρωμής33296/2009 Μον.Πρ.Θεσσαλονίκης (ασφ. μέτρα). Συντηρητική κατάσχεση επιτρέπεται και κατά του Δημοσίου, και δεν απαιτείται η παρέλευση 60 ημερών33296/2009 Μον.Πρ.Θεσσαλονίκης (ασφ. μέτρα).
Διαχρονικό δίκαιο
Κατά γενική αρχή του διαχρονικού δικαίου, το παραδεκτό των μέσων εκτέλεσης διέπεται, ως προς τη διαδικασία και τις ουσιαστικές προϋποθέσεις, από τον νόμο που ίσχυε κατά τον χρόνο ενέργειάς τουςΑΠ 1080/1979.