ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Α’ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΚΟΠΩΝ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γεώργιο Παπανδρέου, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (ως αρχαιότερο μέλος της συνθέσεως), Ευφροσύνη Καλογεράτου – Ευαγγέλου, Αναστασία Περιστεράκη – Εισηγήτρια, Βασιλική Μπαζάκη – Δρακούλη και Γρηγόριο Κουτσοκώστα, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 3 Ιουλίου 2018, με την παρουσία της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ελένης Μετσοβίτου – Φλουρή και του Γραμματέως Γεράσιμου Βάλσαμου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος – κατηγορουμένου Η. Μ. του Σ., κατοίκου …, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Χαράλαμπο Κομνηνάκη, για αναίρεση της υπ’αριθ.50, 150/2018 αποφάσεως του Β’Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών. Το Β’Μικτό Ορκωτό Εφετείο Αθηνών με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και o αναιρεσείων – κατηγορούμενος ζητά την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 16-4-2018 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό …18.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και την Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναιρέσεως.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη με αρ.πρωτ…./16-4-2018) αίτηση τα Η. Μ. του Σ. για αναίρεση της υπ’ αριθμό 50,150/2018 απόφασης του δικάσαντος, κατ’ έφεση ,Β Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών, με την οποία αυτός καταδικάσθηκε σε ποινή φυλάκισης τριών (3.) ετών για την αξιόποινη πράξη της άμεσης συνέργειας σε μαστροπεία σε βάρος ανηλίκου που δεν είχε συμπληρώσει το 15ο έτος της ηλικίας του, μετά την αναγνώριση στο πρόσωπό του του ελαφρυντικού του άρθρου 84 παρ 2ε ΠΚ, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (καταχώρηση στο σχετικό βιβλίο 28-3-2018) με λόγους: την έλλειψη επαρκούς και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας ως προς την καταδίκη του για την άνω πράξη και ως προς την απόρριψη του αυτοτελούς ισχυρισμού για πραγματική πλάνη ως προς την ηλικία της παθούσας (άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ ΚΠοινΔ).
Κατά το άρθρο 349 παρ. 1,2α του ΠΚ “όποιος για να εξυπηρετήσει την ακολασία άλλων, προάγει ή εξωθεί στην πορνεία ανήλικο ή υποθάλπει ή διευκολύνει την πορνεία ανηλίκων, τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών και χρηματική ποινή δέκα χιλιάδων έως πενήντα χιλιάδων ευρώ. Με κάθειρξη και χρηματική ποινή πενήντα χιλιάδων έως εκατό χιλιάδων ευρώ τιμωρείται ο υπαίτιος, αν το έγκλημα τελέστηκε :α)εναντίον προσώπου νεότερου των δεκαπέντε ετών, β) με απατηλά μέσα”. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι ενεργητικό υποκείμενο του εγκλήματος της μαστροπείας μπορεί να είναι άρρεν ή θήλυ, αφού η διάταξη δεν διακρίνει, ενώ παθητικό υποκείμενο μπορεί να είναι μόνον ανήλικος, δηλαδή πρόσωπο ανεξαρτήτως φύλου μέχρι 18 ετών. Προαγωγή στην πορνεία είναι η παρακίνηση του παθόντος προσώπου με οποιοδήποτε τρόπο να παρέχει κατά συνήθεια σαρκικές ηδονές σε αόριστο αριθμό προσώπων αντί χρηματικής ή άλλης αμοιβής. Εξώθηση είναι η διέγερση αισθημάτων που διαφθείρουν την ηθική του ανηλίκου και προκαλούν πρόωρα την ροπή του στην πορνεία, ενώ υπόθαλψη ή διευκόλυνση της πορνείας υπάρχει όταν δημιουργούνται με πράξη ή παράλειψη οι κατάλληλες συνθήκες για τη συνέχιση της εν λόγω κατάστασης. Στο δόλο του δράστη περιλαμβάνεται η γνώση ότι το πρόσωπο κατά του οποίου στρέφεται η πράξη είναι ανήλικο και η θέληση περιαγωγής κτλ σε πορνεία, καθώς και η θέληση εξυπηρέτησης της ακολασίας άλλου (ΑΠ 658/2006). Εξάλλου, κατ`άρθρο 47 παρ.1 ιδίου Κώδικος όποιος, εκτός από την περίπτωση της παρ.1 στοιχ.β` του προηγουμένου άρθρου, παρέσχε με πρόθεση σε άλλον οποιαδήποτε συνδρομή πριν από την τέλεση ή κατά την τέλεση της άδικης πράξης που διέπραξε, τιμωρείται ως συνεργός με ποινή ελαττωμένη (άρθρο 83). Εκ της διατάξεως του τελευταίου άρθρου συνάγεται ότι η αντικειμενική υπόσταση της απλής συνέργειας πραγματώνεται με οποιαδήποτε βοηθητική της κυρίας πράξεως ενέργεια ή παράλειψη, θετική ή αποθετική, υλική ή (και) ψυχική. Η υλική ενέργεια τελείται με υλικές πράξεις, ακόμη και κατά την προπαρασκευή του εγκλήματος, όπως με την μεταφορά στον τόπο του εγκλήματος, ψυχική δε είναι η βοήθεια που παρέχεται στον δράστη με συμβουλές υποδείξεις για τον τρόπο τελέσεως, ήτοι η ηθική ενίσχυση του δράστου στην εκτέλεση της αποφασισθείσης πράξεως όπως με την υπόσχεση του συνεργού να βοηθήσει σ`αυτήν με την παρουσία του (κοντά) στον τόπο του εγκλήματος ή και την συνδρομή μετά την πράξη με την βοήθεια διαφυγής του αυτουργού. Για να υπάρχει απλή συνέργεια θα πρέπει ο αυτουργός να τέλεσε ή να απεπειράθη τουλάχιστον να τελέσει την ποινικά άδικη πράξη, για την εξ υποκειμένου δε στοιχειοθέτηση της απλής συνεργείας απαιτείται δόλος του συνεργού, συνιστάμενος εις την γνώση της υπό του αυτουργού τελέσεως ορισμένης αξιοποίνου πράξεως και εις την βούληση ή αποδοχή να συμβάλει δια της συνδρομής του εις την πραγμάτωση του εγκλήματος, χωρίς να είναι ανάγκη να γνωρίζει λεπτομέρειες της πράξεως και ιδίως πότε, πού και υπό ποίες ειδικές συνθήκες θα τελεσθεί από τον αυτουργό της πράξεως(ΑΠ1467/2008) Η απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της καταδικαστικής απόφασης, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ` του ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, υπάρχει όταν περιέχονται σ` αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία), στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για την συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και οι σκέψεις και οι συλλογισμοί με βάση τους οποίους έγινε η υπαγωγή των περιστατικών που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη που στη συγκεκριμένη περίπτωση εφαρμόστηκε. Η αιτιολογία της αποφάσεως παραδεκτά συμπληρώνεται με το διατακτικό με το οποίο αποτελεί ενιαίο σύνολο. Σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα ότι έχουν ληφθεί όλα στο σύνολο τους και όχι ορισμένα από αυτά. Για τη βεβαιότητα αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα κτλ), χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνεία του τι προέκυψε από το καθένα (ΑΠ 741/2013). Εξάλλου, η επιβαλλόμενη κατά τα ανωτέρω ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της αποφάσεως πρέπει να υπάρχει όχι μόνο ως προς την κατηγορία, αλλά να επεκτείνεται και στους αυτοτελείς ισχυρισμούς που προβάλλονται από τον κατηγορούμενο ή το συνήγορο του. Τέτοιοι ισχυρισμοί είναι εκείνοι που προβάλλονται στο Δικαστήριο της ουσίας, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 170 παρ. 2 και 333 παρ. 2 ΚΠοινΔ, και τείνουν στην άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξης ή την άρση ή μείωση της ικανότητας καταλογισμού ή την εξάλειψη του αξιοποίνου της πράξεως ή τη μείωση της ποινής. Η απόρριψη ενός τέτοιου ισχυρισμού, όπως είναι και οι ισχυρισμοί για μη καταλογισμό της πράξης του δράστη λόγω πραγματικής πλάνης του (άρθρο 30 παρ. 1 του Π.Κ.), ή για αναγνώριση στο πρόσωπο του κατηγορουμένου ελαφρυντικών περιστάσεων, πρέπει να αιτιολογείται ιδιαιτέρως. Όταν, όμως, ο αυτοτελής ισχυρισμός δεν προβάλλεται παραδεκτά και κατά τρόπο πλήρη και ορισμένο ή ο φερόμενος ως αυτοτελής ισχυρισμός δεν είναι στην πραγματικότητα αυτοτελής, κατά την έννοια που προαναφέρθηκε, αλλά αρνητικός της κατηγορίας, το Δικαστήριο δεν υποχρεούται να απαντήσει, και μάλιστα ιδιαίτερα και αιτιολογημένα, αφού δεν υπάρχει υποχρέωση ιδιαίτερης απαντήσεως σε απαράδεκτο ισχυρισμό ή σε ισχυρισμό αρνητικό της κατηγορίας (ΑΠ 1568/2009).
Στην προκειμένη περίπτωση με την προσβαλλομένη 50,150/2018 απόφαση του ΒΜΟΕ Αθηνών και μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση όλων των αποδεικτικών μέσων που κατ’ είδος μνημονεύονται, ο αναιρεσείων κηρύχθηκε ένοχος για απλή συνέργεια σε μαστροπεία ανηλίκου και του επιβλήθηκε, μετά την αναγνώριση του ελαφρυντικού του άρθρου 84 παρ2ε ΠΚ φυλάκιση 4 ετών. Για να καταλήξει στην κρίση του αυτή το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δέχθηκε κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: “…..Περαιτέρω, ο τέταρτος κατηγορούμενος (Η. Μ.) βοήθησε τους 1°, 2ο και 3η κατηγορουμένους την 8-10-2010, υπό τη μορφή της απλής συνδρομής, παραλαμβάνοντας την ανήλικη από την οδό … και στη συνέχεια, αφού ευχερώς διαπίστωσε οπτικά την ανηλικότητά της, την οδήγησε και της υπέδειξε τον παραπάνω οίκο ανοχής, προκειμένου να παράσχει κατά συνήθεια σαρκικές ηδονές (συνουσίας κατά φύση ή οποιασδήποτε ασελγούς πράξης) στον ανωτέρω οίκο ανοχής σε αόριστο αριθμό προσώπων, βοηθώντας έτσι τη δημιουργία με τον τρόπο αυτό των καταλλήλων συνθηκών εκπόρνευσής της, για να εξυπηρετήσει την ακολασία άλλων. Επομένως, οι κατηγορούμενοι πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι κατά το διατακτικό, απορριπτομένου ως αβασίμου του περί πραγματικής πλάνης (άρθρο 30 ΠΚ) ισχυρισμού εν όψει του ότι η ανηλικότητά της κάτω των 15 ετών ήταν ευχερώς διαγνώσιμη απ’ αυτούς λαμβανομένης υπόψη της σχετικής επαγγελματικής σε συνδυασμό με τη μακρά κοινωνική εμπειρίας τους.” Στην συνέχεια, το παραπάνω δικαστήριο της ουσίας αφού απέρριψε τον περί πλάνης ως προς την ηλικία της ανήλικης αυτοτελή ισχυρισμό του αναιρεσείοντα, τον κήρυξε ένοχο της απλής συνέργειας στη μαστροπεία της ανήλικης 13 ετών και 10 μηνών με το ελαφρυντικό του άρθρου 84 παρ.2ε ΠΚ. Ειδικότερα, καταδίκασε το άνω δικαστήριο τον αναιρεσείοντα του ότι : “Στην Αθήνα το χρονικό διάστημα την 8-10-2010 παρέσχε με πρόθεση στους 1°, 2° και 3η κατηγορουμένους D. Α., Ε. Γ., Γ. Α. οποιαδήποτε συνδρομή πριν από την τέλεση ή κατά την τέλεση της άδικης πράξης της μαστροπείας που αυτοί διέπραξαν κατόπιν συναπόφασής τους και με κοινό δόλο τέλεσης, για να εξυπηρετήσουν την ακολασία άλλων, προάγοντας στην πορνεία ανήλικο, νεότερο των δεκαπέντε ετών, όταν κατά το χρονικό διάστημα από 8-10-2010 μέχρι 12-10-2010, από κοινού οι παραπάνω κατηγορούμενοι και με τον άγνωστο “Β.”, αγνώστων λοιπών στοιχείων, προήγαγαν στην πορνεία την ηλικίας τότε 13 ετών και 10 μηνών ανήλικη Μ. Β., της οποίας την ηλικία γνώριζαν εξ αρχής και η οποία δεν ήταν πόρνη. Ειδικότερα ο πρώτος κατηγορούμενος παρακινώντας την να παρέχει κατά συνήθεια σαρκικές ηδονές (συνουσίας κατά φύση, ή οποιασδήποτε ασελγούς πράξης) στον επί της οδού … οίκο ανοχής, που εκμεταλλεύονταν οι κατηγορούμενοι Ε. Γ. και Γ. Α., και σε έτερο οίκο ανοχής, που βρίσκεται στην οδός …, και σε αόριστο αριθμό προσώπων, για να εξυπηρετήσει την ακολασία άλλων, οι δε τρίτος και τέταρτη των κατηγορουμένων, Ε. Γ. και Γ. Α., κατόπιν συναπόφασης και με κοινό δόλο τέλεσης με τον παραπάνω διευκόλυναν και προήγαγαν στην πορνεία την ως άνω ανήλικη Μ. Β., ηλικίας τότε 13 ετών και 10 μηνών, η οποία δεν ήταν πόρνη, την ηλικία της οποίας γνώριζαν εξ αρχής, παρέχοντας σ’ αυτήν κατάλυμα και ανευρίσκοντας ερωτικούς συντρόφους για ερωτική συνεύρεση και ειδικότερα παρέχοντας σ’ αυτή τις κατάλληλες συνθήκες με την παροχή μέσων, τόπου, ευκαιριών τέλεσης της ανωτέρω πράξης (πορνείας) και συγκεκριμένα με τη μεταφορά και την παραχώρηση του επί της οδού … οίκου ανοχής, τον οποίο αυτοί εκμεταλλεύονταν και με τη μεταφορά της ως άνω ανήλικης και σε έτερο οίκο ανοχής επί της οδού …, με σκοπό να εξυπηρετήσουν την ακολασία άλλων και ειδικότερα την επιχείρηση ασελγών πράξεων. Πιο συγκεκριμένα ο ίδιος -4ος κατηγορούμενος – (Η. Μ.) βοήθησε με πρόθεση τους ανωτέρω συγκατηγορουμένους του παραλαμβάνοντας την ανωτέρω ανήλικη από την οδό …, διαπιστώνοντας δε την ανηλικότητά της ενόψει της κοινωνικής του εμπειρίας, στη συνέχεια την οδήγησε και της υπέδειξε τον παραπάνω οίκο ανοχής, προκειμένου εκείνη να παράσχει κατά συνήθεια σαρκικές ηδονές (συνουσίας κατά φύση ή οποιασδήποτε ασελγούς πράξης) στον ανωτέρω οίκο ανοχής σε αόριστο αριθμό προσώπων, συνδράμοντας έτσι αυτός (4ος κατηγορούμενος) στη δημιουργία με τον τρόπο αυτό των καταλλήλων συνθηκών εκπόρνευσής της, για να εξυπηρετήσει την ακολασία άλλων.” Με αυτά που δέχθηκε το άνω δικάσαν δικαστήριο, σε συνδυασμό σκεπτικού και διατακτικού που αλληλοσυμπληρώνονται, διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Ποιν.Δ. απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αναφορικά με τα στοιχεία της αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της απλής συνέργειας σε μαστροπεία.
Ειδικότερα, παρατίθενται όλα τα στοιχεία που απαρτίζουν την ποινική υπόσταση του εγκλήματος , για το οποίο καταδικάστηκε, ο αναιρεσείων. Ολως συγκεκριμένα διαλαμβάνονται στην προσβαλλόμενη απόφαση: α) το σχέδιο ένταξης της παθούσας ηλικίας 13 ετών και 10 μηνών, που μέχρι τότε δεν ήταν πόρνη, σε οίκους ανοχής όπου θα πρόσφερε με αμοιβή ερωτικές συνευρέσεις με τρίτους, β) την συμμετοχή στο άνω σχέδιο του καταδικασθέντος για μαστροπεία, αρπαγή ανηλίκου και αποπλάνηση ανήλικου A. D. που διατηρούσε ερωτικές σχέσεις με την ανήλικη, γ)την συμμετοχή των καταδικασθέντων για μαστροπεία Ε. Γ. και Γ.Α. που εκμεταλλεύονταν και λειτουργούσαν συγκεκριμένους οίκους ανοχής δ)τη συμμετοχή αγνώστου με το μικρό όνομα Β., ε) τη γνώση του σχεδίου αυτού από τον αναιρεσείοντα που ήταν στενός συνεργάτης του Γ. καθώς και του αγνώστου με το όνομα Β. και τη θέληση αυτού να συμβάλει στην υλοποίηση του σχεδίου αυτού με την μεταφορά της ανήλικης στους οίκους ανοχής για να πορνεύεται, της οποίας η ανηλικότητα ήταν γνωστή και σ’αυτόν (μαθήτρια – στενή σχέση αυτού με τους λοιπούς κατηγορουμένους – κοινωνική εμπειρία λόγω απασχόλησης σε μπάρ όπου σερβιτόροι ήταν γυναίκες και τέλος στ) την ηθελημένη συμβολή αυτού (απλή συνέργεια) στην πραγμάτωση της πορνείας ανηλίκου αφού παρέλαβε αυτήν από την περιοχή του Μεταξουργείου από τον παραπάνω Β., στον οποίο την είχε παραδώσει ο προαναφερθείς εραστής της A. D. και την μεταφορά της στον επί της οδού … οίκο ανοχής των Ε.Γ. και Γ.Α., όπου αυτή με την καθοδήγηση και τις οδηγίες τους άρχισε να πορνεύεται.
Ως προς το λόγο με τον οποίο ο αναιρεσείων παραπονείται ότι το δικαστήριο της ουσίας απέρριψε αναιτιολόγητα τον αυτοτελή ισχυρισμό του περί της υπάρξεως πλάνης στο πρόσωπό του ως προς την ηλικία της ανωτέρω παθούσας ,αφού αυτή φαινόταν ότι είχε υπερβεί το 15ο έτος της ηλικίας της είναι απορριπτέος ως αβάσιμος αφού από τις άνω παραδοχές προκύπτει ότι το δικαστήριο αιτιολογημένα απέρριψε αυτόν δεχθέν ότι ήταν ευχερώς δυνατή η διαπίστωση της ανηλικότητας της παθούσας με βάση και τις ιδιαίτερες συνθήκες τέλεσης της άνω πράξη και δη ότι αυτή ήταν μαθήτρια, είχε στενή σχέση με τους λοιπούς κατηγορουμένους καθώς και λόγω της κοινωνικής του εμπειρίας αφού εργαζόταν σε μπάρ όπου σερβιτόροι ήταν γυναίκες.
Όσον αφορά τις λοιπές αιτιάσεις που αναφέρονται στην έκθεση αναίρεσης είναι απορριπτέες ως απαράδεκτες γιατί αναφέρονται στην ουσιαστική κρίση του δικαστηρίου και την εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, η οποία είναι αναιρετικά ανέλεγκτη.
Απορριπτομένης της ένδικης αίτησης αναίρεσης στο σύνολό της πρέπει να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα .
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 16-4-2018 αίτηση αναίρεσης του Η. Μ. του Σ. κατά της 50,150/2018 απόφασης του Β ΜΟΕ Αθηνών
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα που ορίζει σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 13 Ιουλίου 2018.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 17 Ιουλίου 2018 .
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ
Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Προηγούμενο άρθροΔιευκρινίσεις για τη χορήγηση της άδειας μονογονεϊκών οικογενειών σε σχέση με την ηλικία του παιδιού
Επόμενο άρθρο Ένοχος ο κατηγορούμενος για κλοπές στην Κάλυμνο.