Ο κανόνας της αυτοτελούς φορολόγησης ισχύει και για τους µη κερδοσκοπικούς οργανισµούς που καθίστανται κληρονόµοι συνεπεία αποποίησης.
Σε περίπτωση αποποίησης της κληρονοµιάς, ο εξ αποποιήσεως κληρονόµος (ο κληρονόµος που ακολουθεί του πρώτου που έκανε την αποποίησης) οφείλει να καταβάλει τον φόρο που προκύπτει κατόπιν εκ νέου υπολογισµού στο πρόσωπό του µε βάση τον συγγενικό του δεσµό, εκτός αν ο φόρος που θα όφειλε ο αποποιηθείς είναι µεγαλύτερος, οπότε θα οφείλει να καταβάλει αυτό το ποσό φόρου.
Επιπλέον, εφόσον δικαιούχοι κληρονοµιάς είναι ειδικές κατηγορίες νοµικών προσώπων, µεταξύ των οποίων οι µη κερδοσκοπικοί οργανισµοί και τα ΝΠ∆∆, προβλέπεται αυτοτελής φορολόγηση των κτηθέντων αιτία θανάτου περιουσιακών στοιχείων µε συντελεστή 0,5%.
Σχετικά µε τα ανωτέρω και µε πρόσφατη εγκύκλιο διευκρινίστηκε ότι σε περίπτωση που κάποιο εκ των εν λόγω νοµικών προσώπων καταστεί εξ αποποιήσεως κληρονόµος, θα υποχρεούται να καταβάλει τον φόρο που προκύπτει βάσει του κανόνα της αυτοτελούς φορολόγησης µε συντελεστή 0,5%, σε κάθε περίπτωση, µη εφαρµοζόµενης έτσι της ανωτέρω εξαίρεσης περί υποχρέωσης καταβολής του µεγαλύτερου φόρου του αποποιηθέντος.
Η ρύθµιση αυτή δικαιολογείται, καθώς η ανωτέρω εξαίρεση τελεί σε σχέση γενικού προς ειδικό µε τον κανόνα της αυτοτελούς φορολόγησης, ο οποίος ως ειδικότερος θα πρέπει να υπερισχύσει.
Τέλος, υπενθυµίζεται ότι για τον εξ αποποιήσεως κληρονόµο, η φορολογική υποχρέωση δεν γεννάται κατά τον χρόνο θανάτου αλλά κατά τον χρόνο αποποίησης της κληρονοµιάς.