Περίληψη
Σύμφωνα με την ορθότερη ερμηνεία του άρθρου 931 ΑΚ, προβλέπεται από τη διάταξη αυτή η επιδίκαση στον παθόντα με αναπηρία ή παραμόρφωση ενός εύλογου χρηματικού ποσού, ακριβώς λόγω της αναπηρίας και παραμόρφωσης, χωρίς σύνδεση με συγκεκριμένη περιουσιακή ζημία, η οποία άλλωστε και δεν δύναται να προσδιοριστεί. Το ποσό του επιδικαζόμενου εύλογου χρηματικού ποσού εξευρίσκεται με βάση το είδος και τις συνέπειες της αναπηρίας (ή παραμόρφωσης) αφενός και την ηλικία του παθόντος αφετέρου, καθώς και με συνεκτίμηση του ποσοστού συνυπαιτιότητας του τελευταίου στην πρόκληση της αναπηρίας ή της παραμόρφωσης του, όπως συμβαίνει και στην περίπτωση της κατά την διάταξη του άρθρου 932 του ΑΚ αξίωσης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης.
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τη Δικαστή Ελένη Σκριβάνου, Εφέτη, η οποία ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Κ.Σ..
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά στις …………………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ – ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: …………………… ο οποίος παραστάθηκε διά του πληρεξούσιου δικηγόρου του Νεκτάριου Ψύλου (με δήλωση, κατ΄ άρθρο 242 παρ.2ΚΠολΔ).
ΚΑΙ της ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ – ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Aνώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας …………………… η οποία παραστάθηκε διά του πληρεξούσιου δικηγόρου της Γεωργίου Σκυλλάκου (με δήλωση, κατ΄ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).
Ο ΕΝΑΓΩΝ – ΕΚΚΑΛΩΝ, άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς τη με Γενικό Αριθμό Κατάθεσης και Ειδικό Αριθμό Κατάθεσης, αντίστοιχα, (ΓΑΚ/ΕΑΚ) ………./24-7-2018 αγωγή, κατά του αρχικού πρώτου εναγόμενου ………………. και της δεύτερης εναγόμενης ως άνω ασφαλιστικής εταιρείας – ήδη εφεσίβλητης. Το ανωτέρω Δικαστήριο, δικάζοντας κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών και ειδικότερα των διαφορών για ζημίες από αυτοκίνητα(άρθρα 614 επ.), εξέδωσε αρχικά την υπ΄αρ.1389/2019 εν μέρει οριστική και εν μέρει μη οριστική απόφασή του, με την οποία, αφού θεώρησε ως μη ασκηθείσα την αγωγή όσον αφορά στον πρώτο εναγόμενο, λόγω παραίτησης, ως προς τον τελευταίο, από του δικογράφου αυτής, στη συνέχεια απέρριψε ότι έκρινε ως απορριπτέο, έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή ως προς τη δεύτερη εναγόμενη σχετικά με τα κονδύλια που αναφέρονται σε αυτήν (απόφαση) και, κατά τα λοιπά, διέταξε την επανάληψη της συζήτησης της αγωγής, ώστε αφενός μεν να διενεργηθεί η εκεί αναφερόμενη πραγματογνωμοσύνη, αφετέρου δε να προσκομισθούν τα σε αυτήν επίσης αναφερόμενα έγγραφα. Ακολούθως, η αγωγή επαναφέρθηκε προς συζήτηση με την από 12-3-2020 και με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./12-3-2020 κλήση του ενάγοντος και εκδόθηκε η υπ΄αρ. 2586/2020 οριστική απόφασή του ανωτέρω Δικαστηρίου κατά την ίδια διαδικασία, η οποία έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή ως προς τη μοναδική πλέον εναγόμενη – εφεσίβλητη.
Ήδη ο ενάγων – εκκαλών προσβάλλει την απόφαση αυτή, καθώς και την προηγηθείσα ως άνω μη οριστική απόφαση, με την κρινόμενη, από 19-10-2020 έφεσή του, απευθυνόμενη στο παρόν Δικαστήριο,που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./20-10-2020, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../20-10-2020.
Η παραπάνω έφεση προσδιορίστηκε αρχικά για τη δικάσιμο της 22ης-4-2021, κατά την οποία ματαιώθηκε, λόγω της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των Δικαστηρίων ένεκα του covid 19, ενώ προσδιορίστηκε εκ νέου αυτεπαγγέλτως προς συζήτηση, για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο με αρ. 32, δυνάμει της υπ΄αρ. 128/14-6-2021 Πράξης της, ορισθείσας από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, Δικαστή Ζωή Καραχάλιου, Εφέτη και ήδη Προέδρου Εφετών, σύμφωνα με το άρθρο 21 του Ν.4786/2021.
ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ της υπόθεσης και κατά την εκφώνησή της από το πινάκιο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, ύστερα από δήλωσή τους που έγινε σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 242 παρ.2 ΚΠολΔ, δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, αλλά προκατέθεσαν προτάσεις.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη έφεση του εκκαλούντος – ενάγοντος, κατά της υπ΄ αρ.2586/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου και της προηγηθείσας αυτής, υπ΄αρ. 1389/2019 εν μέρει οριστικής και εν μέρει μη οριστικής απόφασης του ίδιου Δικαστηρίου, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών και ειδικότερα των διαφορών για ζημίες από αυτοκίνητα (άρθρα 614 επ.),έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 επ., 511, 513, 516 παρ.1, 518 παρ.2, 591 παρ.1ΚΠολΔ), δεδομένου ότι οι διάδικοι δεν επικαλούνται ούτε προκύπτει ότι έγινε επίδοση της εκκαλουμένης και από τη δημοσίευσή της μέχρι την άσκηση της έφεσης, δεν έχει παρέλθει διετία. Κατατέθηκε δε από τον εκκαλούντα το προβλεπόμενο, από το άρθρο 495 παρ.3εδ.α ΚΠολΔ, παράβολο του Δημοσίου, όπως προκύπτει από τη σχετική σημείωση της Γραμματέα του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κάτωθεν του δικογράφου της. Πρέπει, επομένως, να εξετασθεί περαιτέρω από το Δικαστήριο τούτο, που είναι καθ΄ύλη και κατά τόπο αρμόδιο, κατά την ίδια διαδικασία με την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, ως προς τo παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της και μέσα στα πλαίσια που καθορίζονται από αυτούς (άρθρα 19, 522 ,533 παρ.1,2 ΚΠολΔ).
Κατά τη διάταξη του άρθρου 931 ΑΚ,‘’η αναπηρία ή η παραμόρφωση που προξενήθηκε στον παθόντα λαμβάνεται υπόψη κατά την επιδίκαση της αποζημίωσης, αν επιδρά στο μέλλον του’’.Ως αναπηρία θεωρείται κάποια έλλειψη της σωματικής, νοητικής ή ψυχικής ακεραιότητας του προσώπου, ενώ ως παραμόρφωση, νοείται κάθε ουσιώδης αλλοίωση της εξωτερικής εμφάνισης του προσώπου, η οποία καθορίζεται, όχι αναγκαίως κατά τις απόψεις της ιατρικής, αλλά κατά τις αντιλήψεις της ζωής. Περαιτέρω, ως μέλλον νοείται η επαγγελματική, οικονομική και κοινωνική εξέλιξη του προσώπου. Δεν απαιτείται βεβαιότητα δυσμενούς επιρροής της αναπηρίας στο μέλλον αυτού. Αρκεί και απλή δυνατότητα κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων. Στον επαγγελματικό-οικονομικό τομέα η αναπηρία ή παραμόρφωση του ανθρώπου, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, αποτελεί αρνητικό στοιχείο στο πλαίσιο του ανταγωνισμού και της οικονομικής εξέλιξης και προαγωγής του. Οι δυσμενείς συνέπειες, είναι περισσότερο έντονες σε περιόδους οικονομικών δυσχερειών και στενότητας στην αγορά εργασίας. Οι βαρυνόμενοι με αναπηρία ή παραμόρφωση μειονεκτούν και κινδυνεύουν να βρεθούν εκτός εργασίας έναντι των υγιών συναδέλφων τους. Η διάταξη αυτή προβλέπει επιδίκαση από το δικαστήριο χρηματικής παροχής στον παθόντα αναπηρία ή παραμόρφωση, εφόσον συνεπεία αυτών επηρεάζεται το μέλλον του. Η χρηματική αυτή παροχή δεν αποτελεί αποζημίωση, εφόσον η τελευταία εννοιολογικώς συνδέεται με την επίκληση και απόδειξη ζημίας περιουσιακής, δηλαδή διαφοράς μεταξύ της περιουσιακής κατάστασης μετά το ζημιογόνο γεγονός και εκείνης, που θα υπήρχε χωρίς αυτό. Η συνεπεία της αναπηρίας ή παραμόρφωσης ανικανότητα προς εργασία, εφόσον προκαλεί στον παθόντα περιουσιακή ζημία, αποτελεί βάση αξίωσης προς αποζημίωση, που στηρίζεται στη διάταξη του άρθρου 929 του ΑΚ (αξίωση διαφυγόντων εισοδημάτων). Η αναπηρία, ωστόσο, δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη πρόκληση στον παθόντα συγκεκριμένης περιουσιακής ζημίας, καθώς δεν μπορεί να γίνει σχετική πρόβλεψη. Είναι, όμως, βέβαιο, ότι η αναπηρία (ή παραμόρφωση), ανάλογα με το βαθμό της και τις λοιπές συντρέχουσες περιστάσεις (ηλικία, φύλο, κλίσεις και επιθυμίες του παθόντος) οπωσδήποτε θα έχει δυσμενή επίδραση στην κοινωνική – οικονομική εξέλιξη τούτου, κατά τρόπο που δεν δύναται επακριβώς να προσδιορισθεί. Η δυσμενής αυτή επίδραση είναι δεδομένη και, επομένως, δεν δικαιολογείται εμμονή στην ανάγκη προσδιορισμού του ειδικού τρόπου της επίδρασης αυτής και των συνεπειών της στο κοινωνικό – οικονομικό μέλλον του παθόντος. Προέχον και κρίσιμο είναι το γεγονός της αναπηρίας ή παραμόρφωσης ως βλάβης του σώματος ή της υγείας του προσώπου, ως ενός αυτοτελούς έννομου αγαθού, που απολαύει και συνταγματικής προστασίας, σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 6 του άρθρου 21 του Συντάγματος, όχι μόνο στις σχέσεις των πολιτών προς το Κράτος, αλλά και στις μεταξύ τους σχέσεις, χωρίς απαραιτήτως η προστασία αυτή να συνδέεται με αδυναμία οικονομικών ωφελημάτων ή πλεονεκτημάτων. Έτσι, ορθότερη κρίνεται η ερμηνεία της διάταξης του άρθρου 931 ΑΚ, που την καθιστά εφαρμόσιμη, σύμφωνα με την οποία προβλέπεται από τη διάταξη αυτή η επιδίκαση στον παθόντα με αναπηρία ή παραμόρφωση ενός εύλογου χρηματικού ποσού, ακριβώς λόγω της αναπηρίας και παραμόρφωσης, χωρίς σύνδεση με συγκεκριμένη περιουσιακή ζημία, η οποία άλλωστε και δεν δύναται να προσδιοριστεί. Το ποσό του επιδικαζόμενου εύλογου χρηματικού ποσού εξευρίσκεται με βάση το είδος και τις συνέπειες της αναπηρίας ή παραμόρφωσης αφενός και την ηλικία του παθόντος αφετέρου, καθώς και με συνεκτίμηση του ποσοστού συνυπαιτιότητας του τελευταίου στην πρόκληση της αναπηρίας ή της παραμόρφωσής του, όπως συμβαίνει και στην περίπτωση της, κατά την διάταξη του άρθρου 932 του ΑΚ, αξίωσης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης (ΑΠ 509/2012, ΑΠ 72/2012, ΑΠ 210/2012, ΑΠ 416/2012, ΑΠ 408/2011, Εφ.Δωδ.217/2018, Εφ.Δωδ.90/2018, Εφ.Πειρ.178/2014, Εφ.Πειρ.155/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επομένως, για τον υπολογισμό της χρηματικής παροχής της διάταξης του άρθρου 931 του ΑΚ, δεν έχουν εφαρμογή τα ισχύοντα επί της αξίωσης αποζημίωσης του άρθρου 929 του ίδιου Κώδικα, όπου για τον καθορισμό αυτής προσδιορίζεται κατ’ αρχήν το ύψος της θετικής και αποθετικής ζημίας του παθόντος βλάβη του σώματος ή της υγείας του και το ποσοστό αυτής μειώνεται κατά το ποσοστό της συνυπαιτιότητας του τελευταίου, αφού, κατά τα προεκτεθέντα, η χρηματική παροχή της πρώτης διάταξης δεν αποτελεί αποζημίωση, δεν συνδέεται δηλ. με συγκεκριμένη μελλοντική περιουσιακή ζημία, αλλά δίδεται για το γεγονός και μόνο της αναπηρίας η παραμόρφωσης και προσδιορίζεται κατά την εύλογη κρίση του Δικαστηρίου με βάση τους προεκτεθέντες λόγους. Εξυπακούεται ότι, όλες οι παραπάνω αξιώσεις μπορούν να ασκηθούν είτε σωρευτικά, είτε μεμονωμένα, αφού πρόκειται για αυτοτελείς αξιώσεις και η θεμελίωση κάθε μιας από αυτές δεν προϋποθέτει αναγκαία την ύπαρξη μιας των λοιπών (Ολ.ΑΠ 18/2008, ΑΠ 150/2015, ΑΠ 509/2013, ΑΠ 210/2012, ΑΠ 52/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 928 και 929 του ΑΚ, συνάγεται, ότι, σε περίπτωση παράνομης και υπαίτιας βλάβης του σώματος ή της υγείας προσώπου, η αποζημίωση, εκτός από την θετική ζημία, δηλαδή τη μείωση της περιουσίας, περιλαμβάνει και την αποθετική τοιαύτη (διαφυγόν κέρδος). Την έννοια του διαφυγόντος κέρδους, η οποία αποτελεί έννοια νομική και όρο εφαρμογής του άρθρου 298 ΑΚ, παρέχει η διάταξη αυτή κατά την οποία ‘’(ως τοιούτο) λογίζεται το κέρδος εκείνο, που προσδοκά κανείς με πιθανότητα, σύμφωνα με τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων ή τις ειδικές περιστάσεις, και ιδίως τα προπαρασκευαστικά μέτρα που έχουν ληφθεί’’. Από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτει, ότι το διαφυγόν κέρδος αποτελεί ζημία, η οποία θα επέλθει στο μέλλον και κατ’ ανάγκη συνδέεται με την υποθετική εξέλιξη των πραγμάτων. Δεν εμφανίζει την βεβαιότητα της θετικής ζημίας. Για την απόδειξή της, που είναι δύσκολη για τον ζημιωθέντα συγκριτικά με την θετική ζημία, ο νόμος αρκείται σε απλή πιθανολόγηση. Ετσι, η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 298 εδ. β` ΑΚ έχει ουσιαστικό μεν χαρακτήρα, εφόσον καθορίζει τα στοιχεία της αξίωσης αποζημίωσης, και δικονομικό χαρακτήρα, εφόσον επιτρέπει στο Δικαστή να αρκεσθεί σε απλή πιθανολόγηση (ΑΠ 601/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επιπλέον, η μελλοντική περιουσιακή ζημία, την οποία υφίσταται ο παθών, δεν είναι μόνο αποθετική ή διαφυγόν κέρδος για τον λόγο ότι συνεπεία της ανικανότητας του για εργασία δεν έχει πλέον ή έχει μόνο περιορισμένα εισοδήματα. Μπορεί να είναι και μελλοντική θετική ζημία. Η μελλοντική ζημία αποκαθίσταται, εφόσον η επέλευσή της είναι βέβαιη και η έκτασή της μπορεί από τώρα να προσδιορισθεί,όχι,όμως, όταν είναι ενδεχόμενη και υποθετική (Εφ.Δωδ.217/2018, ο.π, Εφ.Πειρ.(Ναυτικό) 746/2015, Εφ.Αθ.1982/2004 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Εφ.Θεσ. 949/2000, Αρμ. 2001.324 Εφ.Πειρ.(Μον). 568/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Την επιδίκαση της σχετικής δαπάνης ο παθών μπορεί να ζητήσει και πριν από την πραγματοποίησή της, ήδη αμέσως μετά την προσβολή του σώματος ή της υγείας του (Εφ.Αθ. 4754/1995 ΕΣυγκΔ. 1996.547) και επιδικάζεται εντόκως από την επίδοση της αγωγής (Εφ.Αθ. 1982/2004,ο.π.), ενώ η αξίωση του (παθόντος) για την κατά την διάταξη του άρθρου 929 του ΑΚ αποκατάσταση της μέλλουσας ζημίας είναι απεριόριστη για όσο χρόνο διαρκεί η ανικανότητά του (ΑΠ 833/1992 ΕλλΔ/νη 1994.112).
Στην προκειμένη περίπτωση, ο ενάγων εξέθετε στην ως άνω (με Ε.Α.Κ …./24-7-2018) αγωγή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατ΄ εκτίμηση του δικογράφου της, ότι, ο πρώτος αρχικός εναγόμενος …………., οδηγώντας στις 12-9-2017, το υπ΄αρ. κυκλοφορίας ………. ΙΧΕ αυτοκίνητο ιδιοκτησίας του, που είναι ασφαλισμένο, κατά του κινδύνου πρόκλησης ζημιών σε τρίτους στη δεύτερη εναγόμενη ασφαλιστική εταιρία, προκάλεσε από υπαιτιότητά του,την ολοσχερή καταστροφή της υπ΄αρ. κυκλοφορίας ……… τρίκυκλης μοτοσυκλέτας ιδιοκτησίας του ενάγοντος,κατά τη σύγκρουση των ως άνω οχημάτων, που έγινε στον τόπο και κάτω από τις συνθήκες που αναφέρονται στην αγωγή, καθώς και τον τραυματισμό του (ενάγοντος). Ζητούσε δε, όπως παραδεκτά (με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου του, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, αλλά και με τις προτάσεις του ενώπιον αυτού)αφενός μεν, παραιτήθηκε από του δικογράφου της αγωγής ως προς τον πρώτο εναγόμενο, αφετέρου δε, μετέτρεψε το αγωγικό αίτημα από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, να αναγνωριστεί ότι η δεύτερη εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία, του οφείλει, με τον νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, συνολικά το ποσό των 175.199,41 ευρώ, εκ των οποίων 70.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, 50.000 ευρώ ως χρηματική παροχή λόγω αναπηρίας, κατ΄άρθρο 931 ΑΚ, και το λοιπό ποσό των 55.199,41 ευρώ ως αποζημίωση,ήτοι 49.855,36 ευρώ για τη θετική του ζημία (100,49 ευρώ για ιατρικές εξετάσεις, 2.507,46 ευρώ για αμοιβή αποκλειστικών νοσοκόμων, 45 ευρώ για τη μίσθωση τηλεόρασης κατά την παραμονή του στο νοσοκομείο, 185 ευρώ για τη συνοδεία νοσηλευτών κατά τη διακομιδή του, 240 ευρώ για τη μίσθωση αναρτήρα δαπέδου και αναπηρικού καροτσιού, 298,41 ευρώ για την αγορά φαρμάκων, 1.030 ευρώ για θεραπείες αποκατάστασης του τραυματισμού του και φυσικοθεραπείες, 6.000 ευρώ για την ολική καταστροφή του οχήματός του, 199 ευρώ για την καταστροφή του κινητού του, 8.800 ευρώ για την αμοιβή των υπηρεσιών κατ΄οίκον νοσηλεύτριας και οικιακής βοηθού, τις οποίες προσέφερε η μητέρα του, με υπερένταση των δυνάμεών της, 450 ευρώ για βελτιωμένη διατροφή, 30.000 ευρώ, που αφορά στο κόστος μελλοντικών χειρουργικών επεμβάσεων και φυσικοθεραπειών), και 5.344,05 ευρώ ως διαφυγόντα κέρδη, όπως τα επιμέρους κονδύλια εξειδικεύονται στην αγωγή.
Το ως άνω Δικαστήριο, δικάζοντας κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών και ειδικότερα των διαφορών για ζημίες από αυτοκίνητα (άρθρα 614 επ.), εξέδωσε αρχικά την υπ΄αρ.1389/2019 εν μέρει οριστική και εν μέρει μη οριστική απόφασή του, με την οποία, αφού θεώρησε ως μη ασκηθείσα την αγωγή όσον αφορά στον πρώτο εναγόμενο, λόγω παραίτησης, ως προς τον τελευταίο,από του δικογράφου αυτής, ακολούθως, έκρινε παραδεκτή, ορισμένη και νόμιμη την αγωγή, πλην των αιτημάτων της περί επιδίκασης: α) της δαπάνης (ποσού 30.000 ευρώ) που θα απαιτηθεί για μελλοντικές χειρουργικές επεμβάσεις στις οποίες θα υποβληθεί ο ενάγων, το οποίο απέρριψε ως αόριστο, και β) των διαφυγόντων κερδών του ενάγοντος (ποσού 5.344,05 ευρώ) ως ετερόρρυθμου εταίρου της στην αγωγή αναφερόμενης εταιρείας, το οποίο απέρριψε λόγω έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης. Στη συνέχεια, απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμα τα αγωγικά κονδύλια που αφορούν στην αποζημίωση για την καταστροφή του κινητού του τηλεφώνου και στη δαπάνη για τη μίσθωση τηλεόρασης (ποσού 199 ευρώ και 45 ευρώ αντίστοιχα), ενώ έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη σχετικά με τα κονδύλια αποζημίωσης του ενάγοντος,που αφορούν στην ολοσχερή καταστροφή του οχήματός του και στη δαπάνη για τη λήψη βελτιωμένης διατροφής, για το ποσό των 4.270 ευρώ (4.000 ευρώ και 270 ευρώ αντίστοιχα).Έκρινε επίσης, όσον αφορά στα λοιπά αγωγικά κονδύλια, ότι ο ενάγων αναγκάστηκε να καταβάλλει ένεκα του τραυματισμού του,τα εξής ποσά: 100,49 ευρώ για διενεργηθείσες εξετάσεις που αναφέρονται στην απόφαση, 2.294,15 ευρώ για αμοιβή αποκλειστικής νοσοκόμας, όπως ειδικότερα εξειδικεύεται, απορρίπτοντας το κονδύλιο αυτό για το υπόλοιπο εκ του ως άνω αιτούμενου ποσού των 2.507,46 ευρώ, 185 ευρώ για τη συνοδεία νοσηλευτών κατά τη διακομιδή του στο νοσοκομείο, 120 ευρώ για τη μίσθωση αναρτήρα δαπέδου και αναπηρικού καροτσιού, απορρίπτοντας το κονδύλι αυτό για το υπόλοιπο εκ του ως άνω αιτούμενου ποσού των 240 ευρώ, 298,41 ευρώ για την αγορά φαρμάκων, 1.030 ευρώ για θεραπείες αποκατάστασης του τραυματισμού του και φυσικοθεραπείες και τέλος, 2.700 ευρώ για μισθούς αποκλειστικής κατ΄ οίκον νοσοκόμας και οικιακής βοηθού, τις υπηρεσίες των οποίων προσέφερε η μητέρα του, απορρίπτοντας το υπόλοιπο του αιτούμενου ποσού των 8.800 ευρώ, δηλ. συνολικά το ποσό των 6.728.05 ευρώ.Περαιτέρω, όμως, το παραπάνω Δικαστήριο,ανέβαλε την έκδοση οριστικής απόφασης και διέταξε την επανάληψη της συζήτησης της αγωγής, ώστε,α)να προσκομισθεί από τον ενάγοντα βεβαίωση του ασφαλιστικού του φορέα περί των παροχών που ήδη έχουν καταβληθεί σε αυτόν ή που δικαιούται να ζητήσει σχετικά με τα ανωτέρω αγωγικά κονδύλια και β)να διενεργηθεί η εκεί αναφερόμενη ιατρική πραγματογνωμοσύνη σχετικά με τα ζητήματα που αναφέρονται στην ως άνω (υπ΄αρ.1389/2019) απόφαση (ως προς το είδος, την έκταση και τις συνέπειες των σωματικών βλαβών που υπέστη ο ενάγων από το ένδικο ατύχημα, καθώς και αν αυτός έχει καταστεί μόνιμα ανάπηρος, σε τι ποσοστό και αν υπάρχει πιθανότητα βελτίωσης της υγείας του και σε ποιο βαθμό), προκειμένου να σχηματιστεί κρίση ως προς τα αγωγικά αιτήματα περί επιδίκασης της ειδικής παροχής του άρθρου 931 ΑΚ, αλλά και της χρηματικής ικανοποίησης. Ακολούθως, μετά τη διενέργεια της εν λόγω πραγματογνωμοσύνης από τον διορισθέντα, με την παραπάνω απόφαση, πραγματογνώμονα …………, χειρουργό – ορθοπεδικό ιατρό, η αγωγή επαναφέρθηκε (με την αναφερθείσα στην αρχή της παρούσας, κλήση του ενάγοντα)προς συζήτηση, κατά την οποία προσκομίστηκε από αυτόν και η με αρ. πρωτ. …/20-12-2019 βεβαίωση του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ). Εκδόθηκε δε εν συνεχεία, η υπ΄αρ.2586/2020 οριστική απόφασή του ανωτέρω Δικαστηρίου (Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς), η οποία έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή ως προς τη μοναδική πλέον εναγόμενη – εφεσίβλητη σχετικά με τα αναφερόμενα σε αυτήν και ως άνω αγωγικά κονδύλια, που αφορούν στην αποκατάσταση της θετικής ζημίας του ενάγοντος, τα οποία εκ προφανούς λανθασμένου μαθηματικού υπολογισμού, υπολόγισε στο συνολικό ποσό των 6.429,94 ευρώ, αντί του ορθού προαναφερθέντος των 6.728,05 ευρώ, καθώς και ως προς το κονδύλιο που αφορούσε τη χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης του ενάγοντος, το οποίο έκανε επίσης εν μέρει δεκτό για το ποσό των 7.000 ευρώ, ενώ απέρριψε την αγωγή ως προς το κονδύλιο της ειδικής χρηματικής παροχής του άρθρου 931 ΑΚ, ως ουσιαστικά αβάσιμο. Συνολικά δηλ. αναγνώρισε ότι η εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία, υποχρεούται να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 13.429,94 ευρώ.
Ήδη κατά της παραπάνω οριστικής απόφασης (υπ΄αρ. 2586/2020) αλλά και της συμπροσβαλλόμενης με αυτήν εν μέρει οριστικής και εν μέρει μη οριστικής απόφασης (υπ΄αρ.1389/2019), παραπονείται ο ενάγων- εκκαλών, με την κρινόμενη έφεσή του για τους λόγους που εκθέτει στην τελευταία και ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί δε την εξαφάνιση των παραπάνω αποφάσεων, κατά το μέρος τους που προσβάλλονται με την έφεση,και συγκεκριμένα ως προς τα εξής κεφάλαια: α) της υπ΄αρ. 1389/2019 απόφασης με τα οποία απορρίφθηκαν τα αγωγικά αιτήματα περί επιδίκασης της μελλοντικής ζημίας του ενάγοντος, καθώς και των διαφυγόντων κερδών και β) της υπ΄αρ. 2586/2020 απόφασης, που αφορούν, αφενός μεν στην απόρριψη του αιτήματος της αγωγής περί επιδίκασης της ειδικής παροχής κατ΄ άρθρο 931 ΑΚ, αφετέρου δε στο ύψος της επιδικασθείσας χρηματικής ικανοποίησης,ώστε να γίνει περαιτέρω δεκτή η αγωγή του και ως προς τα αιτήματά της αυτά.
Ο ενάγων ισχυρίζεται με τον πρώτο λόγο της κρινόμενης έφεσής του ότι, εσφαλμένα το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ΄αρ. 1389/2019 εν μέρει οριστική απόφασή του απέρριψε το αγωγικό αίτημά του, που αφορούσε στη δαπάνη συνολικού ύψους 30.000 ευρώ, που θα απαιτηθεί μελλοντικά για τη διενέργεια χειρουργικών επεμβάσεων, προκειμένου να αποκατασταθούν οι προκληθείσες σε αυτόν, ένεκα του επίδικου ατυχήματος, σωματικές βλάβες, ως αόριστο και σε κάθε περίπτωση, λόγω του ότι η μελλοντική αυτή ζημία δεν είναι βέβαιη ως προς την έκτασή της. Ειδικότερα, ο ενάγων ανέφερε στην αγωγή του, επικαλούμενος την ιατρική βεβαίωση του ορθοπεδικού -χειρουργού ………., ότι, για την αποκατάσταση των δύσμορφων ουλών στα κάτω άκρα του θα χρειαστούν πολλαπλές πλαστικές χειρουργικές επεμβάσεις, το κόστος των οποίων θα ξεπεράσει το ποσό των 15.000 ευρώ, καθώς επίσης θα απαιτηθεί χειρουργική επέμβαση στους συνδέσμους του γόνατος για την αποκατάσταση κατά το δυνατόν της αστάθειας αυτού, το κόστος της οποίας θα ανέλθει σε 12.000-15.000 ευρώ, συμπεριλαμβανομένων 20-30 συνεδριών φυσικοθεραπείας. Το αγωγικό αυτό αίτημα, όμως, πράγματι είναι απορριπτέο ως αόριστο, όπως ορθά κρίθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, διότι δεν εξειδικεύονται στο δικόγραφο της αγωγής, σχετικά με το αιτούμενο κονδύλιο, που αφορά στη μελλοντική ζημία του ενάγοντος, τα απαραίτητα για τη στοιχειοθέτηση της αξίωσης αυτής στοιχεία και συγκεκριμένα ο ακριβής αριθμός των επεμβάσεων που θα απαιτηθούν, ο χρόνος εντός του οποίου αυτές θα λάβουν χώρα, η διάρκεια νοσηλείας του, η αμοιβή του χειρουργού και του αναισθησιολόγου, καθώς και τα έξοδα της κλινικής στην οποία θα διενεργηθούν. Δεδομένου δε ότι, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, η μελλοντική ζημία, όπως είναι αυτή των μελλοντικών απαιτούμενων χειρουργικών επεμβάσεων του παθόντος, αποκαθίσταται, εφόσον η επέλευσή της είναι βέβαιη και η έκτασή της μπορεί από τώρα να προσδιορισθεί, η αναφορά των στοιχείων αυτών είναι αναγκαία για το ορισμένο της εν λόγω αξίωσης και τη δυνατότητα άμυνας του εναγόμενου.Τα απαιτούμενα για το ορισμένο του αγωγικού αιτήματος στοιχεία, δεν μπορούν να υποκατασταθούν από τα αποδεικτικά μέσα, όπως η πραγματογνωμοσύνη, οπότε ο ισχυρισμός του ενάγοντος – εκκαλούντος ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αν έκρινε ότι δεν ήταν αρκετή προς απόδειξη της ανάγκης αποκατάστασης των ζημιών του η ως άνω ιατρική βεβαίωση, θα μπορούσε να συμπεριλάβει τα εν λόγω ζητήματα στα προς διερεύνηση θέματα της διαταχθείσας πραγματογνωμοσύνης, αλυσιτελώς προβάλλεται. Πρέπει, επομένως, ο λόγος αυτός της έφεσης, να απορριφθεί ως αβάσιμος.
Από την εκτίμηση της ανωμοτί κατάθεσης του ενάγοντος -εκκαλούντος ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που περιέχεται στα ταυτάριθμα με την ως άνω υπ΄αρ.1389/2019 μη οριστική απόφαση, πρακτικά αυτού, όλων των εγγράφων που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, καθώς και της από 14-1-2020 έκθεσης ιατρικής πραγματογνωμοσύνης του διορισθέντος με την παραπάνω απόφαση πραγματογνώμονα ορθοπεδικού ιατρού -χειρουργού ………….., σε συνδυασμό με την ομολογία της εναγόμενης ασφαλιστικής εταιρείας, που περιέχεται στις πρωτόδικες προτάσεις της και αφορά στα πραγματικά περιστατικά που αναφέρονται στην αγωγή σχετικά με τις συνθήκες του ατυχήματος και την υπαιτιότητα του αρχικού πρώτου εναγόμενου – οδηγού στην πρόκληση αυτού,ως προς τα οποία αποτελεί πλήρη απόδειξη (άρθρο 352 ΚΠολΔ), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:
Στις 12-9-2017 και περί ώρα 8π.µ., ο ενάγων οδηγούσε την υπ΄αρ. κυκλοφορίας ……… τρίκυκλη µοτοσικλέτα ιδιοκτησίας του, µάρκας PIAGGIO, 400 CC, φορώντας προστατευτικό κράνος ασφαλείας και µε κανονική για τις επικρατούσες συνθήκες ταχύτητα(περί τα 40 χλµ/ώρα). Κινείτο δε στη Νέα Εθνική οδό Αθηνών-Λαµίας, όταν επιχείρησε να εισέλθει στην Αττική οδό, στο ρεύµα αυτής προς Ελευσίνα, µέσω του κλάδου εισόδου Μεταµόρφωσης, ο οποίος τυγχάνει µονόδροµος µε µία λωρίδα κυκλοφορίας, που επιτρέπει την κίνηση ενός µόνο οχήµατος κάθε φορά, λόγω του πλάτους του που είναι µόλις 3,50 µ. και οδηγεί στα διόδια εισόδου της Αττικής οδού προς Ελευσίνα. Τη στιγµή εκείνη, ο πρώτος εναγόμενος ………, οδηγώντας το υπ’αρ. κυκλοφορίας ……. ΙΧ αυτοκίνητο, εργοστασίου κατασκευής ΤΟΥΟΤΑ, τύπου STARLET, ιδιοκτησίας του, το οποίο ήταν ασφαλισµένο, έναντι της πρόκλησης ζημιών σε τρίτους, στη δεύτερη εναγόµενη ασφαλιστική εταιρεία και ήδη μοναδική εναγόμενη – εφεσίβλητη, κινείτο, με μεγάλη ταχύτητα, µπροστά και αντίθετα από την κατεύθυνση του τρικύκλου του ενάγοντος, ήτοι αντίθετα στο µονόδροµο, με αποτέλεσμα, τα ως άνω οχήματα, να συγκρουστούν μετωπικά. Αποκλειστικός υπαίτιος του τροχαίου αυτού ατυχήµατος με βάση τα ανωτέρω, όπως συνομολογήθηκε και από την εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία, είναι ο πρώτος εναγόµενος-οδηγός του ζηµιογόνου οχήµατος, ο οποίος δεν επέδειξε την επιμέλεια του μέσου συνετού οδηγού, που όφειλε και μπορούσε, υπό τις υφιστάμενες συνθήκες, να επιδείξει. Συγκεκριμένα,κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 12 παρ. 1, 16 παρ.1, 4 ΚΟΚ, κινείτο αντίθετα στο µονόδροµο (κλάδο εισόδου Αττικής οδού προς Ελευσίνα) στο ρεύµα κυκλοφορίας, όπου εισήλθε κανονικά ο ενάγων. Ο τελευταίος, ο οποίος δεν μπορούσε να προβλέψει την παραπάνω παράνομη κίνηση του εναγόμενου οδηγού, προσπάθησε να προβεί σε αποφευκτικό της σύγκρουσης ελιγμό και να τροχοπεδήσει, αλλά χωρίς αποτέλεσμα,δεδομένου και του ότι, το σηµείο που κινείτο παρουσιάζει έντονη καµπή, αριστερή ως προς την πορεία του οχήµατός του, έτσι ώστε να περιορίζεται, λόγω της στροφής, η ορατότητα έµπροσθεν, µε συνέπεια το ζηµιογόνο όχηµα να εµφανιστεί εντελώς ξαφνικά στο οπτικό του πεδίο. Η ανωτέρω σύγκρουση των προαναφερθέντων οχημάτων, είχε ως αποτέλεσμα την ολοσχερή καταστροφή της μοτοσικλέτας του ενάγοντος, καθώς η επισκευή της, λόγω των εκτεταμένων υλικών ζημιών που είχε υποστεί,ήταν οικονομικά ασύμφορη, όπως κρίθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο,το οποίο ήδη, με την υπ΄αρ.1389/2019 εν μέρει οριστική απόφασή του, επιδίκασε στον ενάγοντα, ως αποζημίωση για την αιτία αυτή, το ποσό των 4.000 ευρώ.Ως προς το σχετικό δε κεφάλαιό της, δεν εκκαλείται η ως άνω απόφαση. Περαιτέρω, από την επίμαχη σύγκρουση, προκλήθηκε ο τραυματισμός του ενάγοντος.Ειδικότερα, αυτός, μετά το ατύχημα, μεταφέρθηκε µε ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ στο ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ‘’Γ. ΓΕΝΝΗΜΑΤΑΣ’’, όπου, από τον διαγνωστικό έλεγχο στον οποίο υποβλήθηκε, διαπιστώθηκε ότι είχε υποστεί ανοικτό συντριπτικό κάταγµα άνω τριτηµορίου αριστερής κνήµης και κάταγµα έσω µηριαίου κονδύλου (ΔΕ) γόνατος µε συνοδά θλαστικά τραύµατα (ΔΕ) γόνατος. Αρχικά οι ιατροί στα επείγοντα περιστατικά, όπου διακομίστηκε, ανέταξαν, χωρίς αναισθησία, το αριστερό του πόδι, το οποίο είχε υποστεί, όπως προαναφέρθηκε συντριπτικό κάταγµα, διότι είχε εξέλθει το κνηµιαίο οστό και εισήχθη στη Β ορθοπεδική κλινική όπου υποβλήθηκε σε χειρουργική επέµβαση µε εφαρµογή συστήµατος εξωτερικής οστεοσύνθεσης (οστεοτοµία τοποθέτηση υβιδικής exfixation) στην αριστερή κνήµη. Το κάταγµα του δεξιού γόνατος αντιµετωπίστηκε µε συντηρητική αγωγή. Στα πλαίσια της αγωγής αυτής, οι ιατροί του συνέστησαν να χρησιµοποιεί αντιθροµβωτικές κάλτσες, περιπατήρα τύπου «Π», βακτηρίες µασχάλης, ενώ του χορήγησαν και φαρµακευτική αγωγή µε ισχυρά παυσίπονα και αντιφλεγµονώδη. Στο παραπάνω νοσοκοµείο παρέµεινε νοσηλευόµενος σε πλήρη ακινησία από 12-9-2017 έως 25-9-2017, οπότε και εξήλθε, ως πολυτραυµατίας, όπως αναγράφεται στην από 25-9-2017 ιατρική γνωμάτευση του θεράποντος ιατρού ορθοπεδικού χειρουργού …… . Του συνεστήθη κλινοστατισμός τoυλάχιστoν για ένα μήνα και επανεξέταση της κατάστασης. Μετά την έξοδό του από το νοσοκομείο, παρέμεινε κλινήρης από 26-9-2017 έως 30-11-2017 σε ειδικό στρώμα κατάκλισης (αερόστρωμα ηλεκτρικό με μηχανισμό), λαμβάνοντας παράλληλα και αντιπηκτική αγωγή, ενώ χρησιμοποιούσε και αναρτήρα δαπέδου,από 1-7-2017 έως 1-1-2018. Στις 4-10-2017 και στις 9-1-2017 αντίστοιχα μεταφέρθηκε με ασθενοφόρο της εταιρείας ‘………..’’ στο νοσοκομείο προκειμένου να υποβληθεί σε πλήρη μετεγχειρητικό έλεγχο, ενώ απαιτήθηκε εκ νέου η μετακομιδή του στο νοσοκομείο, με ασθενοφόρο στις 23-10-2017. Επίσης, αποδείχθηκε ότι, ο εκκαλών-ενάγων, εξαιτίας του τραυματισμού του στο ένδικο τροχαίο ατύχημα, φέρει µετεγχειρητικές-µετατραυµατικές ουλές περί τη (ΔΕ) επιγονατίδα, κυρίως επί τα έσω αυτής και κατά τις πύλες εισόδου του υλικού οστεοσύνθεσης της (ΑΡ) κνήµης. Πιο συγκεκριµένα (ο ενάγων),έχει υποστεί επιπελεγµένο κάταγµα (ΑΡ) κνήµης του άνω τριτηµορίου µε παρουσία σχετικώς ογκώδους επάρµατος, καθώς και κάταγµα έσω µηριαίου κονδύλου (ΔΕ). Οι ανωτέρω αναφερόµενες σωµατικές βλάβες, έχουν ως αποτέλεσµα διαλείποντα ύδραθρο του (ΔΕ) γόνατος και έσω αστάθεια αυτού, που οφείλονται, κυρίως, στη µερική ρήξη του οπίσθιου χιαστού συνδέσµου και του έσω πλαγίου συνδέσµου, συνεπεία των οποίων εκπίπτει η λειτουργικότητα -κινητικότητα του (ΔΕ) γόνατος, κατάσταση η οποία προσδίδει στον ενάγοντα ποσοστό αναπηρίας 10%. Ακόμη, οι παραπάνω σωµατικές βλάβες του τελευταίου έχουν ως αποτέλεσµα οίδηµα (ΑΡ) γαστροκνηµίας µετά παρατεταµένης βάδισης ή ορθοστασίας (βλ. σχετικά με τα παραπάνω, από 14-1-2020 έκθεση ιατρικής πραγματογνωμοσύνης του προαναφερθέντος πραγματογνώμονα ………, χειρουργού – ορθοπεδικού ιατρού). Σημειώνεται δε περαιτέρω στην ως άνω έκθεση πραγματογνωμοσύνης ότι, οι αρθρώσεις του (ΔΕ) και του (ΑΡ) γόνατος του ενάγοντος παρουσιάζουν τα πρώτα αμυδρά σημεία μετατραυματικής αρθρίτιδας, πλην όμως, τούτο δεν αποτελεί νοσολογική οντότητα, αλλά κατάσταση φυσιολογικής φθοράς, η οποία επέρχεται συνεπεία βίαιου εξωτερικού παράγοντος, εν προκειμένω, του ένδικου τροχαίου ατυχήματος. Προς αποκατάσταση της φυσιολογικής φθοράς των αρθρώσεων, ένεκα της αρθρίτιδας, απαιτείται χειρουργική αντιμετώπιση και ειδικότερα ολική αρθροπλαστική. Καταλήγει δε, ο ως άνω πραγματογνώμονας ότι ‘’…προς το παρόν, δεν υπάρχει μέθοδος προσδιορισμού -προβλέψεως, για το πότε αυτή θα απαιτηθεί. Το νέο, όμως, της ηλικίας του εξετασθέντος (ενν.ενάγοντος), καθιστά την επέμβαση αυτή εντόνως πιθανότερη λόγω του προσδόκιμου ζωής του.Η συνθήκη αυτή ασφαλώς δεν θα ίσχυε αν δεν είχε συμβεί ο τραυματισμός του (…) πάντως μέχρι τότε (…) η κατάστασή του μόνο να επιδεινούται βαθμηδόν είναι προδιαγεγραμμένο’’. Η παραπάνω αναφερθείσα αναπηρία του ενάγοντος, που προκλήθηκε από τον τραυματισμό του στο ένδικο ατύχημα, καθώς και η δυσμορφία -ουλές στα κάτω άκρα αυτού, κρίνεται από το παρόν Δικαστήριο, λαμβανομένων υπόψη και των διδαγμάτων της κοινής πείρας, ότι θα επιδράσουν δυσμενώς στην οικονομική και κοινωνική εξέλιξη του ενάγοντος. Ειδικότερα, ο ενάγων, ο οποίος ήταν 31 ετών (γεννηθείς στις 28-6-1986) κατά το χρόνο του τραυματισμού του (12-9-2017), βρισκόταν στην αρχή σχετικά της επαγγελματικής του ζωής, ενώ δεν είχε ακόμη δημιουργήσει οικογένεια. Λίγους μήνες δε πριν το ατύχημα, δυνάμει του από 14-10-2016 ιδιωτικού συμφωνητικού, είχε συσταθεί η ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία ‘…………. .’’ και τον διακριτικό τίτλο ‘………., με ομόρρυθμο εταίρο τον ………. και ετερόρρυθμο τον ενάγοντα (με ποσοστό συμμετοχής εκάστου εξ αυτών 50%), η οποία έχει ως αντικείμενο την εκμετάλλευση καταστήματος (καφετερίας –αναψυκτηρίου-εστιατορίου) στην ……. Αττικής. Δεδομένου δε ότι η λειτουργία της επιχείρησης αυτής στηρίζεται κυρίως στην προσωπική εργασία των εταίρων της (προετοιμασία γευμάτων και ποτών, σερβίρισμα, διανομή αυτών κατ΄οίκον κ.λπ), εργασίες για τις οποίες απαιτείται πολύωρη ορθοστασία, η βλάβη που έχει υποστεί το γόνατο του ενάγοντος ένεκα του τραυματισμού του, η αστάθεια αυτού, το οίδημα που δημιουργείται μετά από ορθοστασία, κρίνεται ότι θα επιδράσουν αρνητικά στην επαγγελματική του ζωή.Ακόμη, οι παραπάνω δυσλειτουργίες στα άκρα του, οι οποίες θα βαίνουν επιδεινούμενες και θα χρειαστεί, όπως προεκτέθηκε, σε χρόνο μη δυνάμενο να προσδιορισθεί, αρθροπλαστική χειρουργική επέμβαση, κρίνεται ότι δύναται, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, να επηρεάσουν δυσμενώς, σε κάποιον τουλάχιστον βαθμό, την κοινωνική του ζωή, ως νέου ανθρώπου, αλλά και τις αντοχές του στο μέλλον, όταν δημιουργήσει οικογένεια, στις φροντίδες αυτής. Με βάση λοιπόν τα παραπάνω, το Δικαστήριο τούτο κρίνει, σύμφωνα και με τα προεκτεθέντα στην οικεία μείζονα σκέψη, ότι πρέπει να επιδικασθεί στον ενάγοντα, ως παροχή του άρθρου 931 ΑΚ,το ποσό των 7.000 ευρώ, το οποίο κρίνεται εύλογο με βάση το είδος της αναπηρίας του, το ποσοστό της και τις ως άνω συνέπειες αυτής, την ηλικία, το φύλο του, την επαγγελματική του δραστηριότητα, καθώς και το βαθμό υπαιτιότητας του οδηγού του ζημιογόνου οχήματος. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλουμένη υπ΄αρ. 2586/2020 οριστική απόφασή του, κατέληξε σε διαφορετική κρίση με το παρόν και απέρριψε το σχετικό αγωγικό αίτημα (της εκ του άρθρου 931 ΑΚ χρηματικής παροχής) ως ουσιαστικά αβάσιμο, έσφαλε κατά την εκτίμηση των αποδείξεων, γενομένου δεκτού του σχετικού τρίτου λόγου της έφεσης ως βάσιμου, για το ανωτέρω ποσό.
Με τον δεύτερο λόγο της ένδικης έφεσης, ο ενάγων -εκκαλών ισχυρίζεται ότι εσφαλμένα το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την ως άνω (υπ΄αρ.1389/2019) εν μέρει οριστική απόφασή του, απέρριψε το αγωγικό κονδύλιο περί απώλειας εισοδημάτων του(διαφυγόντων κερδών) συνολικού ποσού 5.344,05 ευρώ, με την αιτιολογία ότι ο ενάγων αφενός μεν ως ετερόρρυθμος εταίρος της ως άνω εταιρείας δεν νομιμοποιείται ενεργητικά να το ζητεί, αφετέρου δε, διότι είναι εμμέσως ζημιωθείς και η ζημία αυτή δεν αποκαθίσταται. Ειδικότερα, ο ενάγων ιστορούσε στην αγωγή του, αλλά και στον ως άνω λόγο της έφεσης, ότι,λόγω του τραυματισμού του και της, εξαιτίας αυτού,αδυναμίας του να εργαστεί επί τρεις μήνες, αναγκάστηκε η προαναφερθείσα εταιρεία, στην οποία μετέχει ως ετερόρρυθμος εταίρος, να προσλάβει τρία άτομα ως προσωπικό, ήτοι τον …….. και τον ………, ως διανομείς και τη ……… ως μαγείρισσα, για τις ημερομηνίες που αναφέρονται αναλυτικά στη αγωγή, κατά τους μήνες Σεπτέμβριο έως Δεκέμβριο 2017, το κόστος των αποδοχών των οποίων, συμπεριλαμβανομένων και των εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών, που επιβαρύνουν την εταιρεία, ανήλθε τα ποσά των 634,97 ευρώ, 652,03 ευρώ και 1.057,05 ευρώ αντίστοιχα για κάθε έναν από αυτούς και συνολικά στο ποσό των 2.344,05 ευρώ, το οποίο το επωμίστηκε, όπως υποστηρίζει, αποκλειστικά ο ίδιος. Επιπλέον, ο ενάγων ισχυρίζεται ότι απώλεσε εισοδήματα ύψους 3.000 ευρώ συνολικά (1.000 ευρώ μηνιαίως), που αντιστοιχούν στο μέρισμα που θα λάμβανε, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, αν δεν συνέβαινε το ατύχημα και η συνεπεία αυτού σωματική του βλάβη, από τα κέρδη της εν λόγω ομόρρυθμης εταιρείας.Το αίτημα αυτό ωστόσο είναι απορριπτέο, ως προς το πρώτο σκέλος αυτού (αμοιβή εργαζόμενων) ως απαράδεκτο, λόγω έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης του ενάγοντος – ετερόρρυθμου εταίρου, διότι, οι εν λόγω εργαζόμενοι προσλήφθηκαν από την ομόρρυθμη εταιρεία διά του διαχειριστή αυτής – προαναφερθέντος ομόρρυθμου εταίρου της. Σε κάθε δε περίπτωση (είναι απορριπτέο) ως αναπόδεικτο, καθώς δεν προσκομίζονται οι σχετικές αναγγελίες πρόσληψης, αλλά και οι μεταγενέστερες απολύσεις τους,προκειμένου να καταδειχθεί ότι οι εν λόγω εργαζόμενοι απασχολήθηκαν μόνο το διάστημα που ο ενάγων ήταν ανίκανος για εργασία λόγω του ατυχήματος, πολύ δε περισσότερο δεν αποδείχθηκε από κάποιο στοιχείο, ότι ήταν ο ίδιος αποκλειστικά και όχι η εταιρεία, που επιβαρύνθηκε την καταβολή των αποδοχών τους. Επίσης, το ως άνω αίτημα πρέπει να απορριφθεί και ως προς το δεύτερο σκέλος αυτού (απώλεια μερίσματος) ως απαράδεκτο, όχι όμως -όπως κρίθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο- λόγω έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης {καθώς, ο αμέσως ζημιωθείς από αδικοπραξία, όπως εν προκειμένω ο ενάγων, δικαιούται αποκατάστασης τόσο της άμεσης όσο και της έμμεσης ζημίας του (βλ. σχετικά ΑΠ 900/1991 ΕλλΔ/νη 33.1587, Εφ.Λαρ.293/2001 ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ 2001.294)}, αλλά προεχόντως λόγω αοριστίας αυτού, διότι δεν αναφέρεται στο αγωγικό δικόγραφο ποιες ήταν οι εισπράξεις της εταιρείας και τα έξοδα αυτής, ώστε να προκύψει το καθαρό κέρδος και συνακόλουθα και το μερίδιο του ενάγοντος σε αυτό, με βάση το ποσοστό συμμετοχής του. Πέραν τούτου, το εν λόγω αίτημα είναι απορριπτέο και ως αναπόδεικτο, καθώς ο ενάγων δεν προσκομίζει εκκαθαριστικά φορολογικών του δηλώσεων για το έτος που έλαβε χώρα το ατύχημα αλλά και των προηγούμενων ετών, ώστε να καταδειχθεί η διαφορά των εισοδημάτων του και η σχετική απώλεια, ενώ αυτή δεν προκύπτει ούτε από κάποιο άλλο αποδεικτικό στοιχείο. Επομένως,το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που με την ανωτέρω υπ΄αρ.1389/2019 εν μέρει οριστική απόφασή του, απέρριψε, όπως και το παρόν, το ως άνω αγωγικό αίτημα, έστω με μερικώς διαφορετική αιτιολογία, την οποία παραδεκτώς το Δικαστήριο τούτο, κατ΄ άρθρο 534 ΚΠολΔ, αντικαθιστά και συμπληρώνει (βλ.Β.Βαθρακοκοίλη Ερμ.ΚΠολΔ, υπό το άρθρο 534 αρ.2), δεν έσφαλε.
Εξάλλου, το Δικαστήριο τούτο από τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν, οδηγείται στην κρίση ότι ο ενάγων, ο οποίος, όπως προαναφέρθηκε, ήταν 31 ετών κατά το χρόνο του ατυχήματος, λόγω του περιγραφέντος ανωτέρω τραυματισμού του σε αυτό, υπέστη και ηθική βλάβη από την αδικοπραξία του πρώτου αρχικού εναγόμενου -οδηγού του ζημιογόνου οχήματος, που ήταν ασφαλισμένο στην εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία. Λαμβάνοντας δε υπόψη τις συνθήκες τέλεσης της πράξης του υπαίτιου οδηγού, το βαθμό του πταίσματός του, την κοινωνικοοικονομική κατάσταση των μερών,πλην της ασφαλιστικής εταιρείας,της οποίας η ευθύνη είναι εγγυητική και με βάση τα διδάγματα της ανθρώπινης πείρας και της λογικής, κρίνει ότι πρέπει να επιδικασθεί στον ενάγοντα ως χρηματική ικανοποίηση, το ποσό των 14.000 ευρώ,το οποίο είναι εύλογο, με βάσει και την βαρύτητα του τραυματισμού του, τον χρόνο που χρειάστηκε για την αποκατάσταση της υγείας του, η οποία κατά τα προαναφερθέντα δεν είναι πλήρης, την ταλαιπωρία που υπέστη και τον ψυχικό πόνο που δοκίμασε ένεκα αυτού, και όχι το ποσό των 7.000 ευρώ που επιδικάστηκε με την εκκαλουμένη,γενομένου εν μέρει δεκτού του σχετικού τέταρτου και τελευταίου λόγου της έφεσης και συνακόλουθα και του σχετικού αιτήματος της αγωγής, ως προς το ποσό αυτό.
Κατόπιν τούτων, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο στο βαθμό που με την εκκαλουμένη υπ΄αρ. 2586/2020 οριστική απόφασή του, κατέληξε σε διαφορετική κρίση με το παρόν ως προς τα παραπάνω ζητήματα, εσφαλμένα εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις. Πρέπει, συνεπώς, κατά τους βάσιμους περί τούτου λόγους της έφεσης, να εξαφανισθεί η ως άνω εκκαλουμένη απόφαση στο σύνολό της,ήτοι και ως προς τη διάταξή της περί επιδίκασης στον ενάγοντα αποζημίωσης για τα εκεί και παραπάνω αναφερόμενα κονδύλια, ανερχόμενη στο προαναφερθέν, κατ΄ορθό μαθηματικό υπολογισμό, ποσό των 6.728,05 ευρώ,ως προς την οποία (διάταξη) δεν πλήττεται με την έφεση, πλην όμως θα περιληφθεί και αυτή στην παρούσα απόφαση, όπως παραδεκτά διορθώθηκε αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο τούτο{ΑΠ 266/2019 ΔΕΕ 2019.1451,Εφ.Πατρ.(Μον).60/2020,Εφ.Δωδ.(Μον) 127/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ}, χάριν και της ενότητας της μετέπειτα εκτέλεσης {Εφ.Πατρ.(Μον).60/2020, ο.π}. Αντίθετα, δεν θα εξαφανιστεί η υπ΄αρ. 1389/2019 εν μέρει οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου,καθώς απορρίφθηκαν, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα, οι λόγοι της έφεσης που αφορούσαν στην απόφαση αυτή. Ακολούθως, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η κρινόμενη έφεση δεκτή ως βάσιμη και κατ’ ουσία και αφού κρατηθεί η υπόθεση στο Δικαστήριο αυτό και ερευνηθεί κατ΄ ουσία, πρέπει να γίνει δεκτή εν μέρει η αγωγή, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, και ως ουσιαστικά βάσιμη και να αναγνωριστεί ότι η εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία, υποχρεούται να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 27.728,05 ευρώ (6.728,05 ευρώ ως αποζημίωση + 7.000 ευρώ ως ειδική παροχή του άρθρου 931 ΑΚ + 14.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση), με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση.Τα δε δικαστικά έξοδα και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων, λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας τους και ανάλογα με την έκταση αυτής (άρθρα 178, 183 ΚΠολΔ) και να επιβληθεί μέρος από τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος- εκκαλούντος, κατόπιν σχετικού αιτήματός του, εις βάρος της εναγόμενης- εφεσίβλητης,όπως ειδικότερα αυτά ορίζονται στο διατακτικό της παρούσας απόφασης. Τέλος, θα διαταχθεί, κατ΄ άρθρο 495 παρ. 3εδ.ε΄ ΚΠολΔ, η απόδοση του παραβόλου της έφεσης, που αναφέρεται επίσης στο διατακτικό, στον καταθέσαντα αυτό εκκαλούντα.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει την έφεση κατ΄αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται την έφεση κατά το τυπικό και εν μέρει κατά το ουσιαστικό της μέρος.
Εξαφανίζει την εκκαλουμένη υπ΄αρ. 2586/2020 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που δίκασε τη διαφορά των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών και ειδικότερα των διαφορών για ζημίες από αυτοκίνητα.
Κρατεί την αγωγή.
Δικάζει επί της ουσίας την υπόθεση.
Απορρίπτει ότι έκρινε ως απορριπτέο.
Δέχεται εν μέρει την αγωγή.
Αναγνωρίζει την υποχρέωση της εναγόμενης να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των είκοσιεπτά χιλιάδων επτακοσίων είκοσι οκτώ ευρώ και πέντε λεπτών (27.728.05 ευρώ), με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής έως την εξόφληση.
Επιβάλλει μέρος απότα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος-εκκαλούντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, εις βάρος της εναγόμενης – εφεσίβλητης,τα οποία ορίζει στο ποσό τωνχιλίων εκατό(1.100) ευρώ.
Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου της έφεσης (e- παράβολο με αρ. ………………./2020 -ποσού 100 ευρώ) στον καταθέσαντα αυτό εκκαλούντα.
KPIΘHKE, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση στις 3 Φεβρουαρίου 2022, απόντων των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ H ΓPAMMATEAΣ