Στη… μέση οι αυξήσεις: τι παίρνει η εφορία, τι αφήνει στον εργαζόμενο – Υπολογίσετε
Πολύ συζήτηση γίνεται σε αυτή την προεκλογική περίοδο για τις αυξήσεις που πρέπει να γίνουν στους μισθούς και στις συντάξεις προκειμένου να μπορέσουν τα νοικοκυριά να «σηκώσουν» το αυξημένο βάρος λόγω ακρίβειας. Όλες οι αναφορές που γίνονται βέβαια -για το που θα φτάσει ο κατώτατος μισθός, που πρέπει να διαμορφωθεί ο μέσος μισθός κλπ- έχουν ως σημείο αναφορές τις μεικτές αποδοχές. Η απόσταση από αυτές μέχρι τις καθαρές, αυτές δηλαδή που μπαίνουν στην τσέπη μας είναι πολύ μεγάλη. Έτσι, με το «καλημέρα» μιας αύξησης, θα πρέπει να λάβετε σοβαρά υπόψη σας το τι θα κρατήσει το κράτος για λογαριασμό του. Όπως θα διαπιστώσετε και μέσα από το εργαλείο που δημοσιεύεται -και με το οποίο θα μπορέσετε να υπολογίσετε τις κρατήσεις για τους φόρους- αυτό που πραγματικά θα καταλήξει στην τσέπη σας μπορεί να είναι και το μισό σε σχέση με αυτό που θα φαίνεται ως ονομαστική αύξηση του μισθού.
Τι υπολογίζει το εργαλείο; Την διαφορά που γίνεται στην παρακράτηση φόρου πριν και μετά την αύξηση. Όποια και αν είναι η αύξηση του ονομαστικού μισθού, θα διαπιστώσετε (με λύπη) ότι η ποσοστιαία αύξηση του φόρου θα είναι πολύ μεγαλύτερη. Αυτό οφείλεται σε έναν και μόνο λόγο: στη μη τιμαριθμική αναπροσαρμογή της φορολογικής κλίμακας. Αυτό σημαίνει ότι το πρόσθετο ποσό που μπαίνει στο εισόδημα, καταλήγει να φορολογείται με υψηλότερο συντελεστή και ο εργαζόμενος μένει με το… παράπονο.
Ο φορολογητέος μισθός των 1000 ευρώ αν αυξηθεί κατά 4% θα φτάσει στα 1040 ευρώ. Όμως τα καθαρά δεν θα είναι 40 ευρώ αλλά 29,77. Στα 2000 ευρώ η αύξηση του 4% πέφτει από τα 80 ευρώ στα 56 ευρώ ενώ στα 3000 ευρώ, τα 120 ευρώ μεικτά μεταφράζονται σε 64 ευρώ καθαρά, δηλαδή περίπου τα μισά.
Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο, ειδικά μεγάλες επιχειρήσεις που θέλουν να δώσουν καλούς μισθούς, επιλέγουν άλλες οδούς όπως είναι η πληρωμή με «κουπόνια» σίτισης, η χορήγηση αυτοκινήτου κλπ.
ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΕ ΕΔΩ