ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τους Δικαστές Ισιδώρα Πόγκα, Πρόεδρο Εφετών, Μαρία Ανδρεοπούλου και Ελένη Σκριβάνου -Εισηγήτρια, Εφέτες, και από τη Γραμματέα Ε.Τ..
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Φέρονται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου: Α) η από 6-2-2010, με αρ. καταθ. (Γ.Α.Κ/Ε.Α.Κ) ……./7-2-2020, εκούσια αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση της αναφερόμενης στην αρχή της παρούσας ανώνυμης εταιρείας, υπέρ των εκεί αναφερομένων εταιρειών και Β) η από 24-4-2019, µε αρ. καταθ. (Γ.Α.Κ/Ε.Α.Κ) ……./2019, κλήση της επίσης προαναφερθείσας καλούσας ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας (……), διά της οποίας επαναφέρεται προς συζήτηση η από 2-3-2017, µε αρ. καταθ. (Γ.Α.Κ/Ε.Α.Κ) ……/2017, κλήση του ……….. (ήδη καθ’ού η ένδικη αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση και κλήση) και η, με αυτήν επαναφερόμενη, από 8-1-2010, µε αρ. καταθ. Γ.Α.Κ/Ε.Α.Κ ……./2014, έφεση του τελευταίου κατά της υπ΄αρ.1326/2009 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτική διαδικασία), που εκδόθηκε επί αγωγής της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………..» κατά των εναγόμενων 1) ……….2) ……… 3) …….. (εκκαλούντος) και 4) ………… Των δικογράφων αυτών (έφεσης και πρόσθετης παρέμβασης) πρέπει να διαταχθεί η συνεκδίκαση, λόγω της πρόδηλης συνάφειάς τους (άρθρα 31 παρ.1 246 ΚΠολΔ).
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 80 ΚΠολΔ: «Αν σε δίκη που εκκρεμεί μεταξύ άλλων τρίτος έχει έννομο συμφέρον να νικήσει κάποιος διάδικος, έχει δικαίωμα, έως την έκδοση αμετάκλητης απόφασης, να ασκήσει πρόσθετη παρέμβαση, για να υποστηρίξει το διάδικο αυτόν».Kατά δε τη διάταξη του άρθρου 83 ΚΠολΔ: «Αν η ισχύς της απόφασης στην κύρια δίκη εκτείνεται και στις έννομες σχέσεις εκείνου που άσκησε πρόσθετη παρέμβαση προς τον αντίδικό του εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 76 έως 78». Στο άρθρο 82 ΚΠολΔ, επίσης, ορίζεται ότι: «Όποιος προσθέτως παρεμβαίνει έχει δικαίωμα να ενεργήσει όλες τις διαδικαστικές πράξεις, που επιτρέπονται στη δίκη προς το συμφέρον εκείνου, για την υποστήριξη του οποίου ασκήθηκε η παρέμβαση και έχει την υποχρέωση να δεχθεί τη δίκη, στη θέση που βρίσκεται κατά το χρόνο της παρέμβασής του. Οι πράξεις που ενεργεί είναι ισχυρές, εφόσον δεν είναι αντίθετες προς τις πράξεις του διαδίκου, για την υποστήριξη του οποίου άσκησε την πρόσθετη παρέμβαση…». Ακόμη, κατά τη διάταξη του άρθρου 81 παρ. 1 ΚΠολΔ: «Η κύρια και η πρόσθετη παρέμβαση, ανεξάρτητα από το αν γίνεται εκούσια ή ύστερα από προσεπίκληση ή ανακοίνωση, ασκείται σύμφωνα με τις διατάξεις, που ισχύουν για την αγωγή και κοινοποιείται σε όλους τους διαδίκους …», στο δε άρθρο 274 παρ. 2 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο 32 του Ν. 3994/2011 και εφαρμόζεται και στην κατ’ έφεση δίκη (άρθρο 524 παρ.1), ορίζεται ότι: «Αν εκείνος που άσκησε πρόσθετη παρέμβαση εμφανιστεί κατά τη συζήτηση, τότε α) αν λείπουν και οι δύο αρχικοί διάδικοι ή ο αντίδικος εκείνου, υπέρ του οποίου ασκήθηκε η παρέμβαση, το δικαστήριο συζητεί την υπόθεση ερήμην του αντιδίκου εκείνου υπέρ του οποίου ασκήθηκε η παρέμβαση και εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 271 και 272, β) αν λείπει μόνο εκείνος υπέρ του οποίου ασκήθηκε η παρέμβαση, το δικαστήριο συζητεί την υπόθεση ερήμην του μεταξύ εκείνου που άσκησε την παρέμβαση και του αντιδίκου εκείνου υπέρ του οποίου ασκήθηκε η παρέμβαση». Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτουν τα ακόλουθα: Με την πρόσθετη παρέμβαση επιτυγχάνεται η συμμετοχή τρίτου προσώπου σε εκκρεμή μεταξύ άλλων δίκη, ασκείται δε αυτή στην τακτική διαδικασία με αυτοτελές δικόγραφο, που επιδίδεται, επί ποινή απαραδέκτου, στους διαδίκους της αρχικής, εκκρεμούς δίκης, συμπεριλαμβανομένων και των ομοδίκων (ΑΠ 564/2008 ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΑΠ 851/2007 ΝοΒ 2007). Μεταξύ της κύριας δίκης και της ασκούμενης πρόσθετης παρέμβασης υφίσταται σχέση κυρίου – παρεπομένου, όπως σαφώς συνάγεται τόσο από τη φύση της παρέμβασης, όσο και από τη διάταξη του άρθρου 31 παρ.1 ΚΠολΔ με την οποία καθιερώνεται η δωσιδικία της συνάφειας για δίκες, μεταξύ των οποίων υφίσταται τέτοια σχέση (κύριου – παρεπόμενου), στις οποίες ρητά μνημονεύεται και η περίπτωση της παρέμβασης σε σχέση με την κύρια δίκη. Με την παρέμβαση, άλλωστε, εκδηλώνεται η υποστήριξη από τον τρίτο κάποιου από τους κύριους διαδίκους, όπως αυτή (η υποστήριξη) αντανακλάται και στο αίτημα της παρέμβασης, με την οποία ζητείται να νικήσει στην (κύρια δίκη) ο υποστηριζόμενος από τον παρεμβαίνοντα διάδικος (ΑΠ 776/2001 ΕλλΔνη 2002.1419, Μ.Μαργαρίτη, Ερμηνεία ΚΠολΔ, Τ. I, υπό το άρθρο 80, παρ. 1). Ο προσθέτως παρεμβαίνων καθίσταται βοηθός του διαδίκου, υπέρ του οποίου παρενέβη (ΑΠ 18/2008, ΑΠ 1562/2006 ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ), τούτος δε ο ρόλος του, παρέχει σε αυτόν το δικαίωμα να ενεργήσει όλες τις διαδικαστικές πράξεις, που επιτρέπονται στη δίκη, προς το συμφέρον εκείνου, για την υποστήριξη του οποίου ασκήθηκε η παρέμβαση. Μπορεί, συνεπώς, μεταξύ άλλων, ο προσθέτως παρεμβαίνων να επισπεύδει τη δίκη, δηλαδή να ζητεί τον ορισμό δικασίμου, να εγγράφει την υπόθεση στο πινάκιο και να παραγγέλλει την επίδοση διαδικαστικών εγγράφων, κλητεύοντας όλους τους διαδίκους, η δε παράλειψη της κλήτευσης, οδηγεί στην κήρυξη της συζήτησης ως απαράδεκτης ως προς άπαντες, διότι άλλως παραβιάζεται η αρχή της εκατέρωθεν ακρόασης (ΑΠ 1465/2007 Δ. 2007.1122, Εφ.Αθ. 1595/2007 ΑρχΝ 2007. 294, Νίκας, Πολιτική Δικονομία, Τ. I, σελ. 384). Όταν, περαιτέρω, κατά νόμο η ισχύς της κύριας απόφασης στην κύρια δίκη εκτείνεται και στις έννομες σχέσεις εκείνου, που άσκησε την πρόσθετη παρέμβαση προς τον αντίδικό του, εφαρμόζονται τα ισχύοντα επί αναγκαστικής ομοδικίας (άρθρα 76-78 ΚΠολΔ και η παρέμβαση χαρακτηρίζεται ως αυτοτελής (ΑΠ 1349/2007 ΝοΒ 2008.177, ΑΠ 1485/2006 Δ.2007.235). Αποφασιστικό κριτήριο για τον χαρακτηρισμό της παρέμβασης ως αυτοτελούς είναι η επέκταση των υποκειμενικών ορίων του δεδικασμένου, της εκτελεστότητας ή της διαπλαστικής ενέργειας της απόφασης στην κύρια δίκη, στις έννομες σχέσεις του τρίτου προς τον αντίδικό του. Στην περίπτωση αυτή, ο παρεμβαίνων, χωρίς να εισάγει στη δίκη μία νέα έννομη σχέση, αντιδικεί για την ήδη εκκρεμή έννομη σχέση, η διάγνωση της οποίας επισύρει την επέκταση της ισχύος της απόφασης (ΑΠ 1485/2006 ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΑΠ 931/2002 ΕλλΔνη 2003.1354). Περίπτωση αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης συντρέχει επί άσκησης πρόσθετης παρέμβασης από τον, μετά την έναρξη της επιδικίας, καταστάντα ειδικό διάδοχο του επιδίκου δικαιώματος (άρθρο 225 παρ. 2 ΚΠολΔ, ΑΠ 331/2007, ΑΠ 127/2004 ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ). Στην περίπτωση αυτή αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης, που συνιστά λόγο επιγενόμενης αναγκαστικής ομοδικίας, οι πράξεις ενός έκαστου, ήτοι παρεμβάντος και υπερ’ού η παρέμβαση, ωφελούν και βλάπτουν τους λοιπούς, οι δε ομόδικοι, που μετέχουν νόμιμα στη δίκη, αν δεν παραστούν, παρότι έχουν νομίμως κλητευθεί, αντιπροσωπεύονται από εκείνους που παρίστανται (βλ. Μ. Μαργαρίτη, Ερμηνεία ΚΠολΔ, Τ. I, υπό το άρθρο 83, παρ. 7-9). Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 274 παρ.2 ΚΠολΔ, η οποία, όπως προαναφέρθηκε, εφαρμόζεται και στην κατ’ έφεση δίκη (άρθρο 524 παρ.1 ΚΠολΔ), αν εκείνος που άσκησε πρόσθετη παρέμβαση εμφανισθεί κατά τη συζήτηση, τότε αν λείπουν και οι δύο αρχικοί διάδικοι ή ο αντίδικος εκείνου υπέρ του οποίου ασκήθηκε η παρέμβαση, το δικαστήριο συζητεί την υπόθεση ερήμην του αντιδίκου εκείνου, υπέρ του οποίου ασκήθηκε η παρέμβαση και εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 271 και 272 ΚΠολΔ. Στην περίπτωση απουσίας, δηλαδή, αμφοτέρων των διαδίκων της κυρίας δίκης, η συζήτηση της υπόθεσης δε ματαιώνεται, όταν παρίσταται ο προσθέτως παρεμβαίνων, αλλά λαμβάνει χώρα ερήμην του αντιδίκου του υπερ’ού η πρόσθετη παρέμβαση (βλ. και ΑΠ 265/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), εφόσον βέβαια οι απολειπόμενοι διάδικοι της κύριας δίκης έχουν κλητευθεί προσηκόντως, κατά τα προαναφερθέντα.
Στην προκειμένη περίπτωση, η ενάγουσα – πρώτη εφεσίβλητη ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «……….» (καθολική διάδοχος της οποίας ήταν η «………», που μετονομάστηκε ήδη σε «……..…….») άσκησε, την από 28-3-2005 (υπ’αρ.καταθ. ……./2005) αγωγή της, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά των αναφερθέντων ανωτέρω εναγόμενων. Στην αγωγή αυτή εξέθετε ότι, είχε ληξιπρόθεσμη και απαιτητή αξίωση κατά των πρώτων δύο των εναγόμενων, η οποία προήλθε από την υπ΄αρ. …….. σύμβαση πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό και την πρόσθετη πράξη αυτής, που συνήψε με την εμπορική εταιρεία με την επωνυμία «………..», και στην οποία οι εναγόμενοι αυτοί (δύο πρώτοι) συμβλήθηκαν ως εγγυητές υπέρ της ως άνω πιστούχου εταιρείας, ευθυνόμενοι ως πρωτοφειλέτες, ενόψει ότι ο ανωτέρω λογαριασμός κατά το οριστικό κλείσιμό του στις 16-3-2004 παρουσίαζε χρεωστικό υπόλοιπο 263.400,27 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων, το οποίο γνωστοποιήθηκε στην πιστούχο εταιρεία, καθώς και στους εγγυητές – πρώτο και δεύτερη των εναγόμενων. Ότι, ο πρώτος εναγόμενος μεταβίβασε: α) με το υπ’ αρ. …./28-11-2003 συμβόλαιο γονικής παροχής του συμβολαιογράφου Αθηνών ……….., που μεταγράφηκε νόμιμα, στην τέταρτη εναγόμενη – θυγατέρα του, την συγκυριότητα, κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου, του περιγραφομένου στην αγωγή αστικού ακινήτου, αντικειμενικής αξίας 9.205,40 ευρώ, β) με το υπ΄αρ. ………/ 28-11-2003 συμβόλαιο του ως άνω συμβολαιογράφου, που επίσης μεταγράφηκε νόμιμα, στον τρίτο εναγόμενο – υιό του, την επικαρπία της περιγραφόμενης στην αγωγή οριζοντίου ιδιοκτησίας (αποθήκης), αντικειμενικής αξίας 709,60 ευρώ. Ότι, η δεύτερη εναγόμενη, σύζυγος του πρώτου εναγόμενου, μεταβίβασε, δυνάμει του υπ΄ αρ. ………/15-12-2003 συμβολαίου γονικής παροχής, του ίδιου συμβολαιογράφου, νομίμως μεταγραφέντος, στην τέταρτη των εναγόμενων θυγατέρα της, τη συγκυριότητα του έτερου 1/2 εξ αδιαιρέτου του ως άνω αστικού ακινήτου, αντικειμενικής αξίας 9.205,40 ευρώ. Ακολούθως, η ενάγουσα ζητούσε, ισχυριζόμενη ότι οι ανωτέρω μεταβιβάσεις ήταν εικονικές, να αναγνωρισθεί η ακυρότητά τους, άλλως, να διαταχθεί η διάρρηξη των ανωτέρω δικαιοπραξιών ως καταδολιευτικών, καθώς οι ως άνω εκποιήσεις έγιναν εκ μέρους των πρώτων δύο των εναγόμενων με σκοπό βλάβης της, προκειμένου να ματαιωθεί η ικανοποίηση της ως άνω απαίτησής της, πράγμα που τεκμαίρεται ότι γνώριζαν ο τρίτος και η τέταρτη των εναγόμενων, ως τέκνα αυτών. Επί της παραπάνω αγωγής εκδόθηκε η υπ’ αρ. 1326/2009 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτική διαδικασία), ερήμην των εναγόμενων, με την οποία το ως άνω πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αφού απέρριψε την κύρια βάση της αγωγής ως κατ’ ουσία αβάσιμη, δέχθηκε την αγωγή, ως προς την επικουρική της βάση, και ως ουσιαστικά βάσιμη και διέρρηξε, υπέρ της ενάγουσας, τις προαναφερόμενες απαλλοτριωτικές δικαιοπραξίες. Κατά της απόφασης αυτής, ο τρίτος εναγόμενος …….., άσκησε την προαναφερθείσα από 8-1-2010 (με Γ.Α.Κ/Ε.Α.Κ ………./2014) έφεση κατά των εφεσίβλητων, ήτοι της ενάγουσας και των λοιπών συνεναγομένων του, με την οποία παραπονείται για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, ώστε ν’ απορριφθεί στο σύνολό της η εν λόγω αγωγή της αντιδίκου του.
Το παρόν Δικαστήριο, με την υπ’αρ. 111/2016 απόφασή του, συνεκδικάζοντας την ως άνω έφεση, καθώς και την ασκηθείσα, ενώπιόν του, από 6-3-2015 (με Γ.Α.Κ/Ε.Α.Κ …../2015) αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας «…….» υπέρ της ενάγουσας, επικαλούμενη έννομο συμφέρον ως ειδική διάδοχος της πρώτης εφεσίβλητης «………..», ερήμην των εφεσίβλητων, κήρυξε απαράδεκτη τη συζήτηση της έφεσης ως προς την πρώτη εφεσίβλητη – ενάγουσα εταιρεία, ελλείψει νόμιμης, ως προς αυτήν, κλήτευσης, ενώ απέρριψε την έφεση ως απαράδεκτη ως προς τους λοιπούς εφεσίβλητους, συνεναγόμενους με τον εκκαλούντα και ως εκ τούτου αναγκαίους ομοδίκους του (εκ των οποίων η τέταρτη εναγόμενη ………., είχε ήδη αποβιώσει και κληρονομηθεί από τα τέκνα της …….. και ………..), κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην ως άνω απόφαση. Τη συζήτηση της εν λόγω έφεσης, επανέφερε, δυνάμει της από 2-3-2017 (με Γ.Α.Κ/Ε.Α.Κ ……./2017) κλήση του, ο εκκαλών, που προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 11ης-1-2018, κατά την οποία ματαιώθηκε.
Η ως άνω δε αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα (Τράπεζα Πειραιώς Α.Ε) επαναφέρει προς συζήτηση, με την από 24-4-2019 (Γ.Α.Κ/Ε.Α.Κ ………/6-5-2019) κλήση της, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, την παραπάνω κλήση του εκκαλούντος, καθώς και την επαναφερόμενη με αυτήν ανωτέρω έφεση. Η συζήτηση της ένδικης κλήσης ορίστηκε αρχικά για τις 20-2-2020, οπότε αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης. Εξάλλου, η επίσης αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας προσθέτως παρεμβαίνουσα ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «…….» και διακριτικό τίτλο «……….», άσκησε, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, την ένδικη από 6-2-2010 (με Γ.Α.Κ/Ε.Α.Κ ………/7-2-2020) εκούσια αυτοτελή πρόσθετη παρέμβασή της, υπέρ της ……… και της προαναφερθείσας πρώτης εφεσίβλητης εταιρείας, επικαλούμενη έννομο συμφέρον ως ειδική διάδοχος της ως άνω τραπεζικής εταιρείας (……….), η οποία ήταν ειδική διάδοχος της πρώτης εφεσίβλητης – ενάγουσας εταιρείας. Η συζήτηση δε της αυτοτελούς πρόσθετης αυτής παρέμβασης ορίστηκε, επίσης, για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Ωστόσο, δεν γίνεται επίκληση ούτε προσκομίζεται, έκθεση επίδοσης της καλούσας προσθέτως παρεμβαίνουσας ανώνυμης τραπεζικής με την επωνυμία «……..», της ως άνω (από 24-4-2019) κλήσης της, με την οποία επαναφέρεται η συζήτηση της ένδικης έφεσης, προς την ανωτέρω εφεσίβλητη εταιρεία – κύρια διάδικο «……», αλλά προσκομίζονται εκθέσεις επίδοσης, μόνο ως προς τον έτερο κύριο διάδικο – εκκαλούντα ………. Για τον ίδιο λόγο δε, ήτοι της έλλειψης κλήτευσης της ως άνω κυρίας διαδίκου – εφεσίβλητης, είχε κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση της εν λόγω έφεσης από το Δικαστήριο τούτο και με προηγούμενη (υπ΄αρ.111/2016 απόφασή του), όπως προεκτέθηκε.
Επομένως, εφόσον δεν αποδεικνύεται νόμιμη κλήτευση της απολειπόμενης πρώτης εφεσίβλητης, πρέπει, σύμφωνα με τα αναφερόμενα και στη νομική σκέψη της παρούσας, να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση της έφεσης, ως προς όλους τους διαδίκους και συνακόλουθα και της ένδικης αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης, (ανεξαρτήτως αν η προσθέτως παρεμβαίνουσα σε αυτήν έχει κλητεύσει τόσο τον ως άνω καθ’ού η πρόσθετη παρέμβαση – εκκαλούντα στην κύρια δίκη, όσο και τις ανωτέρω υπερ’ών η πρόσθετη παρέμβαση εταιρείες),καθώς λόγω του παρεπόμενου χαρακτήρα αυτής σε σχέση με τηνκύρια δίκη – έφεση (ήτοι προϋποθέτει την ύπαρξη και τη διεξαγωγή της τελευταίας), δεν μπορεί να εκδικαστεί αυτοτελώς. Τέλος. δεν θα οριστεί παράβολο ερημοδικίας, καθώς η απόφαση δεν είναι οριστική και δεν υπόκειται σε ανακοπή (ΑΠ 1782/2002 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), καθώς επίσης, για τον ίδιο λόγο, δεν επιδικάζονται δικαστικά έξοδα.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει την από 8-1-2010 και με αρ. καταθ. ……../2014 έφεση (που επαναφέρθηκε προς συζήτηση με την αναφερόμενη στο σκεπτικό κλήση), καθώς και την από 6-2-2020 με αρ. καταθ………/2020 αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση.
Κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση της ως άνω έφεσης, λόγω έλλειψης κλήτευσης της (πρώτης) εφεσίβλητης και συνακόλουθα και της αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης.
ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίσθηκε σε μυστική διάσκεψη στον Πειραιά, στις 18 Μαρτίου 2021 και ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στον Πειραιά στις 19 Μαρτίου 2021, απόντων των διαδίκων και της πληρεξούσιας δικηγόρου της προσθέτως παρεμβαίνουσας.
Η ΠPOEΔPOΣ Η ΓPAMMATEAΣ