Η αρχή προστασίας δεδομένων διαπιστώνει σειρά παραβάσεων στο σύστημα βιντεοεπιτήρησης του σχολείου, εξαιρώντας όμως τις κάμερες που κατέγραφαν σημεία στα οποία είχαν εκδηλωθεί πυρκαγιές
Μια πολύ ενδιαφέρουσα απόφαση για τη λειτουργία συστημάτων βιντεοεπιτήρησης σε σχολεία εξέδωσε η σουηδική αρχή προστασίας δεδομένων ΙΜΥ. Η ΙΜΥ εξέτασε το σύστημα βιντεοεπιτήρησης που είχε εγκατασταθεί σε σχολείο της Στοκχόλμης και έκρινε πως κανένας από τους προβαλλόμενους σκοπούς δεν δικαιολογεί τη λειτουργία του συστήματος όταν στο σχολείο βρίσκονται μαθητές, με εξαίρεση την περίπτωση του εμπρησμού.
Ειδικότερα, η σουηδική αρχή έλαβε καταγγελία για τη λειτουργία συστήματος βιντεοεπιτήρησης πολλαπλών καμερών σε σχολείο του Aspudden της Στοκχόλμης, το οποίο λειτουργούσε χωρίς την αναγκαία ενημέρωση. Από τον έλεγχο της αρχής προέκυψε πως επρόκειτο ένα σύστημα πενήντα (50) σταθερών καμερών, το οποίο είχε εγκατασταθεί και λειτουργούσε σε ένα σχολείο με 1060 μαθητές και 150 δασκάλους. Οι κάμερες είχαν εγκατασταθεί το 2014, μετά από περιστατικά εμπρησμών στους χώρους του σχολείου, και κατέγραφαν διαδρόμους, σκάλες και αίθουσες που βρίσκονταν κοντά σε πόρτες, τουαλέτες και ντουλάπια μαθητών. Η λειτουργία των καμερών ενεργοποιείτο με ανίχνευση κίνησης καθ’ όλη τη διάρκεια του 24ωρου.
Σύμφωνα με το Συμβούλιο Εκπαίδευσης της δημοτικής αρχής, που αποτελούσε τον υπεύθυνο επεξεργασίας, σκοπός της βιντεοεπιτήρησης ήταν η πρόληψη και η αντιμετώπιση περιστατικών βανδαλισμού, αντικοινωνικών συμπεριφορών, ληστειών και φθορών στις εγκαταστάσεις του σχολείου. Το Συμβούλιο υπέβαλε αρχείο καταγεγραμμένων συμβάντων (εγκληματικών ενεργειών και περιστατικών σε βάρος μαθητών), με ειδική αναφορά σε πράξεις βίας, είσοδο εξωσχολικών και εμπρησμούς. Παράλληλα, το Συμβούλιο εξέθεσε τα εναλλακτικά μέτρα που εξέτασε και έλαβε προκειμένου να αντιμετωπίσει τα προβλήματα αυτά. Στα μέτρα που εξετάστηκαν αλλά δεν εφαρμόστηκαν ήταν το κλείδωμα εσωτερικών θυρών, το οποίο απορρίφθηκε καθώς θα περιόριζε τη δυνατότητα εσωτερικής μετακίνησης των μαθητών. Στα μέτρα που ελήφθησαν περιλαμβανόταν η πρόσληψη εταιρείας ασφάλειας που θα μεριμνούσε για την ασφάλεια των μαθητών. Παρά τα μέτρα αυτά, η επανεξέταση της αναγκαιότητας της βιντεοεπιτήρησης κατέληξε στη διατήρηση του συστήματος σε λειτουργία.
Η ΙΜΥ εξέτασε τη νομική βάση για τη λειτουργία του συστήματος και κατέληξε πως αυτή μπορούσε να είναι η εκπλήρωση καθήκοντος που εκτελείται προς το δημόσιο συμφέρον (άρθρο 6 παρ.1ε’ ΓΚΠΔ). Απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή της νομικής βάσης αυτής ήταν η αναγκαιότητα και αναλογικότητα της επεξεργασίας των δεδομένων, όπως αυτές θα έπρεπε να κριθούν εν όψει εκάστου επιδιωκόμενου σκοπού.
Πριν την επιμέρους εξέταση των σκοπών αυτών, η ΙΜΥ προχώρησε σε μια γενική θεώρηση των ζητημάτων που εγείρονται από τη λειτουργία ενός συστήματος βιντεοεπιτήρησης την ώρα λειτουργίας ενός σχολείου. Σύμφωνα με την αρχή, το σχολείο έχει χαρακτηριστικά χώρου εργασίας για τους μαθητές, δεδομένου ότι αυτοί είναι υποχρεωμένοι να βρίσκονται σε αυτό σε συγκεκριμένες ημέρες και ώρες. Παράλληλα, το σχολείο αποτελεί χώρο εργασίας και για το προσωπικό του, που επίσης υποχρεούται να παρευρίσκεται στον χώρο. Μια βιντεοεπιτήρηση σε σχολείο μπορεί να εγείρει πολλαπλούς κινδύνους ιδιωτικότητας. Για παράδειγμα, μπορεί να επιτρέψει την καταγραφή της απόδοσης των εργαζομένων ή των συνηθειών του προσωπικού και των μαθητών. Στις περισσότερες περιπτώσεις όμως, ένας εργαζόμενος δεν μπορεί να αναμένει πως θα παρακολουθείται από τον εργοδότη του εν ώρα εργασίας. Παράλληλα, τα προσωπικά δεδομένα των παιδιών χρήζουν αυξημένης προστασίας, άρα η στάθμιση πρέπει να βαραίνει περισσότερο υπέρ των δικαιωμάτων τους.
Η έρευνα της σουηδικής αρχές κατέδειξε ότι οι κάμερες είχαν εγκατασταθεί σχεδόν σε όλα τα κτίρια του σχολικού συγκροτήματος. Η βιντεοεπιτήρηση λάμβανε χώρα σε διαδρόμους, σκάλες και αίθουσες και κατέγραφε ντουλάπια μαθητών, τραπέζια και πάγκους όπου αυτοί κάθονταν. Βιντεοεπιτήρηση πραγματοποιείτο και έξω από τις τουαλέτες, την καντίνα, όπου συχνάζουν οι μαθητές, και τα αποδυτήρια, όπου οι μαθητές αλλάζουν ρούχα. Εν ολίγοις, οι χώροι που επιτηρούνταν ήταν, πρακτικά, όλοι οι χώροι στους οποίους οι μαθητές περνούν τον εκτός αίθουσας χρόνο τους.
Συμπερασματικά, η εν γένει λειτουργία αυτή συνιστούσε σημαντική επέμβαση στο δικαίωμα μαθητών και προσωπικού στην ιδιωτικότητα.
Ως προς του επιμέρους σκοπούς:
Α. Η πρόληψη των κλοπών τις ώρες εκτός λειτουργίας του σχολείου.
Η IMY δεν προέβαλε αντιρρήσεις στη λειτουργία αυτή, υπό την προϋπόθεση πως διασφαλίζεται ότι κατά τον χρόνο αυτό δεν ευρίσκονται στους χώρους του σχολείου πρόσωπα που έχουν το δικαίωμα να βρίσκονται.
Β. Η πρόληψη και αντιμετώπιση των εμπρησμών κατά τις ώρες λειτουργίας του σχολείου.
Από την έρευνα της αρχής προέκυψε πως έχουν καταγραφεί πέντε περιπτώσεις εμπρησμού ή απόπειρας εμπρησμού κατά το χρονικό διάστημα από Οκτώβριο 2018 έως Μάιο 2022. Οι φωτιές εκδηλώθηκαν σε τουαλέτες και αποδυτήρια, ενώ σε δύο από αυτές υπήρχε κάμερα.
Η ΙΜΥ παρατήρησε πως ο εμπρησμός αποτελεί ένα σοβαρό ζήτημα, το οποίο μπορεί να προκαλέσει κίνδυνο για τη ζωή και την υγεία των προσώπων καθώς και ζημιές στην περιουσία του σχολείου. Οι περισσότερες φωτιές εκδηλώθηκαν μέσα σε τουαλέτες του Γυμνασίου όπου δεν υπήρχαν κάμερες, οι κάμερες που βρίσκονταν έξω από αυτές όμως βοήθησαν στην εξέταση των περιστατικών.
Περαιτέρω, εν όψει των συνεπειών και των κινδύνων από μια φωτιά, του ιστορικού εμπρησμών στο σχολείο και την ανεπαρκούς αντιμετώπισης του φαινομένου από τους φύλακες, η αρχή εξέφρασε την άποψη πως το σύστημα βιντεοεπιτήρησης πληροί τις προϋποθέσεις αναγκαιότητας και αναλογικότητας ως προς την περίπτωση αυτή. Τούτο μάλιστα, παρά το γεγονός πως οι χώροι ακριβώς έξω τις τουαλέτες παρουσιάζουν, εκ της φύσεώς τους, αυξημένες απαιτήσεις ιδιωτικότητας και παρά το ότι οι ζημιές που προκλήθηκαν από τους καταγεγραμμένους εμπρησμούς δεν ήταν εκτεταμένες.
Μοναδική ένσταση της ΙΜΥ ως προς τη λειτουργία των καμερών αυτή ήταν ως προς τον χώρο που καταγράφεται, ο οποίος πρέπει να περιορίζεται στην πολύ περιορισμένη περιοχή μπροστά από τις τουαλέτες και όχι πέραν αυτής. Ουσιαστικά δηλαδή, οι κάμερες θα έπρεπε να καταγράφουν αποκλειστικά τα πρόσωπα που εισέρχονται στην τουαλέτα και εξέρχονται από αυτή. Με βάση την παρατήρηση αυτή και σύμφωνα με την αρχή της ελαχιστοποίησης, η αρχή διαπίστωσε πως οι κάμερες που λειτουργούσαν κατέγραφαν ευρύτερους χώρους και διαδρόμους, υπερβαίνοντας το απολύτως αναγκαίο όριο και διαπίστωσε την παραβίαση των άρθρων 6 παρ.1, 5 παρ.1α και 5 παρ.1γ ΓΚΠΔ.
Γ. Η αντιμετώπιση περιστατικών βίας σε βάρος μαθητών.
Η ΙΜΥ εξέτασε τα καταγεγραμμένα περιστατικά βίας σε βάρος μαθητών (επιθέσεις, ξυλοδαρμοί, bullying) απέρριψε όμως κατηγορηματικά τη νομιμότητα λειτουργίας καμερών για την αντιμετώπιση του φαινομένου. Σύμφωνα με τη γνώμη της, η διεύθυνση του σχολείου έχει την ευθύνη να μεριμνά για την αντιμετώπιση των περιστατικών αυτών και να λαμβάνει κάθε αναγκαίο μέτρο, η εγκατάσταση καμερών όμως δεν είναι, στο πλαίσιο αυτό, ούτε αναγκαία, ούτε αναλογική. Η επεξεργασία των δεδομένων εν όψει του σκοπού αυτού τελούσε σε παραβίαση των άρθρων 6 παρ.1 και 5 παρ.1α ΓΚΠΔ.
Δ. Η πρόληψη και αντιμετώπιση βανδαλισμών, κλοπών και εισβολών από εξωσχολικούς κατά τις ώρες λειτουργίας του σχολείου.
Η ΙΜΥ παρατήρησε πως κατά το χρονικό διάστημα Οκτωβρίου 2018 – Μαΐου 2022 είχαν καταγραφεί λίγο περισσότερα από 20 περιστατικά βανδαλισμών, κλοπών και εισβολών. Παράλληλα, εξέτασε τους ισχυρισμούς του υπευθύνου επεξεργασίας για εναλλακτικά μέτρα που είχαν εξεταστεί και ληφθεί, όπως το κλείδωμα θυρών και την πρόσληψη ιδιωτικών φυλάκων.
Η σουηδική αρχή δέχθηκε πως ο σκοπός αυτός είναι καταρχήν νόμιμος. Πράγματι, τα σχολεία πρέπει να μεριμνούν για τη δημιουργία ενός ασφαλούς σχολικού περιβάλλοντος. Αυτό σημαίνει ότι δεν αποκλείεται σε κάθε περίπτωση η λειτουργία καμερών σε ώρες λειτουργίας του σχολείου προς τον σκοπό αυτό, πρέπει όμως – και δεδομένης της ιδιαίτερα έντονης επέμβασης στα δικαιώματα των μαθητών – η ανάγκη για τη βιντεοεπιτήρηση να είναι αναλυτικά και πλήρως τεκμηριωμένη. Στο πλαίσιο αυτό, ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει να διενεργήσει αναλυτική καταγραφή και εξέταση των προβλημάτων που σκοπεύει να αντιμετωπίσει με την εγκατάσταση των καμερών. Οφείλει να εξετάσει αν και πώς οι σκοποί μπορούν να επιτευχθούν με τον τρόπο αυτό και ποιες είναι οι πιο φιλικές προς την ιδιωτικότητα λύσεις, για παράδειγμα ο περιορισμός της εγκατάστασης σε συγκεκριμένους χώρους και της λήψης σε συγκεκριμένες περιοχές και χρόνους ή η χρήση καμερών χαμηλής ανάλυσης. Μόνο αν οι λύσεις αυτές δεν εγγυώνται τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα μπορεί να εξετάζεται η πιο έντονη επέμβαση στο δικαίωμα.
Στην προκείμενη περίπτωση, ο υπεύθυνος επεξεργασίας έλαβε κάποια ανεπιτυχή εναλλακτική μέτρα, χωρίς όμως ποτέ να εξετάσει φιλικότερες για την ιδιωτικότητα λύσεις. Παράλληλα, προχώρησε στην εγκατάσταση καμερών, χωρίς να περιορίσει αυτή στις περιοχές και τα σημεία όπου πραγματικά παρατηρείτο το πρόβλημα. Όπως χαρακτηριστικά παρατηρήθηκε, μολονότι τα καταγραμμένα περιστατικά αφορούσαν δύο από τα έξι κτήρια του σχολικού συγκροτήματος, οι κάμερες είχαν εγκατασταθεί στο σύνολο αυτών.
Με βάση τις παρατηρήσεις αυτές, η ΙΜΥ διαπίστωσε την παραβίαση των άρθρων 6 παρ.1, 5 παρ.1α και 5 παρ.1γ ΓΚΠΔ.
Συμπερασματικώς, η σουηδική αρχή κατέληξε πως η λειτουργία του συστήματος βιντεοεπιτήρησης κατά τις ώρες λειτουργίας του σχολείου, με εξαίρεση των σκοπό της αντιμετώπισης των εμπρησμών, έγινε χωρίς νομική βάση και παραβίασε τη νομιμότητα και την ελαχιστοποίηση του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων. Παράλληλα, η απουσία κατάλληλης ενημέρωσης αποτέλεσε παραβίαση και του άρθρου 13 ΓΚΠΔ. Για τις παραβάσεις αυτές επιβλήθηκε πρόστιμο 69.000 ευρώ