Τα Ελεγκτικά Κέντρα έχουν λάβει εντολές για γρήγορη εκκαθάριση των υποθέσεων
Πενήντα ημέρες προθεσμία έχουν οι ελεγκτικές αρχές της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων για να προχωρήσουν υποθέσεις που βρίσκονται στο όριο της παραγραφής. Σύμφωνα με τη νομοθεσία στο τέλος κάθε έτους παραγράφονται υποθέσεις – χρήσεις πέραν της 5ετίας, 6ετίας, 8ετίας ή ακόμη και της 10ετίας ανάλογα την περίπτωση και τα στοιχεία ελέγχου.
Για το λόγο αυτό, κάθε χρόνο τέτοια περίοδο τα Ελεγκτικά Κέντρα και οι εφορίες επισπεύδουν τις διαδικασίες προκειμένου να προλάβουν τις παραγραφές ανέλεγκτων φορολογικών χρήσεων ενώ η ΑΑΔΕ αποστέλλει κατά χιλιάδες μηνύματα σε φορολογούμενους που έχει στοιχεία ότι έχουν εισπράξει διάφορα εισοδήματα τα προηγούμενα χρόνια αλλά έως τώρα δεν τα έχουν δηλώσει στην εφορία.
Από την στιγμή που τους κοινοποιείται κεντρικά ότι στα αρχεία της ΑΑΔΕ υπάρχουν στοιχεία π.χ. ότι ένας μισθωτός ή συνταξιούχους έχει λάβει κάποια ποσά αναδρομικά και δεν τα έχει δηλώσει, τότε ουσιαστικά τον φέρνει στη «δύσκολη» θέση να σπεύσει στην εφορία και να υποβάλει τροποποιητική ή συμπληρωματική δήλωση για τη χρονιά που αφορά το εισόδημα που έχει λάβει αλλά δεν το έχει δηλώσει. Με αυτή τη διαδικασία ουσιαστικά «παγώνει» ο χρόνος παραγραφής και η εφορία με το έναν ή άλλον τρόπο θα εισπράξει τους φόρους που αναλογούν στο αδήλωτο εισόδημα παρελθόντων ετών του φορολογούμενου.
Πλέον οι περισσότερες περιπτώσεις ελέγχου παραγράφονται στην 5ετία εκτός ειδικών εξαιρέσεων. Αν δεν προλάβουν οι εφοριακοί να προχωρήσουν σε έλεγχο τότε στο τέλος κάθε χρόνου παραγράφεται το έτος που είναι πέραν της πενταετίας.
Αναλυτικότερα, σε ότι αφορά στα φυσικά πρόσωπα, νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες για τα οποία εκδίδονται και κοινοποιούνται πράξεις προσδιορισμού φόρων και επιβολής προστίμων, ο χρόνος που η εφορία μπορεί να βεβαιώσει φόρους είναι η πενταετία η οποία όμως παρατείνεται στις εξής περιπτώσεις:
* Εάν, εντός του 5ου έτους της προθεσμίας παραγραφής, υποβάλλεται αρχική ή τροποποιητική δήλωση ή περιέρχονται σε γνώση της Φορολογικής Διοίκησης νέα στοιχεία (συμπληρωματικά) σε υπόθεση που έχει διενεργηθεί πλήρης έλεγχος ήσε κάθε άλλη περίπτωση περιέρχονται σε γνώση της Φορολογικής Διοίκησης πληροφορίες από οποιαδήποτε πηγή εκτός Φορολογικής Διοίκησης, από τις οποίες προκύπτει φορολογική οφειλή και μόνο για το ζήτημα στο οποίο αφορούν, για περίοδο ενός έτους από τη λήξη της πενταετίας. Η διάταξη αυτή, εφαρμόζεται για φορολογικά έτη, περιόδους, υποθέσεις από την 1.1.2019 και μετά.
Για φορολογικά έτη, περιόδους και υποθέσεις από 1.1.2014 έως 31.12.2018 το δικαίωμα της Φορολογικής Διοίκησης να προβεί σε έκδοση πράξης διοικητικού, εκτιμώμενου ή διορθωτικού προσδιορισμού φόρου παρατείνεται για περίοδο ενός έτους από τη λήξη της πενταετίας, εάν ο φορολογούμενος υποβάλει αρχική ή τροποποιητική δήλωση εντός του πέμπτου έτους της προθεσμίας παραγραφής.
Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις όπου η παραγραφή εκτείνεται πέραν της 10ετίας. Συγκεκριμένα, για τις υποθέσεις από 1.1.2018 και μετά οι φορολογικές αρχές μπορούν να βεβαιώσουν φόρους εντός δέκα ετών από τη λήξη του έτους εντός του οποίου λήγει η προθεσμία για την υποβολή της δήλωσης ή της τελευταίας δήλωσης σε περίπτωση που προβλέπεται η υποβολή περισσότερων δηλώσεων και ο φορολογούμενος δεν έχει υποβάλει δήλωση.
Για τις χρήσεις 2012 και 2013 και τα φορολογικά έτη 2014-2017, πράξεις προσδιορισμού φόρου μπορούν να εκδοθούν εντός δέκα ετών από τη λήξη του έτους εντός του οποίου λήγει η προθεσμία υποβολής δήλωσης, για περιπτώσεις φοροδιαφυγής.
Όμως και σ αυτή την περίπτωση σημειώνεται ότι για να πάει σε 10ετή και όχι 5ετή παραγραφή θα πρέπει σε περιπτώσεις φοροδιαφυγής οι πράξεις προσδιορισμού φόρου ένα αφορά ποσά άνω των 50.000 ευρώ αν πρόκειται για ΦΠΑ και 100.000 ευρώ για φόρο εισοδήματος.
Αξίζει να τονιστεί ότι το αργότερο έως 31 Δεκεμβρίου θα πρέπει να έχουν φτάσει τα σημειώματα στους φορολογούμενους και οι οφειλές θα πρέπει να εξοφληθούν εντός 30 ημερών από την ημερομηνία αποστολής. Σε περίπτωση αμφισβήτησης της καταλογιστικής πράξης οι φορολογούμενοι θα έχουν περιθώριο έναν μήνα να καταθέσουν ενδικοφανή προσφυγή με αίτημα επανεξέτασης της υπόθεσης. Δυνατότητα απευθείας προσφυγής στα δικαστήρια δεν υπάρχει.
Πάντως, η κανονική περίοδος παραγραφής εξακολουθεί να είναι η πενταετία και η οποία αρχίζει να μετρά αμέσως μετά το τέλος του έτους εντός του οποίου πρέπει να υποβληθεί η σχετική φορολογική δήλωση.
Σε κάθε περίπτωση όμως η ΑΑΔΕ, ανεξάρτητα το πότε παραγράφεται φορολογικά ένα οικονομικό έτος, εφαρμόζει ένα εκτεταμένο σύστημα διασταυρώσεων για να εντοπίσει φορολογούμενους που υπέβαλαν μηδενικές δηλώσεις ΦΠΑ, ενώ είχαν δραστηριότητα αλλά και να διενεργήσει ελέγχους για τη συμμόρφωση φορολογουμένων με προσυμπληρωμένους κωδικούς αποδοχών-συντάξεων (σύμφωνα με τις καταστάσεις βεβαιώσεων αποδοχών-συντάξεων).
Επίσης, πραγματοποιούνται διασταυρώσεις για εντοπισμό υπόχρεων σε υποβολή ή τροποποίηση δηλώσεων Ε9 νομικών προσώπων, μεταξύ άλλων με εφαρμογή διαδικασιών έκδοσης πράξεων εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου, αλλά και σε εκείνα τα φυσικά πρόσθετα που ενώ είχαν υποχρέωση δεν το έπραξαν και δεν εμφάνισαν στις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων τις πρόσθετες αποδοχές που είχαν λάβει.
Για τους ελεγχόμενους οι φορολογικές αρχές αντλούν στοιχεία και από άλλους φορείς, πέραν εκείνων που ήδη διαθέτει η Εφορία, όπως το ΓΕΜΗ, οι τράπεζες, ο ΕΦΚΑ κ.λπ.