ΣτΕ 2018 – 2023/2023, Β΄ Τμ.
Πρόεδρος: Μ. Πικραμένος, Αντιπρόεδρος ΣτΕ
Εισηγητής: Α. Φοβάκης, Πάρεδρος
Με τις διατάξεις του άρθρου 19 του Κ.Φ.Δ. δεν αποκλείσθηκε η δυνατότητα απευθείας άσκησης προσφυγής για την ανάκληση φορολογικής δήλωσης, λόγω νομικής πλάνης, και για την επιστροφή του βάσει αυτής καταβληθέντος φόρου ως αχρεώστητου, δυνατότητα που, παρεχόμενη διαχρονικά στους φορολογούμενους εν είδει δικονομικού χαρακτήρα εγγύησης για την αποτελεσματική έννομη προστασία τους, αποτυπώνεται στις νομολογιακά διαμορφωθείσες γενικές αρχές ανάκλησης των φορολογικών δηλώσεων.
Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή, συνεπαγόμενη τον αποκλεισμό της δυνατότητας αυτής για την ανάκληση φορολογικών δηλώσεων, λόγω νομικής πλάνης, πέραν του ότι δεν ευρίσκει επαρκές έρεισμα στη διατύπωση του άρθρου 19 του Κ.Φ.Δ., παραγνωρίζει, ενόψει και των τιθέμενων αποκλειστικώς νομικών ζητημάτων, τον δικαιολογητικό λόγο καθιέρωσης των γενικών αρχών ανάκλησης των φορολογικών δηλώσεων, τυχόν απόκλιση από τις οποίες θα έπρεπε, λόγω της νομολογιακής τους προέλευσης και της θεμελίωσής τους στις περί νομιμότητας του φόρου συνταγματικές διατάξεις, να συνάγεται σαφώς από το γράμμα των οικείων διατάξεων και τον επιδιωκόμενο με αυτές σκοπό.
Η διατήρηση της δυνατότητας άσκησης απευθείας προσφυγής στις περιπτώσεις αυτές και μετά την έναρξη ισχύος του Κ.Φ.Δ. δεν είναι, εξάλλου, ασύμβατη με την εισαχθείσα με το άρθρο 63 του ίδιου Κώδικα ενδικοφανή διαδικασία, δεδομένου ότι πρόκειται για περιορισμένης έκτασης εξαίρεση, η οποία δεν ανατρέπει τη λογική του συστήματος ενδικοφανούς επίλυσης των φορολογικών διαφορών, ούτε, άλλωστε, αναιρεί τον σκοπό και το ωφέλιμο αποτέλεσμα της ενδικοφανούς προσφυγής, ενόψει και της φύσης των δυνάμενων να προβληθούν λόγων ανάκλησης ως αμιγώς νομικών, ως αναγόμενων, δηλαδή, στην ισχύ, το κύρος και την ερμηνεία κανόνων δικαίου.