Του Κώστα Κατίκου
Νέες αλλαγές δρομολογούνται στο ασφαλιστικό σύστημα για τα επόμενα χρόνια, με πρώτη την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης για άνδρες και γυναίκες κατά 1,5 έτος στο διάστημα 2027-2030, τη σταδιακή μείωση των ποσοστών αναπλήρωσης στις συντάξεις και την επιμήκυνση του χρόνου ασφάλισης.
Στην πράξη το νέο δόγμα στο ασφαλιστικό είναι περισσότερα χρόνια δουλειάς, αυτόματη αύξηση ορίων ηλικίας, ανάλογα με το προσδόκιμο ζωής και μικρότερα ποσοστά αναπλήρωσης.
Η σύνδεση της ηλικίας συνταξιοδότησης με το προσδόκιμο ζωής θα εφαρμοστεί για πρώτη φορά στο διάστημα 2027-2030. Το όριο ηλικίας για σύνταξη με 40ετία από το 62ο έτος που είναι σήμερα προβλέπεται να διαμορφωθεί στα 63,5 έτη το 2030 και για πλήρη σύνταξη γήρατος με 15ετία στα 68,5 έτη από το 67ο έτος που είναι σήμερα.
Το όριο ηλικίας για πρόωρη συνταξιοδότηση θα αυξηθεί και αυτό από τα 62 που είναι τώρα με τουλάχιστον 15 έτη ασφάλισης στα 63,5 έτη το 2030, στα 64,5 έτη το 2040 και στα 67,5 έως το μακρινό 2070. Η σύνταξη που θα παίρνουν όσοι αποχωρούν σε ηλικίες πρόωρης συνταξιοδότησης θα καταβάλλεται με μείωση 30% στην εθνική σύνταξη. Σήμερα, για παράδειγμα, η πρόωρη έξοδος με ηλικία 60-62 ετών και 20ετία αντί 15ετία, έχει πέναλτι 128 ευρώ, καθώς η μείωση 30% εφαρμόζεται στα 426,17 ευρώ της εθνικής σύνταξης η οποία μετά την ποινή διαμορφώνεται στα 298 ευρώ. Με 15ετία χορηγείται εθνική σύνταξη 383,5 ευρώ και το ποσό αυτό μειώνεται στα 268 ευρώ λόγω πρόωρης συνταξιοδότησης.
Οι αλλαγές είναι αναπόδραστες και όπως φαίνεται θα γίνουν σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, για να αντιμετωπιστούν οι επιπτώσεις της δημογραφικής γήρανσης, που εξελίσσεται με γρήγορους ρυθμούς και συνιστά απειλή για τις συντάξεις.
Στο 1,25 η αναλογία ασφαλισμένων/συνταξιούχων
Ενδεικτική της έκτασης του δημογραφικού προβλήματος είναι η αναλογία συνταξιούχων – ασφαλισμένων, που προκαλεί σοκ και δέος, καθώς σήμερα είναι στο 1 προς 1,66 και σε 15 χρόνια θα υποχωρήσει στο 1,25. Αυτό σημαίνει ότι αν σήμερα για κάθε 100 συνταξιούχους υπάρχουν 166 ασφαλισμένοι να τους συντηρούν με τις εισφορές τους, το 2040 σε κάθε 100 συνταξιούχους θα αναλογούν μόνον 125 ασφαλισμένοι για να πληρώνουν τις συντάξεις τους!
Το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας μας ωστόσο, σύμφωνα με τη νέα μελέτη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής και την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Ageiing Working Group), θεωρείται βιώσιμο με το κριτήριο της συνταξιοδοτικής δαπάνης καθώς θα μειωθεί κατά 2,5% του ΑΕΠ έως το 2070 και από 14,5% που είναι τώρα, θα πέσει στο 12%. Η βιωσιμότητά του όμως θα έρθει με αύξηση των ορίων ηλικίας και με μικρότερες συντάξεις.
Στη χώρα μας η νομοθεσία προβλέπει μηχανισμό αύξησης της ηλικίας συνταξιοδότησης από το έτος 2021 και μετά, που θα προσαρμόζει την ηλικία συνταξιοδότησης ανάλογα με το προσδόκιμο ζωής κάθε τρία χρόνια.
Οι προσαρμογές του 2021 και του 2024 δεν έγιναν, καθώς τα όρια ηλικίας αφενός μεν είχαν ήδη αυξηθεί με το τέλος των μεταβατικών διατάξεων και από 1/1/2022 ισχύουν οι γενικοί κανόνες για πλήρη σύνταξη στα 62 με 40 έτη και σύνταξη γήρατος στα 67 με τουλάχιστον 15 έτη ασφάλισης, αφετέρου δε η αύξηση του προσδόκιμου ζωής αλλοιώθηκε από την πανδημία. Ως εκ τούτου ο επόμενος σταθμός που θα εξεταστεί εάν και πόσο θα αυξηθούν τα όρια ηλικίας εφόσον έχει αυξηθεί το προσδόκιμο ζωής είναι τα έτη 2027 και 2030.
Στα έτη αυτά (2027-2030) αναμένεται ότι θα εφαρμοστεί η ρήτρα για τη σύνδεση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης με το προσδόκιμο ζωής για τα άτομα άνω των 65 ετών, με το όριο ηλικίας των 62 ετών σήμερα για πλήρη σύνταξη με 40 χρόνια ασφάλισης να αυξάνεται στα 63 έτη και 5 μήνες για άνδρες και γυναίκες.
Έως το 2040 το όριο των 63,5 ετών θα αυξηθεί στα 64,5 έτη και το 2050 στα 65,5 με 40 έτη ασφάλισης για πλήρη σύνταξη. Το 2060 το όριο ηλικίας για σύνταξη με 40 έτη θα έχει φτάσει στα 66,7 έτη και το 2070 στα 67,5.
Αντίστοιχα το όριο ηλικίας για σύνταξη λόγω γήρατος με 15ετία από το 67ο έτος που είναι σήμερα θα αυξηθεί στα 68 έτη και 5 μήνες, το 2030, στα 69 έτη και 5 μήνες το 2040, στα 70,5 το 2050, στα 71,7 έτη το 2060 και στα 72,5 έτη το 2070.
Το όριο ηλικίας για μειωμένη σύνταξη με 15 έτη ασφάλισης από το 62ο έτος που είναι σήμερα θα αυξηθεί το 2030 –σύμφωνα με την αναλογιστική αρχή– στα 63 έτη και 5 μήνες, και ακολούθως θα διαμορφωθεί στα 64,5 το 2040, στα 65,5 το 2050, στα 66,7 το 2060 και στα 67,5 το 2070.
Η σύνδεση του προσδόκιμου ζωής με τις ηλικίες συνταξιοδότησης, όπως αποτυπώνεται στη μελέτη της Αναλογιστικής Αρχής, δείχνει ότι τα περιθώρια για έξοδο στη σύνταξη σε ηλικίες κάτω των 67 και κάτω των 62 ετών υπάρχουν μεν ακόμη για όσους έχουν κατοχυρώσει τις ηλικίες συνταξιοδότησης της μεταβατικής περιόδου 2015-2021, πλην όμως όχι για πολύ ακόμα, καθώς τα “παράθυρα” κλείνουν το 2027.
Συναγερμός για το δημογραφικό
Ο πληθυσμός της Ελλάδας προβλέπεται από τη Eurostat ότι θα συνεχίσει να μειώνεται από 10.438 εκατομμύρια το 2022 σε 7.777 εκατομμύρια το 2070. Επιπλέον, ο δείκτης εξάρτησης των ηλικιωμένων αυξάνεται από 39,0 το 2022 σε 74,4 το 2050 και στη συνέχεια μειώνεται στο 66,0 το 2070.
Το προσδόκιμο ζωής κατά τη γέννηση, για τους άνδρες αυξάνεται από 78,8 έτη το 2022 σε 86,5 έτη το 2070 και για τις γυναίκες αυξάνεται επίσης από 84,2 έτη το 2022 σε 90,4 έτη το 2070. Το προσδόκιμο ζωής στα 65 για τους άνδρες, πηγαίνει από 18,7 έτη το 2022 σε 23,9 έτη το 2070, ενώ για τις γυναίκες πηγαίνει από 21,7 έτη σε 26,7 έτη αντίστοιχα. Η εξέλιξη του προσδόκιμου ζωής στα 65 είναι σημαντικός παράγοντας για την προβολή, καθώς οι ηλικίες συνταξιοδότησης συνδέονται αυτόματα με αυτόν τον παράγοντα.
Ενθαρρυντικό είναι ότι η καθαρή μετανάστευση επί του πληθυσμού μειώνεται από 0,2% το 2022 σε 0,0% το 2030, φτάνει στο 0,1% το 2040 και από το 2060 σταθεροποιείται στο 0,2%.
Ενθαρρυντικό επίσης είναι ότι η ανεργία θα συνεχίσει να μειώνεται και θα μείνει κάτω από το 8% μετά το 2027, ενώ επίσης ενθαρρυντικό είναι ότι αυξάνεται η απασχόληση.
Συνολικά, η συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό προβλέπεται να αυξηθεί για τους εργαζόμενους ηλικίας 20-64 ετών (από 75,4% το 2022 σε 79,9% το 2070) καθώς και για τους εργαζόμενους ηλικίας 20-74 ετών (από 64,7% το 2022 σε 69,7% το 2070).
Αύξηση της συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό προβλέπεται για τους εργαζόμενους ηλικίας 55-64 ετών (από 57,4% το 2022 σε 78,2% το 2070) και για τους εργαζόμενους ηλικίας 65-74 ετών (από 9,3% το 2022 έως 24,3% το 2070).
Συνταξιοδοτική δαπάνη
Η ακαθάριστη δημόσια συνταξιοδοτική δαπάνη ανήλθε στο 14,5% του ΑΕΠ το 2022, ενώ το αντίστοιχο ποσό για το 2070 φτάνει το 12,0% με συνολική μείωση 2,5% του ΑΕΠ.
Οι συνολικές δαπάνες συνταξιοδότησης μειώνονται κατά 1,8 ποσοστιαίες μονάδες από το 2022 έως το 2030. Αυτό το αποτέλεσμα οφείλεται στους εξής λόγους:
– Στον περιορισμό της πρόωρης συνταξιοδότησης.
– Στην προσωπική διαφορά των κύριων συντάξεων, που χορηγούνταν έως τον Μάιο 2016, οι οποίες συμψηφίζονται με τις μελλοντικές αυξήσεις, και δεν προκαλούν επιπλέον δαπάνη έως ότου μηδενιστούν.
– Στις χαμηλότερες επικουρικές συντάξεις που λαμβάνουν οι νέοι συνταξιούχοι με το νέο σύστημα υπολογισμού από το 2015 και μετά.
Ωστόσο, στο μεσοδιάστημα 2030-2050 οι συνταξιοδοτικές δαπάνες θα αυξηθούν από 12,7% του ΑΕΠ το 2030 σε 14,0% του ΑΕΠ το 2050 κυρίως λόγω του αυξανόμενου αριθμού συνταξιούχων, που προκύπτει από την αύξηση της απασχόλησης.
Από το 2050 και μετά όμως η συνταξιοδοτική δαπάνη θα μειώνεται σταδιακά, διότι ο αριθμός των συνταξιούχων θα βαίνει μειούμενος λόγω της μείωσης του πληθυσμού, τα όρια ηλικίας θα είναι αυξανόμενα, άρα θα περιορίζεται η έξοδος στη σύνταξη και το ποσό σύνταξης (εν προκειμένω η ανταποδοτική σύνταξη) θα είναι και αυτή μικρότερη, καθώς θα υπολογίζεται με τον μέσο όρο του συντάξιμου μισθού όλου του εργασιακού βίου των ασφαλισμένων.
Τα ποσοστά αναπλήρωσης
Η μείωση της δαπάνης συντάξεων αντανακλάται στα ποσοστά αναπλήρωσης. Από το 75,9% που ήταν το 2022 το συνολικό ποσοστό αναπλήρωσης (εθνική και ανταποδοπτική σύνταξη ως ποσοστό του μισθού), ανεβαίνει στο 77,2% το 2030 και από εκεί και μετά πέφτει στο 70% το 2040 και στο 65,3% έως το 2060.
Το ποσοστό αναπλήρωσης θα αυξηθεί περιστασιακά λόγω ενός μεγάλου κύματος συνταξιοδοτήσεων από τους ασφαλισμένους με ηλικίες 50 ως 60 ετών που συμπληρώνουν τις ηλικίες συνταξιοδότησης μέσα στα επόμενα 10 έτη.
Η μεγάλη έξοδος θα αυξήσει και τη δαπάνη συντάξεων η οποία θα μειωθεί μετά το 2035 αφενός μεν γιατί θα έχουν αυξηθεί τα όρια ηλικίας και θα δυσκολεύει πολλούς η έξοδος με πλήρη σύνταξη (40ετίας) στα 65, αφετέρου δε διότι για τον υπολογισμό των συντάξεων θα λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος των μισθών σχεδόν ολόκληρου του εργασιακού βίου, που σημαίνει ότι οι μέσες αποδοχές υπολογισμού της σύνταξης θα είναι μικρότερες και αναπόφευκτα θα οδηγήσουν τους μελλοντικούς συνταξιούχους σε μικρότερη σύνταξη. Ακόμη και με το 65% όμως τα ποσοστά αναπλήρωσης για τις συντάξεις στην Ελλάδα παραμένουν υψηλότερα από όλα τα ευρωπαϊκά κράτη, και σε αυτό συμβάλλουν και οι ασφαλιστικές εισφορές που είναι από τις υψηλότερες στην Ελλάδα έναντι άλλων ευρωπαϊκών κρατών.