Ποιους αφορά και πότε εκτιμάται ότι θα εφαρμοστεί ένας νόμος που ψηφίστηκε το 2016 και θα έπρεπε να έχει ισχύ από το 2020. Ποιο σενάριο προκρίνεται και ποια ρήτρα εξετάζεται προκειμένου η μείωση να περιοριστεί.
Μετά τις ευρωεκλογές, πιθανότατα με ένα μίνι ασφαλιστικό νομοσχέδιο «σκούπα» αναμένεται να αντιμετωπιστεί το θέμα των συντάξεων χηρείας, που για κάθε υπουργό Εργασίας που πέρασε από το 2020 και μετά, αποτελεί «καυτή πατάτα».
Κι αυτό γιατί ενώ για μια μερίδα ατόμων που λαμβάνουν συντάξεις θανάτου, μετά την έλευση τριετίας από τον θάνατο του αρχικού δικαιούχου, το ποσό έχει μειωθεί στο μισό, για χιλιάδες άλλους, η περικοπή δεν έχει εφαρμοστεί. Παράλληλα, άγνωστο παραμένει το θα ισχύσει με τη εθνική σύνταξη στην περίπτωση της δεύτερης παροχής. Και αυτό καθώς υπάρχει απόφαση, η οποία επίσης δεν εφαρμόζεται, σύμφωνα με την οποία σε περίπτωση δύο συντάξεων, η εθνική σύνταξη χορηγείται μόνο μία φορά.
Ο νόμος που προβλέπει την περικοπή έχει ψηφιστεί επί ΣΥΡΙΖΑ και εφαρμόστηκε από τις αρχές του 2020 για τους δικαιούχους σύνταξης θανάτου από το Δημόσιο και τον ΟΓΑ, έμειναν όμως απέξω οι συντάξεις χηρείας του ιδιωτικού τομέα.
Το θέμα παραμένει ανοικτό, με το υπουργείο Εργασίας να έχει επεξεργαστεί μια σειρά από σενάρια-τρόπους για την εφαρμογή του. Σκέψεις για μη εφαρμογή της περικοπής δεν υπάρχουν, παρά τις πιέσεις των εκπροσώπων των συνταξιούχων. Άλλωστε, στην απίθανη περίπτωση που δεν θα εφαρμοστεί ο νόμος για τις συντάξεις χηρείας του ιδιωτικού τομέα, αντίστοιχα με τα όσα ισχύουν για δημόσιο και ΟΓΑ, ελλοχεύει ο κίνδυνος να ανοίξει άλλη μια «δικαστική πληγή» για τον ΕΦΚΑ, με πιθανές διεκδικήσεις από την πλευρά των δικαιούχων του δημοσίου, των οποίων οι συντάξεις μετά την τριετία κόπηκαν στο μισό.
Η απόφαση θα ληφθεί κεντρικά, με τα κυβερνητικά στελέχη να γνωρίζουν πως πρόκειται για ένα πολύ ευαίσθητο θέμα, καθώς αφορά ανθρώπους που έχουν χάσει τον ή τη σύζυγό τους.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, οι δικαιούχοι που εξακολουθούν να λαμβάνουν σύνταξη χηρείας ίση με το 70% της σύνταξης του θανόντος, παρά την έλευση της τριετίας, είναι χιλιάδες. Μια πιθανή άμεση περικοπή στο ποσό της σύνταξης χηρείας κατά 50%, ώστε από το 70% να πέσει στο 35% της σύνταξης του θανόντος, θα προκαλέσει μεγάλη ανατροπή στον προγραμματισμό και στη ζωή χιλιάδων ανθρώπων. Και αυτό γιατί η περικοπή, βάσει νόμου που ψηφίστηκε το 2016, θα πρέπει να επιβληθεί σε όλες τις συντάξεις χηρείας (ανδρών και γυναικών) που δόθηκαν τρία χρόνια πριν από την 1η Οκτωβρίου 2020, εάν ο δικαιούχος εργάζεται ή συνταξιοδοτείται.
Όπως ορίζει ο νόμος, η σύνταξη χηρείας χορηγείται από την ημέρα θανάτου του δικαιούχου-άμεσα ασφαλισμένου, είτε αυτός ελάμβανε σύνταξη είτε εργαζόταν (με βάση τα έως τότε έτη ασφάλισης). Κατά την πρώτη, μετά την ημερομηνία θανάτου, 3ετία, η σύνταξη ορίζεται στο 70% του ποσού που ελάμβανε (ή επρόκειτο να πάρει εάν εργαζόταν) ο άμεσα ασφαλισμένος, ανεξάρτητα από την εργασία, τη συνταξιοδότηση ή το οικογενειακό εισόδημα του/της συζύγου. Στη συνέχεια, η σύνταξη χηρείας περιορίζεται κατά 50%.
Η εν λόγω περικοπή εφαρμόζεται ήδη στο Δημόσιο και το ζητούμενο είναι το πότε και το πώς θα επεκταθεί στους συνταξιούχους του ιδιωτικού τομέα, αλλά και εάν θα προβλεφθεί ή όχι αναδρομική περικοπή. Και αυτό γιατί στην πράξη, οι αποδοχές των δικαιούχων σύνταξης χηρείας, εφόσον «κλειδώσει» η απόφαση για πλήρη και καθολική εφαρμογή του νόμου, θα περιορίζονται στο 35% της σύνταξης του θανόντος, εφόσον βέβαια λαμβάνει και δική του/της σύνταξη ή εργάζεται.
Ένα από τα πιθανά σενάρια που υπάρχουν στο συρτάρι του υπουργείου Εργασίας είναι η περικοπή να επιβληθεί σε όλες τις συντάξεις χηρείας, ανδρών και γυναικών, που δόθηκαν πριν την 1η Οκτωβρίου 2020, εφόσον σήμερα ο δικαιούχος εργάζεται ή συνταξιοδοτείται.
Παράλληλα βέβαια, θα προβλέπεται ως «ρήτρα» προστασίας του εισοδήματος των επιζώντων, ο δικαιούχος να έχει το δικαίωμα επιλογής για το ποια από τις δύο συντάξεις θα περιοριστεί κατά 50%. Να μπορεί δηλαδή να επιλέξει, εάν η μείωση κατά 50% θα επιβληθεί στη δική του σύνταξη (εξ ιδίου δικαιώματος), εφόσον αυτή είναι χαμηλότερη, ή στη σύνταξη λόγω θανάτου.