Περίληψη
– Οι διαφορές που δημιουργούνται από την αμφισβήτηση νομιμότητας πράξεων που έχουν εκδοθεί κατ’ εφαρμογή του από 13/22.4.1929 π.δ/τος “περί επικίνδυνων οικοδομών” (A’153) δεν έχουν υπαχθεί στην αρμοδιότητα του Διοικητικού Εφετείου αλλά εξακολουθούν να υπάγονται στη γενική ακυρωτική αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας. Παραδεκτώς προσβάλλεται μόνο η ως άνω αναθεωρητική έκθεση, στην οποία ενσωματώθηκε κατόπιν ενστάσεως της αιτούσας η σχετική έκθεση αυτοψίας.
Οι διατάξεις των άρθρων 422 και επ. του Κ.Β.Π.Ν. αποσκοπούν, κατά την προφανή έννοιά τους, στην άμεση αποκατάσταση των στατικών και δομικών ανεπαρκειών κτισμάτων και κατασκευών, οι οποίες εγκυμονούν κινδύνους που απειλούν όσους χρησιμοποιούν ή επισκέπτονται τις ίδιες τις επικίνδυνες κατασκευές ή τους χώρους που τις περιβάλλουν, ιδιωτικούς ή κοινόχρηστους, καθώς και πάσης φύσεως αντικείμενα και αγαθά, στα οποία συμπεριλαμβάνονται οι παρακείμενοι χώροι, αδόμητοι ή δομημένοι και οι επ’ αυτών οικοδομές, δηλαδή στην εξυπηρέτηση σκοπού δημοσίου συμφέροντος. Περαιτέρω, οι διατάξεις αυτές καθορίζουν τους όρους και τη διαδικασία άρσης των στατικών και δομικών ανεπαρκειών, ανάλογα με τη σοβαρότητα και την αμεσότητα του κινδύνου και σύμφωνα με το είδος της επικινδυνότητας, κατά τις διακρίσεις που επιχειρεί σχετικώς ο νομοθέτης.
Η αρμόδια για τη διενέργεια του σχετικού ελέγχου πολεοδομική υπηρεσία, όταν διαπιστώσει ότι ορισμένη οικοδομή είναι, εν όλω ή εν μέρει, απλώς ετοιμόρροπη, καθορίζει τα προς αποτροπή του κινδύνου, τον οποίο εμφανίζει η οικοδομή αυτή από στατική και δομική άποψη, αναγκαία και πρόσφορα μέτρα, ενόψει του είδους και της έκτασης του διαγνωσθέντος κίνδυνου. Ρητώς δε ορίζεται στις διατάξεις αυτές ότι “υποδεικνύονται κατά προτίμηση τα ηπιότερα μέτρα, όπως επισκευές, ενισχύσεις, μεταρρυθμίσεις, προσθήκες κ.λ.π.” και σε έσχατη μόνο περίπτωση, όταν “αποκλείονται οι επισκευές” διατάσσονται οριστικές κατεδαφίσεις. Αντιθέτως, στις περιπτώσεις χαρακτηρισμού οικοδομής ως «επικινδύνως» ετοιμόρροπης, δεν εξετάζεται από το αρμόδιο όργανο εάν υπάρχει δυνατότητα επισκευών, αλλά η κατασκευή κατεδαφίζεται τρεις μέρες μετά την κοινοποίηση της σχετικής έκθεσης στους ενδιαφερομένους ή παραχρήμα, αποκλεισμένης μάλιστα, της υποβολής ενστάσεων. Η έκθεση χαρακτηρισμού οικοδομής ως απλώς ή «επικινδύνως» ετοιμόρροπης, καθώς και η εκδιδόμενη κατόπιν ενστάσεως αναθεωρητική έκθεση πρέπει να αιτιολογούνται ειδικώς, αφενός, ως προς το είδος και την έκταση των διαπιστούμενων ανεπαρκειών και ζημιών της οικοδομής και του εξ αυτών κινδύνου και, αφετέρου, ως προς τα διατασσόμενα για την άρση της επικινδυνότητας μέτρα, η αιτιολογία δε αυτή δύναται να συμπληρώνεται και από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου. Η διόρθωση των στατικών και δομικών ανεπαρκειών αποτελεί ευθύνη του ιδιοκτήτη του επικίνδυνου κτίσματος, ο οποίος βαρύνεται, καταρχήν, με τη σχετική δαπάνη.
Η προσβαλλόμενη αναθεωρητική έκθεση αιτιολογείται νομίμως και επαρκώς, εφόσον περιέχει όλα τα απαιτούμενα στοιχεία, ειδικότερα δε γίνεται σε αυτή εκτενής αναφορά στο είδος και στην έκταση των φθορών που παρουσιάζει η οικοδομή, ιδίως δε τα διαμερίσματα του πέμπτου και του έκτου ορόφου, κατ’ εκτίμηση των οποίων ο διενεργήσας τη νέα αυτοψία υπάλληλος προσδιόρισε την επικινδυνότητά τους και, σύμφωνα με αυτήν, τα προσήκοντα, κατά την ανέλεγκτη ακυρωτικά τεχνική κρίση του, μέτρα αποκατάστασης, κρίνοντας προφανώς ότι τα ανωτέρω διαμερίσματα δεν θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν επικινδύνως ετοιμόρροπα. Επομένως, ο προβαλλόμενος λόγος ακύρωσης ότι η προσβαλλόμενη αναθεωρητική έκθεση δεν αιτιολογείται νομίμως και επαρκώς, διότι δεν καθορίζεται με αυτήν η αιτία πρόκλησης της υγρασίας, το είδος, η έκταση των φθορών, ο προερχόμενος από αυτές κίνδυνος και τα εφαρμοστέα μέτρα, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Απαραδέκτως προσάπτονται πλημμέλειες κατά της έκθεσης αυτοψίας, η οποία στερείται εκτελεστότητας ως ενσωματωθείσα στην αναθεωρητική έκθεση, η οποία περιέχει αυτοτελή αιτιολογία, ερειδόμενη σε νέα πραγματική έρευνα.
Καθ’ ερμηνεία του δικογράφου προβάλλεται ότι μη νομίμως η αρμόδια υπηρεσία του καθού η αίτηση Δήμου ανέθεσε τους απαραίτητους ελέγχους στην διαχείριση και στους ιδιοκτήτες των οριζοντίων ιδιοκτησιών, ενώ όφειλε η ίδια να διενεργήσει τους ελέγχους αυτούς και να καθορίσει τα κατάλληλα μέτρα. 0 λόγος αυτός προβάλλεται αβασίμως, διότι η άρση των ανεπαρκειών της οικοδομής και η δαπάνη αποκατάστασής τους βαρύνει τους ιδιοκτήτες, στο πλαίσιο δε της ευθύνης αυτής εντάσσεται και η επιβολή της υποχρέωσης σε αυτούς να αναθέσουν με δική τους ευθύνη, αλλά και με μέριμνα της διαχείρισης της συνιδιοκτησίας σε συγκεκριμένες περιπτώσεις βλαβών, σε εξειδικευμένο τεχνικό τη διεξαγωγή λεπτομερέστερων ελέγχων στην οικοδομή, σύμφωνα με τις διαπιστώσεις και τις αντίστοιχες υποδείξεις των αρμοδίων οργάνων.
Εισηγητής: Μ.Ε. Παπαδημήτρη