ΤΟ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΛΑΡΙΣΑΣ
ΤΜΗΜΑ Γ΄
ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ
(Διαδικασία διοικητικών διαφορών ουσίας)
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 26 Μαρτίου 2024, με δικαστή τη Σταματία Σιδηροπούλου, Εφέτη Δ.Δ. Γραμματέας η Σπυριδούλα Παπαδημητρίου, δικαστική υπάλληλος.
Για να δικάσει την από 01.09.2022 έφεση (ΕΦ105/08.09.2022 Διοικητικού Πρωτοδικείου Βόλου και ΑΒΕΜ239/23.09.2022 Διοικητικού Εφετείου Λάρισας):
Των: 1) Μ. Ν. του Π., 2) Α.Ν. του Ε., αμφοτέρων κατοίκων … και 3) κοινωνίας κληρονόμων…, οι οποίοι παραστάθηκαν δια του πληρεξούσιου δικηγόρου Παναγιώτη Μπούρα …, και ο οποίος κατέθεσε δήλωση, σύμφωνα με το άρθρο 133 παρ.2 εδ.β΄ του Κ.Δ.Δ., περί μη εμφάνισής του,
κατά του Ελληνικού Δημοσίου, που εκπροσωπείται στην προκειμένη περίπτωση από τον Προϊστάμενο της Περιφερειακής Διεύθυνσης Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων Κεντρικής Ελλάδας του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.), για τον οποίον παραστάθηκε η δικαστική πληρεξούσια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Αικατερίνη Μπασιαρίδου και η οποία κατέθεσε δήλωση, σύμφωνα με το άρθρο 133 παρ.2 εδ.β΄ του Κ.Δ.Δ., περί μη εμφάνισής της και
κατά της Α108/2022 απόφασης του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Βόλου (Τμήμα Α΄).
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε κατά τον Νόμο
1. Επειδή, με την κρινόμενη έφεση, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε παράβολο (κωδικός πληρωμής ηλεκτρονικού παραβόλου 53090109995303060058/07.09.2022), ζητείται, παραδεκτώς, η εξαφάνιση της Α108/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Βόλου (Τμήμα Α΄), με την οποία απορρίφθηκε προσφυγή των εκκαλούντων κατά της υπ’ αριθμ. 314888/12.09.2018 Πράξης Επιβολής Προστίμου του Επιθεωρητή Εργασίας του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων (Τ.Ε.Ε.Σ.) Μαγνησίας. Με την τελευταία πράξη επιβλήθηκε σε βάρος της τρίτης των εκκαλούντων πρόστιμο ύψους 10.500,00 ευρώ, λόγω παράβασης της εργατικής νομοθεσίας.
2. Επειδή, ο ν. 4554/2018 (ΦΕΚ Α΄ 130), ορίζει στο άρθρο 5, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο στην προκειμένη περίπτωση χρόνο, ήτοι πριν την αντικατάστασή του από το άρθρο 65 του ν. 4635/2019 (ΦΕΚ Α΄ 167/ 30-10-2019), ότι: «1. Ειδικός Επιθεωρητής Εργασιακών Σχέσεων ή Επιθεωρητής Εργασιακών Σχέσεων ή ελεγκτής των Περιφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων Ασφάλισης ή αρμόδιος υπάλληλος του ΕΦΚΑ που διαπιστώνει τη μη αναγραφή εργαζομένου σε ισχύοντα πίνακα προσωπικού που τηρείται από τον εργοδότη, επιβάλλει στον εργοδότη πρόστιμο ποσού δέκα χιλιάδων πεντακοσίων (10.500) ευρώ για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο, κατά δέσμια αρμοδιότητα, χωρίς προηγούμενη πρόσκλησή του για παροχή εξηγήσεων. 2. … 4. Σε κάθε παράβαση του παρόντος άρθρου τεκμαίρεται ότι η σχέση εργασίας διήρκεσε τρεις (3) μήνες, εκτός εάν ο εργοδότης ή ο εργαζόμενος αποδείξουν διαφορετικά. … 5. Οι διοικητικές κυρώσεις του παρόντος άρθρου επιβάλλονται πλέον των λοιπών κυρώσεων που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία.» και στο άρθρο 8 ότι: «1. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης ρυθμίζεται η διαδικασία επιβολής των προβλεπόμενων διοικητικών κυρώσεων,… καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος Κεφαλαίου. 2. Η ισχύς των άρθρων 5 έως 7 αρχίζει από την έκδοση της απόφασης της παραγράφου 1. 3. Από την έναρξη ισχύος των άρθρων 5 έως 7, σύμφωνα με την παράγραφο 2, καταργείται το άρθρο 1 της αριθμ. 27397/122/19.8.2013 υπουργικής απόφασης (Β΄ 2062) και η αριθμ. Φ.11321/11115/802/2.6.2014 (Β΄1551) υπουργική απόφαση και οποιαδήποτε αναφορά στις κείμενες διατάξεις στις περί αδήλωτης εργασίας ρυθμίσεις και κυρώσεις των υπουργικών αυτών αποφάσεων νοείται ως αναφορά στις διατάξεις των άρθρων 5 έως 7 του παρόντος». Κατ’ επίκληση των τελευταίων διατάξεων του άρθρου 8 του ν. 4554/2018, εκδόθηκε η 43614/996/9-8-2018 απόφαση της Υπουργού και των Υφυπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Β΄3521), στο άρθρο 1 της οποίας, όπως αυτή ίσχυε πριν την κατάργησή της από την 10694/364/4-3-2020 απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων (ΦΕΚ Β΄ 818), ορίστηκε ότι: «1. Για την επιβολή των διοικητικών κυρώσεων (προστίμων) των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 5 του ν. 4554/2018 (Α΄ 130), συντάσσεται και επιδίδεται Δελτίο Ελέγχου με το οποίο διαπιστώνεται παράβαση για αδήλωτη εργασία, και συντάσσεται και επιδίδεται Πράξη Επιβολής Προστίμου, κατά δέσμια αρμοδιότητα χωρίς προηγούμενη πρόσκληση του εργοδότη για παροχή εξηγήσεων, με την οποία προσδιορίζεται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις ανωτέρω παραγράφους 1,2 και 3 του άρθρου 5 του ως άνω νόμου, το ύψος του προστίμου που αντιστοιχεί στη διαπιστωθείσα παράβαση. Η Πράξη Επιβολής Προστίμου κατά τα ανωτέρω κοινοποιείται, με απόδειξη, στον παραβάτη εργοδότη. 2. … 3. Η Πράξη Επιβολής Προστίμου επιδίδεται στον εργοδότη εντός (7) εργάσιμων ημερών από την ημέρα επίδοσης του Δελτίου Ελέγχου ή από την ημέρα κοινοποίησης της σχετικής έκθεσης/εγγράφου σχετικά με τη διαπίστωση αδήλωτης εργασίας στο αρμόδιο Τ.Ε.Ε.Σ. Εντός της ιδίας προθεσμίας η Πράξη Επιβολής Προστίμου και το σχετικό δελτίο ελέγχου/έκθεση ελέγχου διαβιβάζονται προς την αρμόδια υπηρεσία του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (Ε.Φ.Κ.Α.), προκειμένου να καταλογισθούν οι προβλεπόμενες από την παράγραφο 4 του άρθρου 5 του ν. 4554/2018 ασφαλιστικές εισφορές. … 10. Κατά των Πράξεων Επιβολής Προστίμου των παρ. 1 και 2, ανάλογα με το εκδούν την πράξη όργανο, κατά περίπτωση, και της Πράξεως Επιβολής Προστίμου της παρ. 3 της παρούσης ασκείται προσφυγή ουσίας ενώπιον του αρμόδιου Διοικητικού Πρωτοδικείου εντός εξήντα (60) ημερών από την επίδοση της δεύτερης εξ αυτών, δια της οποίας περατούται η ως άνω περιγραφόμενη σύνθετη διοικητική ενέργεια επιβολής κυρώσεων για την αδήλωτη εργασία. …».
3. Επειδή, στο άρθρο 8 του Α.Ν. 1846/1951 (Α’ 179), όπως ισχύει, ορίζεται ότι: «Οι κάτωθι εν τω παρόντι χρησιμοποιούμενοι όροι σημαίνουσιν αντιστοίχως: … 5. Εργοδότης: α) Τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου δια λογαριασμόν των οποίων τα υπαγόμενα εις την ασφάλισιν πρόσωπα προσφέρουν την εργασίαν των… δ) ….» και στο άρθρο 26 του ίδιου α.ν. ότι: «1. Δια την καταβολήν των εισφορών των ησφαλισμένων ευθύνεται επί παρεχόντων εξηρτημένην εργασίαν ο εργοδότης και επί αυτοτελώς εργαζομένων οι ίδιοι ή ο κατά το άρθρον 8 παραγρ. 5 εδ. δ` ασφαλιστικός Συνεταιρισμό. Εργοδότες, που απασχολούν από κοινού τον ίδιο μισθωτό ή εκμεταλλεύονται την ίδια επιχείρηση, συμπεριλαμβανομένων και των περιπτώσεων που αναγράφονται στην παρ. 5 του άρθρου 8, ευθύνονται εις ολόκληρον…». Περαιτέρω, ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας (Ν. 2717/1999, ΦΕΚ Α’ 97), ορίζει στο άρθρο 23 ότι: «Ικανότητα να είναι διάδικοι έχουν, εκτός από τα φυσικά και τα νομικά πρόσωπα, οι ενώσεις προσώπων, καθώς και οι ομάδες περιουσίας», στο άρθρο 64 παρ. 1 ότι: «1. Προσφυγή μπορεί να ασκήσει εκείνος: α) ο οποίος έχει άμεσο, προσωπικό και ενεστώς έννομο συμφέρον, ή β) στον οποίο αναγνωρίζεται τέτοιο δικαίωμα από ειδική διάταξη νόμου» και στο άρθρο 93 παρ. 1 ότι: «1. Δικαίωμα να ασκήσουν έφεση έχουν οι κατά την πρωτόδικη δίκη διάδικοι, εφόσον έχουν έννομο προς τούτο συμφέρον».
4. Επειδή, εξάλλου, ο Αστικός Κώδικας (π.δ. 456/1984 – Α΄ 164), στο περί κοινωνίας κεφάλαιο, ορίζει στο άρθρο 785 ότι: «Αν ένα δικαίωμα ανήκει σε περισσότερους από κοινού, εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, υπάρχει ανάμεσά τους κοινωνία κατ’ ιδανικά μέρη…», στο άρθρο 786 ότι: «Κάθε κοινωνός έχει ανάλογη μερίδα στους καρπούς του κοινού αντικειμένου», στο άρθρο 788 ότι: «Η διοίκησις του κοινού ανήκει εις πάντας ομού τους κοινωνούς . . .», στο δε άρθρο 789 ότι: «Δι’ αποφάσεως της πλειοψηφίας των κοινωνών δύναται να καθορισθή ο δια το κοινόν αντικείμενον προσήκων τρόπος τακτικής διοικήσεως και εκμεταλλεύσεως αυτού. Η πλειοψηφία λαμβάνεται κατά το μέγεθος των μερίδων». Ο ίδιος Κώδικας στο άρθρο 1884 ορίζει ότι: «Αν οι κληρονόμοι είναι περισσότεροι, η κληρονομία γίνεται κοινή κατά το λόγο της μερίδας του καθενός. Αν δεν ορίζει διαφορετικά ο νόμος, στην κοινωνία μεταξύ των συγκληρονόμων εφαρμόζονται οι γενικές διατάξεις για την κοινωνία» και στο άρθρο 1885 ότι: “Οι απαιτήσεις και τα χρέη της κληρονομίας διαιρούνται αυτοδικαίως μεταξύ των συγκληρονόμων ανάλογα με τη μερίδα του καθενός.”.
5. Επειδή, από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων που παρατίθενται στις σκέψεις 2 έως 4 προκύπτει ότι υπόχρεος για την καταβολή του προστίμου που προβλέπεται στην 43614/996/9-8-2018 απόφαση της Υπουργού και των Υφυπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Β΄3521) είναι ο εργοδότης. Ως εργοδότης, κατά το άρθρο 8 του ΑΝ1846/1951, θεωρείται το φυσικό ή το νομικό πρόσωπο, για λογαριασμό του οποίου παρασχέθηκε πράγματι εργασία έναντι αμοιβής (ΣτΕ 1328/2019 σκ.7, 4701/2012). Συνεπώς, για τον έλεγχο της νομιμότητας της πράξης επιβολής προστίμου για τη μη καταχώρηση εργαζομένου στον πίνακα προσωπικού, κρίσιμο είναι το ζήτημα αν αυτή εκδόθηκε σε βάρος εκείνου του φυσικού ή του νομικού προσώπου, για λογαριασμό του οποίου ο ασφαλισμένος παρείχε πράγματι εξαρτημένη εργασία έναντι αμοιβής (πρβλ. ΣτΕ 614/2019, 4701/2012, 3137/2001, 2677-8/1991, 1302/1990). Τα ασφαλιστικά όργανα του Ταμείου και τα εν συνεχεία επιλαμβανόμενα διοικητικά δικαστήρια προσδιορίζουν εκάστοτε το πρόσωπο του εργοδότη αποβλέποντα σε κάθε πρόσφορο προς τούτο, κατά την κρίση τους, κριτήριο και στοιχείο (ΣτΕ 1328/2019, 4701/2012, 1302/1990). Περαιτέρω, σε περίπτωση που αποβιώσει το φυσικό πρόσωπο για λογαριασμό του οποίου παρείχετο η ασφαλιστέα εργασία, υπόχρεοι για την καταβολή των εργοδοτικών εισφορών είναι οι κληρονόμοι του, οι οποίοι υπεισέρχονται στη θέση του αποβιώσαντος εργοδότη και ευθύνονται για την καταβολή των εργοδοτικών εισφορών κατά λόγο της κληρονομικής τους μερίδας (πρβ. ΣτΕ 1199/1991 σκ. 4). Εξ άλλου, επί απασχολήσεως προσώπου από τους κληρονόμους του αρχικού εργοδότη, οι οποίοι σχημάτισαν κοινωνία του αστικού δικαίου, οι κληρονόμοι αυτοί ευθύνονται ως εργοδότες ατομικώς για την καταβολή των εργοδοτικών εισφορών, ανάλογα με τη μερίδα τους, δικαιούμενοι να ασκήσουν τα προβλεπόμενα ένδικα μέσα κατά των πράξεων που τους καταλογίζουν τις εισφορές αυτές (πρβλ. ΣτΕ 1199/1991 σκ. 4, 2413/1997 7μ. σκ. 10, 4162/2011, 614/2019) και, επομένως, η κοινωνία των κληρονόμων στερείται νομικής προσωπικότητας, μη αποτελούσα ένωση προσώπων συνιστώσα κατά νόμο φορέα των ένδικων υποχρεώσεων από εργοδοτικών-ασφαλιστικών εισφορών.
6. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από την επανεκτίμηση των στοιχείων της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Στις 05.09.2018 διενεργήθηκε επιτόπιος έλεγχος από υπαλλήλους του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας στην επιχείρηση «ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΛΗΡΟΝΟΜΩΝ…», κατά τον οποίο διαπιστώθηκε, μεταξύ άλλων, η μη αναγραφή της εργαζόμενης … σε ισχύοντα πίνακα προσωπικού. Στη συνέχεια, εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 314888/12.09.2018 Πράξη Επιβολής Προστίμου του Επιθεωρητή Εργασίας του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων (Τ.Ε.Ε.Σ.) Μαγνησίας, με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος της τρίτης των εκκαλούντων (κοινωνία κληρονόμων…) πρόστιμο ύψους 10.500,00 ευρώ, για παράβαση της εργατικής νομοθεσίας (άρθρο 5 παρ.1 του ν.4554/2018 σε συνδυασμό με την 43614/996/9-8-2018 απόφαση της Υπουργού και των Υφυπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Β΄3521). Κατά της απόφασης αυτής οι εκκαλούντες άσκησαν την από 16.11.2018 προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Βόλου, η οποία απορρίφθηκε ως απαράδεκτη με την εκκαλούμενη απόφαση. Ειδικότερα, απορρίφθηκε ως απαράδεκτη ως προς την τρίτη εκκαλούσα, με την αιτιολογία ότι δεν προσκομίσθηκαν στοιχεία δημοσιότητας της κοινωνίας κληρονόμων ή στοιχεία από τα οποία να προκύπτει η νόμιμη εκπροσώπησή της, ώστε αν κριθεί αν η προσφυγή ασκήθηκε μετά από απόφαση του εκπροσωπούντος αυτήν οργάνου και αν ο δικηγόρος που εμφανίσθηκε στο ακροατήριο ως πληρεξούσιός της είχε πράγματι ορισθεί από το όργανο που είχε την σχετική προς τούτο εξουσία. Περαιτέρω, ως προς τους δύο πρώτους εκκαλούντες απορρίφθηκε επίσης ως απαράδεκτη, με την αιτιολογία ότι, και αν ακόμη ήθελε να γίνει δεκτό ότι νομιμοποιούνται, κατ’ αρχήν, ενεργητικώς προς άσκηση προσφυγής, ως εργοδότες που ευθύνονται ατομικώς για την καταβολή του καταλογισθέντος προστίμου, ανάλογα με τη μερίδα τους, εντούτοις, δεν προσκομίσθηκε, μέχρι τη συζήτηση της υπόθεσης, οιοδήποτε έγγραφο, από το οποίο να προκύπτει η εν λόγω ιδιότητά τους.
7. Επειδή, με την κρινόμενη έφεση, η πρώτη και η δεύτερη των εκκαλούντων ισχυρίζονται ότι κατ΄εσφαλμένη ερμηνεία των διατάξεων απορρίφθηκε η προσφυγή τους, διότι η ιδιότητά τους ως κληρονόμων προέκυπτε από τα στοιχεία του φακέλου και δεν απαιτούνταν η προσκόμιση άλλων στοιχείων.
8. Επειδή, οι πιο πάνω εκκαλούντες, έχουν δικαίωμα, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην πέμπτη σκέψη, κατ’ αρχήν, να ασκούν ένδικα βοηθήματα κατά των σχετικών καταλογιστικών πράξεων, ως κληρονόμοι του Ε.Γ.,, πλην, όμως, δεν προέκυψε πρωτόδικα, η ιδιότητά τους ως κληρονόμων. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που απέρριψε την προσφυγή τους ως απαράδεκτη, ορθά το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε, απορριπτομένου ως αβάσιμου του σχετικού λόγου εφέσεως.
9. Επειδή, η τρίτη των εκκαλούντων προβάλλει ότι έσφαλε στην κρίση του το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, διότι η κοινωνία κληρονόμων δεν είναι εταιρία κατά την έννοια του άρθρου 784 ΑΚ, και, επομένως, δεν απαιτείται δημοσιότητα, αρκούσε δε για τη νομιμοποίησή της η νομιμοποίηση όλων των μελών ατομικώς. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος, διότι, ανεξαρτήτως του ότι συνομολογείται ότι η τρίτη των εκκαλούντων δεν έχει νομική προσωπικότητα, σε κάθε περίπτωση, δεν αποδεικνύεται, όπως ήδη προεκτέθηκε, η ιδιότητα των μελών που νομιμοποίησαν τον πληρεξούσιο δικηγόρο, όπως ορθά έκρινε και το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αν και με διαφορετική αιτιολογία.
10. Επειδή, κατ’ ακολουθία, η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί, να καταπέσει το καταβληθέν παράβολο και να μην καταλογιστούν σε βάρος των εκκαλούντων τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου, λόγω μη υποβολής σχετικού αιτήματος (άρθρο 275 παρ. του ΚΔΔ).
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Απορρίπτει την έφεση.
Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.
Η απόφαση δημοσιεύθηκε στη Λάρισα, στο ακροατήριο του δικαστηρίου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση της 24ης Απριλίου 2024.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ