Η επιτήρηση του πατέρα μέσω κάμερας είναι αδικαιολόγητη και συνιστά περίπτωση προσβολής της προσωπικότητάς του παρά το ότι αυτός δεν διέκοψε την επικοινωνία
Με την από 11-4-2019 ασκηθείσα αγωγή του ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ο ενάγων (και πλέον εκκαλών και εφεσίβλητος) ισχυρίστηκε – μεταξύ άλλων – πως η εν διαστάσει σύζυγός του τον κατέγραφε με κάμερα βιντεοεπιτήρησης κατά τον χρόνο επικοινωνίας με το ανήλικο τέκνο του.
Ειδικότερα και σύμφωνα με τον ενάγοντα, «κατά την άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας του με το ανήλικο τέκνο του το οποίο ελάμβανε χώρα στο σπίτι της αδερφής της πρώτης εναγομένης στη … Αττικής, πριν εγκατασταθεί μονίμως στα ……, η εν διαστάσει σύζυγός του, χωρίς νόμιμο δικαίωμα και χωρίς να ορίζεται σχετικά από την προαναφερόμενη προσωρινή διαταγή δυνάμει της οποίας ο ενάγων ασκούσε το δικαίωμα επικοινωνίας με το ανήλικο τέκνο του προέβη αυτοβούλως στη χρήση συστήματος βιντεοεπιτήρησης που ήταν εγκατεστημένο από την αδερφή της για λόγους ασφαλείας της, επικαλούμενη την έλλειψη εμπιστοσύνης στο πρόσωπο του ενάγοντος».
Από τα αποδεικτικά μέσα που προσκομίστηκαν ενώπιον του δικαστηρίου προέκυψε ότι «πράγματι εντός συγκεκριμένου δωματίου της οικίας που πραγματοποιούνταν η επικοινωνία η ύπαρξη τέτοιου συστήματος βιντεοεπιτήρησης του οποίου την ύπαρξη η πρώτη εναγόμενη γνωστοποίησε στον ενάγοντα καθώς και την πρόθεση της να καταγράφει την επικοινωνία του με το ανήλικο τέκνο τους. […] Ο ενάγων εναντιώθηκε στην απόφαση αυτή της ενάγουσας πλην όμως δεν διέκοψε την επικοινωνία του με το ανήλικο τέκνο του. Την εν γένει άρνηση του για τον τρόπο άσκησης της επικοινωνίας ο ενάγων αντέκρουσε με ένδικα βοηθήματα που άσκησε ενώπιον των Δικαστηρίων του Πειραιά και των Γιαννιτσών».
Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν διαπίστωσε προσβολή της προσωπικότητας του ενάγοντος από τη συγκεκριμένη πράξη της πρώην συζύγου του, κρίνοντας πως «υπήρχε η σιωπηρή συναίνεση του ενάγοντος ως λόγος άρσης του άδικου», το Τριμελές Εφετείο Πειραιά ωστόσο έκρινε πως η εκκαλούμενη απόφαση έσφαλε κατά την εκτίμηση των αποδείξεων.
Σύμφωνα με την απόφαση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου (Τρ.Εφ.Πειρ. 280/2024), η πρακτική αυτή της εναγόμενης συζύγου συνιστά αδικαιολόγητη επιτήρηση του ενάγοντος και περίπτωση προσβολής της προσωπικότητας αυτού, ως εκ τούτου θεμελιώνει αξίωση για την απαίτηση χρηματικής αποζημιώσεως λόγω ηθικής βλάβης.
Για την κρίση του αυτή το Εφετείο έλαβε υπόψιν τρία κριτήρια:
α. Η μη ύπαρξη συναίνεσης του ενάγοντος και η μη πρόβλεψη του περιορισμού της άσκησης του δικαιώματος επικοινωνίας από την προσωρινή διαταγή που καθόρισε προσωρινά το δικαίωμα:
«Από την επισκόπηση των δικογράφων αυτών κατά το μέρος που αφορούν θέματα καταγραφής της εικόνας του δεν προκύπτει ότι υπήρχε γενική συναίνεση στη καταγραφή της επικοινωνίας του με το ανήλικο τέκνο του, ενώ σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι στην υπό κρίση περίπτωση υφίσταται μια σιωπηρή συναίνεση που αίρει τον άδικο χαρακτήρα της πράξης της καθώς ο ενάγων δεν είχε κάποιον συμφέρον να αποδεχθεί εκουσίως ένα τέτοιο περιορισμό της άσκησης του δικαιώματος επικοινωνίας δεδομένου ότι δεν είχε ορισθεί κάτι τέτοιο από την άνω προσωρινή διαταγή».
β. Η εγκατάσταση του συστήματος βιντεοεπιτήρησης σε χώρο ιδιοκτησίας τρίτου προσώπου:
«Επιπλέον το γεγονός ότι το σύστημα βιντεοεπιτήρησης υπήρχε σε χώρο ιδιοκτησίας τρίτου προσώπου που εξυπηρετούσε τις δικές του ανάγκες προστασίας και ασφάλειας δεν συνεπάγεται ότι η εν λόγω επέμβαση στην προσωπικότητα του ενάγοντος έγινε σε ενάσκηση δικαιώματος το οποίο κρίνεται ως μεγαλύτερης σπουδαιότητας. Και τούτο διότι πρόκειται για δύο διαφορετικής υφής δικαιώματα τα οποία κατ’ αρχήν δεν αλληλοσυγκρούονται».
γ. Η μη προβολή ισχυρισμών περί κακοποιητικής συμπεριφοράς του ενάγοντος ή περί εμπλοκής του σε εγκλήματα σε βάρος της ιδιοκτησίας:
«Στη προκειμένη περίπτωση μάλιστα σε κανένα δικόγραφο δε γίνεται λόγος για κακοποιητική συμπεριφορά του ενάγοντος έναντι του τέκνου του ενώ ούτε είχε κατηγορηθεί για εγκλήματα σε βάρος της ιδιοκτησίας ώστε να δικαιολογείται κατ’ εξαίρεση η βιντεοεπιτήρηση του ενάγοντος.»
Η καταγραφή της βιντεοκλήσης
Διαφορετική υπήρξε η κρίση του Εφετείου ως προς τον έτερο ισχυρισμό (και λόγο έφεσης) του ενάγοντος περί αδικαιολόγητου περιορισμού του δικαιώματός του στην επικοινωνία με το τέκνο του, όπως αυτός τελέστηκε με την καταγραφή της βιντεοκλήσης που πραγματοποίησε μέσω Skype.
Σύμφωνα με την αγωγή, η προσωρινή διαταγή του Προέδρου του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς με την οποία καθορίστηκε προσωρινά η άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας του ενάγοντος με το ανήλικο τέκνο του προέβλεψε, μεταξύ άλλων, και τη δυνατότητα επικοινωνίας μέσω Skype με βιντεοκλήση.
Κατά την άσκηση του δικαιώματος αυτού, η εναγόμενη πρώην σύζυγος προέβη σε καταγραφή της βιντεοκλήσης, χρησιμοποιώντας τη σχετική δυνατότητα που παρέχει η εφαρμογή, με τον ενάγοντα να ισχυρίζεται πως η ενέργειά της αυτή «προσέβαλε την προσωπικότητά του στην έκφανση της της αναφορικά με την ελεύθερη ανάπτυξη της και την τιμή του».
Στην περίπτωση αυτή, το Εφετείο συντάχθηκε με την πρωτόδικη απόφαση ως προς τη μη ύπαρξη προσβολής προσωπικότητας, διαφοροποιούμενο ως προς την αιτιολογία.
Όπως διαπιστώθηκε, από τα προσκομισθέντα αποδεικτικά μέσα «προέκυψε ότι πράγματι η πρώτη εναγόμενη κατά την επίμαχη βιντεοκλήση κατέγραψε το περιεχόμενο αυτής μέσω της σχετικής εφαρμογής, κάτι το οποίο αντιλήφθηκε ο ενάγων καθώς εμφανίστηκε στην οθόνη του ηλεκτρονικού υπολογιστή ένδειξη περί καταγραφής της συνομιλίας. Ωστόσο ο ενάγων, μολονότι αντιλήφθηκε την καταγραφή αυτή και το γνωστοποίησε στην πρώτη εναγόμενη δεν διέκοψε τη σύνδεση και εξακολούθησε να ασκεί το δικαίωμα επικοινωνίας».
Το δικαστήριο ανέφερε πως η εκκαλούμενη απόφαση δέχθηκε τη μη ύπαρξη παραβίασης του άρθρου 370Α ΠΚ, λόγω της ύπαρξης συναίνεσης στην καταγραφή της εικόνας του ενάγοντος, ως λόγου άρσης του αδίκου της πράξης, για να διαπιστώσει ακολούθως τα εξής:
«Να σημειωθεί ότι ο ενάγων – εκκαλών στον σχετικό έκτο λόγο της έφεσης δεν παραπονείται ειδικότερα για την κρίση της αυτής, πλην όμως ισχυρίζεται ότι σε κάθε περίπτωση η ενέργεια της αυτής συνιστά προσβλητική της προσωπικότητάς του περίπτωση. Ωστόσο η συμπεριφορά της πρώτης εναγομένης αλλά και ο τρόπος αντίδρασης του ενάγοντος αποτελούν σαφείς ενδείξεις της τεταμένης ατμόσφαιρας που επικρατούσε στους εν διαστάσει συζύγους κατά τους πρώτους μήνες της διάσπασης του εγγάμου βίου τους. Αναμφίβολα η ενέργεια αυτή της πρώτης εναγομένης είναι κατακριτέα, πλην όμως και η ήπια αντίδραση που επέδειξε ο ενάγων μετά τη γνώση της καταγραφής της επικοινωνίας του δεικνύει ότι η πράξη αυτή της εν διαστάσει τότε συζύγου του δεν ήταν ικανή να προσβάλλει την προσωπικότητά του, αφού ο ίδιος δεν την αξιολόγησε ως ιδιαίτερα σημαντική τη στιγμή εκείνη εν αντιθέσει με μελλοντικές πρακτικές της πρώτης εναγόμενης στις οποίες θα γίνει λόγος κατωτέρω (σσ. το δικαστήριο αναφέρεται στη χρήση του συστήματος βιντεοεπιτήρησης). Κατά συνέπεια η εκκαλουμένη απόφαση που απέρριψε τη σχετική αγωγική βάση δεν έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων πλην όμως πρέπει να συμπληρωθεί η αιτιολογία της κατά τα ανωτέρω αναφερόμενα, απορριπτομένου του έκτου λόγου της έφεσης ως αβάσιμου κατ’ ουσίαν».
Το πλήρες κείμενο της απόφασης είναι διαθέσιμο στον ιστότοπο του Εφετείου Πειραιώς