ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΜΗΜΑ 18ο ΤΡΙΜΕΛΕΣ
Αριθμός απόφασης: 1923/2024
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 14 Μαρτίου 2024, με δικαστές τους Άννα Ατσαλάκη, Πρόεδρο Εφετών Διοικητικών Δικαστηρίων, Αγλαΐα Θέμου-Δημητροπούλου και Κωνσταντίνο Υφαντή (Εισηγητή), Εφέτες Διοικητικών Δικαστηρίων και γραμματέα την Ανθούλα Γεωργακοπούλου, δικαστική υπάλληλο,
για να δικάσει Α) την από 12.7.2022 έφεση (υπ’αριθμ.καταχ. ……./2.11.2022) του Ελληνικού Δημοσίου, που εκπροσωπείται από τον Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος παραστάθηκε δια του Δικαστικού Πληρεξουσίου Α΄ του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Ν.Σ.Κ.) Κωνσταντίνου Τάτση, με την από 19.2.2024 έγγραφη δήλωση κατ’άρθρο 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ., όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο 24 παρ.4 του ν.4446/2016 (ΦΕΚ Α 240)
κ α τ ά τ ω ν: 1) Δ….. κατοίκου ….., οδός ……, αρ….. ……, 2) Α……., κατοίκου …….., …….. και 3) Κ……, κατοίκου ……., οδός ……, αρ……., ………., οι οποίοι παραστάθηκαν άπαντες διά του πληρεξουσίου δικηγόρου Πασχάλη Μόσχου, με την από 13.3.2024 έγγραφη δήλωση κατ’άρθρο 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ., όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο 24 παρ.4 του ν.4446/2016 (ΦΕΚ Α 240) και
Β) την από 28.2.2024 αντέφεση (υπ’αριθμ.καταχ……./29.2.2024) των: 1) Δ……., κατοίκου ……, οδός ….., αρ……., ……, 2) Α……., κατοίκου ……., ……. και 3) Κ……, κατοίκου ……., οδός ……., αρ……, ………….., οι οποίοι παραστάθηκαν άπαντες διά του πληρεξουσίου δικηγόρου Πασχάλη Μόσχου, με την από 13.3.2024 έγγραφη δήλωση κατ’άρθρο 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ., όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο 24 παρ.4 του ν.4446/2016 (ΦΕΚ Α 240)
κ α τ ά του του Ελληνικού Δημοσίου, που εκπροσωπείται από τον Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος δεν παραστάθηκε.
Με τις εν λόγω έφεση και αντέφεση ζητείται η εξαφάνιση ή μεταρρύθμιση, αντιστοίχως, της υπ’αριθμ. 6747/2022 οριστικής αποφάσεως του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών (Τμήμα 19ο).
Μετά τη συνεδρίαση το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη και
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε κατά τον Νόμο
1. Επειδή, με την κρινόμενη έφεση του Ελληνικού Δημοσίου, για την άσκηση της οποίας δεν απαιτείται, κατ’άρθρο 11 του κανονιστικού διατάγματος της 26ης Ιουνίου-10ης Ιουλίου 1944 «Περί Κώδικος των νόμων περί δικών του Δημοσίου», η καταβολή παραβόλου, ζητείται, παραδεκτώς, η εξαφάνιση της υπ’αριθμ. 6747/2022 οριστικής αποφάσεως του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών (Τμήμα 19ο). Με την ως άνω απόφαση, έγινε εν μέρει δεκτή η από ……. αγωγή των ήδη εφεσιβλήτων Δ……, Α…… και Κ…… και αναγνωρίσθηκε η υποχρέωση του εκκαλούντος να καταβάλει, νομιμοτόκως από 20.12.2016 και έως την εξόφληση, στην πρώτη το ποσό των 20.000 ευρώ και σε καθένα από τους δεύτερο και τρίτη το ποσό των 10.000 ευρώ. Τα ως άνω ποσά επιδικάσθηκαν ως χρηματική ικανοποίηση, κατ’άρθρα 105 ΕισΝ.Α.Κ. και 932 Α.Κ., λόγω ψυχικής οδύνης, που οι ανωτέρω υπέστησαν από τον θάνατο του συζύγου της πρώτης και πατρός των δευτέρου και τρίτης Δ……, οφειλόμενο, κατά ποσοστό 50%, σε παράνομη παράλειψη των οργάνων του Ελληνικού Δημοσίου να λάβουν τα ενδεδειγμένα μέτρα για την προστασία του θανόντος από την έκθεσή του στις ίνες του αμιάντου στο πλαίσιο της υπηρεσίας του στο πλοίο του Πολεμικού Ναυτικού (Π.Ν.) ……., κατά το χρονικό διάστημα από 6.8.1980 έως 1.8.1982 και για την ενημέρωσή του σχετικώς με τις δυσμενείς για την υγεία του συνέπειες της κατά τα ανωτέρω εκθέσεώς του.
2. Επειδή, εξάλλου, με την κρινόμενη αντέφεση των προαναφερόμενων εφεσιβλήτων, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ. σχετ. το υπ’αριθμ. ……. της 28.2.2024 e-παράβολο, τύπου …..), ζητείται, παραδεκτώς, η μεταρρύθμιση της ίδιας πρωτόδικης αποφάσεως, με σκοπό να γίνει δεκτή στο σύνολό της η αγωγή, επί της οποίας η απόφαση εκδόθηκε και να επιδικασθεί σε καθέναν από τους αντεκκαλούντες χρηματική ικανοποίηση ποσού 300.000 ευρώ. Οι ως άνω έφεση και αντέφεση έχουν ασκηθεί παραδεκτώς και πρέπει να εξεταστούν στην ουσία, συνεκδικαζόμενες, σύμφωνα με το άρθρο 125 του Κ.Διοικ.Δικ., ως στρεφόμενες κατά της ίδιας αποφάσεως.
3. Επειδή, ο Εισαγωγικός Νόμος του Αστικού Κώδικα (Εισ.Ν.Α.Κ.Π.Δ. 456/1984, ΦΕΚ Α 164), ορίζει, στο άρθρο 105, ότι: «Για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του Δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, το Δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτός αν η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά παράβαση διάταξης που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος. …».
4. Επειδή, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, ευθύνη προς αποζημίωση γεννάται όχι μόνον από την έκδοση μη νόμιμης εκτελεστής διοικητικής πράξεως ή από τη μη νόμιμη παράλειψη εκδόσεως τέτοιας πράξεως, αλλά και από μη νόμιμες υλικές ενέργειες των οργάνων του Δημοσίου ή από παραλείψεις οφειλόμενων νόμιμων υλικών ενεργειών αυτού, εφόσον οι υλικές αυτές ενέργειες ή παραλείψεις συνάπτονται με την οργάνωση και λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών. Εξάλλου, υπάρχει ευθύνη του Δημοσίου, τηρουμένων και των λοιπών προϋποθέσεων του νόμου, όχι μόνον όταν με πράξη ή παράλειψη οργάνου του παραβιάζεται συγκεκριμένη διάταξη νόμου, αλλά και όταν παραλείπονται τα ιδιαίτερα καθήκοντα και υποχρεώσεις που προσιδιάζουν στη συγκεκριμένη υπηρεσία και προσδιορίζονται από την κείμενη εν γένει νομοθεσία, τα διδάγματα της κοινής πείρας και τις αρχές της καλής πίστης (ΣτΕ 2604/2021, 1910/2020, 582/2020, 2473/2019, 1033/2019, 116/2019, 2271/2013, επταμ., 4133/2011, επταμ.). Ο κατά τα ανωτέρω παράνομος χαρακτήρας της ζημιογόνου πράξεως, παραλείψεως ή υλικής ενέργειας αρκεί για να στοιχειοθετηθεί η ευθύνη του Δημοσίου, χωρίς να απαιτείται και η διαπίστωση πταίσματος του οργάνου του (ΣτΕ 2604/2021, 1910/2020, 582/2020, 2473/2019, 1698-1700/2019, 2432-33/2018 κ.α.). Απαραίτητη, πάντως, προϋπόθεση για την επιδίκαση αποζημιώσεως είναι, μεταξύ άλλων, η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της παράνομης πράξεως ή παραλείψεως ή υλικής ενέργειας ή παραλείψεως υλικής ενέργειας του δημοσίου οργάνου και της ζημίας που επήλθε. Αιτιώδης δε σύνδεσμος υπάρχει όταν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, η πράξη ή η παράλειψη είναι επαρκώς ικανή (πρόσφορη) και μπορεί αντικειμενικά, κατά τη συνήθη και κανονική πορεία των πραγμάτων και χωρίς τη μεσολάβηση άλλου περιστατικού, να επιφέρει την ζημία στη συγκεκριμένη περίπτωση (ΣτΕ 2604/2021, 582/2020, 2473/2019, 1033/2019, 2432-33/2018, 15/2018, 710/2016 κ.ά.).
5. Επειδή, περαιτέρω, στο άρθρο 298 του Α.Κ. ορίζεται, ότι: «Η αποζημίωση περιλαμβάνει τη μείωση της υπάρχουσας περιουσίας του δανειστή (θετική ζημία), καθώς και το διαφυγόν κέρδος. ….» και στο άρθρο 932 εδ.α΄ και β΄ του ίδιου Κώδικα ότι: «Σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του. Σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου η χρηματική αυτή ικανοποίηση μπορεί να επιδικαστεί στην οικογένεια του θύματος λόγω ψυχικής οδύνης». Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, οι οποίες έχουν εφαρμογή και επί αγωγών αποζημίωσης των άρθρων 105 και 106 Εισ.Ν.Α.Κ. (ΣτΕ 2473/2019), ανεξάρτητα από την αποζημίωση για περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί, κατά το άρθρο 932 του Α.Κ., να επιδικάσει εύλογη, κατά την κρίση του, χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή, σε περίπτωση θανατώσεως προσώπου, λόγω ψυχικής οδύνης, δηλαδή χρηματική ικανοποίηση ανάλογη με τις περιστάσεις της συγκεκριμένης περιπτώσεως. Κατά τη θέσπιση της διατάξεως αυτής ο νομοθέτης έλαβε υπόψη τη συνταγματική αρχή της αναλογικότητoς (άρθρο 25 παρ.1 του Συντάγματος), εξειδικεύοντάς την σε ό,τι αφορά το ζήτημα του ύψους της χρηματικής ικανοποιήσεως. Ειδικότερα, με τη διάταξη αυτή, παρέχεται στο δικαστήριο της ουσίας η εξουσία, αφού εκτιμήσει τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης και με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και λογικής, να επιδικάσει χρηματική ικανοποίηση και να καθορίσει το εύλογο ποσό αυτής, αν κρίνει ότι επήλθε ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη (ΣτΕ 2604/2021, 2473/2019, 1033/2019, 483/2018, 15/2018).
6. Επειδή, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 2 παρ. 1, 4 παρ. 1, 5 παρ. 5 (όπως η παρ. 5 αυτού προσετέθη με το Ψήφισμα της 6ης Απριλίου 2001 της Ζ΄ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων), 7 παρ. 2, 21 παρ. 3 και 25 του Συντάγματος, όπως ισχύει μετά την αναθεώρηση με το Ψήφισμα της 6ης Απριλίου 2001 της Ζ΄ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων, προκύπτει ότι το δικαίωμα στην υγεία αναγνωρίζεται στο Σύνταγμα τόσο ως ατομικό όσο και ως κοινωνικό δικαίωμα. Ειδικότερα, ως ατομικό, το δικαίωμα στην υγεία περιλαμβάνει την προστασία της ατομικής υγείας και σωματικής και ψυχικής ακεραιότητας του ατόμου από προσβολές και διακινδυνεύσεις. Ως κοινωνικό, το δικαίωμα στην υγεία συνίσταται στην υποχρέωση του Κράτους προς παροχή στους πολίτες υπηρεσιών υγείας υψηλού επιπέδου και, γενικώς, στην υποχρέωσή του προς λήψη των αναγκαίων εκάστοτε θετικών μέτρων που αποβλέπουν στην προστασία της υγείας (ΣτΕ 1847/2016 Ολομ. σκ.8, 1187/2009 Ολομ., σκ. 5, 400/1986 Ολομ., 2362/2019), έτσι ώστε να διασφαλίζεται η δημόσια υγεία, υπό την έννοια της προλήψεως των νοσημάτων και της προαγωγής της υγείας των πολιτών, στους οποίους εξ άλλου παρέχεται δικαίωμα να απαιτήσουν από το Κράτος την πραγμάτωση της αντίστοιχης υποχρεώσεώς του (πρβλ. ΣτΕ 465-459/2023 Ολομ, 943/2020 Ολομ., 400/1986 Ολομ., 622/2021).
7. Επειδή, περαιτέρω, στο άρθρο 1 του από 14.3.1934 Διατάγματος (ΦΕΚ Α 112/22.3.1934) «Περί υγιεινής και ασφάλειας των εργατών και υπαλλήλων …», που ίσχυε κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο, οριζόταν ότι: «Οι βιομήχανοι, βιοτέχναι, έμποροι και παντός είδους επιχειρηματίαι και εργοδόται, διευθυνταί ή διαχειρισταί εταιρικών επιχειρήσεων ναυπηγείων, χημικών εργαστηρίων, αποθηκών εργασιών φορτώσεως, υπαιθρίων εργασιών κατασκευής και επισκευής οιωνδήποτε έργων, θεάτρων και εγκαταστάσεων παντός είδους δημοσίων θεαμάτων, γραφείων δημοσίων και ιδιωτικών, υποχρεούνται να διευθετώσι και διατηρώσι τα εργοστάσια και εργαστήρια, καταστήματα και πάντας τους τόπους εργασίας αυτών, ως και τα εν αυτοίς μηχανήματα, εργαλεία και εξαρτήματα αυτών, εις τρόπον εξασφαλίζοντα τους παρ’ αυτοίς εργαζομένους και τους περιοίκους κατά κινδύνου της ζωής, της υγείας και της σωματικής ακεραιότητος αυτών, τηρουμένων των εις τα εφεξής άρθρα διατάξεων υγιεινής και ασφαλείας των εργατών», στο άρθρο 35, ότι: «Αι εργασίαι αι παράγουσαι κονιορτόν οιασδήποτε φύσεως, δέον να εκτελώνται, εις πάσας τας περιπτώσεις καθ’ ας τούτο είναι δυνατόν, εντός κλειστών μηχανημάτων φερόντων απορροφητικούς αγωγούς. Οσάκις δεν είναι δυνατή η χρησιμοποίησις τοιούτων μηχανημάτων δέον να λαμβάνωνται μέτρα κατάλληλα ώστε ο κονιορτός να συλλαμβάνηται καθ’ ον χρόνον σχηματίζεται και όσον το δυνατόν πλησιέστερον προς την εστίαν της παραγωγής, δι’ απορροφητικών συσκευών. Συνιστάται όπως η απορρόφησις αύτη εκτελήται εκ των κάτω προς τα άνω, ο δε συλλαμβανόμενος ούτω κονιορτός συλλέγηται εντός κονιοθαλάμων και απομακρύνηται χωρίς να διαχύνηται εντός των τόπων εργασίας …» και στο άρθρο 39, ότι: «Άπαξ της εβδομάδος τουλάχιστον εις τους τόπους εργασίας δέον να γίνεται γενικός καθαρισμός και τακτοποίησις των εν αυτοίς αντικειμένων. Η κόνις θα αφαιρήται εκ των τοίχων, οροφών, πλαισίων των παραθύρων, υαλοπινάκων, συσκευών θερμάνσεως κλπ. Εν η περιπτώσει η κόνις είναι δηλητηριώδης ή νοσηρά ο καθαρισμός αυτής γίνεται δια πλύσεως ή τη βοηθεία αναρροφητήρων». Περαιτέρω, στο άρθρο 144 του ίδιου νομοθετήματος οριζόταν ότι: «Δια τας εργασίας τας εκτελουμένας εντός διαμερισμάτων όπου δύνανται να εισδύσωσιν αέρια, κόνεις και ατμοί επιβλαβείς δια την υγείαν, θα δίδωνται εις τους εργάτας ειδικαί προστατευτικαί συσκευαί (αναπνευστικά προσωπεία, αντισφυκτικά κράνη κλπ.), στο άρθρο 145, ότι: «Κατά την εκτέλεσιν εργασιών, καθ` ας παράγονται κονιορτοί δυνάμενοι να προκαλέσωσι μόλυνσιν ή να επιδράσουν επισφαλώς επί της υγείας, δέον να παρέχωνται εις τους εργάτας ενδεδειγμένα υγρά, προς πλύσιν του στόματος και της ρινός» και, τέλος, στο άρθρο 150, ότι: «Οι Επιθεωρηταί εργασίας δύνανται να επιβάλλωσι την εις εμφανές μέρος εκάστου τόπου εργασίας ανάρτησιν πινακίδων περιεχουσών διατάξεις του παρόντος διατάγματος ως και οδηγίας προς προφύλαξιν των εργατών από ενδημικών, μιασματικών ή άλλων προερχομένων εκ της φύσεως εκάστης εργασίας νόσων …».
8. Επειδή, περαιτέρω, το Ψήφισμα του Συμβουλίου της ΕΟΚ της 29.6.1978 «περί προγράμματος δράσεως των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων όσον αφορά την ασφάλεια και την υγεία στον τόπο εργασίας» (C-165/11.7.1978) προέβλεπε τα εξής: «ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ … Εκφράζει την πολιτική θέληση να λάβει ανάλογα με το επείγον και τις υφιστάμενες δυνατότητες τόσο επί εθνικού όσο και επί κοινοτικού επιπέδου τα απαραίτητα μέτρα, ώστε από τούδε μέχρι τέλους του 1982 να πραγματοποιηθούν ιδιαίτερα οι ακόλουθες ενέργειες: 1. … 4. Ανάπτυξη προληπτικής δράσεως και προστασίας σε ό,τι αφορά τις ουσίες, των οποίων ο καρκινογόνος χαρακτήρας είναι γνωστός, δια καθορισμού ορίων εκθέσεως, τρόπων δειγματοληψίας και μεθόδων καταμετρήσεως καθώς και ικανοποιητικών όρων υγιεινής στον τόπο εργασίας και, σε περίπτωση ανάγκης, απαγορεύσεων. 5. Καθιέρωση έναντι ορισμένων ιδιαιτέρων τοξικών ουσιών όπως ο αμίαντος … των ορίων εκθέσεως, των τιμών-ορίων των ανθρωποβιολογικών δεικτών, των τρόπων δειγματοληψίας και των μεθόδων καταμετρήσεως καθώς και ικανοποιητικών όρων υγιεινής στον τόπο εργασίας. 6. … 7. Καθιέρωση πληροφοριακών δελτίων επί των κινδύνων και πρακτικών οδηγών χειρισμού σε ό,τι αφορά ορισμένο αριθμό επικινδύνων ουσιών, όπως … ο αμίαντος … 8. …». Εξάλλου, με την Οδηγία 80/1107/ΕΟΚ «περί προστασίας των εργαζομένων από τους κινδύνους που παρουσιάζονται συνεπεία εκθέσεώς τους, κατά τη διάρκεια της εργασίας, σε χημικά φυσικά ή βιολογικά μέσα», η οποία είχε ως αντικείμενο την προστασία των εργαζομένων έναντι των κινδύνων για την υγεία και την ασφάλειά τους, περιλαμβανομένης της πρόληψης των κινδύνων αυτών, στους οποίους είναι εκτεθειμένοι ή είναι ενδεχόμενο να εκτεθούν κατά τη διάρκεια της εργασίας τους συνεπεία έκθεσης σε χημικά, φυσικά ή βιολογικά μέσα που θεωρούνται βλαβερά (άρθρο 1) προβλέφθηκαν διάφορα μέτρα, μεταξύ των οποίων και ατομικά προστατευτικά μέτρα, όταν η έκθεση δεν είναι δυνατό να αποφευχθεί λογικά με άλλους τρόπους (άρθρο 4 περ. 7), αλλά και περισσότερα μέτρα (ιατρική επιθεώρηση, πρόσβαση σε εξετάσεις, πληροφόρηση των εργαζομένων περί της υπέρβασης οριακών τιμών κ.λπ., πρόσβαση σε κατάλληλη πληροφόρηση ικανή να βελτιώσει τη γνώση των κινδύνων στους οποίους είναι εκτεθειμένοι) (άρθρο 5), ειδικώς για την έκθεση σε ένα από τα αναφερόμενα στο Παράρτημα Ι της ιδίας Οδηγίας μέσα, ήτοι στον αμίαντο. Ακολούθως, στο προοίμιο της Οδηγίας 83/477/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 19ης Σεπτεμβρίου 1983 (L 263) για την προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους που οφείλονται στην έκθεσή τους στον αμίαντο κατά τη διάρκεια της εργασίας (δεύτερη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 8 της οδηγίας 80/1107/ΕΟΚ) αναφέρεται ότι: «το ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ … Εκτιμώντας: ότι ο αμίαντος είναι τοξικός παράγων, που βρίσκεται σε μεγάλο αριθμό καταστάσεων εργασίας και ότι, συνεπώς, πολλοί εργαζόμενοι είναι εκτεθειμένοι σε ενδεχόμενο κίνδυνο της υγείας τους· ότι ο κροκιδόλιθος θεωρείται σαν ένα είδος αμιάντου ιδιαιτέρως επικίνδυνου· ότι οι επιστημονικές γνώσεις που είναι σήμερα διαθέσιμες δεν επιτρέπουν τον ορισμό επιπέδου κάτω από το οποίο οι κίνδυνοι για την υγεία δεν θα υπάρχουν πια, αλλά ελαττώνοντας την έκθεση στον αμίαντο θα ελαττωθεί ο κίνδυνος πρόκλησης ασθενειών που σχετίζονται με τον αμίαντο …». Περαιτέρω, στο άρθρο 2 της Οδηγίας αυτής, ορίζεται ότι: 1. … 2. Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται: στη θαλάσσια ναυσιπλοΐα, …., ενώ στο άρθρο 3 της ιδίας Οδηγίας ορίζεται ότι: «1. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις δραστηριότητες κατά τις οποίες οι εργαζόμενοι εκτίθενται ή μπορεί να εκτεθούν κατά την εργασία τους στη σκόνη που προέρχεται από τον αμίαντο ή από υλικά που περιέχουν αμίαντο. 2. Για κάθε δραστηριότητα που μπορεί να παρουσιάσει κίνδυνο έκθεσης στη σκόνη που προέρχεται από τον αμίαντο ή από υλικά που περιέχουν αμίαντο, ο κίνδυνος αυτός πρέπει να εκτιμάται με τρόπο που θα επιτρέπει να προσδιοριστεί η φύση και ο βαθμός της έκθεσης των εργαζομένων στη σκόνη που προέρχεται από τον αμίαντο ή από υλικά που περιέχουν αμίαντο. 3. …», στο άρθρο 6 ότι: «Για κάθε δραστηριότητα που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1, η έκθεση των εργαζομένων στη σκόνη που προέρχεται από τον αμίαντο ή από υλικά που περιέχουν αμίαντο στο χώρο εργασίας πρέπει να ελαττωθεί στο χαμηλότερο επίπεδο που είναι εύλογα δυνατό, οπωσδήποτε δε σε επίπεδο κατώτερο από τις οριακές τιμές που ορίζονται στο άρθρο 8, ιδίως με τη λήψη των ακόλουθων μέτρων, όταν τούτο κρίνεται κατάλληλο: 1. Η ποσότητα αμιάντου που χρησιμοποιείται σε κάθε περίπτωση πρέπει να περιορίζεται στην ελάχιστη εύλογα δυνατή ποσότητα. 2. Ο αριθμός των εργαζομένων, που εκτίθενται ή είναι δυνατό να εκτεθούν στη σκόνη που προέρχεται από τον αμίαντο ή από υλικά που περιέχουν αμίαντο, πρέπει να περιορίζεται στο μικρότερο δυνατό. 3. Κατ’ αρχήν πρέπει να επινοούνται διαδικασίες εργασίας κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μην απελευθερώνεται σκόνη αμιάντου στην ατμόσφαιρα. Αν αυτό δεν είναι εύλογα δυνατό να επιτευχθεί, η σκόνη πρέπει να εξαλείφεται όσο το δυνατό πλησιέστερα στο σημείο εκπομπής της. 4. Όλα τα κτίρια ή/και οι εγκαταστάσεις και εξοπλισμοί που χρησιμεύουν για τη μεταποίηση ή την επεξεργασία του αμιάντου πρέπει να μπορούν να καθαρίζονται και να συντηρούνται αποτελεσματικά και τακτικά. 5. Ο ακατέργαστος αμίαντος πρέπει να αποθηκεύεται και να μεταφέρεται σε κατάλληλες κλειστές συσκευασίες. 6. Τα απόβλητα των εργασιών πρέπει να συλλέγονται και να απομακρύνονται από το χώρο εργασίας το συντομότερο δυνατό μέσα σε κατάλληλες κλειστές συσκευασίες οι οποίες να φέρουν ειδική ετικέτα που να αναφέρει ότι περιέχουν αμίαντο. … και στο άρθρο 7 ότι: «… 1. Για να εξασφαλίζεται η τήρηση των οριακών τιμών που ορίζονται στο άρθρο 8, η μέτρηση της περιεκτικότητας του αέρα σε αμίαντο στο χώρο της εργασίας πραγματοποιείται σύμφωνα με τη μέθοδο αναφοράς που περιγράφεται στο παράρτημα I ή κάθε άλλη μέθοδο που δίνει ισοδύναμα αποτελέσματα. Η μέτρηση αυτή πρέπει να προγραμματίζεται και να πραγματοποιείται τακτικά και η δειγματοληψία πρέπει να είναι αντιπροσωπευτική όσον αφορά την προσωπική έκθεση του εργαζόμενου στη σκόνη που προέρχεται από αμίαντο ή από υλικά που περιέχουν αμίαντο. …». Περαιτέρω, στο άρθρο 12 της ιδίας Οδηγίας ορίζεται ότι: «1. Πριν αρχίσουν οι εργασίες για την κατεδάφιση ή για την απομάκρυνση του αμιάντου ή/και υλικών που περιέχουν αμίαντο από κτίρια, κατασκευές, συσκευές και εγκαταστάσεις, καθώς και από πλοία, καταρτίζεται σχέδιο εργασίας. 2. Το σχέδιο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρέπει να προβλέπει τα απαραίτητα μέτρα για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων στον χώρο εργασίας. Το σχέδιο πρέπει ιδίως να προβλέπει: ότι ο αμίαντος ή/και τα υλικά που περιέχουν αμίαντο θα απομακρύνονται στο μέτρο που είναι λογικό πριν από την εφαρμογή των τεχνικών κατεδάφισης, ότι θα χορηγείται ο ατομικός εξοπλισμός προστασίας που αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 1 σημείο α) εφόσον είναι αναγκαίο» και στο άρθρο 14 ότι: «1. Για κάθε δραστηριότητα που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα ώστε, τόσο οι εργαζόμενοι όσο και οι εκπρόσωποί τους στην επιχείρηση ή την εγκατάσταση, να πληροφορούνται ικανοποιητικά: τους πιθανούς κινδύνους για την υγεία που συνεπάγεται η έκθεση στη σκόνη που προέρχεται από τον αμίαντο ή από υλικά που περιέχουν αμίαντο, την ύπαρξη κανονιστικών οριακών τιμών και την ανάγκη για έλεγχο της ατμόσφαιρας, τις επιταγές των μέτρων υγιεινής, στις οποίες περιλαμβάνεται και η απαγόρευση του καπνίσματος, τις προφυλάξεις που πρέπει να λαμβάνονται όσον αφορά τη χρήση προστατευτικού εξοπλισμού και ενδυμάτων, τις ειδικές προφυλάξεις που αποσκοπούν στην ελαχιστοποίηση της έκθεσης στον αμίαντο. 2. …». Στο δε Παράρτημα ΙΙ της εν λόγω Οδηγίας επισημαίνεται ότι: «… 1. Σύμφωνα με τις σημερινές γνώσεις μας, η έκθεση σε ίνες αμιάντου μπορεί να προκαλέσει τις ακόλουθες παθήσεις: αμιάντωση, μεσοθηλίωμα, καρκίνο του πνεύμονα, γαστρεντερικό καρκίνωμα. 2. …».
9. Επειδή, στη συνέχεια, το π.δ. 190 της 15/15.5.1984 «Υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων σε ναυπηγικές εργασίες» (ΦΕΚ Α 64), όρισε, στο άρθρο 2, ότι: «1. Βλαβεροί παράγοντες του εργασιακού περιβάλλοντος, όπως σκόνη, ίνες, καπνός, αέρια και ατμοί πρέπει να γίνονται κατά το δυνατό ακίνδυνοι στο σημείο δημιουργίας τους ή κοντά σ’ αυτό με απαγωγή, δέσμευση, καταστολή ή άλλες αποτελεσματικές μεθόδους. 2. ΄Οπου τούτο είναι αναγκαίο για την πρόληψη κινδύνου, η ατμόσφαιρα του χώρου εργασίας πρέπει να ελέγχεται από αρμόδιο πρόσωπο, οριζόμενο από την επιχείρηση, σε τακτικά χρονικά διαστήματα, για τον προσδιορισμό των εν λόγω βλαβερών παραγόντων. … 3. Σε περίπτωση που οι πιο πάνω ρυπαντές δεν είναι δυνατό να γίνουν ακίνδυνοι, πρέπει όσοι απασχολούνται σε τέτοιο περιβάλλον να χρησιμοποιούν κατάλληλες προστατευτικές αναπνευστικές συσκευές. 4. … 5. Σε περίπτωση απασχόλησης εργαζομένων σε κλειστό χώρο, που μπορεί να αποδειχτεί επικίνδυνη, πρέπει: α) Να υπάρχουν έτοιμες για διάθεση και χρήση στο πλοίο δύο πλήρεις, κατάλληλες αναπνευστικές συσκευές, β) …» και στο άρθρο 9, ότι : «1. … 5. Οι εργαζόμενοι που εκτίθενται σε τοξικές ή ερεθιστικές ουσίες, πρέπει να εφοδιάζονται επιπλέον της συνηθισμένης στολής εργασίας, με την κατάλληλη προστατευτική ενδυμασία και τον απαραίτητο εξοπλισμό για την αποφυγή κάθε εργασιακού κινδύνου. Οι εν λόγω εργαζόμενοι και ιδιαίτερα οι νέοι πρέπει να ενημερώνονται επαρκώς σχετικά με τις απαραίτητες προφυλάξεις για κάθε είδους εργασία». Περαιτέρω, ο ν. 1568/1985 «Υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων» (ΦΕΚ Α 177) ορίζει, στο άρθρο 1, ότι: «1. Έκταση εφαρμογής. 1. Οι διατάξεις του νόμου αυτού εφαρμόζονται, εφόσον δεν ορίζεται αλλιώς, σε όλες τις επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις και εργασίες του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, όπως ο τελευταίος αυτός καθορίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982 (ΦΕΚ 65), εκτός από τα εδάφια α΄ και β΄. … 3. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Εργασίας και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού, ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας, που προβλέπεται στο άρθρο 15 του νόμου αυτού, μπορεί να επεκτείνεται η εφαρμογή του νόμου αυτού, ολικά ή μερικά, και στις επιχειρήσεις της προηγούμενης παραγράφου, καθώς και στο Δημόσιο και στα νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου. …», στο άρθρο 24, ότι: … 1. “Παράγοντας” κάθε φυσικός, χημικός και βιολογικός παράγοντας, που ενυπάρχει κατά την εργασία και είναι δυνατό να είναι επιβλαβής για την υγεία των εργαζομένων ή επικίνδυνος από άλλη άποψη, ανεξάρτητα από τη φυσική του κατάσταση. 2. …», στο άρθρο 25, ότι: «1. Ο εργοδότης οφείλει να γνωρίζει τους κινδύνους τους οποίους συνεπάγονται για την υγεία των εργαζομένων παράγοντες που χρησιμοποιούνται ή δημιουργούνται στους τόπους εργασίας και, προκειμένου να συμμορφωθεί με τις παραπάνω απαιτήσεις, δικαιούται να ζητά από τον παρασκευαστή, εισαγωγέα ή προμηθευτή των παραγόντων αυτών πληροφορίες τόσο για τους κινδύνους που συνεπάγονται για την υγεία των εργαζομένων όσο και για τις μεθόδους ασφαλούς χρήσης τους. 2. …» και στο άρθρο 26, ότι: «1. Ο εργοδότης οφείλει να παίρνει μέτρα, ώστε να αποφεύγεται ή να ελαχιστοποιείται η έκθεση των εργαζομένων σε παράγοντες, όσο είναι πρακτικά δυνατό. Σε κάθε περίπτωση το επίπεδο έκθεσης πρέπει να είναι κατώτερο από εκείνο που ορίζει η “οριακή τιμή έκθεσης”. 2. Ο εργοδότης, για να συμμορφωθεί με τις διατάξεις της παραγράφου 1, υποχρεούται να παίρνει κατά σειρά τα πιο κάτω μέτρα: α) να αντικαθιστά, όσο είναι πρακτικά δυνατό, τους παράγοντες που είναι επιβλαβείς για την υγεία των εργαζομένων ή επικίνδυνοι με άλλους αβλαβείς ή λιγότερο επιβλαβείς, … β) … δ) να παρέχει μέτρα και μέσα ατομικής προστασίας στους εργαζομένους, όταν δεν είναι πρακτικά δυνατό να αποφευχθεί η επιβλαβής έκθεσή τους με τους τρόπους, που αναφέρονται στην παράγραφο αυτή». Η εφαρμογή των διατάξεων του ανωτέρω νόμου επεκτάθηκε και στο Δημόσιο δυνάμει του άρθρου 1 της 88555/3293/1988 κοινής απόφασης των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Εσωτερικών, Οικονομικών και Εργασίας «Υγιεινή και ασφάλεια του προσωπικού του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α.» (ΦΕΚ Β 721/4.10.1988), που κυρώθηκε από τότε που εκδόθηκε με το άρθρο 39 του ν. 1836/1989 (ΦΕΚ Α 79), στο δε άρθρο 2 της ανωτέρω ΚΥΑ ορίσθηκε ότι: «Όπου στο Ν. 1568/1985 αναφέρεται ο όρος «επιχείρηση» ή «εργοδότης» νοείται για την εφαρμογή του παρόντος «Υπουργείο, Περιφέρεια, Νομαρχία η άλλη αυτοτελής ή αποκεντρωμένη Δημόσια Υπηρεσία, Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου ή Οργανισμός Τοπικής Αυτοδιοίκησης». Επιπλέον, το π.δ. 70α/1988 «Προστασία των εργαζομένων που εκτίθενται σε αμίαντο κατά την εργασία» (Α΄ 31), [το οποίο ενσωμάτωσε στην ελληνική έννομη τάξη την ως άνω Οδηγία 83/477/ΕΟΚ (της 19.9.1983)], όπως ίσχυε πριν από την αντικατάστασή του από το π.δ. 175/1997 και την κατάργησή του, στη συνέχεια, με το π.δ. 212/2006, όριζε, στο άρθρο 1, ότι: «1. Το παρόν Π.Δ/γμα εφαρμόζεται σε επιχειρήσεις και εκμεταλλεύσεις ή τμήματά τους του άρθρου 1 του νόμου 1568/85 “Υγιεινή και Ασφάλεια των Εργαζομένων”, στις οποίες διενεργούνται εργασίες κατά τη διάρκεια των οποίων οι εργαζόμενοι εκτίθενται ή ενδέχεται να εκτεθούν σε αμίαντο. …», στο άρθρο 2, ότι: «1. Οι εργοδότες των επιχειρήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 1, έχουν την υποχρέωση να προβούν στις πιο κάτω ενέργειες: μετρήσεις του αμίαντου στον αέρα του χώρου εργασίας (έλεγχος περιβάλλοντος), τήρηση γενικών μέτρων πρόληψης (τεχνικών και οργανωτικών), γενική ενημέρωση των εργαζομένων. …», στο άρθρο 4, ότι: : «Ο εργοδότης οφείλει να παίρνει όλα τα απαραίτητα οργανωτικά και τεχνικά μέτρα, ώστε να αποφεύγεται ή να ελαχιστοποιείται ή έκθεση των εργαζομένων σε αμίαντο, όσο είναι πρακτικά δυνατόν. Σε κάθε περίπτωση η έκθεση πρέπει να διατηρείται σε επίπεδο κατώτερο εκείνου, που ορίζεται από τις οριακές τιμές έκθεσης του άρθρου 12 του παρόντος, με τη λήψη των κατάλληλων κάθε φορά προληπτικών μέτρων…» και στο άρθρο 5, ότι: «Σε κάθε δραστηριότητα του άρθρου 1, ο εργοδότης πρέπει να λαμβάνει όλα τα μέτρα, ώστε οι εργαζόμενοι στην επιχείρηση να πληροφορούνται κατά την πρόσληψή τους και στη συνέχεια σε τακτικά χρονικά διαστήματα γραπτά και προφορικά: α) τους πιθανούς κινδύνους για την υγεία από την έκθεση σε αμίαντο, β) τα μέτρα υγιεινής που πρέπει να τηρούνται στα οποία περιλαμβάνεται και αποχή από το κάπνισμα, γ) τις προφυλάξεις που πρέπει να λαμβάνονται όσον αφορά τη χρήση κατάλληλου ατομικού προστατευτικού εξοπλισμού και ενδυμάτων, δ) τα οργανωτικά, τεχνικά ή άλλα μέτρα που λήφθηκαν και αποσκοπούν στην ελαχιστοποίηση της έκθεσης σε αμίαντο, …». Στο δε παράρτημα ΙΙ του ιδίου π.δ/τος οριζόταν ότι: «1. Σύμφωνα με τις σημερινές γνώσεις μας η έκθεση σε ίνες αμιάντου μπορεί να προκαλέσει τις ακόλουθες παθήσεις: αμιάντωση – μεσοθηλίωμα καρκίνο του πνεύμονα καρκίνο του γαστρεντερικού συστήματος. …». Ακολούθως, με το άρθρο 1 του π.δ/τος 157/1992 «Επέκταση των διατάξεων των Προεδρικών Διαταγμάτων και Υπουργικών Αποφάσεων που εκδόθηκαν με τις εξουσιοδοτήσεις του Ν. 1568/85 “Υγιεινή και Ασφάλεια των εργαζομένων (177/Α) στο Δημόσιο ΝΠΔΔ και ΟΤΑ”» (ΦΕΚ Α 73) η εφαρμογή των διατάξεων του π.δ. 70α/1988 επεκτάθηκε και στο Δημόσιο. Εν συνεχεία, με το άρθρο 2 του π.δ/τος 175/1997 «Τροποποίηση π.δ. 70α/88 “Προστασία των εργαζομένων που εκτίθενται στον αμίαντο κατά την εργασία” (31/Α) σε συμμόρφωση με την οδηγία 91/382/ΕΟΚ» (ΦΕΚ Α 150), αντικαταστάθηκε το άρθρο 1 του π.δ. 70α/88 ως εξής: «1. Το παρόν προεδρικό διάταγμα έχει ως αντικείμενο την προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους για την υγεία και την ασφάλειά τους περιλαμβανομένης και της πρόληψης των κινδύνων αυτών που προέρχονται ή μπορούν να προέλθουν από την έκθεση, κατά την διάρκεια της εργασίας στον αμίαντο. Οι διατάξεις του εφαρμόζονται επιπλέον των γενικών διατάξεων για την υγιεινή και την ασφάλεια της εργασίας που ισχύουν κάθε φορά. 2. Οι διατάξεις του παρόντος διατάγματος εφαρμόζονται σε όλες τις επιχειρήσεις, εγκαταστάσεις, εκμεταλλεύσεις και εργασίες του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα (βιομηχανικές, γεωργικές, εμπορικές, διοικητικές, εκπαιδευτικές, πολιτιστικές δραστηριότητες, δραστηριότητες παροχής υπηρεσιών, αναψυχής κ.λπ.). 3. Για την εφαρμογή του παρόντος διατάγματος στο Δημόσιο, τα ΝΠΔΔ και ΟΤΑ ισχύουν και οι ιδιαίτερες ρυθμίσεις της ΚΥΑ 88555/3293/88 … 4. Οι διατάξεις του παρόντος διατάγματος δεν εφαρμόζονται στο ένστολο προσωπικό των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας και στο οικιακό υπηρετικό προσωπικό. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να εξασφαλίζεται, όσο αυτό είναι δυνατόν, η ασφάλεια και η υγεία του ως άνω προσωπικού, εν όψει των στόχων του παρόντος. 5. …». Τέλος, στο άρθρο 9 του ν. 3144/2003, με τίτλο «Κοινωνικός διάλογος για την προώθηση της απασχόλησης και την κοινωνική προστασία και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α 111), ορίζεται ότι: «1. … 4. Οι διατάξεις του ν.1568/1985 και των κατ’ εξουσιοδότησή του προεδρικών διαταγμάτων ως και το άρθρο 39 του ν.1836/1989 για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων εφαρμόζονται και στο ένστολο προσωπικό των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας με εξαίρεση ορισμένες δραστηριότητες του προσωπικού αυτού που παρουσιάζουν εγγενείς ιδιαιτερότητες. Στην περίπτωση αυτή: α) για το ένστολο προσωπικό των ενόπλων δυνάμεων θα πρέπει να εξασφαλίζεται κατά το δυνατόν η υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων στα πλαίσια των προαναφερόμενων διατάξεων και β) ….».
10. Επειδή, κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων, και με σκοπό την προστασία της επαγγελματικής υγείας των εργαζομένων, που αποτελεί αναπαλλοτρίωτο έννομο αγαθό, καθιερώνεται η θετική υποχρέωση του εργοδότη για τη λήψη των, καθοριζόμενων με αυτές, μέτρων υγιεινής, ασφάλειας και προστασίας των εργαζομένων, που πρέπει να λαμβάνονται στους χώρους εργασίας, για την αποτροπή του επαγγελματικού κινδύνου λόγω εκθέσεως σε επικίνδυνες ουσίες ή άλλες επιβλαβείς συνθήκες κατά την εκτέλεση των εργασιακών τους καθηκόντων. Το σύνολο των ως άνω προστατευτικών διατάξεων, υπό την έννοια της επιτεύξεως του γενικού στόχου προστασίας της ασφάλειας και υγείας του ένστολου προσωπικού, ισχύει και εφαρμόζεται, αναλόγως, και στην περίπτωση των υπηρετούντων στις ένοπλες δυνάμεις της χώρας, ανεξαρτήτως του ότι αυτοί τελούν, γενικώς, σε ειδική σχέση εξουσιάσεως με το Κράτος, και, επιπλέον, ανεξαρτήτως του εάν, κατά τον κρίσιμο χρόνο εκτελέσεως των υπηρεσιακών τους καθηκόντων, οι ως άνω προστατευτικού χαρακτήρα διατάξεις των άρθρων 35, 39, 144, 145 και 150 του από 14.3.1934 π.δ. δεν καταλάμβαναν ρητώς την δική τους περίπτωση. Και τούτο διότι, η μη ρητή πρόβλεψη υποχρεώσεως του Κράτους, για τη λήψη των ως άνω θετικών μέτρων προστασίας των υπηρετούντων στις ένοπλες δυνάμεις από την έκθεσή τους σε επιβλαβείς ουσίες ή άλλους συναφείς κινδύνους δεν θα μπορούσε να συνιστά λόγο απαλλαγής αυτού από την υποχρέωση λήψεως τέτοιων μέτρων, χωρίς, ταυτόχρονα, με τον τρόπο αυτό να πλήττεται ανεπανόρθωτα η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, που η έννομη τάξη αναγορεύει σε θεμελιώδη κανόνα δικαίου, καθώς και η αρχή της ισότητας. Εξάλλου, σε κάθε περίπτωση, η ως άνω μη ρητή πρόβλεψη υποχρεώσεως λήψεως των σχετικών μέτρων έχει απλώς την έννοια ότι η λήψη τους πρέπει να γίνεται με τρόπο που να μην αναιρεί την επιχειρησιακή ετοιμότητα των ενόπλων δυνάμεων. Επομένως, σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις, ο εκάστοτε διοικητής των στρατιωτικών μονάδων υπεισέρχεται στις υποχρεώσεις του εργοδότη μιας επιχειρήσεως και οφείλει να λαμβάνει όλα τα προβλεπόμενα μέτρα προστασίας (μείωση της εκθέσεως σε επιβλαβείς παράγοντες, ενημέρωση και εκπαίδευση, μέτρα υγιεινής και ατομικής προστασίας, επίβλεψη) για την υγεία και την ασφάλεια του ένστολου προσωπικού, το οποίο, ακολούθως, υπεισέρχεται στη θέση των εργαζομένων μιας επιχειρήσεως. Ως δε δραστηριότητες με εγγενείς ιδιαιτερότητες, που εξαιρούνται από την, κατ’ επέκταση, εφαρμογή των διατάξεων της νομοθεσίας για την υγιεινή και ασφάλεια στις επιχειρήσεις, πρέπει να θεωρηθούν μόνο εκείνες που σχετίζονται με αμιγώς στρατιωτικής φύσεως επιχειρήσεις ή εκπαίδευση (πχ. ρίψη βολών στα πλαίσια στρατιωτικών ασκήσεων) (πρβλ. ΣτΕ Ολ. 431/2018, βλ. Δ.Εφ.Θεσ. 107/2020, Δ.Εφ.Αθ. 158/2017). Περαιτέρω, ενόψει της προβλεπόμενης από τις διατάξεις του άρθρου 288 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (πρώην αρ. 249 της ΣΕΚ) δεσμευτικότητας των Οδηγιών, το Ελληνικό Δημόσιο υποχρεούτο τουλάχιστον από το 1981 (έτος ένταξης της χώρας μας στην ΕΟΚ), να λάβει τα απαραίτητα μέτρα ώστε να επιτευχθούν οι προβλεπόμενοι από την Οδηγία 80/1107/ΕΟΚ στόχοι, όσον αφορούσαν στον αμίαντο (αναφερόμενο στο Παράρτημα Ι της Οδηγίας αυτής), ως βλαβερό μέσο, ακόμη και εάν τα προβλεπόμενα στην Οδηγία 83/477/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 19ης Σεπτεμβρίου 1983 (L 263) για την προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους που οφείλονται στην έκθεσή τους στον αμίαντο κατά τη διάρκεια της εργασίας τους, δεν εφαρμόζονταν στη θαλάσσια ναυσιπλοΐα. Διαφορετικά και εφόσον υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παραβάσεως του κράτους μέλους και της βλάβης που υπέστη ο ζημιωθείς, γεννάται υποχρέωση αποζημιώσεώς του από αυτό [σχετ. C-6/90 και C-9/90, Francovich κ.λπ., C-91/92 Paola Faccini Dori κατά Recreb Srl, σκέψη 27, σκέψεις διατυπωμένες στις προτάσεις της Γεν. Εισαγγελέως στην υπόθεση C-413/2015 Elaine Farrell κατά Alan Whitty Minister for the Environment Ιρλανδίας και Attorney General Motor Insurers’ Bureau of Ireland (MIBI) με σχετ. Νομολογία].
11. Επειδή, εν προκειμένω, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Ο Δ….., σύζυγος της πρώτης των ήδη εφεσιβλήτων-αντεκκαλούντων και πατέρας των λοιπών, γεννηθείς το 1945, κατετάγη στο Πολεμικό Ναυτικό τον Σεπτέμβριο του έτους 1959 και εισήχθη ως ναυτόπαις στη Σχολή Ναυτοπαίδων. Αποφοίτησε το έτος 1963, με την ειδικότητα του μηχανικού, και αποστρατεύθηκε το έτος 1988. Κατά τη διάρκεια της θητείας του, υπηρέτησε ως Υπαξιωματικός και Αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού, με την ειδικότητα του μηχανικού, στα κάτωθι πολεμικά πλοία: α) Από 7.11.1965 έως 12.11.1970, στο ……, β) από 13.11.1970 έως 6.2.191978, στο ……, γ) από 7.2.1978 έως 5.8.1980, στο ………., δ) από 6.8.1980 έως 1.8.1982, στο …………, ε) από 2.8.1982 έως 15.8.1983, στο ………… και στ) από 16.8.1983 έως 1.8.1985, στο …………. Ο ανωτέρω κατά τα χρονικά διαστήματα από 2.12.2014 έως και 4.12.2014 και από 8.12.2014 έως και 11.12.2014 νοσηλεύθηκε στο …………. προκειμένου να διερευνηθεί εμφανιζόμενη σκίαση του πνεύμονος και παρουσία λεμφαδένων μεσοθωρακίου και υπερκλειδίου, διαγνώσθηκε δε πάσχων από ακανθοκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονος. Στη συνέχεια, ο ασθενής υποβλήθηκε στο ………………….» σε τρία σχήματα χημειοθεραπειών έως και τον μήνα Μάιο του έτους 2015, οπότε επανεισήχθη στο ………., όπου νοσηλεύθηκε από 9.5.2015 έως 15.5.2015 και από 11.6.2015 έως και 26.6.2015, λόγω λοιμώξεων αναπνευστικού, τελικώς δε απεβίωσε στις 29.6.2015 και ως αιτία θανάτου αναφέρθηκε στο σχετικό ιατρικό πιστοποιητικό «κακόηθες νεόπλασμα του πνεύμονα».
12. Επειδή, μετά τον θάνατο του Δ…………, οι συγγενείς τούτου και συγκεκριμένα οι ήδη εφεσίβλητοι – αντεκκαλούντες σύζυγος και τέκνα του κατέθεσαν ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών (Δ.Π.Α.) την από ……….. αγωγή. Με το ένδικο τούτο βοήθημα, όπως αναπτύχθηκε με τα νομίμως κατατεθέντα στις 18.10.2021 και 22.10.2021 υπομνήματα, οι ενάγοντες ισχυρίσθηκαν ότι, κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του συγγενούς τους στα πλοία του Πολεμικού Ναυτικού, αυτός ερχόταν καθημερινώς σε επαφή με υλικά και εξαρτήματα, που ήταν κατασκευασμένα, περιείχαν ή είχαν επικαλυφθεί με αμίαντο, εξαιτίας δε των υψηλών θερμοκρασιών, που επικρατούσαν εντός του πλοίου και της φυσιολογικής φθοράς των υλικών, αυτά απελευθέρωναν τεράστιες ποσότητες σκόνης αμιάντου στους χώρους της εργασίας του, με συνέπεια ο εργαζόμενος να είναι εκτεθειμένος σε κίνδυνο της υγείας του και μάλιστα χωρίς να είναι ενημερωμένος σχετικώς, αλλά και δίχως να του παρέχεται καμία προστασία. Επιπλέον, οι ενάγοντες προέβαλαν ότι ο συγγενής τους συμμετείχε και σε έκτακτες εργασίες επισκευής πλοίων, που είχαν ναυπηγηθεί στις Η.Π.Α. της Αμερικής μεταξύ των ετών 1940-1950, έχοντας υποστεί τεράστιες φθορές κι έτσι ερχόταν σε άμεση επαφή με τον αμίαντο, τον οποίο εισέπνεε, χωρίς να έχει ληφθεί κανένα προστατευτικό μέτρο (π.χ. τεχνητός διαρκής αερισμός, αναρρόφηση, είδος ιματισμού, μάσκες). Υπό το ως άνω ιστορικό, οι ενάγοντες υποστήριξαν ότι η προσβολή του συζύγου και πατρός τους, αντιστοίχως, από ανίατη ασθένεια συνδέεται αιτιωδώς με παράνομες ενέργειες των οργάνων του εναγομένου, τα οποία, παρά το γεγονός ότι οι επιβλαβείς για τον άνθρωπο συνέπειες από την έκθεση στον αμίαντο ήταν ήδη γνωστές, βάσει της επιστημονικής βιβλιογραφίας, της Διακήρυξης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 22ης 11.1973 και των Κοινοτικών Οδηγιών, δεν έλαβαν τα κατάλληλα μέτρα (ατομικά και γενικά) προστασίας του εργαζομένου προς αποφυγή της εκθέσεώς του στον αμίαντο και δεν ενημέρωσαν τον ίδιο για τον κίνδυνο που η υγεία του διέτρεχε όντας εκτεθειμένος στο περιβάλλον της εργασίας του. Κατόπιν αυτών, συνέτρεξε, κατά τους ισχυρισμούς της αγωγής, περίπτωση αποζημιωτικής ευθύνης του εναγομένου έναντι των εναγόντων, κατ’άρθρα 105 ΕισΝ.Α.Κ. και 932 Α.Κ., για την ψυχική οδύνη που δοκίμασαν από τον θάνατο του προσφιλούς προσώπου τους και για την οποία ζήτησαν να τους επιδικασθεί χρηματική ικανοποίηση ανερχόμενη για τον καθένα σε 300.000 ευρώ.
13. Επειδή, προς απόδειξη των ισχυρισμών τους, οι ήδη εφεσίβλητοι επικαλέσθηκαν πρωτοδίκως και προσκόμισαν, μεταξύ άλλων: α) την …../5.7.2017, νομίμως ληφθείσα, ένορκη βεβαίωση, ενώπιον του συμβολαιογράφου Α….., του Δ……, απόστρατου Πλωτάρχη του Πολεμικού Ναυτικού, ο οποίος βεβαιώνει ότι συνυπηρέτησαν με τον Δ……, αμφότεροι με την ειδικότητα του Μηχανικού και καθημερινώς έρχονταν σε επαφή με πληθώρα μηχανημάτων, μονωμένων με αμίαντο, εισπνέοντας τη σκόνη, ενόψει του ότι οι χώροι εντός των πλοίων ήταν μικροί και κλειστοί και χωρίς καμία προφύλαξη, αφού κανείς δεν τους είχε ενημερώσει για την επικινδυνότητα του αμιάντου και τον ενδεδειγμένο τρόπο αντιμετωπίσεώς του. Προσθέτει δε ο μάρτυρας ότι οι περισσότεροι συνάδελφοί του έπασχαν από βαριές αναπνευστικές δυσλειτουργίες, ενώ άλλοι νόσησαν από καρκίνο του πνεύμονος, όπως ο Δ…… και υπέφεραν από οξύτατους πόνους, μαζί δε με αυτούς υπέφεραν και τα μέλη των οικογενειών τους, β) την ……/5.7.2017, νομίμως ληφθείσα, ένορκη βεβαίωση ενώπιον του ίδιου ως άνω συμβολαιογράφου, του Ν…., απόστρατου αξιωματικού του Πολεμικού Ναυτικού, ο οποίος βεβαιώνει ότι, στο πλαίσιο των καθημερινών καθηκόντων τους, οι Μηχανικοί ήταν εκτεθειμένοι σε τεράστιες ποσότητες αμιάντου, ο οποίος, λόγω των υψηλών θερμοκρασιών που επικρατούσαν στα μηχανοστάσια, μετατρεπόταν σε σκόνη, την οποία οι εργαζόμενοι εισέπνεαν, χωρίς καμία προφύλαξη (μάσκες προσώπου, ειδικές στολές), αλλά και δίχως να είναι ενημερωμένοι για την επικινδυνότητα της εργασίας τους, με αποτέλεσμα πολλοί από αυτούς, όπως και ο ……., να νοσήσουν και να οδηγηθούν στον θάνατο, συμπληρώνοντας ότι, εάν το Πολεμικό Ναυτικό και το αντίστοιχο Υπουργείο είχαν φροντίσει να λάβουν βασικά μέτρα ασφαλείας, η έκθεση στον αμίαντο θα περιοριζόταν στο ελάχιστο, γ) την από Μαρτίου 2012 τεχνική έκθεση της εταιρείας με την επωνυμία «……………. Α.Ε.» (Ανεξάρτητοι Σύμβουλοι Περιβάλλοντος – Παροχή Επιστημονικών Υπηρεσιών – Υπηρεσία Έρευνας και Πειραματικής Ανάπτυξης) του Εθνικού Κέντρου Έρευνας Φυσικών Επιστημών (ΕΚΕΦΕ) ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ, που συντάχθηκε από τον Τεχνικό Διευθυντή Κ. (Φυσικός Περιβαντολόγος) και τον Διευθύνοντα Σύμβουλο, Δρ. Ι……. (βλ. και το με αριθμ. … Πιστοποιητικό Διαπίστευσης του Εθνικού Συστήματος Διαπίστευσης ΑΕ), με θέμα τον αμίαντο, στην οποία αναφέρονται μεταξύ άλλων τα εξής : «Η φθορά των προϊόντων αμιάντου, με οποιοδήποτε τρόπο, απελευθερώνει τις μικροσκοπικές του ίνες στον αέρα. Όταν οι ίνες αυτές εισέλθουν στο ανθρώπινο σώμα και ιδιαίτερα στους πνεύμονες, αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες ανάπτυξης διαφόρων μορφών καρκίνου. … Στις αρχές του 20ου αιώνα άρχισε η μαζική χρήση του αμιάντου σε πάρα πολλές βιομηχανικές εγκαταστάσεις και στην ναυπήγηση πλοίων. … Βεβαίως, ο ιατρικός κόσμος είχε κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου πολύ νωρίς. Ήδη από το 1906 είχε επισημανθεί η επικινδυνότητα του αμιάντου και για εξήντα περίπου χρόνια διαδοχικές μελέτες έδειχναν τη σχέση του αμιάντου με θανατηφόρες ασθένειες όπως ο καρκίνος του πνεύμονα και το μεσοθηλίωμα. … Ήδη από τη δεκαετία του ’70 σε ορισμένες χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, η Βρετανία κ.α. άρχισαν να λαμβάνονται σταδιακά μέτρα για περιορισμούς στην εμπορία και χρήση του αμιάντου και για την προστασία των εργαζομένων από τον αμίαντο … Στα πλοία, η κύρια χρήση του αμιάντου είναι ως μονωτικό υλικό για τοιχοποιίες, οροφές, φράκτες, μηχανές, ηλεκτρογεννήτριες, λέβητες, δεξαμενές, αποτεφρωτήρες, αγωγούς μεταφοράς ατμού και ζεστού νερού … Είναι διεθνώς παραδεκτό ότι δεν υπάρχει σχεδόν κανένα πλοίο που να κατασκευάστηκε πριν το 1985 και το οποίο να μην περιέχει υλικά αμιάντου … Στα πολεμικά πλοία, λόγω των αυξημένων αναγκών τους σε πυροπροστασία αλλά και λόγω της μη εφαρμογής των γενικών κανονισμών προστασίας των εργαζομένων, έχει χρησιμοποιηθεί ο αμίαντος σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό απ’ ότι στα εμπορικά. … Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στο διαδίκτυο σε παλαιά πλοία του Αμερικανικού Πολεμικού Ναυτικού, όπου υπάρχουν διαθέσιμοι κατάλογοι πλοίων που περιέχουν υλικά αμιάντου. Σημειώνεται ότι μερικά από αυτά τα πολεμικά πλοία παραχωρήθηκαν στο Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό σε διάφορες περιόδους και παρέμεναν σε υπηρεσία μέχρι πρόσφατα, ενώ κατά την τελευταία πενταετία το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό έχει διακηρύξει και πραγματοποιήσει πλήθος αποξηλώσεων μονωτικών υλικών αμιάντου από πλοία του. … Σε ιατρική μελέτη (Selikoff I. et al, 1980), που ακολούθησε μία ομάδα εργαζομένων με 20 ή περισσότερα χρόνια απασχόλησης σε εργασίες επισκευής πλοίων, προέκυψε ότι στο 86% των εργαζομένων αναπτύχθηκε καρκίνος του πνεύμονα που σχετίζεται με την έκθεση σε αμίαντο … Ο αμίαντος ταξινομείται ως καρκινογόνο υλικό κατηγορίας 1 δηλαδή είναι γνωστό ότι προκαλεί καρκίνο στον άνθρωπο», ενώ στο επισυναπτόμενο Παράρτημα ΙΙ της εν λόγω τεχνικής εκθέσεως αναφέρεται ότι είναι βεβαιωμένο πως, μεταξύ άλλων, το πλοίο του Αμερικανικού Ναυτικού USS ………. …. (Αντιτορπιλικό του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού ………..) περιείχε ποσότητες αμιάντου, δ) απόσπασμα ανάρτησης της ιστοσελίδας mesothelioma.com, νομίμως μεταφρασμένο, για το παραπάνω πλοίο USS ………….) (ΑΤ ………….), στο οποίο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι οι λέβητες, οι τουρμπίνες, οι γεννήτριες και οι αντλίες του περιείχαν υλικά αμιάντου, καθώς και ότι παρόλο που οι επισκευές θεωρούνται η πιο επικίνδυνη εργασία που θα μπορούσε να κάνει ένας ναυτικός, οποιαδήποτε εργασία πάνω στο εν λόγω πλοίο θα μπορούσε να οδηγήσει σε ασθένεια από αμίαντο, ε) αντίγραφο του φυλλαδίου «Ασθένειες από αμίαντο» του Ελληνικού Ινστιτούτου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας και το άρθρο με τίτλο «Η διαχείριση του αμιάντου στην Ελλάδα» των Χ. Μηχανολόγου – Μηχανικού Περιβαλλοντολόγου και Θ.Κ. Ειδικού Ιατρού Εργασίας, Αναπληρωτή Καθηγητή Υγιεινής στο Τεύχος 42 (Απρίλιος – Ιούνιος 2010) Υγιεινή και Ασφάλεια της Εργασίας που αποτελεί έκδοση του ανωτέρω Ινστιτούτου, σύμφωνα με το οποίο «… Επαγγελματική έκθεση οδηγεί, με υψηλή συχνότητα, σε καρκινώματα του πνεύμονα. … Το κάπνισμα δρα συνεργικά με την επαγγελματική έκθεση σε ίνες αμιάντου στην αύξηση της συχνότητας του καρκίνου του πνεύμονα σε εργαζόμενους στον αμίαντο. … Ο αμίαντος και τα παράγωγά του προκαλούν καρκίνο και στα πειραματόζωα. … », στ) τη διπλωματική εργασία του Α. στο Τμήμα Γεωλογίας της Σχολής Θετικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Πατρών, με τίτλο «Η επικινδυνότητα του αμιάντου: Ιστορικό – Νομοθεσία – Διερεύνηση σε εργασιακό περιβάλλον» (2009), η οποία περιλαμβάνει ανασκόπιση των ερευνών για τις επιπτώσεις του αμίαντου, σύμφωνα με την οποία : «Η έκθεση στον αμίαντο είναι μια από τις κυριότερες αιτίες που προκαλούν καρκίνο του πνεύμονα (lung cancer), έως και 5 φορές υψηλότερη από το γενικό πληθυσμό (Πίνακας 2.1). Ο καρκίνος του πνεύμονα που οφείλεται στον αμίαντο περιγράφηκε αρχικά από τους W.& G. το 1934, σύμφωνα με τον Vacek (1998). … Στις ΗΠΑ περισσότεροι από τους μισούς καρκίνους των πνευμόνων αποδίδονται στον αμίαντο. (SteenLand et al., 1996). Ο καρκίνος των πνευμόνων έχει αποδειχθεί ότι προκαλείται από όλους τους τύπους ινών αμιάντου και είναι υπεύθυνος για το μεγαλύτερο αριθμό θανάτων που αποδίδονται σε επαγγελματική έκθεση σε όλο τον κύριο εμπορικό αμίαντο, δηλαδή τον χρυσοτίλη, τον αμοσίτη και τον κροκιδόλιθο. … Η συνδυασμένη έκθεση στη σκόνη αμιάντου και στον καπνό τσιγάρων αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου των πνευμόνων. Από κοινού δρουν συνεργικά και ο συνδυασμένος κίνδυνος είναι πολύ μεγαλύτερος από τους μεμονωμένους κινδύνους για την έκθεση στον αμίαντο ή για το κάπνισμα. … Οι H.et. Al. (2004) υποστηρίζουν ότι δεν είναι δυνατό να συναχθούν οριστικά συμπεράσματα σχετικά με την αποκλειστική επίδραση του αμίαντου ως προς τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου των πνευμόνων, λόγω της σύνθετης αλληλεπίδρασης μεταξύ της γενετικής προδιάθεσης στον καρκίνο των πνευμόνων, το κάπνισμα τσιγάρων και την έκθεση στον αμίαντο. … », ζ) απόσπασμα από το ιατρικό σύγγραμμα του καθηγητή πνευμονολογίας, Δ., με τίτλο «Πνευμονολογία», στο οποίο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι : «Οι βλαβερές επιπτώσεις του αμιάντου ήταν γνωστές από την αρχαιότητα, αλλά η συνειδητοποίηση της έκτασης των προβλημάτων που προκαλεί η έκθεση σε αυτόν και η χρήση του έγινε αντιληπτή μετά το 1920 … Κλινικές εκδηλώσεις της έκθεσης σε αμίαντο α) Αμιάντωση … β) Πνευμονικός καρκίνος : Εργάτες που εκτέθηκαν σε αμίαντο έχουν αυξημένες πιθανότητες να παρουσιάσουν βρογχογενή καρκίνο. Οι πιθανότητες πολλαπλασιάζονται σε εκείνους που καπνίζουν. Η συνηθέστερη μορφή καρκίνου στην περίπτωση αυτή είναι το αδενοκαρκίνωμα του πνεύμονα, γ) Μεσοθηλίωμα … », η) απόσπασμα από το ιατρικό σύγγραμμα του καθηγητή πνευμονολογίας, Λ., με τίτλο «Πνευμονολογία», στο οποίο αναφέρεται ότι : «Κλινικές Εκδηλώσεις 1. Αμιάντωση … 2. Καρκίνος του πνεύμονα: Η λανθάνουσα περίοδος από την έκθεση έως την εκδήλωση της νόσου ποικίλλει από 20 – 30 χρόνια. Οι όγκοι των πνευμόνων είναι σπάνιοι μεταξύ μη καπνιστών εργαζόμενων σε αμίαντο. Οι μη καπνιστές εργάτες αμιάντου έχουν πενταπλάσιο κίνδυνο για βρογχογενή καρκίνο από το γενικό πληθυσμό μη καπνιστών. Ο κίνδυνος βρογχογενούς καρκίνου για καπνιστές εργάτες, που είναι εκτεθειμένοι στον αμίαντο, είναι 50 φορές μεγαλύτερος, συγκριτικά, με μη καπνιστές και μη εκτιθέμενους στον αμίαντο. Η συνηθέστερη μορφή όγκου είναι το αδενοκαρκίνωμα. 3. Μεσοθηλίωμα Εντοπίζεται στον υπεζωκότα (80%) … και είναι πάντοτε διάχυτο. Το 80% των μεσοθηλιωμάτων διαγιγνώσκεται σε άτομα που έχουν εκτεθεί σε αμίαντο κατά το παρελθόν, με λανθάνοντα χρόνο 30-40 έτη κατά μέσο όρο. Το κάπνισμα δεν φαίνεται να συσχετίζεται με την παθογένεια του όγκου … . Το μέγιστο όριο επιβίωσης δεν ξεπερνά τα τρία έτη», και το κεφ. 10 με τίτλο «Επαγγελματικές Πνευμονοπάθειες από Ανόργανες Ουσίες» του συγγράμματος «Επαγγελματικές Παθήσεις από χημικές ουσίες» του ίδιου καθηγητή, ι) την από 5.2.2020 ιατρική γνωμάτευση του Π. χειρουργού θώρακος – καρδιοχειρουργού και Διευθυντή της Θωρακοχειρουργικής Κλινικής του Ν.Ν.Α., στην οποία αναφέρει: «… Στα πολεμικά πλοία με λειτουργία ατμολέβητων … ο αμίαντος χρησιμοποιήθηκε ευρύτατα ως θερμομονωτικό υλικό … είναι γνωστό πλέον και ιατρικά αποδεδειγμένο (επιστημονικά βιβλιογραφικά) ότι η μακροχρόνια έκθεση του ανθρώπινου οργανισμού σε κάθε τύπο αμιάντου αποτελεί την γενεσιουργό αιτία πρόκλησης κακοήθων νόσων (όπως … καρκίνο του πνεύμονα … κλπ.) … (3) Δ…. (αποβιώσας 29-6-2015) Ο ασθενής 67 ετών (γεν. 12-05-1945) την εποχή της αρχικής διάγνωσης, πρώην καπνιστής, ο οποίος εμφάνισε βράγχος φωνής και βήχα. … Στις 21.11.2014 ο ασθενής υπεβλήθη σε Αξονική Τομογραφία Θώρακος και Τραχήλου λόγω βράγχους φωνής από διμήνου και μη παραγωγικό βήχα. Διαγνώστηκαν όγκοι πνεύμονα στον δεξιό άνω λοβό … Σε κυτταρολογική εξέταση … στις 30.12.2014 η διάγνωση πιστοποιήθηκε (ακανθοκυτταρικό – πλακώδες κακόηθες νεόπλασμα) χαμηλής μέσης διαφοροποίησης. Από 1/2015 έως 5/2015 υπεβλήθη σε χημειοθεραπεία, χωρίς όμως ανταπόκριση της νόσου. Στις 22-05-2015 η κατάσταση του ασθενούς ήταν βαρύτατη με παράλυση της αριστερής φωνητικής χορδής, έντονης δύσπνοιας και πολλών αποχρέμψεων που δυσκόλευαν την αναπνοή του σε βαθμό που η αγωγή του συνεχίστηκε συντηρητική παρά το γεγονός ότι είχε ήδη ξεκινήσει αγωγή με χημειοθεραπεία … Από τον 3/2015 χρησιμοποιούσε μάσκα οξυγόνου για την αντιμετώπιση της δύσπνοιας. Λόγω της διαρκώς επιδεινούμενης κατάστασης της υγείας του εισήλθε στο ΝΝΑ στα μέσα 6/2015 και νοσηλεύθηκε σε κρίσιμη κατάσταση και σταδιακή επιδείνωση, με έντονη δύσπνοια και αναπνευστική ανεπάρκεια. Εξήλθε του νοσοκομείου στα τέλη 6/2015 κατόπιν επιθυμίας του να αποβιώσει στην οικία του. … Ο ασθενής απεβίωσε στις 29-06-2015 λόγω γενικής οργανικής κατάρρευσης και οξείας αναπνευστικής ανεπάρκειας, επιπλοκές απότοκες της κακοήθους νόσου του στους πνεύμονες. Με βάση τα ανωτέρω και σε συνδυασμό με το γεγονός ότι οι αλλοιώσεις στον πνεύμονα του κου Φ….. θα μπορούσαν να θεωρηθούν και ως απότοκος του καπνίσματος … λαμβάνοντας υπόψιν το επαγγελματικό ιστορικό του κου Φ…… και την πολύ μεγάλη, όπως επιβεβαιώνεται και από καταθέσεις συναδέλφων του, έκθεσή του στον αμίαντο κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του, συνάγεται ότι η επαγγελματική έκθεση του θανόντος αν όχι προκάλεσε αυτόνομα την εκδήλωση της νόσου του καρκινώματος πνεύμονα, σίγουρα έδρασε καταλυτικά – συνεργιστικά στην βαρύτητα και την πολυπλοκότητα τόσο της εμφάνισής της όσο και των εξ αυτής επιπλοκών ένεκα των οποίων ο ασθενής κατέληξε. …» και ια) το από 21.11.2014 πόρισμα υπολογιστικής τομογραφίας θώρακος του Δ……, διενεργηθείσας στο πολυϊατρείο «……..», από το οποίο προκύπτει, μεταξύ άλλων, ως ιστορικό του εξετασθέντος «βράγχος φωνής από 2μήνου. Πρώην καπνιστής, διακοπή από 2ετίας. …»
14. Επειδή, το εναγόμενο-εκκαλούν υποστήριξε ότι, κατά τον χρόνο υπηρεσίας του θανόντος στα πλοία του Π.Ν., δεν είχε θεσμοθετηθεί ούτε σε εθνικό, αλλά ούτε και σε διεθνές ή ευρωπαϊκό επίπεδο, κάποιο νομοθέτημα σχετικά με την προστασία των εργαζομένων που εκτίθεντο σε αμίαντο, ενώ τα νομοθετήματα που επικαλέσθηκαν οι ενάγοντες, ήδη εφεσίβλητοι, είτε δεν αφορούσαν ειδικά σε μέτρα προστασίας από την έκθεση σε αμίαντο, είτε δεν περιελάμβαναν στο πεδίο εφαρμογής τους τα πολεμικά πλοία, ενώ μόνο με το π.δ. 212/2006 επεκτάθηκαν, τελικώς, και στο χώρο των Ενόπλων Δυνάμεων οι προστατευτικές διατάξεις για τη διαχείριση των αμιαντούχων υλικών. Ακόμη ισχυρίσθηκε ότι, σε κάθε περίπτωση, κατά το χρόνο υπηρεσίας του ενάγοντος στα πλοία του Πολεμικού Ναυτικού, η τοξικότητα του αμιάντου σε ελεύθερη εισπνεύσιμη μορφή ήταν σε παγκόσμιο επίπεδο άγνωστη, με αποτέλεσμα να μην έχουν παραλειφθεί ιδιαίτερα καθήκοντα και υποχρεώσεις που προσιδίαζαν στην συγκεκριμένη υπηρεσία, επί των πλοίων του Πολεμικού Ναυτικού και προσδιορίζονταν από την κείμενη, κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα, εν γένει νομοθεσία, τα διδάγματα της κοινής πείρας και τις αρχές της καλής πίστης, πολλώ δε μάλλον, εφόσον τα εν λόγω πλοία δεν είχαν ναυπηγηθεί στην Ελλάδα με συνέπεια να μην είναι γνωστά τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή τους. Τέλος, το Δημόσιο αρνήθηκε την ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας μεταξύ πράξεων ή παραλείψεων των οργάνων του και της βλάβης που ο συγγενής των εναγόντων-εφεσιβλήτων υπέστη, αφού δεν αποδείχθηκε ότι οι συνθήκες υπό τις οποίες εκείνος υπηρέτησε στο Πολεμικό Ναυτικό ευθύνονται αποκλειστικώς για την πρόκληση της νόσου, πολύ περισσότερο, μάλιστα, που ο θανών ήταν ενεργός καπνιστής, έτσι ώστε συνέβαλε σε αυτήν κατά ποσοστό 90%.
15. Επειδή, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την 6747/2022 απόφαση, αφού έλαβε υπόψη ότι, ο αμίαντος, με τη Διακήρυξη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 22.11.1973, το Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 29.6.1978 και την αιτιολογία εκδόσεως της Οδηγίας 83/477/ΕΟΚ, η οποία τελικώς ενσωματώθηκε στην ελληνική έννομη τάξη με το π.δ. 70α/1988 (Α΄ 31), ήδη από το 1973, είχε επισημανθεί ως τοξικός παράγοντας, ο οποίος προκαλεί σοβαρή βλάβη στην υγεία των ατόμων που εκτίθενται σε αυτόν, με συνέπεια η έκθεση σε αυτόν (ειδικότερα με την είσοδο των ινών του στους πνεύμονες) να είναι η κύρια αιτία εκδηλώσεως της νόσου του καρκίνου του πνεύμονος, με τη λανθάνουσα περίοδο από την έκθεση έως την εκδήλωση της νόσου να ποικίλει από 30 έως 40 έτη, ήχθη στο συμπέρασμα ότι, ανεξαρτήτως της μη ρητής επεκτάσεως της προστασίας και στο προσωπικό των ενόπλων δυνάμεων πριν το έτος 2006, το εναγόμενο είχε υποχρέωση λήψεως μέτρων προστασίας της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας των υπηρετούντων στις ένοπλες δυνάμεις που εκτίθεντο στον αμίαντο, κατά τρόπον μάλιστα ο οποίος να μην αναιρεί την επιχειρησιακή ετοιμότητα αυτών, αλλά και να μην καταλήγει σε παράλειψη προστασίας της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας των υπηρετούντων σε αυτές. Ειδικότερα, λαμβάνοντας υπόψη ότι, όπως προέκυπτε από το ……./14.1.2016 απόσπασμα μητρώου αξιωματικού του Γ.Ε.Ν., ο συγγενής των εναγόντων-εφεσιβλήτων υπηρέτησε από 6.8.1980 έως 1.8.1982, με την ειδικότητα του μηχανικού, στο πλοίο του Πολεμικού Ναυτικού …….., το οποίο, σύμφωνα και με την τεχνική έκθεση της εταιρείας «……. Α.Ε.», περιείχε ποσότητες αμιάντου σε σημαντικά τμήματά του, ιδίως στο λεβητοστάσιο – μηχανοστάσιο, όπου ήταν ο κύριος χώρος εργασίας του θανόντος, με συνέπεια αυτός να έρχεται καθημερινώς σε άμεση επαφή με υλικά, που, λόγω της φθοράς τους, απελευθέρωναν ίνες αμιάντου, χωρίς μάλιστα να έχουν ληφθεί τα απαραίτητα μέτρα προστασίας ως προς τους εργαζόμενους υπό τις ανωτέρω συνθήκες, οι οποίοι, άλλωστε, δεν είχαν καμία ενημέρωση για τον κίνδυνο, στον οποίο ήταν εκτεθειμένοι, το Δικαστήριο έκρινε ότι τα όργανα του εναγομένου παρανόμησαν σε βάρος του θανόντος με πράξεις ή παραλείψεις που συνέβαλαν αιτιωδώς στη νόσηση τούτου και ότι επομένως στοιχειοθετείται αντικειμενική ευθύνη του Ελληνικού Δημοσίου κατ’άρθρο 105 ΕισΝ.Α.Κ. έναντι των διαδίκων συγγενών του. Περαιτέρω, το Διοικητικό Πρωτοδικείο έκρινε ότι η ασθένεια του Δ……., η οποία τον οδήγησε στον θάνατο, οφείλεται κατά ποσοστό 50% στο γεγονός ότι αυτός, επί μακρύ χρονικό διάστημα και δη τουλάχιστον κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του στα πλοία του Π.Ν. και μέχρι το έτος 2012, ήταν καπνιστής, ενώ, κατά τα δεδομένα της κοινής πείρας, γνώριζε ότι το κάπνισμα συνιστά αιτία για την ανάπτυξη καρκίνου του πνεύμονος, συμβάλλοντας έτσι με τη συμπεριφορά του στο επελθόν ζημιογόνο αποτέλεσμα. Κατόπιν αυτού, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι συντρέχει νόμιμη περίπτωση επιδικάσεως στους στενούς συγγενείς του θανόντος χρηματικής ικανοποιήσεως λόγω της ψυχικής οδύνης που τους προκάλεσε ο θάνατος του προσφιλούς τους προσώπου και, με την εκκαλούμενη απόφαση, δέχθηκε εν μέρει την αγωγή και αναγνώρισε την υποχρέωση του Ελληνικού Δημοσίου να καταβάλει στη σύζυγο του θανόντος το ποσό των 20.000 ευρώ και σε καθένα από τα τέκνα το ποσό των 10.000 ευρώ. Την ορθότητα της τελευταίας αποφάσεως αμφισβητεί το εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο με την ένδικη έφεση, αιτούμενο την εξαφάνισή της, με σκοπό να απορριφθεί η αγωγή των εφεσιβλήτων στο σύνολό της. Εξάλλου, με την αντέφεσή τους, οι ως άνω εφεσίβλητοι ζητούν τη μεταρρύθμιση της προαναφερόμενης πρωτόδικης αποφάσεως προκειμένου να επιδικασθεί σε καθένα από αυτούς χρηματική ικανοποίηση ποσού 300.000 ευρώ, κατά παραδοχή του οικείου αιτήματος της αγωγής τους.
16. Επειδή, ειδικότερα, με την ένδικη έφεση, το εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο προβάλλει ότι, κατ’εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδεικτικών στοιχείων, το Διοικητικό Πρωτοδικείο έκρινε ότι στοιχειοθετείται παράνομη συμπεριφορά των οργάνων του, συνιστάμενη στην παραβίαση της υποχρεώσεώς τους να λάβουν μέτρα προστασίας της υγείας του θανόντος, ως εργαζομένου υπό συνθήκες εκθέσεώς του σε περιβάλλον, όπου κυριαρχούσε ο αμίαντος. Και τούτο, ενόψει του ότι, κατά τον χρόνο υπηρεσίας του ανωτέρω (1980-1982), δεν υπήρχε, σε διεθνές, ευρωπαϊκό ή εθνικό επίπεδο, εδραιωμένη επιστημονική γνώση ως προς την επικινδυνότητα και τοξικότητα του αμιάντου και τη φύση των αναγκαίων μέτρων ατομικής προστασίας, ούτε νομοθετικό πλαίσιο, αναφερόμενο στην προστασία των εργαζομένων από την επικίνδυνη για την υγεία έκθεση στον αμίαντο, έτσι ώστε να έχει λάβει χώρα παράλειψη λήψεως τούτων, πολύ περισσότερο μάλιστα που το πλοίο ……… δεν είχε ναυπηγηθεί στην Ελλάδα κι επομένως δεν ήταν γνωστά τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή του. Εξάλλου, κατά τους ισχυρισμούς του εκκαλούντος, το πρώτον με το π.δ.212/2006 και στο πλαίσιο συμμορφώσεως προς την Οδηγία 83/477/ΕΟΚ, όπως αυτή τροποποιήθηκε με τις Οδηγίες 91/382/ΕΟΚ και 2003/18/ΕΚ, θεσπίσθηκε γενική προστασία επί δραστηριοτήτων, κατά την εκτέλεση των οποίων οι εργαζόμενοι και στον χώρο των Ενόπλων Δυνάμεων εκτίθενται ή ενδέχεται να εκτεθούν σε σκόνη αμιάντου ή υλικών που περιέχουν αμίαντο, ενώ, ούτε ο ν. 1586/1985 «Υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων», ούτε το π.δ. 70α/1988 «Προστασία των εργαζομένων που εκτίθενται σε αμίαντο κατά την εργασία» εφαρμόζονταν στο ένστολο προσωπικό των ενόπλων δυνάμεων. Τέλος, η Διακήρυξη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 22.11.1973 και το Ψήφισμα του Συμβουλίου της ΕΟΚ της 29.6.1978 «περί προγράμματος δράσεως των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων όσον αφορά την ασφάλεια και την υγεία στον τόπο εργασίας» ήταν προγενέστερες της εισόδου της Ελλάδας στην ΕΟΚ, με συνέπεια να μην γεννούν ουδεμία υποχρέωση συμμορφώσεως, ενώ η μεταγενέστερη Οδηγία 83/477/ΕΟΚ για την προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους που οφείλονται στην έκθεσή τους στον αμίαντο κατά τη διάρκεια της εργασίας, δεν εφαρμοζόταν στη θαλάσσια ναυσιπλοΐα, σύμφωνα με το άρθρο 2 της ιδίας.
17. Επειδή, από τη Διακήρυξη του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 22.11.1973 περί του προγράμματος δράσεως των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των Αντιπροσώπων των Κυβερνήσεων των Κρατών-Μελών στον τομέα του περιβάλλοντος, όπου ο αμίαντος αναφέρεται ως τοξική ρυπαντική ουσία για την υγεία του ανθρώπου και το περιβάλλον, το Ψήφισμα του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος (Ε.Ο.Κ.) της 29.6.1978 και το προοίμιο της Οδηγίας 83/477/ΕΟΚ συνάγεται ότι ο αμίαντος, πριν από το έτος 1980, θεωρούνταν τοξικός παράγοντας (βλ.και απόφαση ΕΔΔΑ, 24.10.2014, Brincat και άλλοι κατά Μάλτας), ο οποίος προκαλεί σοβαρή βλάβη στην υγεία των ατόμων, που εκτίθενται σε αυτόν και για τον λόγο τούτον, σταδιακά, με διάφορα κοινοτικά νομοθετήματα θεσπίσθηκαν μέτρα προστασίας των εργαζομένων, που είναι εκτεθειμένοι, εξαιτίας της εργασίας τους, στο ως άνω υλικό. Στην Ελλάδα, ήδη, με το π.δ. της 14.3.1934, προβλέφθηκε η λήψη από τους εργοδότες συγκεκριμένων μέτρων (καθαρισμοί, αναπνευστικά προσωπεία, ανάρτηση πινακίδων με οδηγίες κλπ.), προς εξασφάλιση των εργαζομένων από κινδύνους της υγείας τους δυνάμενοι να προκληθούν από κονιορτό οποιασδήποτε φύσεως, ενώ και με το μεταγενέστερο π.δ. 190 της 15/15.5.1984 προβλέφθηκε η λήψη ειδικών μέτρων καθόσον αφορά τους απασχολούμενους σε ναυπηγικές εργασίες. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι στο πλαίσιο της επιβαλλόμενης από το Σύνταγμα προστασίας της δημόσιας υγείας, καθιερώνεται υποχρέωση του εργοδότη, έστω και αν είναι το Δημόσιο, να μεριμνά για την ασφάλεια των εργαζομένων και ειδικότερα των ενστόλων του Πολεμικού Ναυτικού, που ήταν εκτεθειμένοι σε κίνδυνο, λόγω της εκθέσεώς τους, στους χώρους εργασίας τους, στον αμίαντο, χωρίς να απαιτείται η επέκταση της εφαρμογής αντίστοιχων προστατευτικών διατάξεων (ν.1568/1985 ή άλλων ειδικών νόμων) για τους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα, στο προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων, που εκτίθεται σε επιβλαβείς ουσίες, η οποία εχώρησε με το π.δ.157/1992. Εξάλλου, η Ελλάδα αποδέχθηκε το «κοινοτικό κεκτημένο» στο σύνολό του (αρχές, στόχοι Συνθηκών Ε.Ε., νόμοι εκδιδόμενοι κατ’εφαρμογή των Συνθηκών, διακηρύξεις, ψηφίσματα) με την κυρωθείσα με τον ν.945/1979 (ΦΕΚ Α 170) Συνθήκη Προσχωρήσεως στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες και, ως εκ τούτου, από της Προσχωρήσεως η Χώρα δεσμευόταν για την εφαρμογή του Ψηφίσματος του Συμβουλίου της Ε.Ο.Κ. της 29.6.1978 και της Διακηρύξεως της 22.11.1973 ως προς τη λήψη μέτρων προστασίας των εργαζομένων από ιδιαίτερες τοξικές ουσίες, όπως ο αμίαντος, απορριπτομένου του ισχυρισμού του ήδη εκκαλούντος περί ελλείψεως υποχρεώσεως σε συμμόρφωση της Ελλάδος σε προγενέστερες της εντάξεώς της στην Ε.Ο.Κ. Οδηγίες. Υπό τα ως άνω δεδομένα, λαμβανομένου υπόψη ότι, κατά τον χρόνο υπηρεσίας του συγγενούς των εφεσιβλήτων, υφίστατο προστατευτικό νομοθετικό πλαίσιο για τους υπηρετούντες στις Ένοπλες Δυνάμεις, οι οποίοι, στο πλαίσιο της εργασίας τους, ήταν εκτεθειμένοι σε επιβλαβείς παράγοντες, ενώ υπήρχε και η επιστημονική γνώση ως προς την τοξικότητα του αμιάντου, το Δικαστήριο κρίνει ότι το εκκαλούν όφειλε, κατ’εφαρμογή των ισχυουσών διατάξεων, ερμηνευομένων σύμφωνα με το προστατευόμενο από το Σύνταγμα δικαίωμα στην υγεία, τα διδάγματα της κοινής πείρας και τις αρχές της καλής πίστεως, να λάβει δια των οργάνων του μέτρα προστασίας και των υπηρετούντων σε αυτό στρατιωτικών, οι οποίοι εργάζονταν υπό συνθήκες κινδύνου λόγω της εκθέσεώς τους στον αμίαντο, όπως ήταν και ο ……., μη πράττοντας δε τούτο, παρέλειψε την εκτέλεση ιδιαίτερων καθηκόντων και υποχρεώσεων που προσιδιάζουν σε δημόσια υπηρεσία (πρβλ.ΣτΕ 300/2020, 2473/2019 κ.ά.). Και υποστηρίζει μεν το εκκαλούν ότι, μέχρις ότου καθορισθούν από την επιστημονική κοινότητα συγκεκριμένες οριακές τιμές ινών αμιάντου στους χώρους εργασίας, ήταν αδύνατη η εκτίμηση της επικινδυνότητος του περιβάλλοντος, όμως, η ευθύνη του δεν αίρεται από την έλλειψη τέτοιου ειδικού καθορισμού, ενόψει του ότι, κατά κοινώς γνωστό γεγονός, οι χώροι του λεβητοστασίου-μηχανοστασίου των πλοίων, όπου απασχολούνται οι Μηχανικοί, είναι μικροί, περίκλειστοι και μη αεριζόμενοι επαρκώς, έτσι ώστε εύκολα το περιβάλλον θα μολυνόταν από την εκπομπή αμιάντου. Τούτο, άλλωστε, επιβεβαιώνεται και από την προσκομισθείσα τεχνική έκθεση της εταιρείας ….. Α.Ε., σύμφωνα με την οποία το πλοίο του Π.Ν. …… περιείχε ποσότητες αμιάντου σε σημαντικά τμήματά του, αλλά και από τις ένορκες καταθέσεις μαρτύρων, οι οποίοι είτε συνυπηρέτησαν με τον θανόντα στο πλοίο του Π.Ν. …….. είτε υπηρέτησαν σε άλλα όμοια πλοία. Δεχόμενο, επομένως, το πρωτόδικο δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφαση, ότι συντρέχει παράνομη ενέργεια των οργάνων του Ελληνικού Δημοσίου ορθά έκρινε και ο αντίθετος λόγος εφέσεως είναι απορριπτέος, ως ουσία αβάσιμος.
18. Επειδή, περαιτέρω, το Ελληνικό Δημόσιο προβάλλει, με την έφεση, ότι, κατ’εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έκρινε ότι υφίσταται αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της φερόμενης ως παράνομης παραλείψεως των αρμόδιων οργάνων του να λάβουν μέτρα προστασίας του θανόντος, ως εργαζόμενου σε επικίνδυνο για την υγεία του περιβάλλον και της ασθένειας από την οποία προσεβλήθη με κατάληξη τον θάνατο. Και τούτο, ενόψει του ότι, κατά τους ισχυρισμούς του, δεν είναι δυνατόν να υποστηριχθεί βασίμως ότι ο ανωτέρω, αποκλειστικώς στο πλαίσιο της υπηρεσίας του σε πλοίο του Π.Ν., ήλθε σε επαφή με ίνες αμιάντου η εισπνοή των οποίων αποτέλεσε την αιτία της εκδηλωθείσας το έτος 2014, ήτοι μετά την πάροδο 32 ετών από την εν λόγω υπηρεσία, ασθενείας, ενώ «είναι πιθανόν να εργάσθηκε σε πλοία του εμπορικού ναυτικού (όπως είθισται μετά τη συνταξιοδότηση των αποστράτων Αξιωματικών), τα οποία είναι πιθανόν να περιείχαν αμίαντο». Προσθέτει δε, τέλος, το εκκαλούν ότι η κατά τα ανωτέρω προβαλλόμενη έλλειψη αιτιώδους συνδέσμου επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι ο καρκίνος του πνεύμονος αποτελεί πολυπαραγοντική ασθένεια, στην εκδήλωση της οποίας επιδρούν γενετικοί, περιβαλλοντικοί ή διαιτητικοί παράγοντες, παθολογικές καταστάσεις και κυρίως το κάπνισμα, στο οποίο μπορεί να αποδοθεί ποσοστό έως και 90%.
19. Επειδή, όπως αναφέρθηκε, ο θανών συγγενής των εφεσιβλήτων υπηρέτησε, κατά το χρονικό διάστημα από 6.8.1980 έως 1.8.1982, ως Μηχανικός, στο πλοίο του Π.Ν. …….., το οποίο περιείχε σε σημαντικά τμήματά του και ιδίως στο λεβητοστάσιο – μηχανοστάσιο, όπου και ο χώρος εργασίας του, ποσότητες αμιάντου, έτσι ώστε αυτός, για την εκτέλεση των καθηκόντων του, καθημερινώς, εισέπνεε ίνες αμιάντου, οι ποσότητες του οποίου ήταν αυξημένες κυρίως στο πλαίσιο των εργασιών συντηρήσεως και επισκευών του πλοίου. Τις κατά τα ανωτέρω συνθήκες εργασίας του θανόντος σε περιβάλλον επικίνδυνο για την υγεία και χωρίς τη λήψη ειδικών μέτρων υγιεινής και ασφαλείας επιβεβαιώνουν συνάδελφοι αυτού, με τις, νομίμως ληφθείσες, προαναφερόμενες ένορκες καταθέσεις τους, οι οποίες προσκομίσθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου στις 12.7.2021, ήτοι πριν την έκδοση της 3952/2021 εν μέρει οριστικής αποφάσεως, η οποία διέταξε τον χωρισμό της αρχικής με αριθμό εισαγωγής ……/20.12.2016 αγωγής και σε εκτέλεση της οποίας κατατέθηκε η από 9.6.2021 αγωγή επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση. Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, σε συνδυασμό και με τα πορίσματα της ιατρικής επιστήμης, όπως ήδη έχουν εκτεθεί και δη ότι η τοξικότητα του αμιάντου είναι ιδιαιτέρως επικίνδυνη και η μακροχρόνια σε αυτόν έκθεση δύναται να προκαλέσει καρκίνο του πνεύμονος, ενώ ότι η λανθάνουσα περίοδος από την έκθεση έως την εκδήλωση της νόσου ποικίλλει από 20 έως 30 έτη, δυνάμενη να υπερβεί και το εύλογο όριο, το οποίο προκειμένου για άτομα καπνιστές φθάνει έως και τα 40 έτη, το Δικαστήριο κρίνει ότι, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, η παράλειψη των οργάνων του Ελληνικού Δημοσίου να λάβουν ειδικά μέτρα προστασίας και ασφαλείας, ώστε να αποτρέψουν την έκθεση του παθόντος στο τοξικό περιβάλλον του αμιάντου, κατά την εκτέλεση των υπηρεσιακών καθηκόντων του, συνέβαλε, αντικειμενικώς κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, στην προσβολή του από τον καρκίνο του πνεύμονος, όπως ορθώς κρίθηκε με την εκκαλούμενη απόφαση, όσα δε περί του αντιθέτου υποστηρίζονται με την έφεση είναι αβάσιμα κι απορριπτέα. Ειδικότερα, ο ισχυρισμός του εκκαλούντος, σύμφωνα με τον οποίο το πρωτόδικο δικαστήριο στήριξε την κρίση του «αποκλειστικώς» στην από 5.2.2020 ιατρική γνωμάτευση του χειρουργού θώρακος-καρδιοχειρουργού του ……., η οποία δεν αποτελούσε νόμιμο αποδεικτικό μέσο, πρέπει να απορριφθεί, προεχόντως, γιατί βασίζεται στην αναληθή εκδοχή ότι η κρίση της εκκαλούμενης αποφάσεως βασίσθηκε αποκλειστικώς στην ως άνω γνωμάτευση, ενώ τούτο δεν προκύπτει από το περιεχόμενο της αποφάσεως και κυρίως από τα εδάφια αυτής που αναφέρονται στα δεδομένα της υποθέσεως και τα στοιχεία, από όπου αυτά προέκυψαν, σε σχέση με την υπαγωγή τους στους ισχύοντες κανόνες δικαίου. Σε κάθε περίπτωση, ο ισχυρισμός είναι και αβάσιμος και τούτο, γιατί η ως άνω ιατρική γνωμάτευση, έχοντας συνταχθεί πριν από την άσκηση της ένδικης αγωγής, καθόσον περιέχει ειδικές γνώσεις της επιστήμης σχετικώς με την επίδραση του αμιάντου στην πρόκληση κακοήθων νόσων, δεν αποτελεί μεν μαρτυρία ληφθείσα νομοτύπως ή έκθεση πραγματογνωμοσύνης που συντάχθηκε κατ’άρθρο 159 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, πλην λαμβάνεται υπόψη ως αποδεικτικό στοιχείο, κατ’άρθρο 169 του ως άνω Κώδικα (σχε.ΣτΕ 79/2023, 2447/2021).
20. Επειδή, με σχετικό λόγο εφέσεως, το εκκαλούν προβάλλει ότι, κατά πλημμελή εφαρμογή του νόμου και εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών, το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι στο ζημιογόνο αποτέλεσμα ο θανών συνέβαλε κατά ποσοστό 50%, λόγω του ότι υπήρξε καπνιστής, ενώ έπρεπε να δεχθεί ότι το κάπνισμα αποτέλεσε την πρωταρχική αιτία αναπτύξεως του καρκίνου του πνεύμονος, έτσι ώστε να εκτιμήσει ότι το ποσοστό συνυπαιτιότητος του παθόντος ανήλθε σε 90%. Εξάλλου, οι εφεσίβλητοι, με την αντέφεση, υποστηρίζουν ότι τυχόν συνεργική δράση του καπνίσματος έγινε εν αγνοία του συγγενούς τους, ο οποίος ουδέποτε είχε ενημερωθεί για την επικινδυνότητα του αμιάντου και για το γεγονός «ότι το κάπνισμα, επιδεινώνει την έκθεση στις ίνες αμιάντου», για τον λόγο δε τούτον, αποκλειστικώς υπαίτιο, άλλως, συνυπαίτιο, κατά ποσοστό 95%, είναι το αντεφεσίβλητο Ελληνικό Δημόσιο.
21. Επειδή, το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη ότι το κάπνισμα, ως πιθανή αιτία αναπτύξεως καρκίνου του πνεύμονος, ήταν κρατούσα κοινωνική αντίληψη, η οποία είχε δημιουργηθεί ύστερα από επανειλημμένες επιστημονικές εκτιμήσεις, κρίνει ότι στη νόσησή του ο συγγενής των εφεσιβλήτων-αντεκκαλούντων, ως καπνιστής, συνέβαλε, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, με δικό του πταίσμα, απορριπτομένου του προβαλλόμενου με την αντέφεση ισχυρισμού. Ωστόσο, η άγνοια της επικινδυνότητος του αμιάντου, εντεύθεν δε και του ότι οι πιθανότητες του εκτιθέμενου στον αμίαντο να νοσήσει από καρκίνο, εφόσον είναι καπνιστής, πολλαπλασιάζονται, καθώς και η έλλειψη προστασίας από μέρους του Ελληνικού Δημοσίου των εργαζομένων υπό συνθήκες τοξικού περιβάλλοντος, άμβλυνε καταλυτικώς τις αντιστάσεις του οργανισμού του, με συνέπεια να προσβληθεί από τη νόσο και μάλιστα χωρίς δυνατότητα αντιμετωπίσεώς της με την κατάλληλη θεραπεία. Υπό τα δεδομένα αυτά, στην πρόκληση του ζημιογόνου γεγονότος, επί του οποίου βασίζεται η αξίωση για χρηματική ικανοποίηση, συντέλεσε τόσο το εκκαλούν-αντεφεσίβλητο Ελληνικό Δημόσιο, όσο και ο συγγενής των εφεσιβλήτων-αντεκκαλούντων, έτσι ώστε συντρέχει συνυπαιτιότητα τούτων, μη διακόπτουσα τον αιτιώδη σύνδεσμο (σχ.ΣτΕ 1181/2023) και επιμεριζόμενη σε ποσοστό 50% για το διάδικο Ελληνικό Δημόσιο και ποσοστό 50% για τον ζημιωθέντα από ενέργειες του πρώτου Δ. Τα ίδια δεχόμενο, ως προς το ποσοστό συνυπαιτιότητος, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφαση, ορθώς έκρινε και οι αντίθετοι λόγοι εφέσεως και αντεφέσεως είναι ουσία αβάσιμοι και απορριπτέοι.
22. Επειδή, περαιτέρω, το Δικαστήριο, εκτιμώντας τις συνθήκες, υπό τις οποίες ο συγγενής των εφεσιβλήτων-αντεκκαλούντων προσβλήθηκε από την επίμαχη μη ιάσιμη ασθένεια, ήτοι εξαιτίας της εκτελέσεως των υπηρεσιακών καθηκόντων του, την ηλικία του κατά τον χρόνο εκδηλώσεως των συμπτωμάτων της νόσου (67 ετών), τον έντονο σωματικό πόνο που δοκίμαζε κατά τη διάρκεια της θεραπείας του (χημιοθεραπείες, νοσηλεία, αναπνευστική ανεπάρκεια), αλλά και την ψυχική ταλαιπωρία του ιδίου και των μελών της οικογενείας του ως άνω διαδίκου, λόγω του έντονου συναισθηματικού δεσμού που τους συνέδεε, τον βαθμό του πταίσματος, που βαρύνει τον ίδιο, αλλά και το Ελληνικό Δημόσιο, καθόσον αφορά την προσβολή του από την ασθένεια και τον θάνατό του, καθώς και την ηλικία του κατά τον χρόνο θανάτου του (70 ετών), αλλά και την ηλικία των συγγενών του, ήδη εφεσιβλήτων-αντεκκαλούντων (61, 39 και 34 ετών αντιστοίχως), κρίνει ότι αυτοί υπέστησαν ψυχική οδύνη εξαιτίας της απωλείας του προσφιλούς τους προσώπου, για την αποκατάσταση της οποίας, αποβλέπουσας στην παρηγορία και ψυχική ανακούφιση, δικαιούνται να λάβουν χρηματική ικανοποίηση, λόγω της οδύνης, το ύψος της οποίας κατ’ορθή ερμηνεία του άρθρου 932 Α.Κ., κατά τη θέσπιση του οποίου ο νομοθέτης έλαβε υπόψη του την αρχή της αναλογικότητος, εξειδικεύοντάς την σε ό,τι αφορά στο ζήτημα του προσδιορισμού αυτής (σχ.ΣτΕ 596/2017), με την εκκαλούμενη απόφαση ορίσθηκε στο εύλογο και προσήκον, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, ποσό των ευρώ 20.000, καθόσον αφορά τη σύζυγό του και στο ποσό των 10.000 ευρώ για καθένα από τα τέκνα του, όσα δε περί του αντιθέτου υποστηρίζονται με την έφεση και αντέφεση είναι αβάσιμα κι απορριπτέα. Ειδικότερα, ο προβαλλόμενος με την έφεση λόγος, κατά τον οποίο, ως προς τον καθορισμό του ύψους της χρηματικής ικανοποιήσεως, επίδραση πρέπει να ασκεί η πρωτοφανής δημοσιονομική κρίση στη Χώρα, είναι απορριπτέος, ως αβάσιμος, προεχόντως, για τον λόγο ότι το ύψος της χρηματικής ικανοποιήσεως δεν συναρτάται προς συγκεκριμένη περιουσιακή ή δημοσιονομική κατάσταση του Κράτους (Ολ.ΣτΕ 523/2014).
23. Επειδή, κατ’ακολουθίαν και ενόψει του ότι δεν προβάλλεται άλλος λόγος εφέσεως και αντεφέσεως, οι κρινόμενες έφεση και αντέφεση πρέπει να απορριφθούν, να διαταχθεί η κατάπτωση του παραβόλου της αντεφέσεως των αντεκκαλούντων υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, κατ’άρθρο 277 παρ.9 εδάφιο α΄του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ.), ενώ, εκτιμώντας τις περιστάσεις, το Δικαστήριο κρίνει ότι το εκκαλούν Δημόσιο και οι αντεκκαλούντες πρέπει να απαλλαγούν αμφότεροι από τα δικαστικά έξοδα των αντιδίκων τους, κατ’άρθρο 275 παρ.1 εδάφιο τελευταίο του ίδιου άνω Κώδικα.
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Συνεκδικάζει την έφεση και την αντέφεση και απορρίπτει αμφότερες.
Διατάσσει την κατάπτωση του καταβληθέντος παραβόλου της αντεφέσεως, υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου.
Απαλλάσσει αμφότερους Ελληνικό Δημόσιο και αντεκκαλούντες από τα δικαστικά έξοδα των αντιδίκων τους.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 13.6.2024 και η απόφαση δημοσιεύθηκε στην ίδια πόλη, στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, σε δημόσια συνεδρίαση στις 25.6.2024.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΑΝΝΑ ΑΤΣΑΛΑΚΗ
Ο ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΥΦΑΝΤΗΣ
Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΑΝΘΟΥΛΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ