Σύμφωνα με την κρίση του Δικαστηρίου, νομίμως τέθηκε η πειθαρχική δίωξη του εφεσίβλητου αστυνομικού στο αρχείο ως διενεργηθείσα παρανόμως, δοθέντος ότι στηρίχθηκε εξ ολοκλήρου σε αποδεικτικό υλικό που προέκυψε από άρση τηλεφωνικού απορρήτου στα πλαίσια εισαγγελικής παραγγελίας, αναφερόμενης σε διαφορετικά εκ των εξακριβωθέντων ποινικά αδικήματα και πειθαρχικά παραπτώματα.
Μη νόμιμη κρίθηκε από το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών η πειθαρχική δίωξη και η, συνεπεία αυτής, θέση του εφεσίβλητου αστυνομικού σε κατάσταση διαθεσιμότητας, δεδομένου ότι εκκίνησε, κατά παράβαση του άρθρου 5 παρ. 10 του Ν 2225/1994, σύμφωνα με την οποία το περιεχόμενο της ανταποκρίσεως η επικοινωνίας, το οποίο έγινε γνωστό, λόγω της άρσεως του απορρήτου, καθώς και κάθε άλλο σχετικό με αυτή στοιχείο, απαγορεύεται, με ποινή ακυρότητας, να χρησιμοποιηθεί και να ληφθεί υπόψη ως άμεση ή έμμεση απόδειξη σε άλλη ποινική, πολιτική, διοικητική και πειθαρχική δίκη και διοικητική διαδικασία για σκοπό διαφορετικό από εκείνον που είχε καθορισθεί με τη διάταξη.
Κατ’ εξαίρεση, η αρχή που εξέδωσε τη διάταξη, εν προκειμένω η εισαγγελική αρχή, δύναται, κατά την αιτιολογημένη κρίση της, να επιτρέψει με νεότερη διάταξή της να χρησιμοποιηθούν και να ληφθούν υπόψη τα παραπάνω στοιχεία, αν χρησιμεύουν για τη διακρίβωση άλλου ιδιαιτέρως σοβαρού εγκλήματος, καθώς και για υπεράσπιση κατηγορουμένου σε ποινική δίκη για πλημμέλημα ή κακούργημα. Όπως δε προέκυψε από τα πραγματικά περιστατικά και τα προσκομισθέντα και αναφερθέντα στην εκκαλουμένη απόφαση αποδεικτικά στοιχεία, εν προκειμένω δεν εκδόθηκε τέτοια νεώτερη διάταξη της οικείας εισαγγελικής αρχής για τα συγκεκριμένα πλημμεληματικής φύσεως αδικήματα και πειθαρχικά παραπτώματα του εφεσίβλητου.
Δείτε την απόφαση στην Qualex: ΔΕφΑθ 581/2024