Αριθμός 620/2023
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 4ο
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Φωτεινή Μάμαλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Τ.Λ..
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: …………η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο Μιχαήλ Φαράντο (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) ……… ο οποίος δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, 2) ……. και 3) …………., οι οποίες εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο Μιχαήλ Γεωργιλά.
Η εκκαλούσα άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 23.6.2015 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./2015) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκαν η υπ΄ αριθμ. 2871/2017 μη οριστική απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που διέταξε την επανάληψη της συζήτησης και διέταξε τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης και η υπ΄ αριθμ. 426/2022 απόφαση αυτού, που απέρριψε την αγωγή.
Την τελευταία αυτή απόφαση προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα με την από 15.3.2022 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./2022- ………/2022) έφεσή της, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εκκαλούσας, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τις απόψεις του με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε και ο πληρεξούσιος δικηγορος των 2ης και 3ης εκ των εφεσιβλήτων, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη από 15.3.2022 (αριθ.καταθ. …../16.3.2022) έφεση της ενάγουσας ήδη εκκαλούσας, κατά της υπ’ αριθ. 426/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά με την οποία θεωρείται ως συνεκκληθείσα και προεκδοθείσα από το ίδιο ως άνω πρωτοβάθμιο δικαστήριο, υπ’ αριθ. 2871/2017 μη οριστική απόφαση έστω και εάν δεν απευθύνεται ρητά κατ’ αυτής και κατά τις μη οριστικές διατάξεις της (Κ.Πολ.Δ 513 παρ. 2, ΑΠ 673/2013, ΑΠ 1823/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) που εκδόθηκαν ερήμην του πρώτου εναγομένου, ήδη πρώτου εφεσίβλητου και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, αρμόδια φέρεται προς συζήτηση στο Δικαστήριο τούτο (άρθ. 19, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με την παρ. 2 του άρθρου 4 του ν.3999/2011), έχει δε ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, αφού από τα έγγραφα της δικογραφίας προκύπτει επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης την 14.2.2022 (βλ.την επισημείωση της δικαστικής επιμελήτριας . ….) και άσκηση της κρινόμενης έφεσης στη Γραμματεία του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, σύμφωνα με την αναφερθείσα παραπάνω έκθεση κατάθεσης, την 16.3.2022, ήτοι εντός της νόμιμης προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 511 παρ. 1Β, 516 παρ. 1, 518 παρ. 1, 591 παρ. 1, ως ισχύουν μετά την αντικατάσταση και τροποποίησή τους με το Ν. 4335/2015). Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθ. 533 Κ.Πολ.Δ) κατά την ίδια διαδικασία, δεδομένου ότι για το παραδεκτό αυτής έχει κατατεθεί, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ, παράβολο ποσού εκατό (100) ευρώ (e-παράβολο ……), όπως προκύπτει από την πράξη κατάθεσης παραβόλου της Γραμματέως του Πρωτοδικείου Πειραιά, ερήμην του πρώτου εφεσιβλήτου, ο οποίος κλήθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στην αρχή της παρούσας απόφασης (βλ.την υπ’ αριθ. …/21.3.2022 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών, ……), πλην όμως δεν εμφανίστηκε, ούτε εμφανίστηκε με πληρεξούσιο δικηγόρο στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, είτε με υποβολή δήλωσης του άρθρου 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ, και πρέπει να δικαστεί σαν να είναι παρών στη δίκη (άρθ. 528 Κ.Πολ.Δ), διότι, λόγω του διττού χαρακτήρα της δίκης διανομής κάθε κοινωνός είναι συγχρόνως ομόδικος και αντίδικος των υπόλοιπων συγκοινωνιών, ώστε δεν έχει εφαρμογή ο κανόνας του άρθρου 76 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ περί της αντιπροσώπευσης του απόντος κοινωνού διαδίκου από τους παρόντες συγκοινωνούς αναγκαίους ομοδίκους (ΑΠ 1596/2018, ΑΠ 2022/2006, Εφ.Δυτ.Μακ. 11/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Χ.Απαλαγάκη/Στ.Σταματόπουλος Ο Νέος Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, Ερμηνεία Κατ’ άρθρο μετά τους Ν. 4848 και 4855/2022, άρθ. 478 σελ. 1501 παρ. 69, 70, 71).
Με την από 23.6.2015 (αριθ.καταθ. ………/2015) αγωγή τους, που απηύθυνε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά, η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα, ιστορεί ότι είναι συγκύρια με τους εναγόμενους, σύμφωνα με τον αναφερόμενο σε αυτή (αγωγή) νόμιμο τίτλο κυριότητας, κατά ποσοστό 25% εξ αδιαιρέτου, ο καθένας από αυτούς (διαδίκους), του περιγραφόμενου κατά θέση, έκταση, όρια οικοπέδου μετά της επί αυτού τριώροφης οικοδομής, που βρίσκεται στην κτηματική περιφέρεια του Δήμου Πειραιά, στην θέση “……” επί της οδού …….. Ότι οι εναγόμενοι ήδη εφεσίβλητοι αρνούνται να συναινέσουν στην εξώδικη διανομή τους. Με βάση τα περιστατικά αυτά ζήτησε, να διαταχθεί η λύση της υφιστάμενης μεταξύ αυτής και των εναγομένων κοινωνίας με την δια πλειστηριασμού πώληση του πλειστηριασμού η συμβολαιογράφος Αθηνών ……… και να επιβληθεί η δικαστική δαπάνη σε βάρος της διανεμητέας περιουσίας. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ’ αριθ. 2871/2017 μη οριστική απόφασή του, αφού έκρινε την αγωγή ορισμένη και νόμιμη ως στηριζομένη στις διατάξεις των άρθρων 785, 795, 798, 800, 1045, 1192 αριθ. 5 ΑΚ, 189 παρ. 1, 478 επ. Κ.Πολ.Δ, πλην του αιτήματος να διοριστεί από το Δικαστήριο συγκεκριμένη συμβολαιογράφος ως επί του πλειστηριασμού υπάλληλος, το οποίο έκρινε μη νόμιμο, καθόσον από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 484 παρ. 1, 927 και 954 Κ.Πολ.Δ, προκύπτει ότι ο επισπεύδων τον πλειστηριασμό συγκύριος ορίζει και του επ’ αυτού υπάλληλο, εφόσον στον Κ.Πολ.Δ δεν υφίσταται αντίστοιχη διάταξη του άρθρου 1092 παρ. 2 της προϊσχύσασας Πολιτικής Δικονομίας, κατά την οποία, το δικαστήριο που διέτασσε την πώληση του επικοίνου πράγματος, διόριζε και τον αρμόδιο συμβολαιογράφο και συνεπώς εν προκειμένω εφαρμόζονται οι γενικές διατάξεις, διέταξε την επανάληψη της συζήτησης, προκειμένου να διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη για το διανεμητέο ακίνητο, διόρισε πραγματογνώμονα, τον …………, αγρονόμο-τοπογράφο μηχανικό, ώστε ο τελευταίος να διεξάγει πραγματογνωμοσύνη για τα ταχθέντα σε αυτή (2871/2017 μη οριστική απόφαση) θέματα. Μετά τη διενέργεια της άνω διαταχθείσας πραγματογνωμοσύνης, η ενάγουσα ήδη εκκαλούσα με την από 22.9.2021 (αριθ.καταθ. ………../2021) κλήση της επανέφερε προς συζήτηση την κρινόμενη από 23.6.2015 αγωγή της, η οποία συζητήθηκε δημόσια στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, ερήμην του πρώτου εναγομένου την 3.12.2021 κατά την οποία (συζήτηση της υπόθεσης) ερευνήθηκε η παραδεκτά προβληθείσα από τις παριστάμενες εναγόμενες ένσταση εκ του άρθρου 281 ΑΚ. Ειδικότερα ισχυρίζονται ότι η υπό κρίση αγωγή ασκείται καταχρηστικά διότι: “α)έλαβε χώρα κατά το έτος 1975 κατά τα αμέσως προαναφερόμενα η άτυπη σύμβαση διανομής του επίδικου κοινού ακινήτου, β)λόγω της σύμβασης αυτής το ισόγειο και ο πρώτος όροφος της οικοδομής οικοδομήθηκαν αποκλειστικά με δαπάνες του δικαιοπαρόχου τους . …………….., ενώ ο δεύτερος όροφος με δαπάνες του. …………….., δικαιοπαρόχου της ενάγουσας και του πρώτου των εναγομένων, γ)έκτοτε παρήλθε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των σαράντα ετών, κατά το οποίο το ισόγειο και ο πρώτος όροφος χρησιμοποιούνταν ως κύριες κατοικίες από την δεύτερη και τρίτη τω εναγομένων, αντίστοιχα, και ο δεύτερος όροφος ως κύρια κατοικία του δικαιοπαρόχου της ενάγουσας και του πρώτου εναγομένου ε διάνοια αποκλειστικών κυρίων χωρίς ποτέ να αμφισβητηθεί το αποκλειστικό δικαίωμα νομής και κατοχής εκάστου εκ των κατοικούντων στους αντίστοιχους ορόφους από τους λοιπούς συνιδιοκτήτες της οικοδομής, δ)η ομοιόμορφη και μακρόχρονη άσκηση του δικαιώματος καθενός από τους συγκυρίους επί εκάστου αυτοτελούς οροφοδιαμερίσματος είχε δημιουργήσει στις εναγόμενες την πεποίθηση ότι δεν θα αμφισβητηθεί ποτέ η άτυπη διανομή, ε)επιχειρήθηκε πολλές φορές από τις ίδιες και τον δικαιοπάροχό τους η επισημοποίηση της άτυπης σύμβασης διανομής μέσω κατάρτισης έγγραφης σύμβασης μεταξύ των συγκυρίων της οικοδομής και σύστασης οριζόντιων ιδιοκτησιών, η οποία ματαιωνόταν από υπαιτιότητα αρχικά του δικαιοπαρόχου της ενάγουσας και στη συνέχεια από την ίδια την ενάγουσα και στ)τυχόν εκποίηση του ακινήτου με αναγκαστικό πλειστηριασμό θα προκαλέσει σε αυτές ανεπανόρθωτη οικονομική βλάβη, διότι πρόκειται για τις κύριες κατοικίες τους, στις οποίες έχουν επενδύσει για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των είκοσι ετών”. Ο ανωτέρω ισχυρισμός κρίθηκε νομικά και κατ’ ουσίαν βάσιμος και συνεπεία της παραδοχής αυτού (ισχυρισμού 281 ΑΚ) απορρίφθηκε η κρινόμενη ως άνω αγωγή ως υπερβαίνουσα προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και ο κοινωνικός και οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται με την κρινόμενη έφεση η ηττηθείσα ενάγουσα, με τους διαλαμβανόμενους σε αυτή (έφεση) λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση προκειμένου να γίνει δεκτή η ένδικη αγωγή της.
Από την επανεκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων που εξετάσθηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την υπ’ αριθ. 2871/2017 συννεκαλούμενη μη οριστική απόφαση του άνω δικαστηρίου, καθώς και από όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν νόμιμα είτε για άμεση απόδειξη είτε για συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, από τα οποία ορισμένα αναφέρονται ειδικά κατωτέρω, χωρίς να παραλείπεται κανένα για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς και χωρίς η ρητή αναφορά μερικών να προσδίδει σε αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη, σε σχέση με τα λοιπά έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική μνεία αφού όλα είναι ισοδύναμα και όλα αδιακρίτως, συνεκτιμώνται για την εκφορά της δικαστικής κρίσης (ΑΠ 1628/2003, ΑΠ 10682002), από την με αριθ.κατάθεσης …/2021 πραγματογνωμοσύνη, την διαταχθείσα με την ως άνω μη οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, του αγρονόμου-τοπογράφου μηχανικού ……….., η οποία εκτιμάται ελεύθερα (Κ.Πολ.Δ 387), καθώς και από όλα βάσει της αγωγής και των προτάσεων των διαδίκων συνομολογούνται (άρθ. 261 Κ.Πολ.Δ), από τις αποφάσεις που απορρέει δεδικασμένα ως προς την αξίωση της παρούσας δίκης που απορρέει από την ίδια δικαιοπαραγωγική αιτία (Κ.Πολ.Δ 331, 309/2005 Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, 3759/2014 Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά), τα διδάγματα της κοινής λογικής και εμπειρίας, αποδεικνύονται κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, Α)Η ενάγουσα της υπό κρίση από 23.6.2015 αγωγής, άσκησε την από 15.2.2002 (αριθ.καταθ. …../2002) αγωγή της στρεφόμενη κατά των :1……. 2)……….., με την οποία ζήτησε να διοριστεί διαχειρίστρια με την εντολή, όπως, ενεργώντας για τον εαυτό της ατομικά και για λογαριασμό του πρώτου εναγόμενου συγκοινωνού αδελφού της, καταγγείλει τις συμβάσεις παραχώρησης της χρήσης τω διαιρετών τμημάτων της οικοδομής, υπερκειμένων εκάστου επιμέρους οικοπέδου, αποδώσει σε αυτές κάθε διαιρετό τμήμα κατέχει και χρησιμοποιεί ο πρώτος εναγόμενος, άλλως να καταδικαστεί ο τελευταίος σε δήλωση βουλήσεως, με το ανωτέρω περιεχόμενο, και να υποχρεωθούν οι δεύτερη και τρίτη των εναγομένων, να αποδώσουν σε αυτήν και τον πρώτο εναγόμενο αδελφό της, εκείνα τα τμήματα των ορόφων της οικοδομής, που κείνται επί του επιμέρους οικοπέδου ιδιοκτησίας τους, που αυτές κατέχουν, επιπροσθέτως ζήτησε να καθοριστεί η προσήκουσα χρήση του κοινού, μεταξύ αυτής και του εναγομένου αδελφού της, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα σε αυτή (αγωγή), για το διάστημα μετά την καταγγελία, τη λύση και την απόδοση της χρήσης των διαιρετών τμημάτων της οικοδομής, Β)Ο …… με την από 14.3.2003 (αριθ.καταθ. 2410/2003) αγωγή του αγωγή στρεφόμενη κατά της αδελφής του . …………….., ζήτησε, να διαταχθεί η λύση της κοινωνίας (συγκυριότητας) επί όλης της οικοδομής μεταξύ όλων των διαδίκων με την αυτούσια, διανομή του επιδίκου, με σύσταση οριζόντιων ιδιοκτησιών, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στην αγωγή του, άλλως ζήτησε, να διοριστεί διαχειριστής της μεταξύ των αντιδίκων του υφισταμένης κοινωνίας, προκειμένου να ενεργήσει αυτός, για λογαριασμό όλων, εξώδικη διανομή του επιδίκου, άλλως να καταδικαστούν οι αντίδικοί του σε δήλωση βουλήσεως, με περιεχόμενο τη λύση της κοινωνίας και τη διανομή του κοινού κατά τον πιο πάνω τρόπο, Γ)Οι … και …. …………….. με την από 17.3.2003 αγωγή τους κατά των . …………….. και . …………….., με την οποία ζήτησαν να αναγνωριστεί η συγκυριότητα τους επί του ενιαίου επιδίκου ακινήτου κατά ποσοστό 25% ο καθένας κτηθείσας με έκτακτη χρησικτησία. Συζητήσεως γενομένης την 5.11.2004 δημόσια στο ακροατήριο του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, οι ανωτέρω αγωγές συνεκδικάστηκαν και εκδόθηκε η με αριθμό 309/2005 απόφαση του ως άνω δικαστηρίου, με την οποία απορρίφθηκαν ως κατ’ ουσίαν αβάσιμες οι αγωγές της . …………….. (αρ.καταθ. 1438/2002) και του . …………….. (αριθ.καταθ. …/2003) και έγινε δεκτή ως κατ’ ουσίαν βάσιμη η αγωγή των …. και …. …………….. (αρ.καταθ. …../2003). Ειδικότερα με την ως άνω απόφαση (309/2005) κρίθηκαν τα ακόλουθα: “Η γιαγιά των …………….. και . …………….., …………….. χήρα . …………….. είχε, κατά κοινή ομολογία όλων των διαδίκων την αποκλειστική κυριότητα και μετέπειτα το έτος 1975, ο πατέρας των …………….. και . …………….., ………., ο οποίος δυνάμει του υπ’αριθμ. …./1975 νομίμως μεταγεγραμμένου δωρητηρίου συμβολαίου ήταν μετέπειτα αποκλειστικός κύριος ενός οικοπέδου, κειμένου στη θέση “……..” του Δήμου Πειραιά επί της οδού ……., εκτάσεως 60 τ.μ, οριζομένου βόρεια με ιδιοκτησία …., νότια με την οδό …, ανατολικά με ιδιοκτησία …….. και δυτικά με οικόπεδο ιδιοκτησίας των εναγουσών, … και …. …………….., συμφώνησε ατύπως με την … …………….. και με τον πατέρα της, . …………….., που, εν προκειμένω ενεργούσε ατομικώς και για λογαριασμό της άλλης ανήλικης θυγατέρας του, … …………….., δυνάμει της υπ’αριθμ. 2536/1975 απόφασης του ΜονΠρωτΑθηνών, οι οποίοι τότε συννέμονταν, όπως συνομολογείται, το προς δυσμάς της ιδιοκτησίας …………….. όμορο οικόπεδο, εκτάσεως επίσης 60 τ.μ, όπως συνενώσουν τα δύο όμορα οικόπεδά τους σε ένα ενιαίο οικόπεδο, προκειμένου να εκδοθεί, με κοινές δαπάνες, μια οικοδομική άδεια για την ανέγερση επ αυτού τριώροφης οικοδομής μετά βοηθητικού κτίσματος, καθότι μόνα τους τα επιμέρους οικόπεδα ήταν μη άρια και μη οικοδομήσιμα. Έτσι, αφού συνέταξαν και υπέβαλαν προς έγκριση στην αρμόδια Πολεοδομία Πειραιά, τα απαραίτητα σχέδια και τις μελέτες, στις οποίες τα δύο όμορα οικόπεδα εμφανίζονταν ως ένα ενιαίο οικόπεδο, κοινής συνιδιοκτησίας των τότε ενδιαφερομένων πλευρών, κατά ποσοστό 50% σε κάθε πλευρά (……………..-……………..), εκτάσεως 115,84 τ.μ, οριζόμενο βόρεια με ιδιοκτησία ……, νότια με την οδό ….., ανατολικά με ιδιοκτησία . …. και δυτικά με ιδιοκτησία ……., εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. …/1975 οικοδομική άδεια, δυνάμει της οποίας, αφού κατεδαφίσθηκαν παλαιά προύπάρχοντα κτίσματα, οικοδομήθηκε τριώροφη οικοδομή μετά βοηθητικού κτίσματος, εμβαδού κάλυψης 84 τ.μ, επί και εκατέρωθεν του κοινού ορίου των δύο όμορων επιμέρους οικοπέδων, καταλύπτοντας ίση επιφάνειας, ήτοι 42 τ.μ, επί εκάστου τούτων, αξίας σήμερα, μετά του ενιαίου οικοπέδου, 120.000€. Ειδικότερα, το ισόγειο και ο πρώτος όροφος της εν λόγω οικοδομής οικοδομήθηκαν με δαπάνες του…………….. και το τρίτος όροφος με δαπάνες του…………….., συμφωνήθηκε δε, ότι το δικαίωμα του υψούν της οικοδομής ανήκε στον…………….., ο οποίος και θα οικοδομούσε αποκλειστικά με δικές του δαπάνες. Μετά την αποπεράτωση της οικοδομής, το έτος 1977, οι συννομείς του ενιαίου πια οικοπέδου και της επ αυτού κειμένης τριώροφης οικοδομής, με την ιδιότητά τους αυτή, κατένειμαν, με άτυπη συμφωνία, τη χρήση εκάστου ορόφου, ο οποίος, από απόψεως λειτουργικότητας, ήταν ένα αυτοτελές και ανεξάρτητο οροφοδιαμέρισμα, ως εξής: ο πατέρας . ……. με την τότε ανήλικη κόρη του, … έλαβαν τη χρήση του ισογείου ορόφου, η . …………….. τη χρήση του πρώτου υπέρ του ισογείου ορόφου και ο ……… με τον τότε ανήλικο υιό του …………….., τη χρήση του δεύτερου υπέρ του ισογείου ορόφου στους οποίους και εγκαταστάθηκαν αμέσως. Έκτοτε τήρησαν την πιο πάνω άτυπη συμφωνία τους μέχρι και το χρόνο άσκησης των κρινομένων αγωγών. Καθ’ όλο αυτό το διάστημα είχαν από κοινού την επίβλεψη και συντήρηση της όλης οικοδομής και του βοηθητικού κτίσματος, μετά του ενιαίου οικοπέδου της. Μετά δε τον θάνατο των .. …………….. (1991) και . …………….. (1998), συνέχισαν να διαμένουν στην εν λόγω οικοδομή η … …………….. στον ισόγειο όροφο, η . …………….. στον πρώτο υπέρ του ισογείου όροφο και ο …… στον δεύτερο υπέρ του ισογείου ορόφο, ο τελευταίος και για λογαριασμό της συγκληρονόμου αδερφής του, … …………….., όπως τεκμαίρεται εκ του νόμου, νεμόμενος, ως εξ αδιαθέτου συγκληρονόμος του πατέρα του, την κοινή κληρονομιαία περιουσία του πατρός τους (ΑΚ 787, 980, 981, 982, 994 ΚΑΙ 1884). Επομένως, ενόψει των ανωτέρω, οι διάδικοι κατά το πιο πάνω χρονικό διάστημα (1875-2002) ασκούσαν πράξεις συννομής εφ’ όλου του ενιαίου οικοπέδου και της επ’ αυτού κειμένης τριώροφης οικοδομής μετά του βοηθητικού κτίσματος και όχι ο καθένας επί του επιμέρους οικοπέδου του, όπως αυτά υφίσταντο προ της συνενώσεώς τους το έτος 1975, πολύ δε περισσότερο δεν άσκησαν πράξεις νομής επί διαιρετών τμημάτων των ορόφων της υπερκειμένης του ενιαίου οικοπέδου οικοδομής, αφού τέτοια πρόθεση ποτέ δεν είχαν, ούτε και ήταν εφικτό, αφού έκαστος όροφος αποτελούσε ένα αυτοτελές και ανεξάρτητα διαμέρισμα, μη δυνάμενο να χωρισθεί περαιτέρω σε δύο ή περισσότερα αυτοτελή διαμερίσματα. Άλλωστε δεν προέκυψε, ότι καταρτίστηκαν άτυτες αμοιβαίες μεταξύ των διαδίκων συμβάσεις χρησιδανείων, που αφορούσαν παραχωρήσεις χρήσεως επιμέρους διαιρετών τμημάτων των ορόφων της οικοδομής. Απεναντίας η ατύπως καταρτισθείς συμφωνία τους για κατανομή της χρήσης των ορόφων της οικοδομής, ως αυτοτελών διαμερισμάτων, και η πιστή εν τοις πράγμασι τήρηση αυτής για περισσότερο από 20 έτη (1977-2002) αποτελεί μια ακόμη εξωτερική εκδήλωση της εξ αδιαιρέτου συννομής του εφ’ όλης της οικοδομής και του οικοπέδου όπου αυτή κείται. Επομένως οι διάδικοι κατέστησαν συγκύριοι, κατά ποσοστό 25% εξ αδιαιρέτου ο καθένας τους, επί του ενιαίου οικοπέδου με την επ’ αυτού κειμένη τριώροφη οικοδομή και του βοηθητικού κτίσματος, με πρωτότυπο τρόπο, και δη, με έκτακτη χρησικτησία, ασκώντας τοις ως άνω πράξεις συννομείς για χρονικό διάστημα μείζον της εικοσαετίας (1975-2002), προσμετρουμένου στο χρόνο νομής και του χρόνου νομής και των δικαιοπαρόχων γονέων τους…………..Και Αναγνώρισε ότι η ……….. ,η ……………, η …………….. . . και ο . ………………, είναι αποκλειστικοί εξ αδιαιρέτου συγκύριοι, κατά ποσοστό 25% έκαστος, ενός ενιαίου οικοπέδου, κειμένου στη θέση “….” του Δήμου Πειραιά επί της οδού ………., εκτάσεως 115,84 τ.μ, οριζομένου, βόρεια με ιδιοκτησία ……, νότια με την οδό ………….., ανατολικά με ιδιοκτησία ……. και δυτικά με ιδιοκτησία ………..”.
Από την ανωτέρω απόφαση, η οποία δεν έχει προσβληθεί με ανακοπή ερημοδικίας και έφεση παράγεται, κατά τις διατάξεις των άρθρων 321, 322 παρ. 1 και 324 Κ.Πολ.Δ, δεδικασμένο του οποίου η ύπαρξη και η έκταση κρίνεται από το περιεχόμενο αυτής (απόφασης). Ειδικότερα, διαγνώσθηκε και αναγνωρίστηκε με ισχύ δεδικασμένου η ύπαρξη της έννομης σχέσης συγκυριότητας επί ολόκληρου του επιδίκου ακινήτου, και της υπό κρίση αγωγής διανομής μεταξύ των ιδίων διαδίκων μετά της επί αυτού τριώροφης οικοδομής και του βοηθητικού κτίσματος που ανήκει σε καθέναν από αυτούς κατά ποσοστό 25% εξ αδιαιρέτου καθώς και ότι αυτή (συγκυριότητα επί ολόκληρου του πράγματος κατά το άνω ιδανικό μερίδιο) συστάθηκε με έκτακτη χρησικτησία (ΑΚ 1045/1051) με την άσκηση υλικών πράξεων φυσικής εξουσίασης επί ολόκληρου του επίδικου ακινήτου, όπως επίβλεψη, συντήρηση από το έτος 1975 έως και το έτος 2002 και με τη χρήση των ορόφων της οικοδομής, ως αυτοτελών διαμερισμάτων με την γνώση και τη συναίνεση όλων των συγκυρίων κατόπιν της άτυπης συμφωνίας κατανομής της χρήσης από το έτος 1977 έως το έτος 2002.
Στην προκειμένη περίπτωση καταλαμβάνεται αυτοτελώς από το δεδικασμένο (Κ.Πολ.Δ 322) το συμπέρασμα του δικανικού συλλογισμού περί της ύπαρξης της έννομης σχέσης της συγκυριότητας επί ολόκληρου του ενιαίου επιδίκου ακινήτου κατά ποσοστό 25% εξ αδιαιρέτου στον καθένα από τους συγκυρίους – διαδίκους συσταθείσας με έκτακτη χρησικτησία και έτσι πλέον η εν λόγω έννομη συνέπεια καθίσταται αναμφισβήτητη σε μεταγενέστερη δίκη είτε ως κύριο ζήτημα είτε ως προδικαστικό άλλης έννομης συνέπειας, που αποτελεί το κύριο ζήτημα της νέας δίκης. Το ως άνω συμπέρασμα θεμελιώνεται (δογματικά και τελολογικά) στον υπαγωγικό συλλογισμό που οδήγησε στον σχηματισμό του και περιλαμβάνει από το ένα μέρος την παραδοχή του προσδιορισθέντος νοήματος του κανόνα δικαίου της μείζονος (νομική αιτία) και από το άλλο τα διαπιστωθέντα χαρακτηριστικά στοιχεία της ατομικής περιπτώσεως και την αξιολογική κρίση, ότι αυτά πληρούν τον λόγο της μείζονος μεταξύ συμπεράσματος και προκειμένων (μείζων και ελάσσων πρόταση του δικανικού συλλογισμού) εξυφαίνεται, έτσι, ένας άρρηκτος δεσμός. Το συμπέρασμα δεν μπορεί να νοηθεί ανεξαρτήτως των προκειμένων, διότι θα καθίστατο μετέωρο. Ισχύει μόνον επειδή ισχύουν οι προκείμενες, ανατρέπεται δε κατ’ ανάγκη, αν ανατραπεί οποιαδήποτε από αυτές. Αν όμως προκείμενες, και συμπέρασμα συνέχονται με τέτοιο αδιάσπαστο δεσμό, τούτο δεν μπορεί παρά να συνεπάγεται την συμμετοχή και των προκειμένων στη δέσμευση που δημιουργείται για το συμπέρασμα. Η συμμετοχή αυτή συνίσταται στο ότι οι προκείμενες δεν μπορούν να αμφισβητηθούν γιατί τούτο θα οδηγούσε αναπότρεπτα στην αμφισβήτηση του ίδιου του συμπεράσματος και θα ήταν σε κάθε στιγμή δυνατή η ανατροπή του μέσω αμφισβήτησης των προκειμένων του (υπαγωγικού συλλογισμού μείζονος/ελάσσονος πρόταση). Τα παραπάνω, δεν αναιρούνται από το γεγονός ότι ούτε η μείζων ούτε η ελάσσων πρόταση καλύπτονται αυτοτελώς από το δεδικασμένο, διότι εδώ πρόκειται για δέσμευση που αναπτύσσεται αποκλειστικά μέσα στα πλαίσια του συγκεκριμένου συλλογισμού και είναι απολύτως εξαρτημένη από τη δέσμευση που δημιουργείται για το συγκεκριμένο συμπέρασμα του. Αποβλέπει μόνο να διαφυλάξει τον δεσμό προκειμένων και συμπεράσματος και να θωρακίσει το περιεχόμενο του τελευταίου από έμμεσες αμφισβητήσεις. Εκδηλώνεται δε ακριβώς όταν σε μεταγενέστερη δίκη ανακύπτει είτε ως κύριο είτε ως προδικαστικό ζήτημα η τελεσιδίκως διαγνωσθείσα έννομη συνέπεια (βλ.Ποδηματά σελ. 79, επ. Κονδύλης, παρ. 17 σελ. 320 επ., παρ. 19 σελ. 360 επ., Χ.Απαλαγάκη/Στ.Σταματόπουλος Ο ΝΕΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, άρθ. 322 σελ. 1168-1169). Ειδικότερα, στην προκειμένη περίπτωση το δεδικασμένο που παράγεται από την υπ’ αριθ. 309/2005 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά ως ενιαίο όλο, καταλαμβάνει αυτοτελώς, το άνωθι συμπέρασμα του συλλογισμού και (μη αυτοτελώς) το νομικό χαρακτηρισμό που δόθηκε από το Δικαστήριο στα πραγματικά περιστατικά κατά την υπαγωγή τους στο νομικό κανόνα που εφαρμόστηκε στην επίδικη περίπτωση (ΑΠ 1881/2005, ΑΠ 1071/1992 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) καθώς και την ιστορική αιτία, δηλαδή ο συγκεκριμένος συλλογισμός για τη αναγκαία για τη διάγνωση της έννομης σχέσης της συγκυριότητας πραγματικά περιστατικά (ΑΠ 108/2019 ΝΟΜΟΣ), που οδήγησαν στην θεμελίωση του συμπεράσματος (αναγνώριση) συγκυριότητας κτηθείσας με έκτακτη χρησικτησία), ήτοι στην προκειμένη περίπτωση: τα πραγματικά περιστατικά της συνενώσης των δύο όμορων οικοπέδων με κοινή συμφωνία των μέχρι τότε (1975) κυρίων κάθε αυτοτελούς τμήματος, και η δημιουργία ενιαίου οικοπέδου άρτιου και οικοδομήσιμου, η ανέγερση τριώροφης οικοδομής μετά βοηθητικού κτίσματος, η άτυπη ομόφωνη συμφωνία όλων των κοινωνών για ανέγερση του κάθε ορόφου της οικοδομής με αποκλειστικές δαπάνες των κατονομαζομένων κοινωνών καθώς και η από το έτος 1977 κατανομή της χρήσης κάθε ορόφου στον κάθε κοινωνό με δαπάνες αποκλειστικά του οποίου ανεγέρθηκε, όπως τα εν λόγω περιστατικά ιστορούμενα οδήγησαν στην θεμελίωση της έννομης σχέσης της συγκυριότητας, κατά το ανήκον σε κάθε συγκύριο-κοινωνό ιδανικό μερίδιο επί ολόκληρου του επίκοινου ακινήτου μετά της επί αυτού ανεγερθείσας από το έτος 1977 τριώροφης οικοδομής με βοηθητικό κτίσμα, με την κατανομή της χρήσης κάθε ορόφου αποκλειστικά στους κατονομαζόμενους κοινωνούς κατά το περιεχόμενο της ομόφωνης κοινής απόφασης. Περαιτέρω η ενάγουσα, …………….. …………….. με τις με αριθμ.καταθ. …/2007 και …/2008 αγωγές της στρεφόμενες κατά των : 1… ….., 2)……. και 3)………., ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πειραιά, ζήτησε την ωφέλεια που αποκομίζουν οι εναγόμενοι πέραν της ιδανικής μερίδας συγκυριότητας τους από την αποκλειστική χρήση των αναφερομένων σε αυτές (αγωγές) οροφοδιαμερισμάτων α)για το χρονικό διάστημα από 1.7.2007 έως 30.6.2009, ποσού αντιστοίχως ο καθένας από αυτούς (εναγομένους) 3.259,50, 3.232,50 και 3075 ευρώ (αριθ.καταθ. …./2008 αγωγή) και β)για το χρονικό διάστημα από 1.1.2005 έως 30.6.2007, ποσού αντιστοίχως 4.135 ευρώ, 4.141 ευρώ και 3.903 ευρώ (αριθ.καταθ. …./2007 αγωγή). Επί των αγωγών αυτών που συζητήθηκαν την 2.3.2001, κατόπιν παραπομπής με την υπ’ αριθ. 5041/2009 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, και συνεκδικάστηκαν ερήμην του πρώτου εναγομένου …………., εκδόθηκε η υπ’ αριθ 170/2011 απόφαση του Ειρηνοδικείου Πειραιά, με την οποία απορρίφθηκαν οι άνω αγωγές ως προς την δεύτερη και τρίτη των εναγομένων ως κατ’ ουσίαν αβάσιμες και έγιναν δεκτές ως προς τον πρώτο των εναγομένων ως κατ’ ουσίαν βάσιμες, με βάση την τελεσιδίκως κριθείσα έννομη συνέπεια ως “ενιαίο όλον” (μείζονα και ελάσσονα πρόταση και η κριθείσα έννομη σχέση) που ανέκυψε ως προδικαστικό ζήτημα στην ως άνω μεταγενέστερη δίκη με επίδικη την εν λόγω κριθείσα έννομη συνέπεια της συγκυριότητας επί του ενιαίου επίκοινου ακινήτου στηριζόμενης στην ομόφωνη άτυπη συμφωνία κατανομής της χρήσης των ορόφων της οικοδομής στους κατονομαζόμενους διαδίκους ως αυτοτελών διαμερισμάτων, που ανεγέρθηκαν με αποκλειστικές δαπάνες του καθενός κατά της αποφάσεως αυτής του Ειρηνοδικείου Πειραιά, α)η ενάγουσα ………, άσκησε την με αριθμ.καταθ. ………/1.10.2012 έφεση της ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά κατά το μέρος που απορρίφθηκαν οι αγωγές της και ζήτησε να γίνουν δεκτές αυτές στο σύνολό τους, ήτοι και ως προς τις δύο άλλες εναγόμενες και β)ο ………., άσκησε την από 20.9.2012 έφεσή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά κατά της . …………….., με την οποία ζήτησε να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη, ώστε να απορριφθούν οι δύο ασκηθείσες ως άνω αγωγές της ενάγουσας . ……………… Οι ως άνω εφέσεις συνεδικάσθηκαν και συζητήσεως γενομένης την 2.3.2015, εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 3759/2015 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά με την οποία κρίθηκε. Η γιαγιά της ενάγουσας . …………….. και του αδελφού της . …………….., που ονομαζόταν …………….. χήρα . …………….., είτε την αποκλειστική κυριότητα ενός οικοπέδου, κείμενου στη θέση “…..” του Δήμου Πειραιά επί της οδού ………, εκτάσεως 60 τ.μ, οριζομένου βόρεια με ιδιοκτησία ……., νότια με την οδό ……., ανατολικά με ιδιοκτησία …… και δυτικά με οικόπεδο ιδιοκτησίας των εναγομένων .. και … ……………… Το οικόπεδο αυτό περιήλθε κατά κυριότητα το έτος 1975 στον πατέρα της …………….. και του .. …………….., .. …………….., δυνάμει του υπ’ αριθμ. …./1975 νομίμως μεταγεγεγραμμένου δωρητηρίου συμβολαίου. Ο ….. συμφώνησε ατύπως με την … …………….. και με τον πατέρα της, …. …………….., που εν προκειμένω, ενεργούσε ατομικώς και για λογαριασμό της άλλης ανήλικης θυγατέρας του, … …………….., δυνάμει της υπ’αριθμ. 2536/1975 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, οι οποίοι τότε συννέμονταν το όμορο οικόπεδο, εκτάσεως επίσης 60 τ.μ να συνενώσουν τα δύο όμορα οικόπεδά τους σε ένα ενιαίο οικόπεδο, προκειμένου να εκδοθεί, με κοινές δαπάνες, μια οικοδομική άδεια για την ανέγερση επ’ αυτού τριώροφης οικοδομής μετά βοηθητικού κτίσματος, διότι τα επιμέρους οικόπεδα ήταν μη άρτια και μη οικοδομήσιμα. Έτσι, αφού συνέταξαν και υπέβαλαν προς έγκριση στην αρμόδια Πολεοδομία Πειραιά, τα απαραίτητα σχέδια και τις μελέτες, στις οποίες τα δύο όμορα οικόπεδα εμφανίζονταν ως ένα ενιαίο οικόπεδο, κοινής συνιδιοκτησίας των τότε ενδιαφερομένων πλευρών, κατά ποσοστό 50% σε κάθε πλευρά (……………..0-……………..), εκτάσεως 115,84 τ.μ, οριζόμενο βόρεια με ιδιοκτησία ……. και δυτικά με ιδιοκτησία … ., εκδόθηκε η υπ’ αριθ. …./1975 οικοδομική άδεια, δυνάμει της οποίας, αφού κατεδαφίσθηκαν τα παλαιά προϋπάρχοντα κτίσματα, οικοδομήθηκε τριώροφη οικοδομή μετά βοηθητικού κτίσματος, εμβαδού κάλυψης 84 τ.μ, επί και εκατέρωθεν του κοινού ορίου των δύο όμορων επιμέρους οικοπέδων, καλύπτοντας ίση επιφάνεια 42 τ.μ επι εκάστου τούτων. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι το ισόγειο και ο πρώτος όροφος της εν λόγω οικοδομής οικοδομήθηκαν με δαπάνες του …………….. και ο τρίτος όροφος με δαπάνες του …………….., συμφωνήθηκε δε, ότι το δικαίωμα του υψούν της οικοδομής ανήκε στον…………….., ο οποίος και θα οικοδομούσε αποκλειστικά με δικές του δαπάνες. Μετά την αποπεράτωση της οικοδομής, το έτος 1977, οι συννομείς του ενιαίου πια οικοπέδου και της επ’ αυτού κειμένης τριώροφης οικοδομής, με την ιδιότητά τους αυτή, κατένειμαν, με άτυπη συμφωνία, τη χρήση εκάστου ορόφου, ο οποίος, από απόψεως λειτουργικότητας, ήταν ένα αυτοτελές και ανεξάρτητο οροφοδιαμέρισμα, ως εξής: ο πατέρας…………….. με την τότε ανήλικη κόρη του,…………, έλαβαν τη χρήση του ισογείου ορόφου, η . …………….. τη χρήση του πρώτου υπέρ του ισογείου ορόφου και ο …….. με τον τότε ανήλικο υιό του …………….., τη χρήση του δευτέρου υπέρ του ισογείου ορόφου, στους οποίους και εγκαταστάθηκαν αμέσως. Έκτοτε τήρησαν την πιο πάνω άτυπη συμφωνία τους μέχρι και το χρόνο άσκησης των υπ’ αριθ. …./2002, …./2003 και …../2010 αγωγών επί των οποίων εκδόθηκε η απόφαση με αριθμό 309/2005 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και σε αυτό το διάστημα είχαν από κοινού την επίβλεψη και συντήρηση της όλης οικοδομής και του βοηθητικού κτίσματος, μετά του ενιαίου οικοπέδου της. Μετά τον θάνατο του . …………….. (1991) και του . …………….. (1998), συνέχισαν να διαμένουν στην εν λόγω οικοδομή η … …………….. στον ισόγειο όροφο, η . …………….. στον πρώτο υπέρ του ισογείου όροφο και ο ……. στον δεύτερο υπέρ του ισογείου όροφο. Ο τελευταίος μάλιστα, μαζί με την αδελφή του . …………….., κληρονόμησαν εξ αδιαθέτου την περιουσία του πατέρα τους στη δε περιουσία του πατέρα τους περιλαμβανόταν και το άνω ακίνητο (οικόπεδο και οικοδομή). Συνεπώς, ο πρώτος εναγόμενος συννεμόταν το ακίνητο αυτό και για λογαριασμό της ως άνω αδελφής του που επίσης είχε κατ’ άρθρο 983 ΑΚ καταστεί συννομέας. Επιπλέον τα δύο αδέρφια προέβησαν σε αποδοχή της κληρονομίας του αποβιώσαντος πατέρα τους με την με αριθμό …./20-4-1993 δήλωση (πράξη) αποδοχής κληρονομίας της συμβολαιογράφου Πειραιά …….., που είναι νόμιμα μεταγεγραμμένη στα βιβλία μεταγραφών του Υποθ/κείου Πειραά (στον τόμο … με αριθμό …..). Μάλιστα, ο τελευταίος ούτε ισχυρίσθηκε ούτε απέδειξε ότι άσκησε το παραπάνω δικαίωμα συννομής στο όλο ακίνητο αποκλειστικά στο όνομά του και για δικό του λογαριασμό έχοντας εκδηλώσει στην αδελφή του την πρόθεση να αφαιρέσει από αυτήν κάθε σχετικό δικαίωμα. Κρίθηκε, δε, με την απόφαση με αριθμό 309/2005 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που συνεκδίκασε τις αγωγές με αριθμούς ../2002, ../2003 και …/2010 αγωγών, ότι κατά το πιο πάνω χρονικό διάστημα (1975-2002) όλοι οι παραπάνω ασκούσαν πράξεις σύννομης εφ’ όλου του ενιαίου οικοπέδου και της επ’ αυτού κειμένης τριώροφης οικοδομής μετά του βοηθητικού κτίσματος και όχι ο καθένας επί του επιμέρους οικοπέδου του, όπως αυτά υφίσταντο προ της συνενώσεώς τους το έτος 1975, πολύ, δε, περισσότερο δεν άσκησαν πράξεις νομής επί διαιρετών τμημάτων των ορόφων της υπερκειμένης του ενιαίου οικοπέδου οικοδομής, αφού τέτοια πρόθεση ποτέ δεν είχαν, ούτε και ήταν εφικτό, αφού έκαστος όροφος αποτελούσε ένα αυτοτελές και ανεξάρτητο διαμέρισμα, μη δυνάμενο να χωρισθεί περαιτέρω σε δύο ή περισσότερα αυτοτελή διαμερίσματα. Με την ίδια απόφαση κρίθηκε αφενός ότι δεν καταρτίστηκαν άτυπες αμοιβαίες μεταξύ των διαδίκων συμβάσεις χρησιδανείων που αφορούσαν παραχωρήσεις χρήσεως επιμέρους διαιρετών τμημάτων των ορόφων της οικοδομής, αφετέρου ότι η ατύπως καταρτισθείσα συμφωνία τους για κατανομή της χρήσης των ορόφων της οικοδομής, ως αυτοτελών διαμερισμάτων, και η πιστή εν τοις πράγμασι τήρηση αυτής για περισσότερο από 20 έτη (1977-2002) αποτελεί μια ακόμη εξωτερική εκδήλωση της εξ αδιαιρέτου συννομής τους εφ’ όλης της οικοδομής και του οικοπέδου όπου αυτή κείται. Με την ίδια απόφαση κρίθηκε ότι η …………….., ο ………, η . …………….. και η …………….. κατέστησαν συγκύριοι, κατά ποσοστό 25% εξ αδιαιρέτου ο καθένας τους, επί του ενιαίου οικοπέδου με την επ’ αυτού κείμενη τριώροφη οικοδομή και του βοηθητικού κτίσματος, με πρωτότυπο τρόπο, και δη, με έκτακτη χρησικτησία, ασκώντας τις ως άνω πράξεις συννομής για χρονικό διάστημα μείζον της εικοσαετίας (1975-2002), προσμετρουμένου στο χρόνο νομής τους και του χρόνου νομής των δικαιοπαρόχων γονέων τους. Η ως άνω απόφαση έχει ήδη καταστεί τελεσίδικη αφού δεν προκύπτει ότι αμφισβητήθηκε από τα διάδικα μέρη και ότι έχει ασκηθεί έφεση κατ’ αυτής έως το χρόνο συζήτησης των αγωγών επί των οποίων εκδόθηκε η εκκαλουμένη, και ,συνεπώς, έχει παραχθεί δεδικασμένο ως προς τα κριθέντα με αυτή ζητήματα, μεταξύ των οποίων και σε σχέση με το ζήτημα της κατάρτισης άτυπης συμφωνίας για κατανομή της χρήσης των ορόφων της οικοδομής, ως αυτοτελών διαμερισμάτων με τη συναίνεση όλων των τότε συγκυρίων, απορριπτομένου συνεπώς του τρίτου λόγου της έφεσης, διότι προβάλλεται αλυσιτελώς. Όμως η κατάρτιση τέτοιας συμφωνίας, η οποία νόμιμα καταρτίσθηκε άτυπα και χωρίς να απαιτείται σύνταξη συμβολαιογραφικού εγγράφου και μεταγραφή του (κατά τα άρθρα 791 και 1115 ΑΚ), λόγω ακριβώς του γεγονότος ότι καταρτίσθηκε ομόφωνα (βλ,νομική σκέψη στην αρχή της απόφασης), έχει ως συνέπεια ότι δεσμεύει τόσο τους ειδικούς διαδόχους όσο και τους καθολικούς διαδόχους (κατά τις διατάξεις των άρθρων 788 και 791 ΑΚ, όπως αυτές αναλύθηκαν εκτενώς στη νομική σκέψη στην αρχή της απόφασης) και επομένως και την ενάγουσα …………….. που είναι καθολική διάδοχος όσον αφορά στην κληρονομία του πατέρα της ……………… Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω η ενάγουσα δεν δικαιούται να αξιώνει ωφελήματα από τις εναγόμενες …… και…………….., διότι αφενός η ως άνω συμφωνία για κατανομή της χρήσης των ορόφων της οικοδομής, ως αυτοτελών διαμερισμάτων ήταν ομόφωνη, αφετέρου επειδή δεσμεύεται και εκείνη ως καθολική διάδοχος της κληρονομίας του συμβληθέντος στην συμφωνία αυτή πατέρα της. Άλλωστε, όπως έγινε δεκτό με την ίδια απόφαση με αριθμό 309/2005 το ισόγειο και ο πρώτος όροφος της εν λόγω οικοδομής οικοδομήθηκαν με δαπάνες του . …………….. και ο τρίτος όροφος με δαπάνες του . …………….., συμφωνήθηκε, δε ότι το δικαίωμα του υψούν της οικοδομής ανήκε στον . …………….., ο οποίος και θα οικοδομούσε αποκλειστικά με δικές του δαπάνες, ως προς το οποίο επίσης έχει παραχθεί δεδικασμένο. Συνεπώς, πέραν του ότι η αξίωση της ενάγουσας δεν είναι νομικά βάσιμη αφού δεν δύναται να αξιώσει από τις εναγόμενες …. και ….. …………….. ωφελήματα λόγω της μεταξύ τους σχέσης κοινωνίας η άσκηση των υπό κρίση αγωγών από εκείνη αντίκειται επιπλέον και στις διατάξεις του άρθρου 281 ΑΚ, διότι ενόψει του ότι α)το ισόγειο και ο πρώτος όροφος της εν λόγω οικοδομής οικοδομήθηκαν με δαπάνες του . …………….., ήτοι του πατέρα των εναγομένων και β)ότι παρήλθε πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα από το χρόνο που οι όροφοι αυτοί αποπερατώθηκαν κατά τα προαναφερθέντα και παραδόθηκαν κατόπιν ομόφωνης συμφωνίας προς αποκλειστική χρήση από τις εναγόμενες και τον πατέρα τους (ήτοι από το έτος 1977 έως το έτος 2007), χωρίς η ενάγουσα να εγείρει απαιτήσεις από τη σχέση κοινωνίας, παρά το γεγονός ότι κατέστη συγκυρία της οικοδομής δυνάμει της με αριθμό …../20-4-1992 δήλωσης (πράξης) αποδοχής κληρονομίας της συμβολαιογράφου Πειραιά …. … που νόμιμα μετέγραψε σε συνδυασμό με τις πράξεις συννομείς του πατέρα της επί όλου του οικοπέδου και της ανεγερθείσας σε αυτό οικοδομής που προσμετρήθηκαν στο χρόνο άσκησης της δικής της συννομής (κατ’ άρθρο 983 ΑΚ), είχε εμπεδωθεί στις εναγόμενες η πίστη ότι δεν επρόκειτο να αμφισβητηθούν τα δικαιώματά τους, όπως προέκυψε από την εν γένει αποδεικτική διαδικασία…………….ο πρώτος εναγόμενος και ήδη εκκαλών στη δεύτερη συνεκδικαζόμενη έφεση (με αρ.κατ.δικ. …./2012), αποδείχθηκε ότι κατέχει και κάνει αποκλειστική χρήση του οροφοδιαμερίσματος του δευτέρου ορόφου τόσο για τον εαυτό του όσο και για λογαριασμό και στο όνομα της συγκληρονόμου αδελφής του (ενάγουσας). Το σχετικό δικαίωμα χρήσης του εν λόγω ορόφου είχε παραχωρηθεί στον πατέρα τους με ομόφωνη απόφαση των κοινωνών (συγκυριων του κοινού ακινήτου) και κληρονομήθηκε τόσο από τον ίδιο όσο και από την ενάγουσα και συνεπώς έχει υποχρέωση να παράσχει στην ενάγουσα την ωφέλεια που αποκόμισε από την αποκλειστική χρήση του, η οποία προσδιορίζεται από τη μισθωτική του αξία κατά τις αναφερόμενες στην αρχή της παρούσας νομικές σκέψεις, που ανέρχεται σύμφωνα με τα προδιαληφθέντα στο ποσό των 250€ μηνιαίως. Υποχρεούται επομένως ο πρώτος εναγόμενος να καταβάλει στην ενάγουσα ως αποζημίωση χρήσης για ολόκληρο το επίδικο χρονικό διάστημα……………”. Κατόπιν τούτων
Δέχτηκε τυπικά την με αρ.κατ.δικ. …./1-10-2012 έφεση.
Απέρριψε αυτήν κατ’ ουσίαν.
ΔΕΧΤΗΚΕ τυπικά και στην ουσία την με αρ.κατ.δικ. …./10-10[2012 έφεση.
ΕΞΑΦΑΝΙΣΕ εν μέρει την εκκαλουμένη 170/2011 οριστική απόφαση του Ειρηνοδικείου Πειραιώς, κατά το προσβαλλόμενο με την με αρ.κατ.δικ. ……/10-10-2012 έφεση κεφάλαιό της που αναφέρεται στο σκεπτικό και τη διάταξή της με την οποία υποχρεώθηκε ο πρώτος των εναγομένων να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 3.259,50€ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της πρώτης αγωγής και το ποσό των 4.135,00€ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της δεύτερης αγωγής.
ΔΙΑΚΡΑΤΕΙΣΕ την υπόθεση και δίκασε αυτήν στην ουσία.
ΑΠΕΡΡΙΨΕ ό,τι κρίθηκε απορριπτέο στο σκεπτικό.
ΔΕΧΤΗΚΕ κατά τα λοιπά εν μέρει την αγωγή.
ΥΠΟΧΡΕΩΣΕ τον πρώτο εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των τριών χιλιάδων ευρώ (3.000,00€) με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της συνεκδικαζόμενης αγωγής με αρ.κατ.δικ. …./15-12-2008 και μέχρι την εξόφληση και το ποσό των τριών χιλιάδων επτακοσίων πενήντα ευρώ (3.750,00€) με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της συνεκδικαζόμενης αγωγής με αρ.κατ.δικ. …./3-4-1007 και μέχρι την εξόφληση…….”».
Από την ως άνω οριστική και τελεσίδικη (3759/2015) απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, Α)Η οποία απέρριψε κατ’ ουσίαν την έφεση με αριθ.καταθ. …/1.10.2012 ως προς τις εναγόμενες ……. και ………, η οποία ενσωματώνει την πρωτόδικη απόφαση που προσβλήθηκε και από την οποία παράγεται δεδικασμένο, που κρίνεται ως προς το αντικείμενό του και ως προς την έκταση των ορίων του, από την υπ’ αριθ. 3759/2015 εφετειακή απόφαση, σε συνδυασμό με την υπ’ αρ. 170/2011 απόφαση του Ειρηνοδικείου Πειραιά και, β)Δέχτηκε κατ’ ουσίαν την με αριθ.καταθ. 8011/2012 έφεση του ………… ως προς τα ωφειλόμενα από αυτόν ποσά αποζημίωσης χρήσης για το χρονικό διάστημα από 1.7.2007 έως 30.6.2009, παράγεται δεδικασμένο ως προς το οφειλόμενο ποσό αποζημίωσης χρήσης. Το δεδικασμένο για το συμπέρασμα του συγκεκριμένου συλλογισμού της υπ’ αριθ. 309/2005 αποφάσεως του πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, όπως ανωτέρω αναφέρθηκε, τέθηκε ως βάση της δικαιοδοτικής κρίσεως για τη νέα εξαρτώμενη έννομη συνέπεια στη μεταγενέστερη δίκη συνεπεία της οποίας εκδόθηκε η με αριθ. 3759/2015 τελεσίδικη απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, από την οποία κρίθηκε αδιαμφισβήτητα η νομιμότητα της ομόφωνης από το έτος 1977 άτυπης συμφωνίας τω κοινωνών του επίκοινου ακινήτου μετά της επί αυτού τριώροφης οικοδομής και η κατανομή χρήσης των ορόφων αυτής (οικοδομής) χωρίς να απαιτείται η σύνταξη συμβολαιογραφικού εγγράφου και η μεταγραφή της και δεσμεύει τους ειδικούς και καθολικούς διαδόχους, μεταξύ των οποίων η ………. (ενάγουσα) ως κληρονόμο του αποβιώσαντα πατέρα της … …………….., και η οποία ανωτέρω κρίση, αποτελεί περιεχόμενο του δικανικού συλλογικού (μείζονα, πρόταση/ελλάσσονα πρόταση) της υπ’ αρ. 309/2005 ως άνω αποφάσεως, που θεμελίωσε νομικά και πραγματικά την συγκυριότητα του επίκοινου ακινήτου, όσο και ως προς την βασιμότητα της ενστάσεως του άρθρου 281 ΑΚ αναφορικά με την άσκηση των κρινόμενων με αυτή (τελεσίδικη απόφαση/αγωγών).
Από όλα τα ανωτέρω αποδεικνύεται ότι με ομόφωνη απόφαση όλων των κοινωνών-συννομών, …………….. (πατέρα της ενάγουσας και του πρώτου εναγομένου), . …………….. και … …………….. (πατέρα των δεύτερης και τρίτης των εναγομένων). Το έτος 1977 καταρτίστηκε νόμιμα άτυπη συμφωνία, δυνάμει της οποίας: παραχωρήθηκε α)η χρήση του ισογείου ορόφου στον . …………….. και την ανήλικη τότε θυγατέρα του ….. (βλ.την υπ’αριθ. 2536/1975 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών – Τμήμα Εκούσιας δικαιοδοσίας) στην …………….. η χρήση του πρώτου υπέρ το ισόγειο ορόφου – αυτοτελή και ανεξάρτητα οροφοδιαμερίσματα που ανεγέρθηκαν αποκλειστικά, κατά τα άνω συμφωνηθέντα, με δαπάνες του …………….., β)η χρήση του δεύτερου πάνω από το ισόγειο ορόφου στον …………….. κα το τότε ανήλικο υιό του …………….., στον οποίον εγκαταστάθηκαν αμέσως, οροφοδιαμερίσματα το οποίο ανεγέρθηκε με δαπάνες του …………….. και επίσης παρασχέθηκε σε αυτόν ……………..) το δικαίωμα του υψούν, που θα οικοδομούνταν αποκλειστικά με δικές του δαπάνες. Έκτοτε τηρούνταν πιστά η πιο πάνω συμφωνία (1977-2002) που οδήγησε καις τη θεμελίωση της συγκυριότητας επί ολόκληρου του ενιαίου επιδίκου ακινήτου. Μετά το θάνατο του . …………….. (πατέρα της ενάγουσας και του πρώτου των εναγομένων) που έλαβε χώρα το έτος 1991 και του . …………….. (πατέρα της δεύτερης και τρίτης των εναγομένων) που έλαβε χώρα το έτος 1998, οι καθολικοί διάδοχοι αυτών (διάδικοι και της υπό κρίση δίκης) συνέχισαν να διαμένουν στο ως άνω ενιαίο επίδικο ακίνητο σύμφωνα με τα συμφωνηθέντα, από τους ανωτέρω δικαιοπαρόχους τους – κοινωνούς, το έτος 1977, χωρίς η ενάγουσα ουδέποτε να αμφισβητήσει την ανωτέρω γνωστή σε αυτήν και ομόφωνη συμφωνία των κοινωνών, που ισχύει συνεχώς από το έτος 1977 έως και σήμερα. Για τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά, καταθέτει με σαφήνεια και πειστικότητα, η ……… (…/2003 ένορκη βεβαίωση ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά, βλ.και την υπ’ αριθ. 170/2011 απόφαση Ειρηνοδικείου Πειραιά) “Γνωρίζω τις αδελφές …. και …. …………….. από πολλά χρόνια………….Γνωρίζω επίσης ότι ο ………. δεν αμφισβήτησε ποτέ τη συμφωνία που είχε κάνει με τις δύο ανηψιές του. Επειδή όμως είχε οικονομικές δυσκολίες ανέβαλε συνεχώς τη σύνταξη των συμβολαιογραφικών εγγράφων που ήταν απαραίτητα για να γραφεί κάθε διαμέρισμα στο όνομα του δικαιούχου. Ενώ ο συμβολαιογράφος είχε έτοιμες για υπογραφή τις πράξεις, αυτός δεν μπορούσε να βρει τις αναγκαίες δαπάνες, και τελικά πέθανε χωρίς να υπογραφούν τα χαρτιά. Μετά το θάνατό του, τα τέκνα του . …………….. ποτέ δεν αμφισβητήσανε τη συμφωνία. Μάλιστα τα μέρη από κοινού ειχαν και πάλι βρει συμβολαιογράφο, την κ………….., για να καταρτίσει τις συμβολαιογραφικές πράξεις, οι οποίες και πάλι δεν υπεγράφησαν επειδή η …………….. ήθελε να της πληρώσει ο αδελφός της την αξία του διαμερίσματος και η ίδια να αποχωρήσει. Ποτέ όμως και η …………….. δεν είχε αμφισβητήσει το δικαίωμα των αδελφών …………….. να νέμονται η κάθε μια το διαμέρισμα της που είχε συμφωνηθεί να λάβει για λογαριασμό της ως κυρία τούτου. Η διαφορά της ήταν κυρίως με τον αδελφό της …………….. ……………… Οι δύο αδελφές …………….. γνωρίζουν ότι το διαμέρισμα που η κάθε μία έχει λάβει είναι δικό της και της ανήκει με βάση τη συμφωνία που είχε γίνει και η οποία τηρείται συνεχώς μέχρι σήμερα και δεν έχει αμφισβητηθεί από κανένα”.
Αλλά και οι ενόρκως εξετασθέντες στο ακροατήριο του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, οι καταθέσεις των οποίων περιέχονται στα ταυτάριθμα με την υπ’ αρ. 309/2005 Πρακτικά Συνεδριάσεως, μεταξύ των οποίων, η σαφής και αξιόπιστη κατάθεση της μάρτυρος του πρώτου εναγομένου ……….. “………Ξέρω ότι στο κτίσμα αυτό που έχουν κτιστεί διαμερίσματα ότι το ισόγειο ήταν της μιας αδελφής …………….., ότι ο πρώτος όροφος της δεύτερης αδελφής ,ότι ο δεύτερος όροφος κατά τη βούληση του πατέρα του θα πήγαινε στον…………….. και ότι ήθελε να γράψει τον αέρα στην κόρη του την …………..Ο . …………….. έκτισε τον όροφό του………….και οι δύο αδελφές από κοινού κτίσανε τους δικούς τους………..Το ΄91 όταν πέθανε ο πατέρας του, ξέρω ότι κάνανε την αποδοχή κληρονομίας ο . ……………… μαζί με την αδελφή του……….Το 2001 έγινε κάποια συνάντηση στη δικηγόρο του . …………….. μαζί με τη . …………….., τον δικηγόρο της, την κόρη της, ήμουνα και εγώ μαζί εκεί, για να βρουν μια συμφωνία, που θα τα χωρίσουν. Είχε ζητήσει τότε…….10.000.000………αλλά δεν ήθελε να συμμετάσχει σε καμία δαπάνη…..για να γίνει συνένωση και όλα τα συμβολαιογραφικά έγγραφα……Ο ……….. άρχισε να ψάχνει να βρεί δάνειο….δεν το δίνανε δάνειο και ήρθε η αγωγή .Δεν πρόλαβε……..Ξέρω ότι ο καθένας φτιάχνει το διαμέρισμά του…….Όπως είναι τ΄ωρα δεν μπορούν να διαχωριστούν .Είναι διαμερίσματα, οροφοδιαμερίσματα,…….”.Οι ως άνω μαρτυρικές καταθέσεις που κρίνονται πειστικές και συγκεκριμένες ως προς τα ουσιώδη γεγονότα της υπό κρίση υπόθεσης, οι οποίες δεν αναιρούνται από καταθέσεις μαρτύρων της ενάγουσας, ενισχύονται άλλωστε και από όλα τα λοιπά ως άνω αποδεικτικά στοιχεία. Ενόψει των ανωτέρω, με την ισχύ της ως άνω άτυπης συμφωνίας, η οποία καταλαμβάνεται από το δεδικασμένο της υπ’ αριθ. 309/2005 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και η οποία κρίθηκε με ισχύ δεδικασμένου ως νόμιμη και δεσμεύουσα όλους τους καθολικούς διαδόχους, μεταξύ των οποίων και η ενάγουσα, δημιουργήθηκε μια κατάσταση στα ακίνητα σύμφωνη με τον σκοπό της ανεγέρσεως, τους, ήτοι η αξιοποίησή τους ως κατοικίας των εναγομένων επί 20 και πλέον έτη, χωρίς αντίδραση από την ενάγουσα. Ειδικότερα από τον χρόνο (1992) που περιήλθε σε αυτή η συννομή, συγκατοχή και συγκυριότητα του διαμερίσματος του δευτέρου ορόφου και του δικαιώματος του υψούν, λόγω του από το έτος 1991 θανάτου του πατέρα της …………….. και η οποία (ενάγουσα), όπως αποδείχθηκε κατά τα προαναφερθέντα, δεν επιδίωκε την αυτούσια διανομή του επίκοινου ακινήτου αλλά την λύση της κοινωνίας με τον ετεροθαλή αδελφό της, πρώτο εναγόμενο ήδη πρώτο εφεσίβλητο, ως προς την κληρονομιαία περιουσία που κατελείφθη σε αυτούς (ενάγουσα – πρώτο εναγόμενο). Επίσης, αποδεικνύεται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, ενόψει όλων των προαναφερθέντων, ότι αυτή (ενάγουσα) γνώριζε ότι οι διαδικασίες σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας και η διανομή τους κατά τα συμφωνηθέντα δεν είχε ολοκληρωθεί, αν και είχε επιχειρηθεί στο παρελθόν, λόγω οικονομικής αδυναμίας του δικαιοπαρόχου της, όπως τούτο συνάγεται, τόσο από τις ανωτέρω αναφερόμενες καταθέσεις όσο και από την ένορκη κατάθεση του συζύγου της ενάγουσας ……….. (βλ. 309/2005 πρακτικά Συνεδριάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά) “……ο πεθερός μου δεν υπέγραφε διότι υπήρχαν οικονομικοί λόγοι……..”, δεδομένου ότι δεν θεμελιώνεται ούτε ενισχύεται από ουδέν αποδεικτικό στοιχείο η ύπαρξη οφειλής των εναγομένων (δεύτερης/τρίτης) προς τον δικαιοπάροχο της ενάγουσας, ως αβάσιμα, και μη πειστικά καταθέτει ο άνω μάρτυρας, όπως και γνώριζε την αδυναμία αυτούσιας διανομής του επικοίνου ενιαίου ακινήτου μετά της επί αυτού τριώροφης οικοδομής, συναγόμενης της γνώσεως της από όλα τα προαναφερθέντα πραγματικά περιστατικά, τα οποία περιλαμβάνονται με ισχύ δεδικασμένου ως ενιαίο σύνολο στον δικανικό συλλογισμό της αναγνώρισης της έννομης σχέσης της συγκυριότητας και της νομιμότητας της συσταθείσας της άτυπης συμφωνίας ως προς τον περιεχόμενό της λόγω της ομόφωνης απόφασης των κοινωνών ως προς την διαχείριση του ενιαίου ακινήτου, η οποία είναι ισχυρή και δεσμεύουσα όλους τους κοινωνούς – καθολικούς διαδόχους, όπως και την ενάγουσα. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι, η ενάγουσα άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, την από 23.6.2015 (αριθ.καταθ. ………./2015) αγωγή της στρεφόμενης κατά των 1)……, 2). …………….. και 3) …………….., με την οποία ζήτησε την λύση της κοινωνίας δια της πώλησης του επίκοινου ακινήτου με πλειστηριασμό, ώστε να λάβει κάθε κοινωνός από το πλειστηρίασμα ποσό ανάλογο της μερίδας του. Επί της αγωγής αυτής όπως προαναφέρθηκε εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 2871/2017 μη οριστική απόφαση, που διέταξε την διενέργεια πραγματογνωμοσύνης προκειμένου ο πραγματογνώμονας να αποφανθεί: “1)Για την αξία του επίδικου ακινήτου που περιγράφεται στο σκεπτικό της παρούσας, 2)Για το αν και με ποιό τρόπο είναι εφικτή και συμφέρουσα για τους διαδίκους η αυτούσια διανομή, κατά τρόπο ώστε να δημιουργηθούν τέσσερις ισάξιες μερίδες, μια για κάθε διάδικο επί του κοινού ακινήτου, χωρίς να μειώνεται η αξία τους, έτσι ώστε κάθε διάδικος να λάβει με κλήρωση τη μερίδα που του αναλογεί, προσδιορίζοντας το τμήμα του ακινήτου που πρέπει να λάβει κάθε διάδικος και την αξία εκάστου εξ αυτών, 3)Σε περίπτωση που δεν καθίσταται δυνατός ο καθορισμός τεσσάρων ισάξιων κοινών μερίδων, αν είναι δυνατή η αυτούσια διανομή του επίδικου ακινήτου με τη δημιουργία τεσσάρων κοινών μερίδων ώστε κάθε διάδικος να λάβει αν χρειάζεται να καταβληθεί ορισμένο χρηματικό ποσό από τους υπόλοιπους διαδίκους κοινωνούς προς εξίσωση τυχόν άνισου μέρους, προσδιορίζοντας το χρηματικό ποσό που θα πρέπει να καταβληθεί ή τη δουλεία που τυχόν θα πρέπει να συσταθεί σε ορισμένα μέρη του διανεμητέου ακινήτου υπέρ των άλλων κοινωνών για την εξίσωσή τους, προτείνοντας τις κατά την κρίση του καλύτερες εναλλακτικές λύσεις προς σχηματισμό ανάλογων μερών, 4)Τέλος, να υποδειχθούν άλλες πιθανές λύσεις διανομής με απονέμηση και εξίσωση μερίδων με χρηματικές καταβολές”, μετά την διενέργεια της οποίας, με την κατάθεσή της (αριθ. 1799/2021) στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά, και το αιτιολογημένο πλήρως συμπέρασμά της ότι “δεν είναι εφικτή η αυτούσια διανομή του ακινήτου σε τέσσερα ίσα μέρη, ούτε σε τέσσερα άνισα μέρη με την ταυτόχρονη καταβολή χρηματικού ποσού μικρότερου από την αξία του μέρους που λαμβάνει ο συνιδιοκτήτης, επανήλθε η υπό κρίση αγωγή προς συζήτηση και ακολούθως εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση.
Από όλα τα αναφερόμενα συγκεκριμένα πραγματικά γεγονότα και περιστάσεις που συντρέχουν στην προκειμένη περίπτωση σε συνδυασμό και με τα κριθέντα και καταλαμβανόμενα από το δεδικασμένο των προαναφερομένων αποφάσεων (συγκυριότητα/άτυπη συμφωνία), η άσκηση της υπό κρίση αγωγής διανομής είναι καταχρηστική, καθόσον οι εναγόμενοι βασιζόμενοι στην προηγηθείσα άτυπη συμφωνία μεταξύ των δικαιοπαρόχων – κοινωνών, προχώρησαν σε οικοδομικές εργασίες ανεγείροντας ο καθένας με δικές του δαπάνες αυτοτελή οροφοδιαμερίσματα η νομή και κατοχή των οποίων παραχωρήθηκε και κατανεμήθηκε όπως ανωτέρω, τα οποία έκτοτε χρησιμοποιούνταν ως κύρια κατοικία της δεύτερης και τρίτης των εναγομένων και κατά το ιδανικό μερίδιο συγκυριότητάς τους από τον πρώτο εναγόμενο επί του ενιαίου ολόκληρου το επίκοινου ακινήτου, χωρίς αντίδραση και αμφισβήτηση από το έτος 1991 (που περιήλθε σε αυτή κατά το ιδανικό της μερίδιο η κληρονομιαία περιουσία του αποβιώσαντος πατέρα της επί του ενιαίου επίκοινου ακινήτου), της πραγματικής και νομικής κατάστασης, που είχε δημιουργηθεί με την δημιουργία του ενιαίου οικοπέδου και την ανέγερση επί αυτού της τριώροφης οικοδομής έτσι όπως είχαν κατανεμηθεί ομοφώνως από τους κοινωνούς και εκμεταλλεύονταν αποκλειστικά ο κάθε όροφος, όπως με βεβαιότητα και με πειστικότητα συνάγεται από τους ως άνω μάρτυρες των διαδίκων όσο και από όλα τα λοιπά αποδεικτικά στοιχεία, δημιούργησε εύλογα την πεποίθηση στους εναγομένους πως δεν θα ασκούσε το δικαίωμα της δικαστικής διανομής, γνωρίζοντας επί πλέον ενόψει των προαναφερομένων περιστάσεων της συγκεκριμένης περίπτωσης, ότι η αυτούσια διανομή δεν είναι δυνατή. Με τα δεδομένα αυτά, η άσκηση του δικαιώματος της ενάγουσας υπερβαίνει προφανώς τα όρια που διαγράφει το άρθρο 281 ΑΚ και επιφέρει αποτελέσματα που έρχονται σε εμφανή αντίθεση με το αίσθημα δικαίου και την ηθική, χωρίς κανένα ιδιαίτερο όφελος αυτής (εκκαλούσας). Επιπλέον τείνει σε ανατροπή της υφισταμένης από το έτος 1977 καταστάσεως, εύλογα είχε δημιουργήσει την πεποίθηση στους εναγομένους – αναγκαίους ομοδίκους ότι δεν ασκούσε το επιδιωκόμενο με την αγωγή δικαίωμα της συγκυριότητας στο επίκοινο ακίνητο, γνωρίζοντας ότι δεν είναι δυνατή η αυτούσια διανομή του (Πίψου, Δικαστική διανομή σελ. 134-141) και στην προηγηθείσα άτυπη συμφωνία με ομόφωνη απόφαση όλων των κοινωνών. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που δέχτηκε την παραδεκτά προβληθείσα νόμιμη ένσταση των παρισταμένων δεύτερης και τρίτης των εναγομένων ως ουσιαστικά βάσιμης και απέρριψε την αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη, ορθά το νόμο εφάρμοσε και εκτίμησε και ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε, έστω και με ελλιπή αιτιολογία που συμπληρώνεται με την παρούσα (άρθ. 534 Κ.Πολ.Δ), και πρέπει οι σχετικοί λόγοι της υπό κρίση εφέσεως να απορριφθούν ως κατ’ ουσίαν αβάσιμοι. Κατά συνέπεια, και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης προς εξέταση πρέπει αυτή (από 15.3.2022/…………../2022) έφεση να απορριφθεί ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη. Τα δικαστικά έξοδα των παρισταμένων εφεσιβλήτων, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, κατόπιν σχετικού αιτήματός τους να επιβληθούν στην εκκαλούσα (άρθ. 176, 183, 191 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ), όπως ειδικότερα στο διατακτικό. Πρέπει, να διαταχθεί, κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ, η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του κατατεθέντος κατά την άσκηση της υπό κρίση εφέσεως παραβόλου, κατά τα ειδικότερα στο διατακτικό και τέλος, πρέπει να οριστεί παράβολο για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας απόφασης από τον πρώτο εφεσίβλητο (άρθ. 501, 502 παρ. 1, 505 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ), όπως στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει ερήμην του πρώτου εφεσιβλήτου και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.
Ορίζει, για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας απόφασης από τον πρώτο εφεσίβλητο, παράβολο ποσού τριακοσίων (300) ευρώ.
Δέχεται τυπικά την με αριθ.καταθ. ……/16.3.2022 έφεση κατά της υπ’ αριθ. 2871/2017 μη οριστικής απόφασης και της υπ’ αριθ. 426/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.
Απορρίπτει αυτή κατ’ ουσίαν.
Διατάσσει την εισαγωγή του κατατεθέντος “e-παραβόλου …… ….” ποσού εκατό (100) ευρώ στο Δημόσιο Ταμείο.
Καταδικάζει την εκκαλούσα στην δικαστική δαπάνη των παρισταμένων εφεσιβλήτων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας και το ορίζει σε εξακόσια (600) ευρώ.
Κρίθηκε κι αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 3 Νοεμβρίου 2023.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δημοσιεύθηκε δε στο ακροατήριό του στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις 3 Νοεμβρίου 2023, με άλλη σύνθεση, λόγω μεταθέσεως και αποχωρήσεως της Δικαστού Φωτεινής Μάμαλη, αποτελούμενη από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης Ιωάννη Αποστολόπουλο, Πρόεδρο Εφετών και με την ίδια Γραμματέα χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων όσων εξ αυτών παραστάθηκαν.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ