Κ.Ε.Δ.Ε. – Ατομική ειδοποίηση – Εάν ο υπόχρεος ασκήσει ενδικοφανή προσφυγή ενώπιον της ΔΕΔ κατά πράξης διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου και ταυτοχρόνως υποβάλει αίτημα αναστολής καταβολής του 50% του αμφισβητούμενου ποσού, μέχρι την έκδοση της απόφασης επί του αιτήματος αυτού, άλλως μέχρι την άπρακτη πάροδο, από την ημερομηνία υποβολής της ενδικοφανούς προσφυγής, της προβλεπόμενης τριακονθήμερης προθεσμίας για την έκδοση της απόφασης επί του αιτήματος αναστολής (άρθρο 63 παρ. 4 του Κ.Φ.Δ.), δεν επιδιώκεται η είσπραξη του συνόλου του αμφισβητούμενου ποσού και, επομένως, η φορολογική Αρχή δεν μπορεί να κοινοποιήσει νομίμως στον οφειλέτη ατομική ειδοποίηση υπερημερίας για το σύνολο του αμφισβητούμενου ποσού. Εάν, όμως, ο υπόχρεος δεν καταβάλει το ήμισυ της οφειλής και δεν ασκήσει, ταυτοχρόνως με την ενδικοφανή προσφυγή, αίτηση αναστολής για αυτό ή η τυχόν ασκηθείσα αίτηση αναστολής απορριφθεί από τη Δ.Ε.Δ. ρητώς ή σιωπηρώς με την παρέλευση της προθεσμίας των τριάντα ημερών κατά την παράγραφο 4 του άρθρου 63 του Κ.Φ.Δ., τότε καθίσταται απαιτητό το σύνολο του αμφισβητούμενου ποσού και, συνεπώς, νομίμως μπορεί να χωρήσει κοινοποίηση της προβλεπόμενης στο άρθρο 47 παρ. 1 του Κ.Φ.Δ. ατομικής ειδοποίησης καταβολής – υπερημερίας – ως πράξης που εκδίδεται κατά το στάδιο που προηγείται της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης – για το σύνολο του αμφισβητούμενου ποσού – Δεκτή η ανακοπή.
Αριθμός απόφασης: 4380/2024
ΤΟ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΤΜΗΜΑ Γ΄
ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 4 Απριλίου 2024, με δικαστή την Άννα Ιωάννα Γεωργοπούλου, Πρωτοδίκη Δ.Δ. και με γραμματέα την Κυριακή Αμπατζή, δικαστική υπάλληλο,
για να δικάσει την ανακοπή με αριθμό και χρονολογία καταχώρισης ΑΚ…/22.2.2023 (Ε.Α.Υ. …),
της ετερόρρυθμης εταιρίας με την επωνυμία “… ΚΑΙ ΣΙΑ Ε.Ε.” και τον διακριτικό τίτλο “…”, που εδρεύει στην Καλαμαριά (οδός … αρ. …), εκπροσωπείται νόμιμα και παραστάθηκε διά του πληρεξούσιου δικηγόρου Ανδρέα Μήτσαινα,
κατά του Ελληνικού Δημοσίου, που εκπροσωπείται από τον Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), εν προκειμένω δε από την Προϊσταμένη του Κέντρου Βεβαίωσης και Είσπραξης Θεσσαλονίκης, και παραστάθηκε διά της Δικαστικής Πληρεξούσιας Α’ του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Μαγδαληνής Καρυπίδου, η οποία κατέθεσε την 1η.4.2024 δήλωση, κατ’ άρθρο 133 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.
Κατά τη συζήτηση η διάδικος που παραστάθηκε στο ακροατήριο ανέπτυξε τους ισχυρισμούς της και ζήτησε όσα αναφέρονται στα πρακτικά.
Αφού μελέτησε τη δικογραφία και σκέφτηκε κατά το νόμο.
Η κρίση του Δικαστηρίου είναι η εξής:
1. Επειδή, με την κρινόμενη ανακοπή, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ. το με κωδικό πληρωμής … δεσμευμένο ηλεκτρονικό παράβολο), επιδιώκεται, παραδεκτώς, κατ’ εκτίμηση του δικογράφου, η ακύρωση της …/2023(αρ. πρωτ….)/10.2.2023 ατομικής ειδοποίησης καταβολής – υπερημερίας της Προϊσταμένης του Κέντρου Βεβαίωσης και Είσπραξης (ΚΕ.Β.ΕΙΣ.) Θεσσαλονίκης, με την οποία κλήθηκε η ανακόπτουσα να εξοφλήσει ή να υπαγάγει σε ρύθμιση ληξιπρόθεσμες φορολογικές οφειλές της, συνολικού ποσού 56.556,58 ευρώ. Εξάλλου, η υπό κρίση ανακοπή παραδεκτώς συμπληρώνεται με το – νομίμως κατατεθέν και επιδοθέν (βλ. την …/21.6.2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών Αναστάσιου Τσακνάκη), κατ’ άρθρο 131 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α’ 97), δεκαπέντε τουλάχιστον ημέρες πριν από την παρούσα δικάσιμο, κατά την οποία εχώρησε η πρώτη συζήτηση της υπόθεσης (βλ. ΣτΕ 3411/2014, σκ. 7) – με αριθμό καταχώρισης ΠΛ…/16.6.2023 (Ε.Α.Υ. …) δικόγραφο προσθέτων λόγων, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών του καθ’ ου.
2. Επειδή, ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας ορίζει στο άρθρο 217 ότι «1. Ανακοπή χωρεί κατά κάθε πράξης που εκδίδεται στα πλαίσια της διαδικασίας της διοικητικής εκτέλεσης και, ιδίως, κατά: α) της πράξης της ταμειακής βεβαίωσης του εσόδου, β), …», στο άρθρο 224 ότι: «1. Το δικαστήριο ελέγχει την προσβαλλόμενη πράξη κατά το νόμο και την ουσία, στα όρια της ανακοπής, τα οποία προσδιορίζονται από τους λόγους και το αίτημά της. 2. … 3. Κατά τον έλεγχο του κύρους των προσβαλλόμενων με την ανακοπή πράξεων της εκτέλεσης, δεν επιτρέπεται ο παρεμπίπτων έλεγχος της νομιμότητας προηγούμενων πράξεων της εκτέλεσης. 4. Στην περίπτωση της ανακοπής κατά της ταμειακής βεβαίωσης, επιτρέπεται ο παρεμπίπτων έλεγχος, κατά το νόμο και τα πράγματα, του τίτλου με βάση τον οποίο έγινε η βεβαίωση, εφόσον δεν προβλέπεται κατ’ αυτού ένδικο βοήθημα που επιτρέπει τον έλεγχό του κατά το νόμο και την ουσία, ή δεν υφίσταται σχετικώς δεδικασμένο. 5. … » και στο άρθρο 225 ότι: «Το δικαστήριο, αν διαπιστώσει παράβαση νόμου ή ουσιαστικές πλημμέλειες της προσβαλλόμενης πράξης, προβαίνει στην ολική ή μερική ακύρωση ή την τροποποίησή της. Σε διαφορετική περίπτωση, προβαίνει στην απόρριψη της ανακοπής».
3. Επειδή, περαιτέρω, ο νέος Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4987/2022 (Α’ 206), όπως ίσχυε πριν από την κατάργησή του με το άρθρο 86 του ν. 5104/2014 (Α’ 58), όριζε στο άρθρο 2 ότι: «Οι διατάξεις του Κώδικα ισχύουν για τα εξής δημόσια έσοδα: α) Φόρο Εισοδήματος, β) Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.), γ. …», στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 28: «Η οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου μαζί με την έκθεση ελέγχου κοινοποιούνται στον φορολογούμενο», στο άρθρο 30 ότι: «1. Πράξη προσδιορισμού φόρου είναι η πράξη, με την οποία καθορίζεται το ποσό της φορολογικής οφειλής ή απαίτησης του φορολογουμένου για μια ή περισσότερες φορολογικές περιόδους ή για ένα ή περισσότερα φορολογικά έτη ή διαχειριστικές περιόδους ή για μια ή περισσότερες φορολογικές υποθέσεις. Με την πράξη προσδιορισμού φόρου συνιστάται και βεβαιώνεται η φορολογική οφειλή ή απαίτηση του φορολογούμενου. Η πράξη αυτή καταχωρίζεται ως εισπρακτέο ή επιστρεπτέο ποσό στα βιβλία της Φορολογικής Διοίκησης. 2. Η Φορολογική Διοίκηση είναι αρμόδια να εκδίδει τις ακόλουθες πράξεις προσδιορισμού φόρου: α) … β) … γ) πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου και δ) …», στην παράγραφο 3 του άρθρου 41 ότι «Σε περίπτωση διορθωτικού … προσδιορισμού φόρου, ο οφειλόμενος φόρος καταβάλλεται εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της πράξης του προσδιορισμού φόρου στον φορολογούμενο. …», στο άρθρο 45 ότι: «1. Η είσπραξη των φόρων και των λοιπών εσόδων του Δημοσίου, που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα, πραγματοποιείται δυνάμει εκτελεστού τίτλου. 2. Εκτελεστοί τίτλοι από τον νόμο είναι: α) … β) … γ) … δ) στην περίπτωση διορθωτικού προσδιορισμού φόρου, η πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, ε) … στ) … ζ) … η) σε περίπτωση ενδικοφανούς προσφυγής, η απόφαση της Υπηρεσίας Εσωτερικής Επανεξέτασης, θ) …», στο άρθρο 47 ότι: «1. Σε περίπτωση μη καταβολής των ποσών που αναφέρονται στην πράξη προσδιορισμού του φόρου ή στην πράξη επιβολής προστίμων ή στην πράξη εκκαθάρισης του φόρου μετά την έκδοση οριστικής δικαστικής απόφασης ή σε οποιονδήποτε άλλο εκτελεστό τίτλο του άρθρου 45 μέχρι την προβλεπόμενη σε αυτά ημερομηνία πληρωμής, η Φορολογική Διοίκηση κοινοποιεί στον φορολογούμενο ατομική ειδοποίηση καταβολής των οφειλών του που δεν έχουν καταβληθεί μέσα στις νόμιμες προθεσμίες πριν τη διενέργεια οποιασδήποτε πράξης εκτέλεσης σύμφωνα με όσα ορίζονται στα επόμενα άρθρα του Κώδικα. 2. Σε περίπτωση μη καταβολής των ποσών που αναφέρονται στην ατομική ειδοποίηση μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την κοινοποίηση της ατομικής ειδοποίησης καταβολής οφειλής, η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να προβεί στη λήψη μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης σύμφωνα με όσα ορίζονται στον Κώδικα. … 3. Στην ατομική ειδοποίηση αναφέρονται: α) το ονοματεπώνυμο ή επωνυμία και τα στοιχεία του φορολογούμενου, β) ο Α.Φ.Μ. του φορολογούμενου, εφόσον έχει αποδοθεί, γ) η ημερομηνία έκδοσης της ατομικής ειδοποίησης καθώς και παραπομπές στους αντίστοιχους εκτελεστούς τίτλους, συμπεριλαμβανομένων σχετικών προθεσμιών, ημερομηνιών καταβολής και αριθμού δόσεων, δ) το είδος και το ποσό των οφειλόμενων φόρων, των τόκων, των προστίμων και η φορολογική περίοδος ή περίοδοι ή οι φορολογικές υποθέσεις που αφορούν αυτά, με εξαίρεση αυτά για τα οποία ισχύει νόμιμη ή διοικητική ή δικαστική αναστολή πληρωμής, ε) η εντολή καταβολής των ποσών αυτών, στ) ο τρόπος πληρωμής των ανωτέρω, ζ) ο όρος ότι οι τόκοι συνεχίζουν να υπολογίζονται μέχρι την τελική εξόφληση της οφειλής, η) ο όρος ότι εφόσον ο φορολογούμενος δεν προβεί σε εξόφληση μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την κοινοποίηση της ατομικής ειδοποίησης, η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να προβεί σε διαδικασία αναγκαστικής είσπραξης των ποσών που αναφέρονται σε αυτή, εκτός εάν ο φορολογούμενος υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών μέσα στις τριάντα (30) αυτές ημέρες. 4. …» και στο άρθρο 48 ότι: «1. 1. Εξαιρουμένων των θεμάτων που ρυθμίζονται διαφορετικά από τον Κώδικα, η αναγκαστική είσπραξη των φόρων και των λοιπών εσόδων του Δημοσίου που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του διενεργείται σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.). 2. …. 3. Αναγκαστική εκτέλεση δεν διενεργείται για οφειλές η πληρωμή των οποίων τελεί σε νόμιμη ή δικαστική ή διοικητική αναστολή του άρθρου 63 και για όσο χρόνο αυτή διαρκεί. Αναγκαστική εκτέλεση δεν διενεργείται επίσης για οφειλές που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών, εφόσον ο φορολογούμενος συμμορφώνεται με το πρόγραμμα. 4. …». Σε εναρμόνιση με τα παραπάνω, ο νέος Κώδικας Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν. 4978/2022, Α’ 190) ορίζει στην παράγραφο 6 του άρθρου 2 ότι: «Η είσπραξη: α) στην περίπτωση των εκτελεστών τίτλων του Κ.Φ.Δ. … πραγματοποιείται μόνο δυνάμει του τίτλου. Οι τίτλοι του προηγούμενου εδαφίου καταχωρίζονται στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της ΑΑΔΕ, αποκλειστικά, για λόγους παρακολούθησης της οφειλής, χωρίς η καταχώριση να αποτελεί όρο της νομιμότητας της εισπρακτικής διαδικασίας ή της εκτέλεσης. …». Επίσης, στο άρθρο 53 παρ. 1 του παραπάνω Κ.Φ.Δ. οριζόταν ότι: «1. Αν οποιοδήποτε ποσό φόρου δεν καταβληθεί μέσα στη νόμιμη προθεσμία καταβολής, ο φορολογούμενος υποχρεούται να καταβάλει τόκους επί του εν λόγω ποσού φόρου για τη χρονική περίοδο από την επόμενη μέρα της λήξης της νόμιμης προθεσμίας. …». Τέλος, στο άρθρο 63 οριζόταν ότι: «1. Ο υπόχρεος, εφόσον αμφισβητεί οποιαδήποτε πράξη που έχει εκδοθεί σε βάρος του από τη Φορολογική Διοίκηση … οφείλει να υποβάλει ενδικοφανή προσφυγή με αίτημα την επανεξέταση της πράξης στο πλαίσιο διοικητικής διαδικασίας από τη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών της Φορολογικής Διοίκησης. … 2. … 3. Με την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής αναστέλλεται η καταβολή ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) του αμφισβητούμενου ποσού, υπό την προϋπόθεση ότι έχει καταβληθεί το υπόλοιπο πενήντα τοις εκατό (50%). … 4. Ο υπόχρεος έχει δικαίωμα να υποβάλει, ταυτόχρονα με την ενδικοφανή προσφυγή, και αίτημα αναστολής της καταβολής που προβλέπεται στην παρ. 3. Η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών δύναται να αναστείλει την εν λόγω πληρωμή, μέχρι την έκδοση της απόφασής της, μόνο στην περίπτωση κατά την οποία η πληρωμή θα είχε ως συνέπεια ανεπανόρθωτη βλάβη για τον υπόχρεο. Εάν δεν εκδοθεί απόφαση μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την υποβολή της αίτησης στη Φορολογική Διοίκηση, η αίτηση αναστολής θεωρείται ότι έχει απορριφθεί. Τυχόν αναστολή της πληρωμής δεν απαλλάσσει τον υπόχρεο από την υποχρέωση καταβολής των τόκων λόγω εκπρόθεσμης καταβολής του φόρου. 5. … 6. … 7. … 8. Κατά της απόφασης της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών ή της σιωπηρής απόρριψης της ενδικοφανούς προσφυγής λόγω παρόδου της προθεσμίας προς έκδοση της απόφασης, ο υπόχρεος δύναται να ασκήσει προσφυγή ενώπιον του αρμόδιου Διοικητικού Δικαστηρίου, σύμφωνα με τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Για την αναστολή, λόγω άσκησης προσφυγής, ισχύει ανάλογα η παρ. 3. Προσφυγή στα διοικητικά δικαστήρια απευθείας κατά οποιασδήποτε πράξης που εξέδωσε η Φορολογική Διοίκηση είναι απαράδεκτη. 9. Ο Διοικητής δύναται να εκδίδει τις αναγκαίες κανονιστικές πράξεις για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου και, ιδίως, να καθορίζει τις λεπτομέρειες για τη λειτουργία της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών, την εφαρμοστέα διαδικασία και τον τρόπο έκδοσης των αποφάσεών της.», στη δε παράγραφο 2 του άρθρου 71 ότι: «Κανονιστικές αποφάσεις ή άλλες διοικητικές πράξεις που έχουν εκδοθεί κατ` εξουσιοδότηση διατάξεων του ν. 4174/2013 ή του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (Κ.Φ.Δ.), όπως ισχύει μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος Κώδικα, εξακολουθούν να ισχύουν».
4. Επειδή, κατ΄ εξουσιοδότηση της παρ. 8 του άρθρου 63 του προγενέστερου Κ.Φ.Δ. (ν. 4174/2013, Α’ 173) έχει εκδοθεί η ΠΟΛ. 1064/12.4.2017 απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. με τίτλο: «ΚΦΔ-Ενδικοφανής προσφυγή-Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών ΑΑΔΕ- διαδικασία έκδοσης αποφάσεων κλπ.» (Β’ 1440), η οποία ορίζει στην παρ. 1 του άρθρου 1 ότι: «Ο υπόχρεος, εφόσον αμφισβητεί πράξεις, ρητές ή σιωπηρές, που εκδίδονται ή συντελούνται από 1.1.2014 και εφεξής, σε βάρος του από τη Φορολογική Διοίκηση και εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (άρθρο 2 του ν. 4174/2013) οφείλει, πριν από την προσφυγή του στη Διοικητική Δικαιοσύνη, να ασκήσει ενδικοφανή προσφυγή ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων με αίτημα επανεξέτασης στο πλαίσιο της ειδικής διοικητικής διαδικασίας, με την επιφύλαξη των οριζομένων στο β εδ. της παρ. 1 του άρθρου 35 και στο στ εδ. της παρ. 1 του άρθρου 63 του Κ.Φ.Δ..», στο άρθρο 6 ότι: «1. Με την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής αναστέλλεται η καταβολή ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) του αμφισβητούμενου ποσού της πράξης, εφόσον καταβληθεί το υπόλοιπο πενήντα τοις εκατό (50%), εκτός αν υποβληθεί γι’ αυτό και γίνει αποδεκτό αίτημα αναστολής. … 2. Εφόσον υποβληθεί από τον υπόχρεο, ταυτόχρονα με την ενδικοφανή προσφυγή και αίτημα αναστολής του καταβλητέου ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) του αμφισβητούμενου ποσού της πράξης, η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών δύναται να αναστείλει την πληρωμή του εν λόγω ποσοστού μόνο στην περίπτωση κατά την οποία κρίνεται ότι αυτό θα είχε ως συνέπεια την ανεπανόρθωτη βλάβη για τον υπόχρεο. Η αναστολή αυτή ισχύει μέχρι την έκδοση της απόφασης επί της ενδικοφανούς προσφυγής στον υπόχρεο, άλλως μέχρι την άπρακτη πάροδο του προβλεπόμενου χρονικού διαστήματος για την έκδοσή της. Το αίτημα αναστολής υποβάλλεται με το έγγραφο της ενδικοφανούς προσφυγής ή αυτοτελώς με ιδιαίτερο έγγραφο που κατατίθεται την ίδια ημέρα με την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής. 3. … 5. [όπως η παράγραφος αυτή ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο πριν από την αντικατάστασή της από την παρ. 2 του άρθρου μόνου της 1203/15.12.2023 απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε.(Β’ 7301) με έναρξη ισχύος από 2.1.2024] Η απόφαση επί της αιτήσεως αναστολής καταβολής εκδίδεται εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία υποβολής της ενδικοφανούς προσφυγής.» και στο άρθρο 7 ότι: «1. Με την υποβολή από τον υπόχρεο ταυτόχρονα με την προσφυγή, αιτήματος αναστολής της καταβολής του 50% του αμφισβητούμενου ποσού και μέχρι την έκδοση της απόφασης επί του αιτήματος, άλλως μέχρι την άπρακτη πάροδο του προβλεπόμενου χρονικού διαστήματος για την έκδοσή της, δεν επιδιώκεται η είσπραξη του συνόλου του αμφισβητούμενου ποσού. 2. … 3. Σε περίπτωση έκδοσης απόφασης με την οποία απορρίπτεται το αίτημα αναστολής, από την επόμενη της έκδοσης της απορριπτικής απόφασης ή, στην τυχόν περίπτωση που δεν έχει παρέλθει ακόμη η προθεσμία καταβολής κατά τα άρθρα 41 και 62 ΚΦΔ, από την επόμενη της λήξης της προθεσμίας αυτής, το σύνολο του αμφισβητούμενου ποσού είναι απαιτητό. 4. Αν εντός της προβλεπόμενης στην παρ. 5 του άρθρου 6 της παρούσας προθεσμίας, δεν εκδοθεί απόφαση, τότε θεωρείται ότι το αίτημα αναστολής έχει απορριφθεί από τη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών και ο υπόχρεος έχει λάβει γνώση αυτής της απόρριψης κατά την εκπνοή της ανωτέρω προθεσμίας. Στην περίπτωση αυτή, το σύνολο του αμφισβητούμενου ποσού είναι απαιτητό, από την επόμενη της εκπνοής της προθεσμίας έκδοσης της απόφασης ή της λήξης της νόμιμης προθεσμίας καταβολής, σύμφωνα με την παρ. 3 του παρόντος. 5. …».
5. Επειδή, κατά τις παρατιθέμενες στην τρίτη σκέψη διατάξεις, πριν από τη λήψη οποιουδήποτε μέτρου εκτέλεσης εις βάρος οφειλέτη του Δημοσίου, πρέπει να κοινοποιηθεί σε αυτόν ατομική ειδοποίηση, με την οποία να του γνωστοποιείται, μεταξύ άλλων, η αιτία της οφειλής του και η πρόθεση της φορολογικής διοίκησης να προχωρήσει στην λήψη μέτρων εκτέλεσης. Προϋπόθεση όμως για την αποστολή αυτής της ατομικής ειδοποίησης, σύμφωνα με το άρθρο 47 του Κ.Φ.Δ., ερμηνευόμενο σε αρμονία με το άρθρο 20 παρ. 1 και 2 του Συντάγματος, είναι να έχει κοινοποιηθεί στον υπόχρεο και ο ίδιος ο νόμιμος τίτλος από τον οποίο απορρέει η οφειλή του και να έχει παρέλθει άπρακτη τουλάχιστον η προθεσμία μέσα στην οποία βαρύνεται είτε να αμφισβητήσει (διοικητικά ή δικαστικά, κατά τα ειδικότερα κατά περίπτωση προβλεπόμενα στον νόμο) τον τίτλο, είτε να τον αποδεχθεί (ρητώς, δια της καταβολής, ή σιωπηρώς, δια της αδράνειας). Έτσι, και στην περίπτωση των φορολογικών οφειλών, χωρίς προηγούμενη έγκυρη κοινοποίηση της καταλογιστικής πράξης δεν υπάρχει παντάπασι στάδιο έναρξης αναγκαστικής εκτέλεσης (πρβλ. ΣτΕ 2881/2000, Ολ., 2040/2007, Ολ., 2982/2007, 7μ., κ.ά.). Βεβαίως, όπως ρητά ορίζεται στο άρθρο 63 του Κ.Φ.Δ., η άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής κατά του νομίμου τίτλου και, εν συνεχεία, η άσκηση προσφυγής κατά της εν όλω ή εν μέρει απόρριψης της ενδικοφανούς προσφυγής αναστέλλουν την υποχρέωση καταβολής (και συνακόλουθα και την ευχέρεια της φορολογικής διοίκησης να κινήσει την διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης) μόνο για το 50% της οφειλής (που προκύπτει από την καταλογιστική πράξη ή την απόφαση επί της ενδικοφανούς προσφυγής). Συνακόλουθα, για το υπόλοιπο 50% το Δημόσιο μπορεί νομίμως να κοινοποιήσει ατομική ειδοποίηση. Δεν μπορεί όμως να προχωρήσει περαιτέρω στην λήψη οποιουδήποτε μέτρου εκτέλεσης μέχρις ότου ολοκληρωθεί η ενδικοφανής διαδικασία και, είτε παρέλθει άπρακτη η προθεσμία για την άσκηση προσφυγής ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων, είτε ασκηθεί τέτοια προσφυγή, χωρίς όμως να ακολουθήσει αίτηση αναστολής εκτελέσεως, είτε απορριφθεί η αίτηση αυτή από τον διοικητικό δικαστή (πρβλ. ΣΕ 1538/2015, 7μ., 1874/2015, 17-18/2017). Υπό την αντίθετη εκδοχή ο φερόμενος ως οφειλέτης θα επλήσσετο από μέτρα εκτέλεσης κατά των περιουσιακών αγαθών του χωρίς προηγούμενη προσήκουσα και αποτελεσματική προσωρινή δικαστική προστασία κατά αυτού τούτου του νομίμου τίτλου επί τη βάσει του οποίου χωρεί η εκτέλεση. Τέτοια δε προσωρινή προστασία δεν είναι αυτή που παρέχει ο δικαστής της ανακοπής, αφού, για τον δικαιούμενο να ασκήσει προσφυγή, αντικείμενο της δίκης της ανακοπής δεν είναι ο νόμιμος τίτλος, αλλά αποκλειστικά και μόνο ελαττώματα περί την εκτέλεση (ΣτΕ 2734/2022, σκ. 5).
6. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Σε βάρος της ανακόπτουσας εταιρείας εκδόθηκαν από τον Προϊστάμενο του 2ου ΕΛΚΕ Θεσσαλονίκης η …/28.12.2022 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος, φορολογικού έτους 2016, συνολικού ποσού 30.450 ευρώ και η …/28.12.2022 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού Φ.Π.Α., φορολογικού έτους 2016, συνολικού ποσού 11.863,05 ευρώ. Κατά των πράξεων αυτών η ανακόπτουσα η άσκησε τις αντίστοιχες … και …/25.1.2023 ενδικοφανείς προσφυγές ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών, με τις οποίες αμφισβήτησε το σύνολο των καταλογισθέντων σε βάρος της φόρων, ταυτόχρονα δε υπέβαλε και τις αντίστοιχες … και …/25.1.2023 αιτήσεις αναστολής, ζητώντας, κατ’ άρθρο 63 παρ. 4 του Κ.Φ.Δ., την αναστολή του καταβλητέου ποσοστού 50% των παραπάνω φόρων. Στο μεταξύ, εκδόθηκε η προσβαλλόμενη …/(αρ.πρωτ. …)/10.2.2023 ατομική ειδοποίηση καταβολής – υπερημερίας της Προϊσταμένης του Κέντρου Βεβαίωσης και Είσπραξης Θεσσαλονίκης, με την οποία η ανακόπτουσα κλήθηκε να προβεί σε εξόφληση, άλλως σε υπαγωγή σε πρόγραμμα ρύθμισης, εντός προθεσμίας 30 ημερών από την κοινοποίησή της, των ως άνω ληξιπρόθεσμων οφειλών της, που καταχωρήθηκαν στα βιβλία εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης με τις δύο ταυτάριθμες …/30.12.2022 και τις δύο ταυτάριθμες …/30.12.2022 πράξεις καταχώρισης. Ακολούθως, οι παραπάνω αιτήσεις αναστολής, όπως και οι ενδικοφανείς προσφυγές, απορρίφθηκαν σιωπηρά, με την άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας των τριάντα και εκατόν είκοσι ημερών, αντίστοιχα, προς έκδοση απόφασης από τη Δ.Ε.Δ.. Κατά δε των σιωπηρών απορρίψεων των ως άνω ενδικοφανών προσφυγών η ανακόπτουσα άσκησε τις περιλαμβανόμενες στα στοιχεία της δικογραφίας με αριθμούς καταχώρησης ΠΡ…/2.6.2023 και ΠΡ…/2.6.2023 προσφυγές ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου. Όπως δε προέκυψε από αυτεπάγγελτη έρευνα στο ηλεκτρονικό αρχείο που τηρείται από το Δικαστήριο μέσω του Ολοκληρωμένου Συστήματος Διαχείρισης Δικαστικών Υποθέσεων για τη Διοικητική Δικαιοσύνη (ΟΣΔΔΥΔΔ), δικάσιμος για τη συζήτηση των παραπάνω προσφυγών ορίσθηκε η 25η.1.2025 (Τμήμα ΙΓ-Μονομελές).
7. Επειδή, ήδη, με την κρινόμενη ανακοπή και τους πρόσθετους επ’ αυτής λόγους, όπως αναπτύσσονται με το νομίμως κατατεθέν στις 9.4.2024 υπόμνημα, η ανακόπτουσα ζητεί την ακύρωση της προσβαλλόμενης ατομικής ειδοποίησης, προβάλλοντας, μεταξύ άλλων, ότι παρανόμως το καθ’ ου προέβη στην αποστολή της προσβαλλόμενης ατομικής ειδοποίησης καταβολής – υπερημερίας, ενόσω εκκρεμούσε η προθεσμία των τριάντα ημερών που προβλέπεται στο άρθρο 63 παρ. 4 του Κ.Φ.Δ. για την έκδοση απόφασης επί του υποβληθέντος ενώπιον της Δ.Ε.Δ. αιτήματος αναστολής καταβολής του 50% των αμφισβητούμενων με τις ενδικοφανείς προσφυγές ποσών. Εξάλλου, το καθ’ ου, με τις από 12.6.2023, 20.6.2023 και 15.12.2023 εκθέσεις απόψεων της Προϊσταμένης του ΚΕ.Β.ΕΙΣ. Θεσσαλονίκης, ζητεί την απόρριψη της ανακοπής, προβάλλοντας, επί του λόγου αυτού, ότι το αίτημα της ανακόπτουσας περί διοικητικής αναστολής απορρίφθηκε σιωπηρά από τη Δ.Ε.Δ., ενώ δεν καταβλήθηκε το 50% του αμφισβητούμενου ποσού του φόρου που είχε καταλογισθεί σε βάρος της με τις …/28.12.2022 και …/28.12.2022 πράξεις. Ενόψει δε αυτών καθώς και των διατάξεων του άρθρου 64 και 47 του Κ.Φ.Δ., ισχυρίζεται ότι η έκδοση και κοινοποίηση της ατομικής ειδοποίησης καταβολής – υπερημερίας, ακόμη και εντός του χρονικού διαστήματος των τριάντα ημερών που προβλέπεται για την έκδοση απόφασης επί του αιτήματος διοικητικής αναστολής, ουδόλως επιδρά στη νομιμότητά της.
8. Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις που προπαρατέθηκαν στην τρίτη σκέψη της παρούσας και όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στην πέμπτη σκέψη της παρούσας, εάν ο υπόχρεος ασκήσει ενδικοφανή προσφυγή ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών κατά πράξης διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου και καταβάλει, επιπροσθέτως, το ήμισυ του αμφισβητούμενου ποσού που προέκυψε με την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης, αναστέλλεται εκ του νόμου (άρθρο 63 παρ. 3 του Κ.Φ.Δ.) το υπόλοιπο (50%) της οφειλής. Για το ως άνω ήμισυ της οφειλής μπορεί, άλλωστε, να ασκηθεί ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών και αίτηση αναστολής κατά την παράγραφο 4 του άρθρου 63 του Κ.Φ.Δ.. Ειδικότερα, με την υποβολή από τον υπόχρεο, ταυτοχρόνως με την ενδικοφανή προσφυγή του ενώπιον της Δ.Ε.Δ., αιτήματος αναστολής καταβολής του 50% του αμφισβητούμενου ποσού και μέχρι την έκδοση της απόφασης επί του αιτήματος αυτού, άλλως μέχρι την άπρακτη πάροδο, από την ημερομηνία υποβολής της ενδικοφανούς προσφυγής, της προβλεπόμενης τριακονθήμερης προθεσμίας για την έκδοση της απόφασης επί του αιτήματος αναστολής (άρθρο 63 παρ. 4 του Κ.Φ.Δ.), δεν επιδιώκεται η είσπραξη του συνόλου του αμφισβητούμενου ποσού και, επομένως, η φορολογική Αρχή δεν μπορεί να κοινοποιήσει νομίμως στον οφειλέτη ατομική ειδοποίηση υπερημερίας για το σύνολο του αμφισβητούμενου ποσού (πρβλ. ΣτΕ 2183/2016, διορθωθείσα με την ΣτΕ Σε Συμβούλιο 53/2018, βλ. και το, παρατεθέν στην τέταρτη σκέψη της παρούσας, άρθρο 7 παρ. 1 και 3 της ΠΟΛ. 1064/12.4.2017 απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε). Εάν, όμως, ο υπόχρεος δεν καταβάλει το ήμισυ της οφειλής και δεν ασκήσει, ταυτοχρόνως με την ενδικοφανή προσφυγή, αίτηση αναστολής για αυτό ή η τυχόν ασκηθείσα αίτηση αναστολής απορριφθεί από τη Δ.Ε.Δ. ρητώς ή σιωπηρώς με την παρέλευση της προθεσμίας των τριάντα ημερών κατά την παράγραφο 4 του άρθρου 63 του Κ.Φ.Δ., τότε καθίσταται απαιτητό το σύνολο του αμφισβητούμενου ποσού. Στην τελευταία αυτή περίπτωση νομίμως μπορεί να χωρήσει κοινοποίηση της προβλεπόμενης στο άρθρο 47 παρ. 1 του Κ.Φ.Δ. ατομικής ειδοποίησης καταβολής – υπερημερίας – ως πράξης που εκδίδεται κατά το στάδιο που προηγείται της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης (βλ. ΣτΕ ΕΑ 217-215/2016 σκ. 4) – για το σύνολο του αμφισβητούμενου ποσού. Κατόπιν τούτων, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη ότι στην προκείμενη περίπτωση κατά των …/28.12.2022 και …/28.12.2022 πράξεων διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος και Φ.Π.Α., από τις οποίες προέρχονται οι ένδικες οφειλές, η ανακόπτουσα άσκησε στις 25.1.2023 ενώπιον της Δ.Ε.Δ. τις αντίστοιχες … και …/25.1.2023 ενδικοφανείς προσφυγές, ταυτόχρονα δε υπέβαλε και τις αντίστοιχες …και …/25.1.2023 αιτήσεις αναστολής καταβολής του 50% του φόρου που επιβλήθηκε με τις παραπάνω πράξεις, το σύνολο του οποίου αμφισβήτησε με τις ως άνω ενδικοφανείς προσφυγές της. Ενόσω δε εκκρεμούσε η τριακονθήμερη, κατ’ άρθρο 63 παρ. 4 του Κ.Φ.Δ., προθεσμία προς έκδοση απόφασης από τη Δ.Ε.Δ.. επί των ως άνω αιτήσεων αναστολής, το καθ’ ου προχώρησε στις 10.2.2023 στην έκδοση της προσβαλλόμενης ατομικής ειδοποίησης. Με τα δεδομένα αυτά, το Δικαστήριο κρίνει ότι η προσβαλλόμενη ατομική ειδοποίηση μη νομίμως εκδόθηκε σε χρόνο, κατά τον οποίο δεν είχε παρέλθει άπρακτη η τριακονθήμερη προθεσμία προς έκδοση απόφασης επί των παραπάνω αιτήσεων αναστολής της ανακόπτουσας και, ως εκ τούτου, πρέπει να ακυρωθεί, κατ’ αποδοχή ως βάσιμου του σχετικού λόγου της ανακοπής, παρέλκει δε ως αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών λόγων αυτής.
9. Επειδή, κατ’ ακολουθία, πρέπει να γίνει δεκτή η ανακοπή και να ακυρωθεί η …/2023(αρ. πρωτ….)/10.2.2023 ατομική ειδοποίηση καταβολής – υπερημερίας της Προϊσταμένης του Κέντρου Βεβαίωσης και Είσπραξης Θεσσαλονίκης. Τέλος, πρέπει να αποδοθεί στην ανακόπτουσα το καταβληθέν παράβολο (άρθρο 277 παρ. 9 εδ. α’ του Κ.Δ.Δ.), ενώ, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, πρέπει να απαλλαγεί το καθ’ ου από τα δικαστικά έξοδα της ανακόπτουσας (άρθρο 275 παρ. 1 εδ’ ε’ του ίδιου Κώδικα).
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Δέχεται την ανακοπή.
Ακυρώνει …/2023(αρ. πρωτ….)/10.2.2023 ατομική ειδοποίηση καταβολής – υπερημερίας της Προϊσταμένης του Κέντρου Βεβαίωσης και Είσπραξης Θεσσαλονίκης.
Διατάσσει την απόδοση στην ανακόπτουσα του καταβληθέντος παραβόλου.
Απαλλάσσει το καθ’ ου από τα δικαστικά έξοδα της ανακόπτουσας.
Η απόφαση δημοσιεύθηκε στη Θεσσαλονίκη σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου στις 13.9.2024.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ