Παραβίαση των κανόνων του Κώδικα Δεοντολογίας από ορισμένες τράπεζες καταγγέλλει η Ενωση Καταναλωτών Ποιότητα Ζωής (ΕΚΠΟΙΖΩ). Κοινό χαρακτηριστικό των καταγγελλόμενων πρακτικών είναι η αδιαφάνεια ή η ελλιπής
πληροφόρηση των δανειοληπτών σχετικά με τις κρίσιμες λεπτομέρειες της ρύθμισης των δανείων τους, όπως είναι για παράδειγμα το επιτόκιο. Η ΕΚΠΟΙΖΩ ζητεί την παρέμβαση της Τράπεζας της Ελλάδος και των συναρμοδίων υπηρεσιών, προκειμένου οι τράπεζες να εφαρμόσουν τον Κώδικα Δεοντολογίας.
Ειδικότερα, σύμφωνα με καταγγελίες που έχει λάβει η ΕΚΠΟΙΖΩ, σε αρκετούς δανειολήπτες δεν χορηγείται σχέδιο σύμβασης και ενδεικτικός πίνακας αποπληρωμής, πριν υπογράψουν, με συνέπεια πολλοί τελικά να υπογράφουν μη γνωρίζοντας ακριβώς τις δεσμεύσεις που αναλαμβάνουν. Αρκετοί είναι αυτοί που μπροστά στον φόβο να μην καταστούν ληξιπρόθεσμες οι δόσεις, υπογράφουν ρυθμίσεις προσωρινού χαρακτήρα για 1-3 έτη, χωρίς πρώτα να έχουν μελετήσει τους όρους, καταβάλλοντας ένα μικρό ποσό.
Βάσει των καταγγελιών που έχουν γίνει στην ΕΚΠΟΙΖΩ, στο τυποποιημένο έντυπο πρότασης λύσεων ή οριστικής διευθέτησης του Κώδικα Δεοντολογίας που λαμβάνουν οι δανειολήπτες δεν αναφέρεται το συνολικό επιτόκιο της προτεινόμενης ρύθμισης. Για παράδειγμα, αναφέρεται «επιτόκιο ΒΕΚ + 0,60 εισφορά ν.178 + περιθώριο 3,10% (σ.σ. το ΒΕΚ είναι το βασικό επιτόκιο καταναλωτικής πίστης). Ο δανειολήπτης όταν απευθύνθηκε στην τράπεζα έλαβε προφορική απάντηση ότι το επιτόκιο είναι περίπου 8,60% και ότι η μηνιαία δόση του δανείου θα προσαυξάνεται ανά τριετία με επιπλέον 26,70 ευρώ.
Η ΕΚΠΟΙΖΩ επίσης καταγγέλλει ότι σε ορισμένες περιπτώσεις πρότασης ρύθμισης στεγαστικών δανείων, οι τράπεζες αυξάνουν το επιτόκιο με την αύξηση του περιθωρίου, ενώ ζητούν εξασφαλίσεις όπως τη θέση εγγυητή ή την προσημείωση ακινήτου ακόμη και για οφειλές που χαρακτηρίζονται σχετικά μικρές (5.000 έως 15.000 ευρώ).
Σε ορισμένες περιπτώσεις παρατηρείται μεγάλη καθυστέρηση στην αποστολή των απαντητικών επιστολών προς τους δανειολήπτες, η οποία υπερβαίνει την τετράμηνη προθεσμία που ορίζει ο Κώδικας.
Η ΕΚΠΟΙΖΩ καταγγέλλει, επίσης, περιπτώσεις όπου οι τράπεζες δεν λαμβάνουν υπόψη τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης, ορίζοντας υψηλή μηνιαία δόση. Για παράδειγμα, σε δανειολήπτη με μηνιαίο εισόδημα 950 ευρώ και με σοβαρά προβλήματα υγείας προτάθηκε μηνιαία δόση για ρύθμιση καταναλωτικού δανείου ύψους 640 ευρώ.
Παρατηρούνται δε και φαινόμενα έλλειψης συνεργασίας μεταξύ των τραπεζών σε περιπτώσεις που ο δανειολήπτης έχει οφειλές σε περισσότερες από μία τράπεζες.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ