Για την 19η Ιανουαρίου 2017 προσδιορίστηκε χθες από το Πολυμελές Πρωτοδικείο Ρόδου, μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας υποβολής προτάσεων, προσθηκών και αντικρούσεων, με το νέο κώδικα πολιτικής δικονομίας, η εξέταση των τριών πρώτων αγωγών κατά του διαβόητου πλέον τραπεζικού διευθυντή, που μετήλθε απίθανων μεθοδεύσεων για την υπεξαίρεση χρημάτων από πελάτες κεντρικού τραπεζικού καταστήματος στη Ρόδο αλλά και κατά της τράπεζας που τον απασχολούσε.
Όπως έγραψε η «δημοκρατική» οι αγωγές έχουν υποβληθεί από τον δικηγόρο κ. Παντελή Αποστολά και οι ενάγοντες διατείνονται ότι η τράπεζα όχι μόνο φέρει αντικειμενική ευθύνη διότι ο τραπεζικός διευθυντής ήταν προστηθείς υπάλληλός της αλλά και περαιτέρω διότι δεν τους αποζημίωσε εις ολόκληρον για την θετική ζημία που υπέστησαν.
Ο νομικός συμπαραστάτης των τριών θυμάτων υποστηρίζει με τις προτάσεις του ότι η τράπεζα τυγχάνει συνυπεύθυνη και για αδικοπραξίες που έλαβαν χώρα σε άλλη τράπεζα στην οποία εργαζόταν παλαιότερα ως διευθυντής ο πρωταγωνιστής του σκανδάλου και η οποία στην πορεία απορροφήθηκε λόγω συγχωνεύσεως από την εναγόμενη τράπεζα. Η τράπεζα από την άλλη δεν αναγνωρίζει ευθύνη για υπεξαιρέσεις που έλαβαν χώρα πριν την ημερομηνία της συγχώνευσης, επικαλούμενη σχετικό άρθρο στην σχετική σύμβαση. Ο εναγόμενος πρώην τραπεζικός διευθυντής, με τις προτάσεις του, ομολογεί εμμέσως πλην σαφώς τις υπεξαιρέσεις και αντιλέγει για το ύψος της ηθικής βλάβης που διεκδικούν τα τρία θύματα.
Θυμίζουμε ότι η πρώτη αγωγή υποβλήθηκε από ομογενή από το Βέλγιο, με τον οποίο ο τραπεζικός διευθυντής συνδεόταν φιλικά.
Όπως διατείνεται, εξαιτίας της φιλικής τους σχέσης ο ομογενής αποφάσισε να επενδύσει τις καταθέσεις του στην τράπεζα, που έφτασαν στα 910.286,98 ευρώ.
Ο τραπεζικός, όπως εκθέτει, εκμεταλλευόμενος την θέση του, προέβαινε, εν αγνοία του, από τους λογαριασμούς του ταμιευτηρίου, σε τμηματικές εκταμιεύσεις διαφόρων χρηματικών ποσών, με αποτέλεσμα να υπολείπονται οι πραγματικές καταθέσεις του συνολικά κατά το ποσό των 432.486,66 ευρώ, υπογράφοντας τα εκάστοτε εκδιδόμενα με την ανάληψη παραστατικά έγγραφα, πλαστογραφώντας την υπογραφή του.
Για την συγκάλυψη των αξιόποινων πράξεών του και προκειμένου να μην τις ανακαλύψει, επειδή, μετά την υπεξαίρεση του εκάστοτε χρηματικού ποσού, θα φαινόταν και στο βιβλιάριο καταθέσεων ταμιευτηρίου η ανάληψη, αλλά και στην νέα απόδειξη προθεσμιακής κατάθεσης, το ποσό που ήδη είχε αφαιρεθεί από τον λογαριασμό του, ο τραπεζικός μεν κρατούσε το πραγματικό βιβλιάριο καταθέσεων, ενώ στον μηνυτή παρέδιδε ένα πλαστό βιβλιάριο, όπου εμφανιζόταν η εικονική κίνηση του λογαριασμού του.
Επιπλέον υποστηρίζει ότι του παρέδωσε μια απόδειξη προθεσμιακής κατάθεσης για κεφάλαιο 324.364,25 ευρώ, με ημερομηνία λήξης 2-7-2015, και με επιτόκιο 5,50%, , που όπως αποδείχτηκε ήταν πλαστή. Η δεύτερη αγωγή υποβλήθηκε από μια 82χρονη άκληρη χήρα, γνωστού εμπόρου του νησιού. Τον Μάιο του 2012 ο σύζυγος της 82χρονης, είχε συνδεθεί φιλικά με τον τραπεζικό. Η 82χρονη επισημαίνει ότι ο τραπεζικός, όταν ο σύζυγός της, λόγω της κρίσης του ζήτησε τον Ιούνιο του 2010 να αναλάβει τις καταθέσεις τους, ύψους 480.000 ευρώ (είχε αντίστοιχου ποσού προθεσμιακές καταθέσεις), τον έπεισε να μην το πράξει.
Εκμεταλλευόμενος την ανωτέρω θέση του, φέρεται να προέβαινε, εν αγνοία της, από τους δύο λογαριασμούς της (ταμιευτηρίου) σε τμηματικές εκταμιεύσεις διαφόρων χρηματικών ποσών, που ανέρχονταν συνολικά σε 190.000 ευρώ, υπογράφοντας τα εκάστοτε εκδιδόμενα με την ανάληψη παραστατικά έγγραφα, πλαστογραφώντας την υπογραφή της και του ήδη αποβιώσαντος συζύγου της, όσο ζούσε. Για την συγκάλυψη των αξιόποινων πράξεών του φέρεται να κρατούσε το πραγματικό βιβλιάριό της, όπου απεικονίζετο η πραγματική κίνηση του λογαριασμού, ενώ στην ίδια παρέδιδε πλαστό βιβλιάριο, όπου εμφανιζόταν η εικονική κίνηση του λογαριασμού.
Η τρίτη αγωγή υποβλήθηκε από μια 85χρονη, άκληρη χήρα, πρώην τραπεζική υπάλληλο. Η 85χρονη υποστηρίζει ότι ο τραπεζικός διευθυντής, εκμεταλλευόμενος την θέση του προέβαινε, εν αγνοία της, από τον λογαριασμό ταμιευτηρίου της, σε τμηματικές εκταμιεύσεις διαφόρων χρηματικών ποσών (που ανέρχονται συνολικά σε 200.000 ευρώ), υπογράφοντας τα εκάστοτε εκδιδόμενα με την ανάληψη παραστατικά έγγραφα, πλαστογραφώντας την υπογραφή της.
Για την συγκάλυψη των αξιόποινων πράξεών του και προκειμένου να μην τις ανακαλύψει, ισχυρίζεται ότι εκείνος μεν κρατούσε το πραγματικό βιβλιάριο καταθέσεών της, όπου απεικονίζετο η πραγματική κίνηση του λογαριασμού, ενώ σε εκείνη παρέδιδε πλαστό βιβλιάριο, όπου εμφανιζόταν η εικονική κίνηση του λογαριασμού της.
Επιπρόσθετα, όπως ισχυρίζεται, της παρέδιδε κάθε μήνα, την πλαστή κατά περιεχόμενο απόδειξη της νέας προθεσμιακής της κατάθεσης, την οποία υπέγραφε αυτός, ως διευθυντής και ένας άλλος υπάλληλος.
Η προθεσμιακή κατάθεση εμφάνιζε ολόκληρο το ποσό που θα έπρεπε να είχε στο λογαριασμό ταμιευτηρίου της και όχι αυτό που είχε απομείνει από τις υπεξαιρέσεις που είχε ήδη διαπράξει.
Πηγή:www.dimokratiki.gr
Όπως έγραψε η «δημοκρατική» οι αγωγές έχουν υποβληθεί από τον δικηγόρο κ. Παντελή Αποστολά και οι ενάγοντες διατείνονται ότι η τράπεζα όχι μόνο φέρει αντικειμενική ευθύνη διότι ο τραπεζικός διευθυντής ήταν προστηθείς υπάλληλός της αλλά και περαιτέρω διότι δεν τους αποζημίωσε εις ολόκληρον για την θετική ζημία που υπέστησαν.
Ο νομικός συμπαραστάτης των τριών θυμάτων υποστηρίζει με τις προτάσεις του ότι η τράπεζα τυγχάνει συνυπεύθυνη και για αδικοπραξίες που έλαβαν χώρα σε άλλη τράπεζα στην οποία εργαζόταν παλαιότερα ως διευθυντής ο πρωταγωνιστής του σκανδάλου και η οποία στην πορεία απορροφήθηκε λόγω συγχωνεύσεως από την εναγόμενη τράπεζα. Η τράπεζα από την άλλη δεν αναγνωρίζει ευθύνη για υπεξαιρέσεις που έλαβαν χώρα πριν την ημερομηνία της συγχώνευσης, επικαλούμενη σχετικό άρθρο στην σχετική σύμβαση. Ο εναγόμενος πρώην τραπεζικός διευθυντής, με τις προτάσεις του, ομολογεί εμμέσως πλην σαφώς τις υπεξαιρέσεις και αντιλέγει για το ύψος της ηθικής βλάβης που διεκδικούν τα τρία θύματα.
Θυμίζουμε ότι η πρώτη αγωγή υποβλήθηκε από ομογενή από το Βέλγιο, με τον οποίο ο τραπεζικός διευθυντής συνδεόταν φιλικά.
Όπως διατείνεται, εξαιτίας της φιλικής τους σχέσης ο ομογενής αποφάσισε να επενδύσει τις καταθέσεις του στην τράπεζα, που έφτασαν στα 910.286,98 ευρώ.
Ο τραπεζικός, όπως εκθέτει, εκμεταλλευόμενος την θέση του, προέβαινε, εν αγνοία του, από τους λογαριασμούς του ταμιευτηρίου, σε τμηματικές εκταμιεύσεις διαφόρων χρηματικών ποσών, με αποτέλεσμα να υπολείπονται οι πραγματικές καταθέσεις του συνολικά κατά το ποσό των 432.486,66 ευρώ, υπογράφοντας τα εκάστοτε εκδιδόμενα με την ανάληψη παραστατικά έγγραφα, πλαστογραφώντας την υπογραφή του.
Για την συγκάλυψη των αξιόποινων πράξεών του και προκειμένου να μην τις ανακαλύψει, επειδή, μετά την υπεξαίρεση του εκάστοτε χρηματικού ποσού, θα φαινόταν και στο βιβλιάριο καταθέσεων ταμιευτηρίου η ανάληψη, αλλά και στην νέα απόδειξη προθεσμιακής κατάθεσης, το ποσό που ήδη είχε αφαιρεθεί από τον λογαριασμό του, ο τραπεζικός μεν κρατούσε το πραγματικό βιβλιάριο καταθέσεων, ενώ στον μηνυτή παρέδιδε ένα πλαστό βιβλιάριο, όπου εμφανιζόταν η εικονική κίνηση του λογαριασμού του.
Επιπλέον υποστηρίζει ότι του παρέδωσε μια απόδειξη προθεσμιακής κατάθεσης για κεφάλαιο 324.364,25 ευρώ, με ημερομηνία λήξης 2-7-2015, και με επιτόκιο 5,50%, , που όπως αποδείχτηκε ήταν πλαστή. Η δεύτερη αγωγή υποβλήθηκε από μια 82χρονη άκληρη χήρα, γνωστού εμπόρου του νησιού. Τον Μάιο του 2012 ο σύζυγος της 82χρονης, είχε συνδεθεί φιλικά με τον τραπεζικό. Η 82χρονη επισημαίνει ότι ο τραπεζικός, όταν ο σύζυγός της, λόγω της κρίσης του ζήτησε τον Ιούνιο του 2010 να αναλάβει τις καταθέσεις τους, ύψους 480.000 ευρώ (είχε αντίστοιχου ποσού προθεσμιακές καταθέσεις), τον έπεισε να μην το πράξει.
Εκμεταλλευόμενος την ανωτέρω θέση του, φέρεται να προέβαινε, εν αγνοία της, από τους δύο λογαριασμούς της (ταμιευτηρίου) σε τμηματικές εκταμιεύσεις διαφόρων χρηματικών ποσών, που ανέρχονταν συνολικά σε 190.000 ευρώ, υπογράφοντας τα εκάστοτε εκδιδόμενα με την ανάληψη παραστατικά έγγραφα, πλαστογραφώντας την υπογραφή της και του ήδη αποβιώσαντος συζύγου της, όσο ζούσε. Για την συγκάλυψη των αξιόποινων πράξεών του φέρεται να κρατούσε το πραγματικό βιβλιάριό της, όπου απεικονίζετο η πραγματική κίνηση του λογαριασμού, ενώ στην ίδια παρέδιδε πλαστό βιβλιάριο, όπου εμφανιζόταν η εικονική κίνηση του λογαριασμού.
Η τρίτη αγωγή υποβλήθηκε από μια 85χρονη, άκληρη χήρα, πρώην τραπεζική υπάλληλο. Η 85χρονη υποστηρίζει ότι ο τραπεζικός διευθυντής, εκμεταλλευόμενος την θέση του προέβαινε, εν αγνοία της, από τον λογαριασμό ταμιευτηρίου της, σε τμηματικές εκταμιεύσεις διαφόρων χρηματικών ποσών (που ανέρχονται συνολικά σε 200.000 ευρώ), υπογράφοντας τα εκάστοτε εκδιδόμενα με την ανάληψη παραστατικά έγγραφα, πλαστογραφώντας την υπογραφή της.
Για την συγκάλυψη των αξιόποινων πράξεών του και προκειμένου να μην τις ανακαλύψει, ισχυρίζεται ότι εκείνος μεν κρατούσε το πραγματικό βιβλιάριο καταθέσεών της, όπου απεικονίζετο η πραγματική κίνηση του λογαριασμού, ενώ σε εκείνη παρέδιδε πλαστό βιβλιάριο, όπου εμφανιζόταν η εικονική κίνηση του λογαριασμού της.
Επιπρόσθετα, όπως ισχυρίζεται, της παρέδιδε κάθε μήνα, την πλαστή κατά περιεχόμενο απόδειξη της νέας προθεσμιακής της κατάθεσης, την οποία υπέγραφε αυτός, ως διευθυντής και ένας άλλος υπάλληλος.
Η προθεσμιακή κατάθεση εμφάνιζε ολόκληρο το ποσό που θα έπρεπε να είχε στο λογαριασμό ταμιευτηρίου της και όχι αυτό που είχε απομείνει από τις υπεξαιρέσεις που είχε ήδη διαπράξει.
Πηγή:www.dimokratiki.gr