Στην Ελλάδα ο δι΄ αγχόνης θάνατος εισήχθηκε 20 Ιούλιου 1925 με διάταγμα της Κυβέρνησης Θεόδωρου Πάγκαλου προς παραδειγματισμό επί καταχρήσεων του
«Αλήθεια, Θόδωρε, θα κάμης κίνημα;», ρώτησε λίγο πριν την περίφημη 25 Ιουνίου του 1925 ο Δημήτριος Γόντικας, υπουργός των στρατιωτικών τότε, τον Θεόδωρο Πάγκαλο που οι φήμες για επιβολή της δικτατορίας του είχαν μεγαλώσει, για να εισπράξει την απάντηση του : «Και βέβαια θα κάμω κίνημα. Θα σας φοβηθώ;»
Τι έγινε όμως και πως φτάσαμε στις 27 Νοεμβρίου 1925 να εκτελεστούν με απαγχονισμό στο Γουδί και μέσα από μια δίκη σκοπιμότητας , με παρουσία εκατοντάδων ανθρώπων , οι καταχραστές του Δημοσίου, Αντισυνταγματάρχης Διαχειρίσεως Διονύσιος Δρακάτος και Ι. ΖαφειρόπουλοςΑντισυνταγματάρχη της Χωροφυλακής -διευθυντής της Αστυνομίας Θεσσαλονίκης ;
Το βράδυ της 24ης Ιουνίου ο Πάγκαλος πληροφορήθηκε ότι επέκειτο σύλληψή του. Αμέσως διέταξε τους μυημένους αξιωματικούς να καταλάβουν στρατηγικές θέσεις. Στο στρατιωτικό νοσοκομείο, στο οποίο βρισκόταν υπό κράτηση ο συνταγματάρχης Ντερτιλής, εκδηλώθηκε αρχικά το κίνημα. Στη Θεσσαλονίκη ο στόλος προσχώρησε στο κίνημα, ενώ το θωρηκτό Αβέρωφ κατελήφθη από μυημένους αξιωματικούς του πολεμικού ναυτικού. Στη συνέχεια ακολούθησε η Καβάλα. Σύντομα η Θράκη και η Μακεδονία ελέγχονταν από τους κινηματίες. Στην Αθήνα ο πρωθυπουργός Ανδρέας Μιχαλακόπουλος συγκάλεσε σε σύσκεψη τους πολιτικούς αρχηγούς Καφαντάρη και Κονδύλη. Ακολούθησε νέα σύσκεψη υπό τον πρόεδρο της Δημοκρατίας Παύλο Κουντουριώτη. Ο Μιχαλακόπουλος δεν φάνηκε διατεθειμένος να παραιτηθεί, αλλά ζήτησε τη συμμετοχή του Καφαντάρη και του Κονδύλη στην κυβέρνηση. Και οι δύο αρνήθηκαν οδηγώντας σε παραίτηση τον Μιχαλακόπουλο.
Στις 10 π.μ. της 25ης Ιουνίου ο Θεόδωρος Πάγκαλος έστειλε τελεσίγραφο στον πρόεδρο της δημοκρατίας, με το οποίο ζητούσε την παραίτηση της κυβέρνησης. Η χλιαρή στάση που επέδειξε ο Μιχαλακόπουλος ήταν καθοριστική για την επιτυχία του κινήματος. Ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου, ύστερα από σύσκεψη μεταξύ του προέδρου της δημοκρατίας και άλλων, πήρε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης κατευθυνόμενος πρώτα στο στρατόπεδο του Ρουφ για να συναντήσει τον Πάγκαλο. Ο Πάγκαλος αρχικά φάνηκε διατεθειμένος να πάρει μέρος στην κυβέρνηση, αλλά στη συνέχεια, και αφού έχει βεβαιωθεί ότι το κίνημα έχει επικρατήσει, του διαμήνυσε ότι μόνο ως πρωθυπουργός θα έπαιρνε μέρος σε κυβέρνηση. Σε νέα συγκέντρωση που έγινε, ο Παπαναστασίου κατέθεσε την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης.
Έτσι, ο Θεόδωρος Πάγκαλος ανέλαβε την πρωθυπουργία την 26η Ιουνίου του 1925. Στην κυβέρνηση που σχημάτισε, κράτησε ο ίδιος το υπουργείο στρατιωτικών. Στη βουλή παρουσιάστηκε ως πρωθυπουργός και πήρε ψήφο εμπιστοσύνης από όλους τους βουλευτές, πλην δεκατεσσάρων. Τα κόμματα Μιχαλακόπουλου και Καφαντάρη απείχαν. Με διάταγμα της 30ης Σεπτεμβρίου του 1925 κατήργησε τη βουλή με το αιτιολογικό ότι “είχε χάσει την εμπιστοσύνη του Έθνους”. Οι πολιτικοί αρχηγοί, πιστεύοντας στις δεσμεύσεις Πάγκαλου, του επέτρεψαν ουσιαστικά να αναλάβει αναίμακτα τα ηνία της χώρας.
Στην Ελλάδα ο δι΄ αγχόνης θάνατος εισήχθηκε 20 Ιούλιου 1925 με διάταγμα της Κυβέρνησης Θεόδωρου Πάγκαλου προς παραδειγματισμό επί καταχρήσεων του δημοσίου.
Το σχετικό εκείνο διάταγμα καταργήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1926.Βέβαια η καταδίκη αυτή ήταν απολύτως παράνομη γιατί εκτελέστηκαν βάσει νόμου που εκδόθηκε μετά την διάπραξη του αδικήματος τους.( Ιστορία του Ελλ. Έθνους Εκδ. Αθηνών Τόμος ΙΕ σελ 293)
Η δίκη τους, μαζί με άλλους 19 κατηγορούμενους στρατιωτικούς και πολίτες για καταχρήσεις στις επιτάξεις στην Μικρά Ασία , άρχισε στις 16-10-1925 στο Α΄ Διαρκές Στρατοδικείο και κράτησε πάνω από ένα μήνα μέχρι τις 24-11-1925. Οι 21 κατηγορούμενοι παραπέμφθηκαν με 7 βουλεύματα τα οποία και περιγράφονται αναλυτικά στο ΕΜΠΡΟΣ της 16-10-1925
Στην δίκη εκλήθησαν 150 μάρτυρες κατηγορίας μεταξύ των οποίων και ο πρωθυπουργός, ο οποίος βέβαια δεν πήγε, και 100 μάρτυρες υπεράσπισης. Την υπεράσπιση των κατηγορουμένων ανέλαβαν 30 γνωστοί δικηγόροι της εποχής μεταξύ των οποίων οι Λυκουρέζος, Μπαμπάκος, Κ, Αγ. Τσουκαλάς, Λαδάς και Σγουρίτσας. Πρόεδρος του δικαστηρίου , ήταν ο στρατιωτικός δικαστικός σύμβουλος Δάρας , μέλη οι αντισυνταγματάρχες Ζέρβας και Περιστέρης, οι λοχαγοί Παπακυριαζής και Παπαδόπουλος και οι ένορκοι Κομνηνός καπνοπώλης, και Ανδ. Βήχος έμπορος ποδηλάτων Κυβερνητικός επίτροπος ήταν ο διευθυντής του δικαστικού τμήματος του Α΄ Σώματος Στρατού Κρ. Μπουφίδης
Για 9 κατηγορουμένους ζήτησε ο επίτροπος την ποινή του θανάτου δι΄ αγχόνης.
Η απόφαση του δικαστηρίου στις 24-11-1925 ήταν καταδίκη σε θάνατο 3, του Αϊδινλή, του Δρακάτου και του Ζαριφόπουλου, δύο σε ισόβια δεσμά, πέντε σε πρόσκαιρα και δύο σε ειρκτή.
Στις 25-11-1925 ο πρόεδρος και τα μέλη του Στρατοδικείου όπως και ο κυβερνητικός επίτροπος παρουσιάστηκαν στον πρωθυπουργό Πάγκαλο και διετύπωσαν την ευχή του Δικαστηρίου όπως μη εκτελεστεί η απόφαση των εις θάνατον καταδικασθέντων Γ. Ζαριφόπουλου , Θ. Δρακάτου και Α. Αϊδινλή δεδομένου ότι :είς άπαντα τα πεπολιτισμένα κράτη δεν εφαρμόζεται η εσχάτη των ποινών δια παρόμοια αδικήματα.
Οι ίδιοι επισκέφτηκαν και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κουντουριώτη και διετύπωσαν το ίδιο αίτημα. Ο Κουντουριώτης κάλεσε τον Πάγκαλο στο σπίτι του, του είπε για το αίτημα αυτό και συνηγόρησε και αυτός.
Ο Πάγκαλος ξανακάλεσε τα μέλη του δικαστηρίου και τελικά αποφάσισε να μην εκτελεστεί η ποινή για τον Αϊδινλή.
Σύμφωνα με την ειδησεογραφία της εποχής το τελευταίο γεύμα των μελλοθανάτων ήταν κοκορέτσι, μαρίδες σταφύλια και ρετσίνα.
Ο Ζαριφόπουλος είχε διατηρήσει την ψυχραιμία του και έστειλε τηλεγράφημα προς τους άλλους καταδίκους στο οποίο έγραφε: Ταξίδιον ευχάριστον. Στοπ.Βρόγχος γλυκύτατος εξαποστέλλει ημάς μακράν υμών. Παρακαλώ τηρήσατε ψυχραιμίαν και υπομονήν, αναμιμνησκόμεθα ότι θάττον ή βράδιον θέλομεν συναντηθή εκεί όπου ήδη ημείς βαίνομεν και ένθα ουδέ πόνος ουδέ στεναγμός υπάρχει.” Εάν ποτέ είτε θεληματικώς ως κακοί άνθρωποι είτε αθελήτως ελυπήσαμεν υμάς, παρακαλούμεν κρατήσατε απόψεις σας ίνα επιλύσωμεν αυτάς κατά την συνάντησιν μας”.
Είπε δε στον υπαρχιφύλακα που ήταν στο κελί: Κύτταξε να με σηκώσεις πρωί αύριο. Μη μ΄αφήσης και με πάρει ο ύπνος!
Σε εφημερίδα της εποχής γράφεται :
“…οι κατάδικοι με δεμένας όπισθεν τας χείρας θα οδηγηθούν υπό το ικρίωμα και ακριβώς επί του κάτωθεν της αγχόνης ευρισκομένου αναβάθρου. Ευθύς αμέσως ο επί κεφαλής δεκανεύς ιστάμενος όπισθεν εκάστου των καταδίκων θα περιβάλη τον τράχηλον αυτού διά του βρόγχου μεριμνών όπως καλυφθούν ταυτοχρόνως η κεφαλή και οι ώμοι του μελλοθανάτου διά της προσδεδεμένης εις τον βρόχον καλύπτρας.
Μετά το παράγγελμα ‘σύρατε’ του επί κεφαλής του αποσπάσματος Ανθυπασπιστού, οι άνδρες του αποσπάσματος σύρουν δι’ αποτόμου και ισχυράς ανελκύσεως το ανάβαθρον εφ΄ου ίσταται ο μελλοθάνατος, επερχομένου κατόπιν ακαριαίως του θανάτου.
Μετά το πέρας της εκτελέσεως το στρατιωτικόν τμήμα θα παρελάση προ των αιωρουμένων πτωμάτων”.
Λένε πως ανάμεσα στους εκατοντάδες συγκεντρωμένους ήταν κι ένας ποιητής…
Ο Κώστας Καρυωτάκης. Έγινε γνωστό αυτό από τον φίλο του Χ. Σακελλαριάδη . Αναφέρει σχετικά πως ο Καρυωτάκης το προηγούμενο βράδυ είχε πάει επίσκεψη σε ένα συγγενικό του σπίτι σχετικά κοντά στο Γουδί, εκεί έμαθε ότι την άλλη μέρα το πρωί θα γινόταν η εκτέλεση, και αποφάσισε να κοιμηθεί εκεί για να πάει την επομένη το πρωί στον τόπο της εκτέλεσης.
Έγραψε ένα ποίημα στη συνέχεια με τον τίτλο : Η πεδιάς και το νεκροταφείον, που δεν αναφέρει μεν τρόπο και λεπτομέρειες της εκτέλεσης αλλά τον φόβο και την έννοια της δικτατορίας .
ΠΗΓΕΣ:
Wikipedia.org
Sansimera.gr
Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού, H δικτατορία του στρατηγού Θεόδωρου Πάγκαλου
Τάσος Βουρνάς, Ιστορία της Νεώτερης και Σύγχρονης Ελλάδας, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2005, Τόμος Β΄
Περιοδικό Λέξη (τ. 90, 1989)
atheofobos2.blogspot.gr
sarantakos.wordpress.com
mixanitouxronou.gr
cretalive.gr