1901: Ευαγγελι(α)κά, 1902: Σανιδικά, 1903: Ορεστειακά
Είναι συνηθισμένο φαινόμενο στη σημερινή Αθήνα οι διαδηλώσεις, οι πορείες και, δυστυχώς, συχνά πυκνά, τα επεισόδια. Γίνονται κυρίως για οικονομικούς και κοινωνικούς λόγους. Θα θεωρούσαμε σήμερα αδιανόητο να γίνουν επεισόδια, καταστροφές, πολύ δε περισσότερο να υπάρξουν νεκροί και τραυματίες για τη μετάφραση μιας αρχαίας τραγωδίας στη δημοτική. Και όμως τα «Ορεστειακά» του 1903 έγιναν με μια τέτοια αφορμή…
ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 1901: ΤΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙ(Α)ΚΑ
Η Ελλάδα των αρχών του 20ού αιώνα προερχόταν από τον άτυχο πόλεμο του 1897 και τις καταστροφικές συνέπειές του. Παράλληλα, η ληστοκρατία, οι εξεγέρσεις των αγροτών, η αγραμματοσύνη του λαού και ο κλονισμός του θρησκευτικού του αισθήματος προβλημάτιζαν έντονα τόσο το βασιλικό ζεύγος Γεώργιο Α’ και Όλγα όσο και την πολιτική ηγεσία.
Η βασίλισσα Όλγα λοιπόν «θρησκόληπτη ως το κόκαλο» κατά τον Ι. Κορδάτο, ήθελε, όπως και οι αστοί, να τονώσει το θρησκευτικό συναίσθημα του λαού. Ως πρώτο βήμα αυτής της κίνησης, σκέφτηκε τη μετάφραση των Ευαγγελίων στη δημοτική γλώσσα. Συνεννοήθηκε λοιπόν με τον καθηγητή Πανεπιστημίου Ι. Πανταζίδη και τη γραμματέα της Ιουλία Σωμάκη, όπως και με τον Μητροπολίτη Αθηνών Προκόπιο γι’ αυτό τον σκοπό. Η Σωμάκη ανέλαβε τη μετάφραση, ενώ την τελική επιμέλεια και διόρθωση είχε ο καθηγητής στο Ριζάρειο Φ. Παπαδόπουλος. Η μετάφραση αυτή τυπώθηκε σε 1.000 αντίτυπα και μοιράστηκε σε νοσοκομεία και σε σχολεία (1900). Λίγο αργότερα, ο σύλλογος «Ανάπλασις» κυκλοφόρησε άλλη μετάφραση των Ευαγγελίων.
Είχαν αρχίσει ήδη να γίνονται πολλές συζητήσεις και οι αντιδράσεις που ξεκίνησαν από τη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (με επικεφαλής τους καθηγητές Μιστριώτη και Βάση) και μερίδα του τύπου της εποχής, έφτασαν στα άκρα…
Η ρωσική καταγωγή της βασίλισσας Όλγας έδωσε αφορμή για διείσδυση οργάνων του πανσλαβισμού, που, όπως έγραφαν εφημερίδες της εποχής, με τη μετάφραση την Ευαγγελίων στόχευε στην εξασθένηση της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης των Ελλήνων.
Στις 9 Σεπτεμβρίου 1901 άρχισε να δημοσιεύεται στην εφημερίδα «Ακρόπολις» το «Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο» μεταφρασμένο στη δημοτική από τον λόγιο Αλέξανδρο Πάλλη, ο οποίος είχε ζήσει για χρόνια στην Αγγλία και ήταν στενός συνεργάτης του Γιάννη Ψυχάρη.
Στις αρχές του Οκτώβρη του 1901, οι εφημερίδες «Καιροί», «Εμπρός» και «Σκριπ» άρχισαν να κατηγορούν τους δημοτικιστές ως άθεους και προδότες. Οι καθηγητές της Θεολογικής Σχολής ζήτησαν (15/10/1901) την άμεση απαγόρευση της μετάφρασης του Πάλλη.
Πατριαρχικό έγγραφο που υπέγραφε ο τότε Πατριάρχης Ιωακείμ Γ’ και εκδόθηκε στις 8/10/1901, στάλθηκε στην Ιερά Σύνοδο και αποδοκίμαζε τη μετάφραση της Αγίας Γραφής.
Ο Βλάσης Γαβριηλίδης αρχικά μέσα από την «Ακρόπολη», απαντά με ήπιο και μάλλον χιουμοριστικό τρόπο. Ένα άρθρο του όμως στις 5 Νοεμβρίου, εναντίον ορισμένων καθηγητών της Θεολογίας και των φοιτητών, αποτέλεσε τη θρυαλλίδα για δραματικά γεγονότα.
Ακολούθησαν διαδηλώσεις κληρικών, φοιτητών και επαγγελματιών, επιθέσεις στα γραφεία της εφημερίδας και κατάληψη του πανεπιστημίου από τους φοιτητές. Παράλληλα, διοργανώθηκε, με επικεφαλής ομάδα ιερωμένων, διαδήλωση έξω από το σπίτι του Κωστή Παλαμά (!), ο οποίος είχε θεωρηθεί ηγέτης των «μαλλιαρών» (δημοτικιστών).
Στις 8 Νοεμβρίου 1901 οργανώθηκε μεγάλο συλλαλητήριο στο ναό του Ολυμπίου Διός. Οι διαδηλωτές ζητούσαν να εκδοθεί αφορισμός «κατά των βεβηλωσάντων το κείμενον του ιερού μας Ευαγγελίου». Την ίδια μέρα η εφημερίδα «Καιροί» έγραφε λίβελους για τη «μετάφραση της Σλάβας» (δηλ. της βασίλισσας Όλγας), τροφοδοτώντας με φανατισμό το πλήθος των διαδηλωτών.
Όταν αυτοί κινήθηκαν προς τη Μητρόπολη, για να παραδώσουν το ψήφισμα που αναφέραμε παραπάνω, συγκρούστηκαν με την Αστυνομία. Τα αποτελέσματα ήταν τραγικά: 8 νεκροί και 70 περίπου τραυματίες. Έπειτα απ’ αυτό, παραιτήθηκε η κυβέρνηση Θεοτόκη, παύθηκε ο Μητροπολίτης Προκόπιος και απομακρύνθηκε ο διοικητής της Αστυνομίας. Οι φοιτητές στη συνέχεια κλείστηκαν στο Πανεπιστήμιο, απ’ όπου και αποσύρθηκαν στις 12 Νοεμβρίου. Στις 12 Δεκεμβρίου του 1901, σε νέο συλλαλητήριο στους Στύλους του Ολυμπίου Διός, κάηκε ένα αντίτυπο της μετάφρασης του Ευαγγελίου και ζητήθηκε η απαγόρευση της μεταγλώττισης της Αγίας Γραφής και η αυστηρή τιμωρία όποιου επιχειρούσε κάτι τέτοιο στο μέλλον. Σχετική απόφαση έλαβε τότε η Ιερά Σύνοδος, η οποία ωστόσο ατόνησε με το πέρασμα του χρόνου. Έτσι έληξαν τα «Ευαγγελι(α)κά», όπως ονομάστηκαν στη συνέχεια.
ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 1902: ΤΑ «ΣΑΝΙΔΙΚΑ»
Όπως είδαμε, τα «Ευαγγελικά» οδήγησαν στην παραίτηση της κυβέρνησης Θεοτόκη. Ο βασιλιάς Γεώργιος ανέθεσε τον σχηματισμό κυβέρνησης στον Αλέξανδρο Ζαΐμη, ο οποίος είχε μόνο 14 βουλευτές και τη στήριξη στη Βουλή του Θεοτόκη. Ωστόσο, οι ηγέτες της αντιπολίτευσης Δηλιγιάννης, Δεληγιώργης, Δραγούμης, Ράλλης και Καραπάνος άρχισαν σφοδρό αγώνα ενάντια στην κυβέρνηση Ζαΐμη. Τελικά, προκηρύχθηκαν εκλογές για τις 17 Νοεμβρίου 1902. Οι εκλογές αυτές έγιναν μέσα σε κλίμα φανατισμού, ξυλοδαρμούς, παρεμβάσεις μπράβων και τρομοκρατία από τα όργανα της εξουσίας. Σε ορισμένα μέρη δεν έγιναν εκλογές (!), ενώ σε άλλα υπήρχαν καταγγελίες για νοθεία.
Το κόμμα του Ζαΐμη καταποντίστηκε και κανένα από τα δύο άλλα μεγάλα κόμματα (θεοτοκικό και δηλιγιαννικό), δεν είχε εξασφαλίσει απόλυτη πλειοψηφία, καθώς πέντε μέρες μετά τις εκλογές δεν είχαν εκδοθεί τα τελικά αποτελέσματα.
Η Αθήνα ήταν ανάστατη και επικρατούσε οχλοκρατία. Ο Δ. Ράλλης έφερε στο κέντρο της πρωτεύουσας οπαδούς του από τα χωριά της Αττικής με πίπιζες και νταούλια, ενώ ορισμένοι με πιστόλες και μαχαίρια τρομοκρατούσαν τους φιλήσυχους πολίτες.
Ο βασιλιάς Γεώργιος κάλεσε τον πρόεδρο του Αρείου Πάγου Ιωάννη Σημαντήρα να σχηματίσει υπηρεσιακή κυβέρνηση. Αυτός βλέποντας ότι δεν θα μπορούσε να φέρει την τάξη αρνήθηκε. Νέα προσπάθεια του Γεώργιου για σχηματισμό στρατιωτικής κυβέρνησης με επικεφαλής τον υπασπιστή του, Ι. Παπαδιαμαντόπουλο, έπεσε στο κενό. Μέσα στη γενική ένταση, μπράβοι του Δηλιγιάννη ξήλωσαν από μια οικοδομή της οδού Σταδίου τις σανίδες από τις σκαλωσιές και άρχισαν να σπάνε βιτρίνες μαγαζιών, πόρτες και παράθυρα σπιτιών, ενώ επιτέθηκαν με πέτρες σε γραφεία εφημερίδων.
Τα επεισόδια, στη διάρκεια των οποίων υπήρξαν πολλοί τραυματίες, έληξαν στις 23 Νοεμβρίου, όταν ο Γεώργιος ανέθεσε στον Θ. Δηλιγιάννη τον σχηματισμό κυβέρνησης.
Έμειναν στην ιστορία ως «Σανιδικά» από τις σανίδες που χρησιμοποιήθηκαν στη διάρκεια των διαδηλώσεων.
ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 1903: ΤΑ «ΟΡΕΣΤΕΙΑΚΑ»
Ο τρίτος και τελευταίος ταραγμένος Νοέμβριος των αρχών του 20ού αιώνα.
Το Νοέμβριο του 1903, το Βασιλικό Θέατρο (πρόδρομος του Εθνικού Θεάτρου) παρουσίασε την τριλογία του Αισχύλου «Ορέστεια», σε απλή νέα ελληνική γλώσσα.
Τη μετάφραση είχε κάνει ο καθηγητής πανεπιστημίου Γεώργιος Σωτηριάδης. Ο συντηρητικός συνάδελφός του Γεώργιος Μιστριώτης (γνωστός και από τα «Ευαγγελικά»!), ξεσήκωσε τους φοιτητές του, οι οποίοι το βράδυ της 9ης Νοεμβρίου, όταν θα δινόταν η πρώτη παράσταση, ανάμεσα στους πρωταγωνιστές της οποίας ήταν και η μεγάλη Μαρίκα Κοτοπούλη (στο ρόλο της Παλλάδας Αθηνάς), συγκεντρώθηκαν με αναμμένους δαυλούς και πετρέλαιο για να πυρπολήσουν το θέατρο! Από τις συγκρούσεις με την Αστυνομία που ακολούθησαν ένα (ή δύο σύμφωνα με άλλες πηγές) άτομο σκοτώθηκε και τουλάχιστον εφτά τραυματίστηκαν.
Την επόμενη μέρα, παρακολούθησε την παράσταση ο βασιλιάς Γεώργιος, ο οποίος έδωσε συγχαρητήρια στον διευθυντή του θεάτρου Στέφανο Στεφάνου, ζήτησε ωστόσο να ανασταλεί η παράσταση, κάτι που έγινε.
Έτσι τελείωσαν και τα «Ορεστειακά» και οι… ταραγμένοι Νοέμβηδες της Αθήνας των αρχών του 20ού αιώνα.