Μαρακές. Η διεθνής κοινότητα μεταβαίνει από τη φάση των δεσμεύσεων, με την υπογραφή της Συμφωνίας των Παρισίων για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, στη φάση της εφαρμογής, η οποία απαιτεί λεπτομερειακή δουλειά, αλλά και κρίσιμες πολιτικές και επενδυτικές αποφάσεις.
«Κανένας πολιτικός, κανένας πολίτης, κανένας διευθυντής επιχείρησης και κανένας επενδυτής δεν μπορεί ν’ αμφιβάλλει ότι ο κόσμος είναι αποφασισμένος να περάσει σε μια κοινωνία “χαμηλών ρύπων και μεγάλης ανθεκτικότητας”», δήλωσε η επικεφαλής της υπηρεσίας του ΟΗΕ για το κλίμα, Πατρίσια Εσπινόσα.
Οι συνομιλίες κινούνται σε δύο άξονες, την αποφυγή της υπέρμετρης αποσταθεροποίησης του κλίματος και την προσαρμογή στα ακραία καιρικά φαινόμενα που αναπότρεπτα θα εκδηλωθούν, λόγω των κλιματικών διεργασιών που έχουν ήδη «κλειδώσει».
Και στους δύο άξονες, το ζητούμενο στις συνομιλίες των επόμενων 11 ημερών είναι η σαφήνεια: πώς ακριβώς θα υπολογιστούν οι ρύποι της κάθε χώρας, ώστε να κριθεί αν υλοποίησε τις δεσμεύσεις για τον περιορισμό τους; Σε ποιους ακριβώς τομείς χρειάζονται βοήθεια οι φτωχότερες χώρες προκειμένου να οχυρωθούν απέναντι στις καταστροφές από τους κυκλώνες, τις πλημμύρες και τα κύματα ξηρασίας του θερμού μέλλοντος;
Ενα από τα πλέον λεπτά ζητήματα των συνομιλιών είναι η μεταφορά τεχνογνωσίας, χωρίς πατέντες, με στόχο την ταχύτερη και πλατύτερη εφαρμογή τεχνολογικών επιτευγμάτων. Παρά το μέγεθος της πρόκλησης για το μέλλον των ανθρώπινων κοινωνιών –ένα μέλλον ανεξέλεγκτης κλιματικής αλλαγής είναι ένα μέλλον οξύτατων πολεμικών συγκρούσεων και γιγάντιων προσφυγικών ρευμάτων– το ζήτημα του περιορισμού των ρύπων συνεχίζει να αντιμετωπίζεται υπό το πρίσμα όχι της διεθνούς συνεργασίας αλλά των «εθνικών πρωταθλητών».
Σαφείς στόχοι
Χθες, 40 μεγάλες γερμανικές επιχειρήσεις ζήτησαν με επιστολή προς το γερμανικό υπουργείο Οικονομίας σαφείς στόχους σε όλους τους κλάδους (μεταφορές, ενέργεια βιομηχανία, γεωργία, κατασκευές) για το έτος 2030. «Μόνο έτσι μπορούν να αναπτυχθούν νέα επιχειρηματικά μοντέλα και σαφή σχέδια για την εγκατάλειψη του άνθρακα» ανέφεραν οι επιχειρήσεις, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται η τράπεζα Commerzbank, η κατασκευαστική Hochtief, γνωστές εταιρείες αθλητικών ειδών και εταιρείες παραγωγής ενέργειας. Στην επιστολή αναφέρεται ότι στόχος πρέπει να είναι «η ταχεία μετάβαση σε 100% ανανεώσιμες πηγές ενέργειας» με πολιτικές «διεθνούς ακτινοβολίας, που θα συμβάλουν ουσιαστικά στην οικονομική επιτυχία της Γερμανίας τις επόμενες δεκαετίες». Η σύγκρουση συμφερόντων στο εσωτερικό της Γερμανίας, με τις αντιδράσεις στα σχέδια για φορολόγηση των εκπομπών ρύπων από λιγνίτη, που ουσιαστικά οδηγεί προς κλείσιμο τις λιγνιτικές μονάδες, αντανακλά την παγκόσμια διελκυστίνδα.
Χώρες, όπως ο Καναδάς, έχουν δεσμευθεί ότι θα μειώσουν τις εκπομπές ρύπων, ενώ ταυτόχρονα δίνουν το «πράσινο φως» για επενδύσεις όπως η δημιουργία μονάδας υγροποιημένου φυσικού αερίου στις ακτές του Ειρηνικού, κόστους 36 δισ. δολαρίων – επένδυση την οποία οι υπέρμαχοι της προστασίας του κλίματος παρομοιάζουν με «κλιματική βόμβα».
Ενώ η διεθνής κοινότητα συζητεί για τις επενδύσεις του μέλλοντος, στις ΗΠΑ η συζήτηση έχει πάει πολλά βήματα πίσω, με την υποψηφιότητα του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος δυσκολεύεται να παραδεχθεί ακόμη και την ύπαρξη της κλιματικής αλλαγής. «Μια εκλογή Τραμπ θα είναι σοκ», δήλωσε η επικεφαλής της διαπραγματευτικής ομάδας της Γαλλίας, Λοράνς Τομπιανά. «Αλλά ακόμη και σε αυτή την περίπτωση, την Τετάρτη το πρωί όλοι στη Διάσκεψη θα πουν “επιμένουμε στη Συμφωνία των Παρισίων”».
Έντυπη