Πρωτοδικείο Ρόδου, με την διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.
Πρόκειται για απόφαση «σταθμό» καθώς είναι η πρώτη, που αναγνωρίζει σε τοπικό επίπεδο, την καταχρηστικότητα των όρων επιχειρηματικού δανείου και ακολουθεί πάμπολλες, που έχουν εκδοθεί από δικαστήρια της Ελλάδας για στεγαστικά δάνεια.
Πιο συγκεκριμένα οι αιτούντες, στις 7.1.2009, κατόπιν προώθησης του σχετικού τραπεζικού προϊόντος, υπέγραψαν με την τράπεζα, σύμβαση δανείου σε ελβετικά φράγκα ύψους 309.600. Όσον αφορά στην σύμβαση η μετατροπή του δανείου από τους αιτούντες θα εγίνετο σε αυτούσιο συνάλλαγμα ελβετικών φράγκων και θα αποδεικνύετο ή από τις σχετικές εγγραφές στα βιβλία της τράπεζας χωρίς να απαιτείται η υπογραφή των αιτούντων ή από τα εντάλματα πληρωμής που εκδίδει αυτή, σε περίπτωση δε που θα χρησιμοποιείτο για αγορά κατοικίας υπό κατασκευή ή την εκτέλεση εργασιών επισκευής ή ανέγερσης ή αποπεράτωσης η εκταμίευση εγίνετο εφάπαξ αλλά το προϊόν του δανείου θα κατατίθετο σε δεσμευμένο λογαριασμό των αιτούντων στην τράπεζα και η αποδέσμευση θα εγίνετο με την πρόοδο των εργασιών.
Η ισοτιμία μεταξύ ελβετικού φράγκου και ευρώ κατά την ημέρα εκταμίευσης της δανειακής σύμβασης ήταν 1,53 ελβετικά φράγκα για 1 ευρώ.
Το δικαστήριο πιθανολόγησε ότι οι αιτούντες κατά την επιλογή και υπογραφή της δανειακής σύμβασης δεν ενημερώθηκαν από τους υπαλλήλους της τράπεζας για το συναλλαγματικό κίνδυνο της ισοτιμίας ελβετικού φράγκου και ευρώ με τρόπο κατανοητό για τους ίδιους, καθόσον αφενός δεν είχαν ιδιαίτερες γνώσεις στις χρηματοοικονομικές συναλλαγές και γενικότερα ενασχόληση με τραπεζικές συναλλαγές (άλλα δάνεια ή επενδύσεις), ούτε βέβαια είχαν περιουσία ή εισοδήματα σε ελβετικά φράγκα, αφετέρου δεν θα επέλεγαν ένα προϊόν του οποίου τον συναλλαγματικό κίνδυνο θα ανελάμβαναν μόνο οι ίδιοι, όπως και τις ιδιαίτερα επαχθείς, και εγγίζουσες τα όρια του μη, ανεκτού κατά τους κανόνες των συναλλαγών κινδύνου στις χρηματιστηριακές συναλλαγές, συνέπειες της συναλλαγματικής ισοτιμίας.
Εξάλλου, κατά την περίοδο της σύναψης της σύμβασης η τράπεζα, όπως και άλλες ελληνικές τράπεζες, διαφήμιζαν το εν λόγω δάνειο ως δελεαστικά συμφέρον ακόμη και σε όλους τους τομείς των δανείων και όχι μόνο των, βραχύτερης διάρκειας αποπληρωμής, επιχειρηματικών, με χαμηλό επιτόκιο, πραγματικά χαμηλή δόση, με την ασφάλεια του ελβετικού νομίσματος, η επιλογή, δε, από τους αιτούντες του συγκεκριμένου δανείου έγινε με βάση τα ανωτέρω χαρακτηριστικά.
Επίσης, πιθανολογήθηκε ότι η συνολική μηνιαία δόση των αιτούντων, άρχισε σταδιακά να αυξάνεται με αποτέλεσμα από τον χρόνο τροποποίησης και χορήγησης των δανειακών συμβάσεων μέχρι το χρόνο συζήτησης της αίτησης (26.9.2016) οι μηνιαίες δόσεις να έχουν επιβαρυνθεί καθώς και το άληκτο κεφάλαιο των δανείων, ανεξαρτήτως των μηνιαίων καταβολών να μην έχει μειωθεί, αλλά στις 4.3.2015 να έχει αυξηθεί ουσιαστικά κατά 37.000 ευρώ αποκλειστικά και μόνο λόγω της δυσμενούς ισοτιμίας και ανεξαρτήτως και του χρονικού διαστήματος των έξι ετών που καταβάλλουν οι αιτούντες.
Εξάλλου, από τον τρόπο σύνταξης και την επιλογή της γλώσσας στην ανωτέρω δανειακή σύμβαση πιθανολογήθηκε ότι δεν καθίσταται αντιληπτός στους αιτούντες με συγκεκριμένο τρόπο ο συναλλαγματικός κίνδυνος. Επιπλέον, από τις βεβαιώσεις ετήσιων καταβολών δανείου που τους αποστέλλονταν για φορολογική χρήση αναφέρονται το κεφάλαιο του δανείου που χορηγήθηκε, οι καταβολές τόκων και η ανάλωση κεφαλαίου σε ευρώ, με συνέπεια να μην είναι δυνατή από έναν απλό καταναλωτή να διαπιστώσει τη διαφορά που προέκυπτε από τη συναλλαγματική διακύμανση της ισοτιμίας μεταξύ ελβετικού φράγκου και ευρώ.
Αυτό είχε, όπως αναφέρει το δικαστήριο, ως εμφανές αποτέλεσμα οι αιτούντες να είναι υποχρεωμένοι να καταβάλλουν πιο πολλά χρήματα, καθόσον πληρώνουν σε ευρώ, προκειμένου να αποπληρώνουν τις τοκοχρεωλυτικές δόσεις του δανείου.
Επιπρόσθετα, πιθανολογήθηκε ότι παραβιάστηκε από την τράπεζα η υποχρέωση σαφήνειας και διαφάνειας των όρων του δανείου.
Το δικαστήριο πιθανολογεί παραπέρα ότι θα ευδοκιμήσει η κύρια αγωγή για την αναγνώριση της καταχρηστικότητας του όρου των επίδικων δανειακών συμβάσεων και ότι υπάρχει επείγουσα περίπτωση για την προσωρινή ρύθμιση της κατάστασης, που συνίσταται στην επιβίωση της οικογένειας των αιτούντων και στην αποτροπή του καταχρηστικού αδικαιολόγητου πλουτισμού της τράπεζας εις βάρος τους.
Αποφάσισε έτσι, η τράπεζα να εισπράττει τις δόσεις του δανείου, όπως αυτές καθορίστηκαν κατά την εκταμίευση του δανείου και προσδιορίζεται σε 1,53 ελβετικά φράγκα κατά ένα ευρώ.
Πηγή:www.dimokratiki.gr