Σε εξέλιξη είναι οι διαπραγματεύσεις του υπουργού Εργασίας Γιώργου Κατρούγκαλου, με τους εκπροσώπους των θεσμών για τα εργασιακά. Μετά την πρώτη διερευνητική συνάντηση της Κυριακής, στην οποία
τέθηκαν τα επίμαχα θέματα της διαπραγμάτευσης -συνδικαλιστικός νόμος, συλλογικές διαπραγματεύσεις και ομαδικές απολύσεις- οι συζητήσεις θα συνεχιστούν σε τεχνικό επίπεδο, ενώ ο υπουργός Εργασίας θα έχει δύο συναντήσεις με τους εκπροσώπους των θεσμών την Πέμπτη.
Ο κ. Κατρούγκαλος, σε δηλώσεις του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, εκφράζει την αισιοδοξία του για τη θετική κατάληξη της διαπραγμάτευσης, τονίζοντας, ωστόσο ότι οι δανειστές, κατά τη διάρκεια της πρώτης συνάντησης, δεν άνοιξαν πλήρως τα χαρτιά τους. Υπογραμμίζει δε ότι η διαπραγμάτευση θα είναι σκληρή, «λαμβάνοντας υπόψη ότι το ΔΝΤ είναι ακραίος “παίκτης”». Παρ’ όλα αυτά, εκτιμά ότι στο τέλος θα υπάρξει θετική κατάληξη, με δεδομένο ότι και οι δύο πλευρές έχουν δείξει τέτοιες προθέσεις.
Σημαντικά «όπλα» σε αυτή τη διαπραγμάτευση ο υπουργός θεωρεί την κοινή δήλωση συμφωνίας των κοινωνικών εταίρων (ΓΣΕΕ-ΣΕΒ-ΓΣΕΒΕΕ-ΕΣΕΕ-ΣΕΤΕ), καθώς και το πόρισμα της Επιτροπής των Ανεξάρτητων Ειδικών.
Ο κ. Κατρούγκαλος επαναλαμβάνει ότι επιδίωξή του είναι η επιστροφή της χώρας στο ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο, σημειώνοντας, επίσης ότι το πόρισμα της Επιτροπής των Ανεξάρτητων Ειδικών ενισχύει τις εθνικές θέσεις, ακριβώς γιατί αυτές δεν αποσκοπούν αλλού παρά στην επανένταξη της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή κανονικότητα.
Μεταξύ άλλων, ο κ. Κατρούγκαλος έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν θα ανοίξουν θέματα τα οποία έχουν λήξει με αποφάσεις δικαστηρίων ή ευρωπαϊκών οργάνων, αναδεικνύοντας τη σημασία της τήρησης της νομιμότητας -και όπως έχει δηλώσει και το ζήτημα του υποκατώτατου μισθού είναι ζήτημα νομιμότητας. Στόχος της διαπραγμάτευσης, σύμφωνα με τον υπουργό Εργασίας, είναι, μεταξύ άλλων, η αναστροφή της γενικευμένης απορρύθμισης των τελευταίων χρόνων. Για το θέμα των ομαδικών απολύσεων, αναμένεται η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, στο τέλος του μηνός.
Σημειώνεται ότι, πρόσφατα, συζητήθηκε στο Στρασβούργο, ενώπιον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κοινωνικών Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης, η προσφυγή της ΓΣΕΕ κατά των εργασιακών ρυθμίσεων των δύο πρώτων μνημονίων, ως προς τη συμβατότητά τους με τον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη.
Απολύσεις και ΕΣΕΕ
Από την πλευρά της, η ΕΣΕΕ υποστηρίζει ότι η εργασία μειωμένου ωραρίου μπορεί να αποτρέψει τις ομαδικές απολύσεις, σε περιπτώσεις προσωρινής οικονομικής δυσχέρειας. Στην εισήγησή της για τις ομαδικές απολύσεις, που δημοσιεύθηκε χθες, η ΕΣΕΕ τονίζει ότι «στην ελληνική οικονομία η μεγάλη πλειοψηφία των επιχειρήσεων δεν απασχολεί πολυάριθμο εργατικό δυναμικό. Γενικά, η νομοθεσία για τις ομαδικές απολύσεις δεν εφαρμόζεται στις επιχειρήσεις που απασχολούν προσωπικό που αριθμεί λιγότερα από 20 άτομα. Συνεπώς, η σχετική νομοθεσία δεν αφορά τη συντριπτική πλειοψηφία των ελληνικών επιχειρήσεων. Η αγορά έχει αυτορυθμιστεί και δεν κάνει συνήθως ομαδικές απολύσεις. Στην πράξη, εκεί όπου απαιτείται να απολυθούν έξι εργαζόμενοι το μήνα, για να χαρακτηριστεί η απόλυση ως ομαδική, η επιχείρηση κάνει πέντε απολύσεις και, έτσι, δεν ενεργοποιείται ο νόμος».
Η ΕΣΕΕ θεωρεί ότι το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο είναι σε γενικές γραμμές σύμφωνο με τα διεθνή πρότυπα εργασίας. «Φυσικά, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαίτερες ανάγκες των επιχειρήσεων σε περίπτωση αναδιάρθρωσης ή/και σε περιόδους συγχωνεύσεων και εξαγορών». Η ΕΣΕΕ συμφωνεί με το συμπέρασμα της επιτροπής εμπειρογνωμόνων ότι «οι ομαδικές απολύσεις θα πρέπει να ρυθμίζονται, λαμβάνοντας υπόψη τη σημασία τους ως ένα λειτουργικό εργαλείο για την προσαρμογή των επιχειρήσεων σε περιόδους κρίσης. Το ισχύον σύστημα της προληπτικής διοικητικής έγκρισης συζητείται ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, κατά συνέπεια, αναμένεται η τελική του κρίση. Ενόψει όλων αυτών, συζητούμε την αύξηση του ποσοστού απολύσεων στο 10%, μηνιαίως, σε εναρμόνιση και με τη σχετική κοινοτική νομοθεσία».
Ακόμη, επισημαίνει ότι συμφωνεί με το συμπέρασμα της Επιτροπής ότι, «σε περιπτώσεις προσωρινής οικονομικής δυσχέρειας, η εργασία μειωμένου ωραρίου μπορεί να αποτρέψει τις ομαδικές απολύσεις. Η εργασία μειωμένου ωραρίου πρέπει να είναι ευέλικτη, βάσει των υπαρχουσών αναγκών της επιχείρησης. Ο εργαζόμενος θα πρέπει να λαμβάνει επίδομα ανεργίας από το Δημόσιο ή το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης για τις ώρες που δεν μπόρεσε να εργαστεί. Μετά την πάροδο της κρίσης, ο εργοδότης θα μπορεί να προχωρήσει στην επανέναρξη της πλήρους δραστηριότητάς του με τη βοήθεια του δικού του έμπειρου εργατικού δυναμικού».
Κατώτατος μισθός
Σε αυτό το θέμα, όπως παρατηρεί η ΕΣΕΕ, υπάρχει διαφωνία στην Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων ως προς την αρμοδιότητα καθορισμού του ύψους και των αυξήσεων του κατώτατου μισθού. Συγκεκριμένα, αναφέρει ότι «ένα μέρος της Επιτροπής προτείνει τον καθορισμό του κατώτατου μισθού, κατόπιν διαβουλεύσεων με ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες, μέσω εθνικής γενικής συλλογικής σύμβασης εργασίας με καθολική εφαρμογή. Ένα άλλο μέρος της Επιτροπής προτείνει τον καθορισμό του κατώτατου μισθού από την κυβέρνηση, κατόπιν διαβουλεύσεων με τους κοινωνικούς εταίρους και ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες».
Στο ζήτημα του κατώτατου μισθού, η θέση της ΕΣΕΕ είναι αναπροσαρμογή σε δύο χρονικά και ποσοτικά στάδια, τα οποία θα απέχουν τουλάχιστον ένα έτος μεταξύ τους, κατά το πρότυπο των Εθνικών Γενικών Συλλογικών Συμβάσεων του 2008 και του 2010 (ΕΓΣΣΕ 2008: 680,59 ευρώ, ΕΓΣΣΕ 2010: 751,39 ευρώ).
Ο πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών, Βιοτεχνών, Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ) Γιώργος Καββαθάς, σε δήλωσή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, διατύπωσε τη θέση του υπέρ του καθορισμού του κατώτατου μισθού από τους κοινωνικούς εταίρους, στο πλαίσιο της εθνικής γενικής συλλογικής σύμβασης εργασίας. Ταυτόχρονα, τάχθηκε υπέρ των κλαδικών συμβάσεων εργασίας και όχι των επιχειρησιακών, ενώ εξέφρασε την άποψη ότι για την ΓΣΕΒΕΕ δεν τίθεται θέμα ομαδικών απολύσεων και αλλαγής του νόμου περί ομαδικών απολύσεων ούτε αλλαγής του ποσοστού που προβλέπει ο νόμος γι’ αυτές. Ο κ. Καββαθάς σχολίασε επίσης ότι πολλές από τις συστάσεις της Επιτροπής Σοφών τον βρίσκουν εντελώς αντίθετο, όπως είναι, για παράδειγμα, ο μισθός «δύο ταχυτήτων» για τους νέους κάτω των 25 ετών.
Υπενθυμίζεται ότι στην κοινή δήλωση συμφωνίας, που αναφέραμε παραπάνω, οι κοινωνικοί εταίροι:
– Υπογράμμισαν ότι ως «βέλτιστες πρακτικές» πρέπει να θεωρηθούν, όσες εναρμονίζονται με το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο και την προστασία των κοινωνικών και εργασιακών δικαιωμάτων, που προσδιορίζουν την ταυτότητα της Ευρώπης. Αναφέρονται στο κείμενο αρχών που υπέγραψαν οι ευρωπαϊκές οργανώσεις κοινωνικών εταίρων, στις 27/6/2016, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
– Επιβεβαίωσαν εκ νέου και στο σύνολό τους τα συμφωνηθέντα στις τριμερείς συναντήσεις που διεξήχθησαν, υπό την αιγίδα της ΔΟΕ, την 30ή Σεπτεμβρίου 2014, στη Γενεύη και την 26η Νοεμβρίου 2015 στο Ζάππειο, οι οποίες ενσωματώνονται στην παρούσα και αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα τους.
– Θεωρούν ότι δεν υφίσταται θέμα μείωσης του κατώτατου μισθού ή κατάργησης του 13ου και 14ου μισθού.
– Επισημαίνουν την ανάγκη ύπαρξης κοινωνικού διαλόγου, ούτως ώστε, μεταξύ άλλων να συμφωνείται, στο πλαίσιο της ΕΓΣΣΕ, μεταξύ των κοινωνικών εταίρων ο ελάχιστος νόμιμος μισθός, με γενική και καθολική ισχύ για όλους τους εργαζόμενους.
– Τέλος, συμφώνησαν ότι ο ν. 1264/1982 πρέπει να εκσυγχρονιστεί, κυρίως ως προς την αντιμετώπιση πρακτικών κακής εφαρμογής του, χωρίς, όμως να τίθεται σε αμφισβήτηση το δικαίωμα στην απεργία και η συνταγματική προστασία συνδικαλιστικής δράσης.
Παράλληλα, με τις διαπραγματεύσεις της ηγεσίας του υπουργείου Εργασίας με τους εκπροσώπους των θεσμών, σήμερα, στις 12.00 το μεσημέρι, πραγματοποιείται η γενική συνέλευση του ΕΔΟΕΑΠ. Στο πλαίσιο αυτό, το διοικητικό συμβούλιο της ΕΣΗΕΑ αποφάσισε την κήρυξη πεντάωρης στάσης εργασίας, από τις 11.00 π.μ. έως τις 4.00 μ.μ., αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι, «μετά την ψήφιση του ασφαλιστικού νόμου και την κατάργηση του αγγελιοσήμου, από τις 15 Σεπτεμβρίου, είμαστε ανασφάλιστοι». Στην τελευταία τριμερή συνάντηση που πραγματοποιήθηκε, πριν από περίπου έναν μήνα, το υπουργείο Εργασίας ανέφερε, από την πλευρά του, με ανακοίνωση που εξέδωσε τότε ότι η κυβέρνηση θα προστατεύσει την εύρυθμη λειτουργία του ΕΔΟΕΑΠ, καθώς και τα ασφαλιστικά δικαιώματα των εργαζομένων στα ΜΜΕ.
ΗΜΕΡΗΣΙΑ