Ενα μικρότερο και πιο αποτελεσματικό Δημόσιο, η εγκαθίδρυση κράτους δικαίου χωρίς τη διαφθορά του παρελθόντος και, ταυτόχρονα, η καλύτερη αξιοποίηση
των διαρθρωτικών πόρων της Ε.Ε. αποτελούν το κλειδί για να αρχίσει η Ελλάδα να ξεπερνά την κρίση, τονίζει στην «Κ» ο πρόεδρος του Ιδρύματος Αντενάουερ και πρώην καγκελάριος της Αυστρίας, Βόλφγκανγκ Σούσελ. Αναγνωρίζοντας ότι είναι υποκειμενικός στην κρίση του λόγω κοινής ιδεολογικής αφετηρίας, πλέκει το εγκώμιο του Κυριάκου Μητσοτάκη, σημειώνοντας ότι «μπορείς να τον εμπιστευθείς, έχει διεθνή εμπειρία, γνωρίζει πώς λειτουργεί η οικονομία και τι πρέπει να κάνει, και έχει τη βούληση να το κάνει».
Τέλος, προτείνει δράσεις για την αντιμετώπιση του προσφυγικού, δηλώνει με ειλικρίνεια ότι η Τουρκία δεν μπορεί να γίνει πλήρες μέλος της Ε.Ε., ενώ για το Brexit τονίζει ότι «δεν θα τιμωρήσουμε κανέναν, αλλά δεν μπορεί και να μην υπάρξουν συνέπειες».
– Σε ποια κατάσταση βρίσκεται σήμερα η Ελλάδα;
– Η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα σε δύσκολη κατάσταση, αλλά για όποιον γνωρίζει τη χώρα όπως εγώ, που έχω έρθει πολλές φορές, δεν υπάρχει σύγκριση με το παρελθόν. Σε σχέση με προηγούμενες δεκαετίες, έχει κάνει άλματα. Ομως, σήμερα βρίσκεται σε βαθιά κρίση και για να βγει από αυτήν, απαιτείται κάτι που σπανίζει στη χώρα σας: συναίνεση, πολιτικών κομμάτων και κοινωνικών δυνάμεων, όπως επίσης εμπιστοσύνη και όραμα.
– Τα αίτια της κρίσης;
– Η άσχημη κατάσταση της οικονομίας είναι απόρροια λαθών του παρελθόντος. Υπήρξε μια γιγάντωση του δημόσιου τομέα. Ο ρόλος του κράτους πρέπει να επαναπροσδιορισθεί. Το κράτος δικαίου, οι θεσμοί, μπορούν να είναι ένα τεράστιο πλεονέκτημα. Χωρίς παρεμβάσεις που παρεμποδίζουν την εύρυθμη λειτουργία της χώρας. Το Δημόσιο αποτελεί σημαντικό παράγοντα, αλλά μόνον ο ιδιωτικός τομέας μπορεί να δημιουργήσει θέσεις εργασίας, καινοτομία και ανάπτυξη. Το πρόβλημα στην Ελλάδα είναι ότι, εδώ και πολλές γενιές, οι πελατειακές σχέσεις και ο κρατισμός οδηγούσαν τη χώρα προς την αντίθετη κατεύθυνση.
– Ακόμη και οι επιχειρηματίες…
– Οι επιχειρηματίες εκμεταλλεύονταν το περιβάλλον. Σήμερα η Ελλάδα έχει ανάγκη ριζικής αλλαγής. Να υιοθετήσει αρχές βέλτιστης διακυβέρνησης. Πέρα από τη λιτότητα, μέσω μείωσης δαπανών και αύξησης φόρων κυρίως στους πλούσιους και για μικρές χρονικές περιόδους, υπάρχουν και οι «καλύτερες» δημόσιες δαπάνες. Καλύτερη χρήση των υφιστάμενων πόρων. Να δημιουργηθεί ένα μικρό αλλά αποτελεσματικό κράτος, με ανεξάρτητους θεσμούς όπως η Δικαιοσύνη. Οχι διεφθαρμένο.
– Αρκεί αυτό;
– Επίσης, να αξιοποιηθούν καλύτερα, όχι όπως στο παρελθόν, τα διαρθρωτικά κονδύλια της Ενωσης, υπέρ της ανάπτυξης. Εδώ, και αναγνωρίζω ότι δεν είμαι αντικειμενικός, υπάρχουν πολλές δυνατότητες με τη Ν.Δ. που είναι το κόμμα του ιδεολογικού χώρου μου. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ένας πολύ ικανός άνθρωπος. Μπορείς να τον εμπιστευθείς, έχει διεθνή εμπειρία, γνωρίζει πώς λειτουργεί η οικονομία και τι πρέπει να κάνει, και έχει τη βούληση να το κάνει. Μπορεί να εργασθεί με τους Ευρωπαίους ηγέτες και θεσμούς. Να ξέρετε ότι στην Ευρώπη δεν έχει σημασία η ιδεολογική αφετηρία των ηγετών, αλλά η ικανότητά τους να συνεργάζονται. Εγώ, για παράδειγμα, είχα άριστη συνεργασία με τον Γιώργο Παπανδρέου, όπως και με τον Σρέντερ και τον Φίσερ. Οι ηγέτες θέλουν εταίρους που είναι ευρωπαϊστές και μπορούν να τους εμπιστευθούν. Που παίρνουν, αλλά και δίνουν.
Προσφυγικό
– Η διαχείριση του προσφυγικού από την Ε.Ε.;
– Οφείλουμε να κάνουμε πολλή αυτοκριτική. Απολέσαμε μια ευκαιρία να δημιουργήσουμε έναν αποτελεσματικό πανευρωπαϊκό έλεγχο των συνόρων. Ολοι έχουμε ευθύνες. Οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν ήταν έτοιμες για κάτι τέτοιο. Χώρες όπως η Αυστρία και η Γερμανία βλέπαμε με σκεπτικισμό μια κοινή φύλαξη των συνόρων. Από την άλλη, η Ιταλία, η Ελλάδα και άλλες χώρες δεν εφάρμοσαν σωστά τις οδηγίες του Δουβλίνου. Οταν κάποιος έρχεται πρέπει να καταγράφεται. Μόνον έτσι μπορεί να υπάρξει κοινός και αποτελεσματικός μηχανισμός.
– Διδαχθήκαμε από αυτή την εμπειρία;
– Αυτό δεν είναι το τέλος, αλλά η αρχή. Τα τελευταία κύματα, όχι τόσο στην Ελλάδα, όσο στην Ιταλία, δεν είναι από τη Συρία ή το Ιράκ, αλλά από την Αφρική. Μια έκθεση μιλάει για 150 εκατομμύρια Αφρικανών που θα επιχειρήσουν να έρθουν στην Ευρώπη την επόμενη δεκαετία. Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με ανθρώπινα δικαιώματα προσφύγων. Είναι ένα τεράστιο μεταναστευτικό κύμα και πρέπει να προετοιμαστούμε γι’ αυτό.
– Πώς;
– Πρώτον, να ελέγξουμε τα σύνορα αποτελεσματικά και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Δεύτερον, να σταθεροποιήσουμε τους χώρους φιλοξενίας στον Λίβανο, στην Ιορδανία, στην Τουρκία. Τρίτον, να συνεργαστούμε με συγκεκριμένες χώρες όπως η Τουρκία. Κάποιοι επέκριναν τη Μέρκελ, αλλά αυτό πρέπει να κάνουμε. Και με άλλες χώρες, όπως η Αίγυπτος. Ολα αυτά κοστίζουν χρήματα. Και νομίζω, τελικά, θα χρειασθούμε ένα ταμείο 10 – 15 δισ. ευρώ, για να διαχειρισθεί το θέμα. Επίσης, να κάνουμε καλύτερη διανομή προσφύγων με βάση τις οικονομικές δυνατότητες της κάθε χώρας της Ενωσης. Εμείς στην Αυστρία αντέχουμε 35 με 40 χιλιάδες τον χρόνο. Η Γερμανία δεκαπλάσιο αριθμό. Εάν γίνει αυτό συντεταγμένα σε όλη την Ευρώπη, το πρόβλημα είναι διαχειρίσιμο.
– Οι σχέσεις με την Τουρκία, μετά και την απόπειρα πραξικοπήματος;
– Υπάρχουν σοβαρές τριβές με την Τουρκία που δεν χρειάζονται. Θα έπρεπε να είχαμε επιδείξει περισσότερη ευαισθησία μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα. Επρεπε να είχαμε αντιδράσει με πιο εποικοδομητικό τρόπο. Και μετά είπαμε ότι πρέπει να τερματισθούν οι διαπραγματεύσεις με την Τουρκία επειδή υπάρχουν προβλήματα. Αλλά να κλείσεις με τέτοιο τρόπο την πόρτα, είναι λάθος. Η Τουρκία παραμένει σημαντικός παίκτης στην περιοχή. Οταν ήμουν καγκελάριος ήμουν ο μόνος που έλεγα στον Ερντογάν την αλήθεια. Οτι, κατά την άποψή μου, η ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε. ως πλήρους μέλους δεν είναι δυνατή. Ποιος θα αναλάβει το κόστος; Δεν έχει να κάνει με τη θρησκεία. Δεν είναι εύκολο ούτε για την Τουρκία να ενταχθεί πλήρως στις μοντέρνες, ανεπτυγμένες ευρωπαϊκές κοινωνίες. Να βρούμε την ειδική σχέση που μας αρμόζει, στην ασφάλεια, στην άμυνα, που θα ήταν καλό και για την Ελλάδα, αφού θα συνέβαλλε στο να εκλείψουν οι τριβές στο Αιγαίο. Εχουμε ειδικές σχέσεις με την Ελβετία, με τη Νορβηγία, ίσως να έχουμε και με τη Βρετανία. Γιατί όχι και με την Τουρκία;
– Η Ευρώπη μετά το Brexit;
– Είναι κρίμα. Ηταν μεγάλο λάθος της βρετανικής κυβέρνησης να ζητήσει ένα «μη δεσμευτικό» δημοψήφισμα, όπου κανείς δεν εξήγησε τις συνέπειες. Τώρα πρέπει να μας πουν τι ακριβώς θέλουν, ώστε να ξέρει και η Ε.Ε. πώς θα το χειρισθεί.
– Κάποιοι στις Βρυξέλλες επιδεικνύουν «τιμωρητική» διάθεση.
– Δεν θα τιμωρήσουμε κανέναν, αλλά από την άλλη δεν μπορεί να μην έχουν συνέπειες. Οταν αποχωρείς από τη μεγαλύτερη ενιαία αγορά στον κόσμο, με δική σου επιλογή, δεν μπορεί να μην έχεις κόστος. Το χειρότερο και για τη Βρετανία και για εμάς είναι να συνεχισθεί για πολύ η αβεβαιότητα για το τι ακριβώς θα γίνει.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Έντυπη