Πέντε στα έξι παιδιά κάτω των δύο ετών σε αναπτυσσόμενες χώρες δεν λαμβάνουν αρκετές από τις σωστές τροφές, κινδυνεύοντας από μη αναστρέψιμη
διανοητική και σωματική βλάβη, δήλωσε το παράρτημα των Ηνωμένων Εθνών που ασχολείται με θέματα παιδιών, UNICEF, σήμερα.
Τα μισά από τα παιδιά μεταξύ 6 και 23 μηνών, ιδιαίτερα, δεν λαμβάνουν τροφή αρκετά συχνά, είπε η UNICEF. Η διαδεδομένη έλλειψη στερεών τροφών και ποικιλίας στα συστατικά των τροφών στερούν τα παιδιά της ηλικίας αυτής από βασικά θρεπτικά συστατικά και ιχνοστοιχεία όταν ο εγκέφαλός τους, τα κόκαλα και το σώμα τους που εξελίσσονται τα χρειάζονται περισσότερο, τόνισε ο οργανισμός.
Ακόμα και σε οικογένειες που ανήκουν σε υψηλό οικονομικό επίπεδο σε αναπτυσσόμενες χώρες, “πάρα πολλά” βρέφη και μικρά παιδιά παρουσιάζουν ελλείψεις, αποκάλυψε η UNICEF σε έκθεσή της που δημοσιεύεται με την ευκαιρία της Παγκόσμιας Ημέρας Επισιτισμού στις 16 Οκτωβρίου.
“Πώς είναι δυνατόν να έχουμε ακόμα τόσα πολλά παιδιά, το 2016, που να μην λαμβάνουν αρκετή τροφή για υγιή ανάπτυξη;” αναρωτήθηκε η Φρανς Μπεγκίν, ανώτατη σύμβουλος διατροφής της UNICEF στη Νέα Υόρκη, σε τηλεφωνική συνέντευξη.
“Τα πρώτα δύο χρόνια ζωής (…) παρέχουν ένα παράθυρο ευκαιριών που δεν θέλεις να χάσεις”, είπε στο Thomson Reuters Foundation, το ίδρυμα που σχετίζεται με το πρακτορείο Ρόιτερς.
Η βελτίωση της ποιότητας και της ποσότητας των γευμάτων μικρών παιδιών θα μπορούσε να σώσει 100.000 ζωές το χρόνο, να μειώσει τα έξοδα υγείας και να βελτιώσει την παραγωγικότητα κατά την ενήλικη ζωή, είπε ο οργανισμός.
Οι περιοχές με τις μεγαλύτερες ελλείψεις είναι η Νότια Ασία και η Υποσαχάρια Αφρική, όπου τα παιδιά παρουσιάζουν την μεγαλύτερη υστέρηση σε ύψος, αναλογικά με την ηλικία τους.
Άλλο ένα ανησυχητικό στοιχείο είναι ότι ένα τρίτο των παιδιών δεν τρέφονται με στέρεες τροφές από την συνιστώμενη ηλικία των έξι μηνών, ανέφερε ο οργανισμός. Το 2000, αυτό επηρέαζε τα μισά παιδιά της ηλικίας αυτής.
Τροφές άχρηστες από διατροφική άποψη, με υψηλό δείκτη λίπους, ζάχαρης και αλατιού αλλά χαμηλές σε ιχνοστοιχεία και πρωτεΐνες, εμφανίζονται όλο και πιό συχνά στη διατροφή των παιδιών, και σε πλούσιες και σε φτωχές χώρες ομοίως, τόνισε η Μπεγκίν.
Έρευνες στη Σενεγάλη, το Νεπάλ, τη Τανζανία και την Καμπότζη δείχνουν ότι μεγάλος αριθμός παιδιών τρέφονται με ανθιυγιενά σνακ, κυρίως σε κωμοπόλεις και πόλεις, αλλά ακόμα και σε αγροτικές περιοχές, Τα τρόφιμα αυτά προωθούνται έντονα από εταιρείες σε πολλές χώρες, και οι γονείς δεν γνωρίζουν απαραίτητα ότι ζημιώνουν την υγεία των παιδιών τους, πρόσθεσε η Μπεγκίν.
“Αυτό που με ανησυχεί είναι ότι ήδη τα παιδιά δεν έχουν αρκετά ιχνοστοιχεία στη δίαιτά τους για να μεγαλώσουν ικανοποιητικά, οπότε εάν αντικαταστήσεις τα σωστά φαγητά (που τρώνε) με τροφές που παρέχουν μόνο λίπη και ζάχαρη (…) δεν δίνεις καμία ευκαιρία στο παιδί”, είπε.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
iefimerida