Οι ραγδαίες γεωπολιτικές εξελίξεις και φυσικά το επικείμενο Brexit έχουν φέρει στο προσκήνιο τη στενότερη αμυντική συνεργασία μεταξύ των χωρών-μελών της ΕΕ.
Οι πρώτες προσπάθειες είχαν ξεκινήσει ήδη το 1954, αλλά τις είχαν απορρίψει οι Γάλλοι, αργότερα όμως η αντίδραση προερχόταν κυρίως από το Ηνωμένο
Ο γαλλογερμανικός άξονας πίεζε εδώ και καιρό για έναν κοινό ευρωπαϊκό στρατό, το Λονδίνο μπλόκαρε κάθε εξέλιξη, ισχυριζόμενο ότι δεν θα είναι συμβατός με τα συμφέροντα του ΝΑΤΟ. Πλέον, στο πλευρό της Γαλλίας και της Γερμανίας προστίθενται Ισπανία και Ιταλία, που επιδιώκουν τη συνεργασία ανάμεσα στους ευρωπαϊκούς στρατούς και υποβάλλουν συγκεκριμένες προτάσεις στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και τις Βρυξέλλες, επιστρατεύοντας ακόμη και δραματικούς τόνους για να δείξουν την αναγκαιότητα μιας τέτοιας απόφασης.
Εξάλλου, εν όψει του Brexit αλλά και των εξελίξεων, και η Βρετανία αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι είναι απαραίτητη η στενότερη συνεργασία σε θέματα που αφορούν την ασφάλεια, κυρίως σε επίπεδο αντιτρομοκρατικής δράσης.
Σε κοινή επιστολή τους, οι υπουργοί Αμυνας των τεσσάρων χωρών με τους μεγαλύτερους στρατούς -πλην της Βρετανίας- ζητούν μια «ισχυρότερη, ρεαλιστικότερη και αξιόπιστη ευρωπαϊκή αμυντική πολιτική», διευκρινίζοντας πως στόχος της πρωτοβουλίας τους δεν είναι η δημιουργία ευρωστρατού, αλλά μεγαλύτερης συνεργασίας. Στην ουσία πρόκειται για μια συνεργασία μεταξύ των εθνικών στρατών, που θα αλληλοσυμπληρώνονται, και όχι για ένα «υδροκέφαλο» στράτευμα που θα είναι στις… προσταγές των Βρυξελλών.
Το σκεπτικό
Η επιστολή, που είχε αποδέκτες την επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Φεντερίκα Μογκερίνι και Ευρωπαίους υπουργούς Αμυνας, δίνει ένα σαφές περίγραμμα του αμυντικού οράματος των τεσσάρων δυνάμεων ενώ επιχειρεί να κατευνάσει τις ανησυχίες των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης αλλά και του ίδιου του ΝΑΤΟ.
Η επιστολή, που είχε αποδέκτες την επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Φεντερίκα Μογκερίνι και Ευρωπαίους υπουργούς Αμυνας, δίνει ένα σαφές περίγραμμα του αμυντικού οράματος των τεσσάρων δυνάμεων ενώ επιχειρεί να κατευνάσει τις ανησυχίες των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης αλλά και του ίδιου του ΝΑΤΟ.
«Είναι πάρα πολύ πιθανό η ΕΕ να αναγκαστεί να δραστηριοποιηθεί (στρατιωτικά) σε περιοχές όπου το ΝΑΤΟ δεν σκοπεύει να εμπλακεί» γράφει η επιστολή, όπως το Μάλι, η Σομαλία και στο παρελθόν το Κονγκό. Η ΕΕ θα πρέπει λοιπόν να έχει δημιουργήσει το απαραίτητο πλαίσιο ώστε σε περίπτωση ανάγκης να πραγματοποιεί η ίδια στρατιωτικές επεμβάσεις. Οσο καθησυχαστικό κι αν είναι το ύφος της επιστολής απέναντι στο ΝΑΤΟ, οι τέσσερις υπουργοί Αμυνας δεν κρύβουν ότι στις επιδιώξεις τους είναι η «αυτόνομη στρατιωτική δράση της ΕΕ» χωρίς την καθοδήγηση των ΗΠΑ.
Αφού αναλύουν την κρισιμότητα της κατάστασης στην ευρωπαϊκή γειτονιά, την προσφυγική κρίση και τις οικονομικές δυσκολίες, χωρίς να παραλείπουν την ανασφάλεια που προκαλεί η επικείμενη έξοδος της Βρετανίας από την ΕΕ, υπερασπίζονται την ανάγκη ύπαρξης μιας στιβαρής αμυντικής δύναμης που θα δρα εντός και εκτός ΕΕ.
Βάσει του προσχεδίου που υπέβαλαν οι τέσσερις, οι υπουργοί Αμυνας θα συναντώνται συχνότερα και θα ανταλλάσσουν πληροφορίες για θέματα ασφαλείας και οι αποφάσεις θα προετοιμάζονται σε ένα κοινό στρατηγείο με έδρα τις Βρυξέλλες. Στόχος θα είναι η καλύτερη διασύνδεση μεταξύ ΝΑΤΟ και ΕΕ, και η αξιοποίηση των δυνατοτήτων σε πολιτικό προσωπικό που διαθέτει η Ευρώπη.
Η χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών αποστολών, σε αντίθεση με ό,τι ισχύει μέχρι τώρα, θα επιμερίζεται, εφόσον είναι δυνατόν, βάσει του μηχανισμού «Αθηνά», που έχει συγκροτηθεί το 2004. Αυτό σημαίνει ότι τα κράτη-μέλη θα συνεισφέρουν με ετήσιο μερίδιο βάσει του ακαθάριστου εθνικού τους εισοδήματος. Στο ίδιο πλαίσιο θα είναι και η στενότερη συνεργασία των ευρωπαϊκών αμυντικών βιομηχανιών.
Είναι σαφές ότι η επιστολή είναι ένα δείγμα ενότητας εν όψει του Brexit, αλλά πρωτίστως προετοιμάζει το έδαφος για μια απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου τον Δεκέμβριο. Σύμφωνα με όσα έχουν συζητηθεί μέχρι τώρα, οι αρχηγοί κρατών πρόκειται να αποφασίσουν εάν θα επιτρέψουν τη στενότερη συνεργασία σε αμυντικό επίπεδο μιας μικρότερης ομάδας στους κόλπους της ΕΕ, κάτι που προβλέπεται και από τις ευρωπαϊκές συνθήκες.
Μαρία Αδαμίδου
ΕΘΝΟΣ