Tα περιορισμένα κέρδη, οι τραπεζικές κρίσεις και η πολιτική αβεβαιότητα σε
πολλές ευρωπαϊκές χώρες αποθαρρύνουν τους επενδυτές, που εγκαταλείπουν μαζικά τους ευρωπαϊκούς τίτλους εδώ και περισσότερο από έξι μήνες.
Οπως επισημαίνει η Fitch, «τα κέρδη έχουν μεταφερθεί από τους επενδυτές στα κράτη που εκδίδουν ομόλογα ,καθώς η άκρως επεκτατική πολιτική των κεντρικών τραπεζών έχει οδηγήσει σε ραγδαία πτώση το κόστος του δανεισμού». Αυτό είναι έκδηλο στην περίπτωση των γερμανικών ομολόγων, των οποίων οι αποδόσεις είναι αρνητικές. Πρακτικά, οι επενδυτές πληρώνουν τη Γερμανία για να τη δανείσουν.
Ο οίκος Fitch υπολογίζει σε 500 δισ. δολάρια τα διαφυγόντα έσοδα των επενδυτών, συγκρίνοντας τα σημερινά επίπεδα αποδόσεων των κρατικών ομολόγων με εκείνα του 2011. Επισημαίνει τους κινδύνους για θεσμικούς επενδυτές, όπως τα συνταξιοδοτικά ταμεία και οι ασφαλιστικές που χρειάζονται απόδοση στις επενδύσεις τους. Παράλληλα, όμως, η Fitch υπογραμμίζει πως η κατάσταση κάθε άλλο παρά δυσαρεστεί τις κυβερνήσεις, καθώς τις διευκολύνει να δανείζονται με όλο και πιο χαμηλά επιτόκια. Προειδοποιεί, πάντως, πως η συνεχής υποχώρηση του κόστους δανεισμού εγκυμονεί τον κίνδυνο νέου υπερβολικού δανεισμού από πλευράς των κυβερνήσεων.
Αρχικά το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ βοήθησε τις μετοχές, καθώς η πτώση των αποδόσεων των ομολόγων εξώθησε τους επενδυτές να αναζητήσουν υψηλότερα κέρδη στις μετοχές. Σήμερα, όμως, οικονομικοί αναλυτές προβληματίζονται για το πόσο μπορεί να βοηθήσει η νομισματική πολιτική, ενώ εδώ και περισσότερο από έξι μήνες τα funds που επενδύουν σε ευρωπαϊκούς τίτλους σημειώνουν εκροές κεφαλαίων κάθε εβδομάδα. Σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας δεδομένων EPFR Global, σημειώνονταν εκροές επί 29 εβδομάδες μέχρι τις 24 Αυγούστου. Πρόκειται για την πλέον μακρά περίοδο αδιάκοπων εκροών που έχει καταγραφεί από το 2002, ενώ υπερβαίνει εκείνη των 27 εβδομάδων συνεχών εκροών που έληξε τον Φεβρουάριο του 2008. Οι εκροές συνεχίζονται, καθώς οι προσδοκίες των αναλυτών της αγοράς για κέρδη από τις μετοχές ευρωπαϊκών επιχειρήσεων παραμένουν πολύ χαμηλές. Οπως επισημαίνει σχετικό ρεπορτάζ της εφημερίδας Wall Street Journal, στα τέλη του περασμένου έτους οι επενδυτές τοποθέτησαν τα κεφάλαιά τους σε ευρωπαϊκούς τίτλους διότι ανησυχούσαν για τις παρενέργειες από την άνοδο των αμερικανικών επιτοκίων. Δεδομένου, όμως, ότι στη διάρκεια του τρέχοντος έτους η Federal Reserve δεν έχει αποφασίσει περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων του δολαρίου έπειτα από εκείνη του Δεκεμβρίου του 2015, αυτές οι εισροές κεφαλαίων έχουν αντιστραφεί σε μεγάλο βαθμό. Από την αρχή του έτους έχουν σημειωθεί εκροές από ευρωπαϊκούς τίτλους που φθάνουν τα 86 δισ. δολάρια. Εν ολίγοις, έχουν αντιστραφεί περισσότερο από τα 2/3 των εισροών ύψους 123 δισ. δολαρίων που κατεγράφησαν στη διάρκεια του περασμένου έτους.
Εξάλλου, η προσπάθεια της ΕΚΤ να τονώσει την οικονομία της Ευρωζώνης συμπιέζοντας τα επιτόκια του ευρώ έχει πλήξει τις ευρωπαϊκές τράπεζες, μειώνοντας τα περιθώρια κέρδους τους από τον δανεισμό. Ετσι, οι μετοχές των ευρωπαϊκών τραπεζών οδηγήθηκαν σε πτώση από τα χαμηλά κέρδη και ενέτειναν την ανησυχία για τον όγκο των μη εξυπηρετούμενων δανείων σε ορισμένες χώρες και ιδιαιτέρως στην Ιταλία. Το κλίμα επιβαρύνουν παράγοντες πολιτικής αβεβαιότητας, όπως π.χ. η απόφαση της Βρετανίας να εγκαταλείψει την Ε.Ε. και το επικείμενο δημοψήφισμα στην Ιταλία για τη συνταγματική αναθεώρηση που μπορεί να οδηγήσει σε παραίτηση της κυβέρνησης Ρέντζι. Εξίσου κρίσιμες οι προεδρικές εκλογές στη Γαλλία την άνοιξη, καθώς αναμένεται να αναδείξουν την έκταση του ευρωσκεπτικισμού.
Έντυπη