Kαθώς οι νεολογισμοί δεν έχουν τέλος στην περίπτωση της ελληνικής κρίσης, δεν έχει περάσει πολύς καιρός που ο Willem Buiter, επικεφαλής οικονομολόγος της Citigroup, μετά
το Grexit που προέκυψε από τον συνδυασμό των αγγλικών λέξεων Greece (Ελλάδα) και exit, έξοδος, και το συναφές Grexident (Greece και accident, ατύχημα), επινόησε τον όρο Grimbo, έναν συνδυασμό των λέξεων Greece και το [in] limbο (στο κενό).
Υποστήριξε πως η Ελλάδα παρέμενε σε κατάσταση limbo (στο προαύλιο της Κόλασης), ευρισκόμενη δηλαδή σε μια γκρίζα ζώνη, στο κενό, στη λήθη, σε μια παρατεταμένη περίοδο αναμονής, έχοντας πολλά ανοιχτά μέτωπα.
Μπορεί η συμφωνία με τους εταίρους να βελτίωσε το κλίμα, απομακρύνοντας τα ακραία σενάρια, εν τούτοις η «οικονομική οδύσσεια» της Ελλάδας δείχνει ότι δεν έχει τελειώσει ακόμη, καθώς η συμφωνία με τους πιστωτές ήρθε σε συνδυασμό με έναν νέο γύρο δημοσιονομικής λιτότητας.
Εξάλλου, όπως αναφέρουν κορυφαίοι αναλυτές που παρακολουθούν στενά τα ελληνικά δρώμενα, «το κυρίαρχο πρόβλημα της Ελλάδας έγκειται στον τρόπο που το πολιτικό σύστημα αντιλαμβάνεται την οικονομία», εκτιμώντας πως η χώρα απέχει ακόμη από το να βγει από τη στενωπό.
Αλλά και στο εσωτερικό οι φωνές που επισημαίνουν ότι το πολιτικό σύστημα θα πρέπει να αρθρώσει ένα ρεαλιστικό πρόγραμμα οικονομικής ανασυγκρότησης αυξάνονται καθώς, όπως λέγεται, σε διαφορετική περίπτωση η κατάρρευση μιας κοινωνίας με διαχρονικά υψηλά επίπεδα ανεργίας και αδυναμία αποταμίευσης είναι θέμα χρόνου.
Εξάλλου, ύστερα από επτά χρόνια κρίσης, έξι χρόνια σε καθεστώς Μνημονίου και μεγάλου κοινωνικού και οικονομικού κόστους διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις και τρία πακέτα διάσωσης, στη διάρκεια των οποίων χάθηκε το 27% του ΑΕΠ, σε όρους αγοραστικής δύναμης το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της χώρας είναι σήμερα κατά 35% χαμηλότερο από τον μέσο όρο της ευρωζώνης.
Oκτώ χρόνια ύφεσης
Με δεδομένο ότι η οικονομία εισήλθε σε υφεσιακό μονοπάτι και το τέταρτο τρίμηνο του 2015, κλείνοντας τελικά τη χρονιά με ύφεση 0,3%, ενώ με βάση και τη μέση εκτίμηση των οικονομολόγων το 2016 θα κυμανθεί στο 0,7%-1%, η χώρα θα συμπληρώσει οκτώ χρόνια ύφεσης τα τελευταία εννέα χρόνια (+ 0,7% το 2014) προτού «γυρίσει» σε ανάπτυξη 1,2%-2,7%, που είναι το εύρος των εκτιμήσεων των οικονομολόγων για το 2017.
Η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε εξάλλου με ρυθμό 0,2% το δεύτερο τρίμηνο του έτους σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο, αν και η ανάπτυξη ήταν μικρότερη σε σχέση με τα προκαταρκτικά στοιχεία, λόγω της αδύναμης κατανάλωσης και των χαμηλότερων καθαρών εξαγωγών, σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία που ανακοίνωσε η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) τη Δευτέρα.
Η ανάπτυξη είναι ελαφρώς χαμηλότερη σε σχέση με τα προκαταρκτικά στοιχεία για ανάπτυξη 0,3% που ανακοινώθηκαν νωρίτερα τον Αύγουστο.
«Είχαμε μια πτωτική αναθεώρηση, αλλά είναι ενθαρρυντικό ότι το ΑΕΠ κατέγραψε ανάπτυξη σε τριμηνιαία βάση» σχολίασε ο Πλάτων Μονοκρούσσος, οικονομολόγος στη Eurobank. «Συνολικά η ηπιότερη από ό,τι αρχικά αναμενόταν ύφεση στο πρώτο μισό καταδεικνύει ότι σε ετήσια βάση το ΑΕΠ θα κλείσει με συρρίκνωση 0,5% ή ελαφρά καλύτερα» ανέφερε ο ίδιος μιλώντας στο Reuters.
Σε ετήσια βάση το ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά 0,9% το διάστημα Απριλίου – Ιουνίου σε σχέση με την προηγούμενη εκτίμηση της ΕΛΣΤΑΤ για υποχώρηση 0,7%. Η Κομισιόν και η Τράπεζα της Ελλάδος προβλέπουν ύφεση 0,3% για το 2016, ενώ ο ΟΟΣΑ την εκτιμά στο 0,2%. Οι οίκοι αξιολόγησης Moody’s και S&P είναι πιο απαισιόδοξοι και προβλέπουν ύφεση 0,7% και 1,0% αντίστοιχα. Η ΕΕ προβλέπει ανάπτυξη 2,7% για το 2017 έναντι 1,2% της Deutsche Bank. Η ύφεση σε ετήσια βάση οφείλεται στην περαιτέρω επιδείνωση της ιδιωτικής κατανάλωσης και στην ελαφρά αρνητική επίδραση των καθαρών εισαγωγών.
Η κατανάλωση υποχώρησε 0,1% το δεύτερο τρίμηνο σε σχέση με το πρώτο, με τον ακαθάριστο σχηματισμό παγίου κεφαλαίου να ενισχύεται 1,0% σε τριμηνιαία βάση.
«Είχαμε ενίσχυση στον μεταφορικό εξοπλισμό και στα αμυντικά συστήματα και δευτερευόντως στις δημόσιες κατασκευές» σχολίασε στο Reuters ο Νίκος Μαγγίνας, οικονομολόγος στην Εθνική Τράπεζα. «Παρά τη μικρή αναθεώρηση, την επιδείνωση, οι αριθμοί είναι τέτοιοι που είναι συμβατοί με ανάκαμψη στο δεύτερο εξάμηνο αν δεν υπάρξει επιδείνωση της ιδιωτικής κατανάλωσης»πρόσθεσε ο κ. Μαγγίνας.
Η Citi υπογραμμίζει ότι η πτώση της εγχώριας ζήτησης, καθώς και της ιδιωτικής και δημόσιας κατανάλωσης, παράλληλα με τη μείωση των εξαγωγών, συνθέτει ένα δύσκολο σκηνικό.
Οπως σημειώνει, το υψηλό επίπεδο αβεβαιότητας γύρω από τις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές και το αδύναμο ξεκίνημα της τουριστικής περιόδου επηρέασαν το ΑΕΠ το πρώτο εξάμηνο του 2016, ενώ οι εξαγωγές δεν έχουν καταφέρει να ανακάμψουν, πιθανώς ως αποτέλεσμα και των capital controls, ενώ ο τουρισμός ίσως μην είναι αρκετός για να γλιτώσει την ελληνική οικονομία, προβλέποντας μεγαλύτερη ύφεση στο 1,2% εφέτος, μη αποκλείοντας την επανεμφάνιση της πολιτικής αβεβαιότητας στη χώρα.
Τάσος Μαντικίδης