ΑΠΟΦΑΣΗ 8272/2010
(αριθμός κατάθεσης αγωγής 9937/2009)
ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΓΑΜΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές Παρθένα Ιωαννίδου, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Αλεξάνδρα Πολύζου, Πρωτοδίκη, Νικόλαο Κασμερίδη, Πάρεδρο – Εισηγητή, και από τη Γραμματέα Ζωή Φούρκα.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στις 16 Δεκεμβρίου 2009, για να δικάσει τη με αριθμό κατάθεσης 9937/11-03-2009 αγωγή, με αντικείμενο τη λύση του γάμου μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Ν. Λ. (D. L.) του Γ. (G.), κατοίκου Α. Θ., που παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου της Αντωνίου Σαουλίδη (Α.Μ. 8422), ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ: Π. Λ. (P. L.) του Π. (P.), πρώην κατοίκου Α. Θ. και ήδη αγνώστου διαμονής, που δεν παραστάθηκε.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, ο πληρεξούσιος δικηγόρος της ενάγουσας ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου και στις έγγραφες προτάσεις του.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από την υπ’ αρ. 15683/08-07-2009 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης Δ. Σ., την οποία η ενάγουσα νόμιμα επικαλείται και προσκομίζει, αποδεικνύεται ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση αγωγής με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης, για λογαριασμό του αγνώστου διαμονής εναγομένου. Περαιτέρω, περίληψη της τελευταίας (αγωγής), κατόπιν υπόδειξης του ως άνω Εισαγγελέα, δημοσιεύτηκε στις ημερήσιες εφημερίδες «Η ΑΥΓΗ» των Αθηνών και «ΑΥΡΙΑΝΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ – ΘΡΑΚΗΣ» της Θεσσαλονίκης, όπως αποδεικνύεται από τα από 02-09-2009 φύλλα αυτών, με συνέπεια η επίδοση του παραπάνω δικογράφου στον εναγόμενο να θεωρείται ότι συντελέστηκε από την τελευταία αυτή ημερομηνία (αρθ. 591 παρ. 1α’, 122 παρ. 1, 123, 135 παρ. 1, 134 παρ. 1, 136 παρ. 1 και 229 ΚΠολΔ). Ωστόσο, ο τελευταίος δεν εμφανίστηκε κατά την παραπάνω δικάσιμο, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου, ούτε εκπροσωπήθηκε νόμιμα από πληρεξούσιο δικηγόρο, και, συνεπώς, πρέπει να δικαστεί ερήμην. Η διαδικασία, όμως, θα προχωρήσει σαν να ήταν και αυτός παρών (αρθ. 603 παρ. 2 εδ. α’ ΚΠολΔ).
Σύμφωνα με το αρθ. 3 παρ. 1 ΚΠολΔ, στη δικαιοδοσία των ελληνικών Δικαστηρίων υπάγονται έλληνες και αλλοδαποί, εφόσον υπάρχει αρμοδιότητα ελληνικού Δικαστηρίου. Κατά δε το αρθ. 39 του ίδιου κώδικα, γαμικές διαφορές μπορούν να εισαχθούν και στο Δικαστήριο, στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται ο τόπος της τελευταίας κοινής διαμονής των συζύγων. Περαιτέρω, από το συνδυασμό των αρθ. 16 και 14 ΑΚ σαφώς προκύπτει ότι το διαζύγιο διέπεται κατά σειρά: α) από το δίκαιο της κοινής ιθαγένειας των συζύγων, β) από το δίκαιο της τελευταίας κοινής συνήθους διαμονής τους και γ) από το δίκαιο, με το οποίο οι σύζυγοι συνδέονται στενότερα, και ότι κρίσιμο χρονικό σημείο για τη διαπίστωση της συνδρομής και των τριών αυτών συνδετικών στοιχείων, με τη σειρά που καθορίζει η διάταξη του αρθ. 14 ΑΚ, είναι, σύμφωνα με το αρθ. 16 του ίδιου Κώδικα, ο χρόνος έναρξης της διαδικασίας του διαζυγίου, ο οποίος συμπίπτει με το χρόνο άσκησης της σχετικής αγωγής (ΕφΔωδ 140/2005 ΤΝΠ Νόμος). Σύμφωνα δε με το αλβανικό δίκαιο, που λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, κατ’ αρθ. 337 και 591 παρ. 1 ΚΠολΔ (ΑΠ 1007/1982 ΝοΒ 1983.1006), τόσο ο γάμος, όσο και το διαζύγιο ρυθμίζονται από τον Οικογενειακό Κώδικα της 08-05-2003, που προβλέπει ότι: 1) ο γάμος λήγει με το θάνατο ενός από τους συζύγους, με την κήρυξη του ενός συζύγου σε αφάνεια ή με τη λύση του γάμου (αρθ. 123), 2) είτε ο ένας, είτε ο άλλος σύζυγος μπορούν να ζητήσουν τη λύση του γάμου τους, όταν έχουν ζήσει χωριστά για μία περίοδο τριών ετών (αρθ. 129 παρ. 1), 3) η διάσταση μπορεί να προβληθεί σαν βάση για τη λύση του γάμου μόνο από το σύζυγο, που υπέβαλε την αίτηση για τη λύση (αρθ. 131 παρ. 1), 4) κάθε σύζυγος μπορεί να ζητήσει τη λύση του γάμου όταν, λόγω συνεχών καβγάδων, κακομεταχείρισης, σοβαρών προσβολών, μοιχείας, ανίατης πνευματικής ασθένειας, μακρόχρονης ποινικής τιμωρίας του άλλου συζύγου ή λόγω, εξαιτίας οποιασδήποτε άλλης αιτίας, επαναλαμβανόμενων παραβιάσεων των συζυγικών καθηκόντων, η κοινή ζωή γίνεται αδύνατη και ο γάμος έχει χάσει τον σκοπό του για τον έναν ή και για τους δύο συζύγους (αρθ. 132) και 5) το Δικαστήριο μπορεί να προσδιορίσει υπαιτιότητα στη λύση του γάμου, μόνο όταν ζητηθεί από τον έναν ή και τους δύο συζύγους (αρθ. 133).
Στην προκειμένη περίπτωση, με την κρινόμενη αγωγή, η ενάγουσα, υπήκοος Αλβανίας, ιστορεί ότι στις 04-12-1984 τέλεσε με τον εναγόμενο, υπήκοο Αλβανίας, επίσης, νόμιμο γάμο, από τον οποίο απέκτησαν δύο, ενήλικα σήμερα, τέκνα, μαζί με τα οποία εγκαταστάθηκαν το έτος 1998 στο ’. Θεσσαλονίκης, όπου και συμβίωσαν έως τον Ιανουάριο του 2000, όταν ο εναγόμενος εγκατέλειψε την οικογενειακή τους στέγη. Με βάση δε το ιστορικό αυτό, ζητά να κηρυχθεί λυμένος ο παραπάνω γάμος της, κυρίως για το λόγο ότι παρήλθε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών ετών από την οριστική διακοπή της έγγαμης συμβίωσής της με τον εναγόμενο σύζυγό της και, επικουρικά, λόγω του ισχυρού κλονισμού, που υπέστη ο γάμος αυτός εξαιτίας της, κατά τα ανωτέρω, εγκατάλειψής της από τον εναγόμενο. Με το εν λόγω περιεχόμενο και αίτημα, η αγωγή παραδεκτά και αρμοδίως, καθ’ ύλην και κατά τόπον, εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (αρθ. 3 παρ. 1, 39 και 18 αρ. 1 ΚΠολΔ), το οποίο έχει, λόγω του τόπου της τελευταίας κοινής διαμονής των παραπάνω συζύγων, διεθνή δικαιοδοσία να δικάσει την υπόθεση, κατά την προκειμένη ειδική διαδικασία των γαμικών διαφορών (αρθ. 591 και 592 – 613 ΚΠολΔ). Είναι δε ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη, κατά μεν την κύρια αυτής βάση στις διατάξεις των αρθ. 123, 129 παρ. 1 και 131 παρ. 1 του Οικογενειακού Κώδικα της Αλβανίας, κατά δε την επικουρική σ’ αυτές των αρθ. 123, 132 και 133 του ως άνω Κώδικα, καθώς, σύμφωνα με τα προδιαληφθέντα στη μείζονα σκέψη, το αλβανικό δίκαιο είναι εφαρμοστέο εν προκειμένω, λόγω της κοινής ιθαγένειας των διαδίκων (συζύγων). Πρέπει, επομένως, η αγωγή να ερευνηθεί περαιτέρω, για να κριθεί αν είναι βάσιμη και από ουσιαστική άποψη.
Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα απόδειξης, που εξετάστηκε νόμιμα στο ακροατήριο, η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου, σε συνδυασμό με τα έγγραφα, που η ενάγουσα νόμιμα επικαλείται και προσκομίζει, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο γάμο στις 04-12-1984 στην Αλβανία (βλ. το υπ’ αρ. 368003305/05-11-2008 πιστοποιητικό γάμου του Ληξιαρχείου της κοινότητας Κέλμεντ της Περιφέρειας Σκόντρα της Αλβανίας, που προσκομίζεται με συνημμένη και νομίμως επικυρωμένη ακριβή μετάφραση από την αλβανική στην ελληνική γλώσσα). Το έτος 1998 ήρθαν στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκαν στο ’. Θεσσαλονίκης. Η κοινή έγγαμη συμβίωσή τους, ωστόσο, διήρκησε μέχρι το έτος 2000, οπότε και διασπάστηκε οριστικά. Από τότε και μέχρι τη συζήτηση της αγωγής (16-12-2009), ήτοι για περισσότερο από τρία χρόνια, βρίσκονται συνεχώς σε διάσταση, χωρίς να υπάρχει προοπτική επανασύνδεσής τους (βλ. την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα). Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, και αφού αποδείχθηκε ότι οι ως άνω σύζυγοι βρίσκονται σε διάσταση για χρονικό διάστημα άνω των τριών ετών, παρέλκει η έρευνα της επικουρικής βάσης της αγωγής, η οποία πρέπει να γίνει δεκτή, κατά την κύρια αυτής βάση, ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν, και να απαγγελθεί η λύση του μεταξύ των διαδίκων γάμου. Επιπλέον, λόγω της ερημοδικίας του εναγομένου, πρέπει να ορισθεί το νόμιμο παράβολο για την περίπτωση άσκησης εκ μέρους του ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας απόφασης, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό (αρθ. 501, 502 παρ. 1 και 505 παρ. 2 ΚΠολΔ). Τέλος, τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας, κατόπιν σχετικού αιτήματός της, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του εναγομένου, λόγω της ήττας του (αρθ. 176 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην του εναγομένου.
ΟΡΙΖΕΙ το νόμιμο παράβολο, για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας, στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250,00) ευρώ.
ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή.
ΑΠΑΓΓΕΛΛΕΙ τη λύση του γάμου, που τέλεσαν οι διάδικοι στις 04-12-1984 στην Αλβανία.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον εναγόμενο στα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400,00) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 2-3-2010 και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του στις 5-3-2010, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΕΛΛΗΝΑΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ