Στάση αναμονής μέχρι να φανεί πιο καθαρά η επίδραση που θα έχει στην οικονομία της Ευρωζώνης η έξοδος της Βρετανίας από την Ε.Ε. αποφάσισαν να τηρήσουν οι επικεφαλής της ΕΚΤ, όπως φαίνεται στα πρακτικά της συνεδρίασης τον Ιούλιο. Οι κεντρικοί τραπεζίτες της Ευρωζώνης παραδέχτηκαν πως έχουν «σαφώς ενταθεί» οι απειλές για την οικονομία εξαιτίας του Brexit, ωστόσο τους καθησύχασε η σχετικά ήρεμη αντίδραση των επενδυτών, ενώ επισήμαναν την ανάγκη να περιορίσουν τις προσδοκίες ότι θα ληφθούν σύντομα νέα μέτρα ενίσχυσης της οικονομίας.
«Ηταν ευρέως αντιληπτό μεταξύ των μελών ότι ήταν πρόωρο να συζητηθεί, σε αυτό το στάδιο, ή όποια δυνητική αλλαγή νομισματικής πολιτικής», αναφέρεται στα πρακτικά της τελευταίας συνεδρίασης των κεντρικών τραπεζιτών της Ευρωζώνης. «Χρειαζόταν περισσότερος χρόνος ώστε να αξιολογηθούν οι νέες πληροφορίες τους ερχόμενους μήνες, αν και έχουν σαφώς ενταθεί οι κίνδυνοι» για χαμηλότερη από το προβλεπόμενο ανάπτυξη, εκτίμησαν τα μέλη του Δ.Σ. της ΕΚΤ. Τα στοιχεία για την πορεία της οικονομίας που έχουν εκδοθεί έκτοτε δεν έχουν δείξει με σαφήνεια ότι το Brexit έχει πλήξει ουσιαστικά την οικονομία της Ευρωζώνης. Παράλληλα οι κεντρικοί τραπεζίτες είχαν συμφωνήσει ότι είναι ανάγκη να επαναλάβουν πως είναι πρόθυμοι να πάρουν νέα μέτρα αν παρουσιαστεί η ανάγκη, χωρίς όμως να δημιουργήσουν μεγάλες προσδοκίες η ενδεχόμενη διάψευση των οποίων θα μπορούσε να προκαλέσει αναταραχή στις αγορές.
Είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι οι κεντρικοί τραπεζίτες τόνισαν πως θα είναι πολιτικής φύσεως, και όχι οικονομικής, οι βασικές συνέπειες του Brexit. Κάλεσαν τους Ευρωπαίους πολιτικούς να περιορίσουν την αβεβαιότητα που υπάρχει γύρω από τις διαπραγματεύσεις για την έξοδο της Βρετανίας από την Ε.Ε., διαπραγματεύσεις που όχι μόνο δεν έχουν καν αρχίσει, αλλά δεν έχει προσδιοριστεί καν πότε θα αρχίσουν. «Υπήρξε ισχυρή έκκληση ώστε οι Ευρωπαίοι πολιτικοί να περιορίσουν την πολιτική αβεβαιότητα που περιβάλλει τις διαπραγματεύσεις για την έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου (από την Ε.Ε.) και ώστε να προταθεί σαφές όραμα για τη μελλοντική πορεία της Ευρωπαϊκής Ενωσης και της διαδικασίας ενοποίησης», αναφέρεται στα πρακτικά της ΕΚΤ. Η επόμενη συνάντηση του Δ.Σ. της ΕΚΤ θα πραγματοποιηθεί στις 6 – 7 Σεπτεμβρίου, οπότε οι κεντρικοί τραπεζίτες της Ευρωζώνης θα εξετάσουν τις νέες προβλέψεις για την πορεία του πληθωρισμού και της οικονομίας τα επόμενα έτη.
Μια πρόκληση για τον κ. Ντράγκι
Εδώ και χρόνια η ΕΚΤ αγοράζει κρατικά ομόλογα για να λειτουργήσει η οικονομία, το πρόβλημα όμως είναι ότι εξαντλούνται γρήγορα. Γι’ αυτό ορισμένοι οικονομολόγοι κάνουν μια ριζοσπαστική και αμφισβητούμενη πρόταση. Nα αγοράζει και μετοχές. Θα την υιοθετήσει ο Ντράγκι; αναρωτιέται η Welt.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της ελβετικής τράπεζας Safra Sarasin είπε στην εφημερίδα ότι πολλοί το θεωρούν εσφαλμένο, αλλά η τράπεζά του κάνει κάτι το οποίο συμβουλεύει να κάνει και η ΕΚΤ. Να αγοράζει, δηλαδή, μετοχές. «Το παράδειγμα της Κεντρικής Τράπεζας της Ελβετίας, η οποία επενδύει σε μετοχές εδώ και χρόνια, δείχνει πως κάτι τέτοιο θα ήταν σκόπιμο και για την ΕΚΤ».
Ο Κάρστεν δεν είναι ο μοναδικός ο οποίος υποστηρίζει αυτή την άποψη. Ολοένα και περισσότεροι οικονομικοί εμπειρογνώμονες ζητούν –όχι μόνο από την ΕΚΤ– την επέκταση του προγράμματος αγοράς μετοχών. «Οποιος θέλει να επενδύουν περισσότερο οι επιχειρήσεις πρέπει και να θέλει μεγαλύτερες τιμές μετοχών», επιχειρηματολογεί λ.χ. ο Ερικ Λόνεργκαν της βρετανικής επενδυτικής εταιρείας M&G για τις αγορές μετοχών της Κεντρικής Τράπεζα της Αγγλίας.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ