Γιάννης Παλαιολόγος
σε τέσσερα καυτά μέτωπα: το Brexit, την Ευρωζώνη, την Τουρκία και την κινεζική οικονομία.
«Η Βρετανία ψήφισε να φύγει χωρίς κανένα σχέδιο για τη ζωή εκτός Ε.Ε.», σημειώνει στην «Κ» ο Ντένις Μακσέιν, πρώην υπουργός Ευρώπης της Βρετανίας και συγγραφέας του περυσινού βιβλίου «Brexit: How Britain will Leave the EU». «Το φθινόπωρο –αλλά και για μήνες αν όχι χρόνια μετά– το Brexit θα κυριαρχήσει στη βρετανική πολιτική σκηνή». Ο Μακσέιν αναδεικνύει την πολυπλοκότητα του εγχειρήματος απεμπλοκής. Πρόκειται για «το μεγαλύτερο πρόβλημα που έχει αντιμετωπίσει η Βρετανία σε καιρό ειρήνης εδώ και πάνω από έναν αιώνα» και για «έναν εφιάλτη για τις Βρυξέλλες». «Η νέα πρωθυπουργός Τερέζα Μέι δεν υποστήριξε το Brexit. Την ίδια στάση είχε η πλειονότητα των Συντηρητικών βουλευτών, καθώς και οι Εργατικοί, οι Σκωτσέζοι Εθνικιστές και οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες», τονίζει ο Μακσέιν. «Το φθινόπωρο θα αποκαλυφθεί αν η κ. Μέι έχει κάποιο σχέδιο ή αν το Ηνωμένο Βασίλειο εισέρχεται σε μια νέα περίοδο σύγχυσης και αβεβαιότητας».
Ο βασικός κίνδυνος
Η αποχώρηση της Βρετανίας έχει ήδη προκαλέσει νέες αναταράξεις στην πολύπαθη Ευρωζώνη. Οπως σημειώνει ο Μουτζτάμπα Ραχμάν, επικεφαλής αναλυτής ευρωπαϊκών θεμάτων για το Eurasia Group, «ο βασικός κίνδυνος για την Ευρωζώνη στο δεύτερο μισό του έτους είναι η Ιταλία. Υπάρχει το μη αμελητέο ρίσκο να καταρρεύσει η κυβέρνηση Ρέντσι, αν χάσει το δημοψήφισμα για τη συνταγματική μεταρρύθμιση», που θα λάβει χώρα προς τα τέλη της χρονιάς. «Οι μεταρρυθμίσεις που έχει προτείνει –ιδιαίτερα ο περιορισμός των εξουσιών της Γερουσίας– είναι δημοφιλείς, αλλά ο πρωθυπουργός δεν είναι. Παρ’ όλα αυτά, έχει κάνει το λάθος να μετατρέψει το δημοψήφισμα σε ψήφο εμπιστοσύνης για τον ίδιο και την κυβέρνησή του. Η Ιταλία υποφέρει από ένα δύσκολο συνδυασμό τραπεζικών, προσφυγικών και πολιτικών προβλημάτων που θα επηρεάσουν αρνητικά τη σταθερότητα στη χώρα μετά το καλοκαίρι. Στο χειρότερο σενάριο, τα προβλήματα αυτά θα μπορούσαν να κρύβουν σημαντικούς κινδύνους για την ίδια την Ευρωζώνη».
Αν η Ευρώπη κλυδωνίζεται λόγω Brexit εκ Δυσμών, εξ Ανατολών φουντώνει το εκρηκτικό πρόβλημα που λέγεται Τουρκία. Ο Βολφάνγκο Πικολί, co-president της Teneo Intelligence, που έχει ασχοληθεί εκτεταμένα με τη χώρα, θεωρεί ότι η ρωσοτουρκική προσέγγιση «δεν είναι πιθανό να φέρει απτά αποτελέσματα βραχυπρόθεσμα. Η προτεραιότητα της Αγκυρας είναι η κατάργηση των ρωσικών εμπορικών κυρώσεων (ειδικά στα οπωροκηπευτικά και στον τουρισμό). Η Μόσχα ενδιαφέρεται πιο πολύ για την επανέναρξη της ενεργειακής συνεργασίας, σε εγχειρήματα όπως ο αγωγός Turkish Stream. Στο ζήτημα της Συρίας εξακολουθούν να διαφωνούν, αλλά η Αγκυρα συνειδητοποίησε ότι η υποστήριξη της Μόσχας προς το καθεστώς Ασαντ απομακρύνει το ενδεχόμενο μιας λύσης χωρίς την παραμονή του. Η Τουρκία ανησυχεί βαθύτατα για την απειλή του PYD (των Κούρδων της Συρίας). Αν η Μόσχα περιορίσει ή διακόψει την παροχή βοήθειας προς το PYD, η Αγκυρα μπορεί να κάνει τα στραβά μάτια για την παραμονή του Ασαντ». Πάντως, καταλήγει ο Ιταλός αναλυτής, παρότι η «συγκυριακή σύγκλιση συμφερόντων» με τον Πούτιν βοηθάει τον Ερντογάν να δείξει στη Δύση ότι έχει εναλλακτικές επιλογές, «στην πραγματικότητα η Ρωσία δεν έχει πολλά να προσφέρει στην Τουρκία, ούτε στον τομέα των επενδύσεων ούτε σε αυτούς της τεχνολογίας και της στρατιωτικής υποστήριξης».
Πολύ πιο ανατολικά, καραδοκεί ο κινεζικός κίνδυνος. Οπως αναφέρει ο Τσαρλς Μάγκνους, εταίρος του China Centre του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, στην καθιερωμένη αυγουστιάτικη συνάντηση στο θέρετρο του Μπεϊντάχε, τα ηγετικά στελέχη της χώρας θα εστιάσουν «στην αποτροπή της αστάθειας στο –όχι και τόσο μακρινό– μέλλον».
«Για να αντιμετωπίσουν την επιβράδυνση στην οικονομία και τις πιέσεις στις χρηματαγορές, οι κινεζικές αρχές πέρυσι ενίσχυσαν τους ελέγχους στην αγορά συναλλάγματος και στις εκροές κεφαλαίων και έλαβαν σημαντικά μέτρα δημοσιονομικής τόνωσης», εξηγεί ο Μάγκνους. Ωστόσο ο ρυθμός και τα συστατικά στοιχεία της πιστωτικής επέκτασης, «που συχνά ευνοούν αδύναμους και υπερχρεωμένους δανειολήπτες, έχουν ήδη δημιουργήσει σειρά προβλημάτων που αφορούν την ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού και το μέγεθος των μη εξυπηρετούμενων δανείων».
Παρά την έντονη ενόχληση της ηγεσίας για την κατεύθυνση αυτή της οικονομίας, «οι Αρχές δείχνουν αποφασισμένες να διατηρήσουν τη σταθερότητα που έχει επιφέρει το πακέτο τόνωσης έως το πολιτικά κρίσιμο 19ο κογκρέσο του κόμματος στα τέλη του 2017», προβλέπει ο Βρετανός οικονομολόγος. «Στο δεύτερο μισό του 2016, η δραστηριότητα στον στεγαστικό τομέα, οι ιδιωτικές επενδύσεις και το εμπόριο θα συνεχίσουν πιθανότατα να επιβραδύνονται. Για την αντιμετώπισή τους, θα υπάρξουν νέες δημοσιονομικές και νομισματικές πρωτοβουλίες».
Έντυπη