O διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας, Μαρκ Κάρνεϊ, θύμισε τον κεντρικό τραπεζίτη της Ευρωζώνης, Μάριο Ντράγκι. Πώς; Με την υπόσχεσή του πως «θα κάνει ό,τι χρειαστεί» για να διασφαλίσει τη νομισματική και χρηματοπιστωτική
σταθερότητα της Βρετανίας, μετά το δημοψήφισμα υπέρ του Brexit. Παρόμοια φράση χρησιμοποίησε o πρόεδρος της ΕKT σε συνέδριο του Λονδίνου τον Ιούλιο του 2012, όταν η κρίση χρέους στην Ευρωζώνη βρισκόταν στο απόγειό της, με σενάρια που ήθελαν ακόμη και την Ισπανία να αναζητά οικονομική βοήθεια από την τρόικα μετά την Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία.
Τότε όπως και σήμερα, οι ευρωπαϊκές αγορές αντέδρασαν θετικά στις διαβεβαιώσεις των κεντρικών τραπεζιτών που τα τελευταία χρόνια καλούνται να αναπληρώσουν κενά στη χάραξη οικονομικής πολιτικής. Στην περίπτωση της Βρετανίας ωστόσο φαίνεται πως το πολιτικό προσωπικό δεν ήταν προετοιμασμένο για το ενδεχόμενο ενός Brexit που τελικά ψηφίστηκε στο ιστορικό δημοψήφισμα.
Τα επιτόκια
Κατόπιν ομόφωνης απόφασης της επιτροπής νομισματικής πολιτικής, η Τράπεζα της Αγγλίας ανακοίνωσε την Πέμπτη μείωση του βασικού επιτοκίου, πρώτη φορά από το 2009, στο ιστορικό χαμηλό του 0,25% από το 0,5%. Ολα τα μέλη της επιτροπής συμφώνησαν, επίσης, στην παροχή ρευστότητας προς τις τράπεζες με επιτόκιο κοντά στο βασικό του 0,25%, ένα πρόγραμμα που θα μπορούσε να φθάσει έως και τις 100 δισ. στερλίνες ανάλογα με τη χρήση του. Απώτερος στόχος είναι να επωφεληθούν νοικοκυριά και επιχειρήσεις και να αποφευχθούν επιπτώσεις στην κερδοφορία των τραπεζών από τα χαμηλά επιτοκιακά περιθώρια.
Υπήρξαν και διαφωνίες που, όμως, δεν στάθηκαν εμπόδιο στο πακέτο των μέτρων στήριξης. Τρεις αξιωματούχοι από την εννεαμελή επιτροπή δεν ήταν υπέρ της επέκτασης του προγράμματος αγοράς κρατικών ομολόγων κατά 60 δισ. στερλίνες στα 435 δισ. Επιφυλάξεις εκφράστηκαν, επίσης, από ένα μέλος, την Κρίστιν Φορμπς, για την έναρξη αγορών εταιρικών ομολόγων έως και 10 δισ. στερλινών. Οι περισσότεροι, όμως, διαβλέπουν νέα μείωση του βασικού επιτοκίου «κοντά αλλά λίγο υψηλότερα του μηδενός» μέχρι τα τέλη του έτους. Οι αποδόσεις των 5ετών και 10ετών κρατικών ομολόγων υποχώρησαν την Πέμπτη σε ιστορικό χαμηλό του 0,222% και 0,675%, αντίστοιχα, μετά την ανακοίνωση του πακέτου στήριξης από την Τράπεζα της Αγγλίας και επικράτησε κλίμα ευφορίας σε όλα τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια. Μέχρι πότε, όμως, μπορεί η κεντρική τράπεζα να λειτουργεί πυροσβεστικά στις αλυσιδωτές αντιδράσεις που προκαλούνται από την αβεβαιότητα για τη σχέση Ε.Ε-Βρετανίας;
Πολιτικοί και οικονομικοί αναλυτές εικάζουν πως οι διαβουλεύσεις για το «διαζύγιο» Ε.Ε. και Βρετανίας μπορεί να μην ξεκινήσουν νωρίτερα από το φθινόπωρο του 2017 ή ακόμη και το 2018 λόγω των περίπλοκων ζητημάτων που θα πρέπει να συζητηθούν αλλά και των εκλογικών αναμετρήσεων στην Ολλανδία, τη Γαλλία και τη Γερμανία μέσα στο επόμενο έτος. Εκθεση της επιστημονικής ιστοσελίδας Open Europe υποστηρίζει πως είναι πολύ πιθανό να παρέλθει δεκαετία μέχρι να καταλήξουν οι δύο πλευρές σε συμφωνία για τους όρους και τις προϋποθέσεις μιας νέας εμπορικής και οικονομικής σχέσης. Στο μεταξύ, ουδείς γνωρίζει πώς θα έχει διαμορφωθεί το τοπίο στην εγχώρια οικονομία της Βρετανίας αλλά και στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Επειτα από ένα μπαράζ προς τα κάτω αναθεωρήσεων των ρυθμών ανάπτυξης στη βρετανική οικονομία από επενδυτικές εταιρείες, τράπεζες και διεθνείς οργανισμούς, η Τράπεζα της Αγγλίας επίσης εκτιμά πως δεν θα υπάρξει ενίσχυση της ανάπτυξης στο υπόλοιπο του 2016, με τον ετήσιο ρυθμό να διαμορφώνεται στο 2% λόγω των θετικών επιδόσεων τους πρώτους μήνες του έτους. Αναθεώρησε προς τα κάτω τον ρυθμό ανάπτυξης στο 0,8% από το 2,3% για το 2017 και στο 1,8% το 2018.
Τα στοιχεία της εταιρείας αναλύσεων Markit για τον Ιούλιο έδειξαν πως ο κλάδος παροχής υπηρεσιών, ο οποίος αντιπροσωπεύει το 75% της βρετανικής οικονομίας, φλερτάρει με την ύφεση. Ακόμη και ένα από τα ασφαλέστερα επενδυτικά καταφύγια του κόσμου δέχεται πλήγμα από το δημοψήφισμα του Brexit. Οι τιμές των ακινήτων στις πιο ακριβές περιοχές του Λονδίνου υποχώρησαν τον Ιούλιο στο χαμηλό επταετίας, σύμφωνα με τη διεθνή συμβουλευτική εταιρεία Knight Frank. Δεν είναι βέβαιο εάν, εντέλει, η Τράπεζα της Αγγλίας μπορεί να αποκρούσει τις επιπτώσεις του Brexit. Οπως σχολιάζει ο Ντάνιελ Μαχόνεϊ του Κέντρου Πολιτικών Σπουδών στο Reuters, περαιτέρω χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής μπορεί να έχει αρνητικό αντίκτυπο στη βρετανική οικονομία, με την πτώση της στερλίνας να πυροδοτεί πληθωριστικούς κινδύνους.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Έντυπη