Εντυπωσιακή είναι η πτώση των επενδύσεων από το 2007 έως και το 2015, καταδεικνύοντας σε μεγάλο βαθμό τον λόγο βύθισης της ελληνικής οικονομίας αλλά και της εκτίναξης της ανεργίας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε χθες η Eurobank στο εβδομαδιαίο δελτίο της για την ελληνική οικονομία, ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της ελληνικής μεγάλης οικονομικής ύφεσης «ήταν η βαθιά και παρατεταμένη συρρίκνωση των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου». Κατά την τράπεζα, από το 2007 έως το 2015 καταγράφηκε σωρευτική πτώση 40,01 δισ. ευρώ ή 66,1%.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στο εξεταζόμενο διάστημα το ΑΕΠ υποχώρησε κατά 56,7 δισ. ευρώ. Επίσης, η ανεργία τον Δεκέμβριο του 2007 ήταν 8,1% και οι άνεργοι 403.000 άτομα, ενώ στο τέλος του 2015 το ποσοστό ανεργίας ήταν 24,2% και οι άνεργοι ξεπερνούσαν το 1,1 εκατ. άτομα. Παράλληλα στη διάρκεια αυτής της οκταετίας οι θέσεις απασχόλησης που χάθηκαν ήταν 860.000.
Την ίδια ώρα η κρίση που έχει βιώσει η χώρα σε συνδυασμό με την αβεβαιότητα που πλήττει την οικονομία έχουν οδηγήσει και στη φυγή καταθέσεων.
Από το 2007 έως το 2015, οι καταθέσεις στις τράπεζες μειώθηκαν από τα 198 δισ. ευρώ στα 122 δισ. ευρώ, καταγράφοντας πτώση 76 δισ. ευρώ.
Ενας από τους βασικούς λόγους της μεγάλης ύφεσης και της αυξημένης ανεργίας ήταν η «βουτιά» των επενδύσεων. Σύμφωνα με την Eurobank, η πτώση κατά 40 δισ. ευρώ των επενδύσεων προήλθε:
1. Από την κατηγορία των κατοικιών (23,84 δισ. ευρώ).
2. Από τον μηχανολογικό και μεταφορικό εξοπλισμό (12,18 δισ. ευρώ).
3. Από τις άλλες κατασκευές (2,36 δισ. ευρώ).
4. Από τα άλλα προϊόντα (1,61 δισ. ευρώ).
5. Από τα αγροτικά προϊόντα (0,01 δισ. ευρώ).
Σε όρους θεσμικών τομέων, η συρρίκνωση της δαπάνης για κεφαλαιουχικά αγαθά προήλθε από τις μη χρηματοοικονομικές επιχειρήσεις (9,10 δισ. ευρώ), από τις χρηματοοικονομικές επιχειρήσεις (0,27 δισ. ευρώ), από τη γενική κυβέρνηση (4,54 δισ. ευρώ) και από τα νοικοκυριά (26,09 δισ. ευρώ), όπως αναφέρει η τράπεζα.
Κάποιοι από τους πιθανούς ερμηνευτικούς παράγοντες της πτώσης των επενδύσεων είναι, κατά την Eurobank:
• H αύξηση των φόρων παράλληλα με το ευμετάβλητο καθεστώς τους.
• H αύξηση του κόστους χρήσης κεφαλαίου.
• H μείωση της χρηματοδότησης.
• Η ενίσχυση της αβεβαιότητας.
• Τα θέματα μηχανισμών δέσμευσης – αξιοπιστίας στην άσκηση οικονομικής πολιτικής.
• Η αδυναμία δημιουργίας ενός περιβάλλοντος φιλικού προς τις επενδύσεις, παρά την πρόοδο που έχει σημειωθεί τα τελευταία χρόνια.
• Η διαμόρφωση προσδοκιών για περίοδο ισχνής οικονομικής δραστηριότητας πέραν του συνηθισμένου οικονομικού κύκλου.
Σύμφωνα με την τράπεζα, η παρατεταμένη μείωση των επενδυτικών δαπανών είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση του φυσικού κεφαλαίου της ελληνικής οικονομίας και ως εκ τούτου και των παραγωγικών δυνατοτήτων της (δυνητικό προϊόν).
Από το τέλος του 2010, ο καθαρός σχηματισμός παγίου κεφαλαίου (ακαθάριστες επενδύσεις μείον αποσβέσεις) βρίσκεται σε αρνητικό έδαφος. Βάσει των πλέον πρόσφατων στοιχείων, το ετήσιο «επενδυτικό κενό» εκτιμάται στα 10,86 δισ. ευρώ.
Σε αυτό το πλαίσιο η Eurobank επισημαίνει ότι η ενίσχυση της «αξιοπιστίας – μηχανισμών δέσμευσης» αποτελεί αναγκαία συνθήκη για την ανάκαμψη των κεφαλαιουχικών δαπανών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε χθες η Eurobank στο εβδομαδιαίο δελτίο της για την ελληνική οικονομία, ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της ελληνικής μεγάλης οικονομικής ύφεσης «ήταν η βαθιά και παρατεταμένη συρρίκνωση των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου». Κατά την τράπεζα, από το 2007 έως το 2015 καταγράφηκε σωρευτική πτώση 40,01 δισ. ευρώ ή 66,1%.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στο εξεταζόμενο διάστημα το ΑΕΠ υποχώρησε κατά 56,7 δισ. ευρώ. Επίσης, η ανεργία τον Δεκέμβριο του 2007 ήταν 8,1% και οι άνεργοι 403.000 άτομα, ενώ στο τέλος του 2015 το ποσοστό ανεργίας ήταν 24,2% και οι άνεργοι ξεπερνούσαν το 1,1 εκατ. άτομα. Παράλληλα στη διάρκεια αυτής της οκταετίας οι θέσεις απασχόλησης που χάθηκαν ήταν 860.000.
Την ίδια ώρα η κρίση που έχει βιώσει η χώρα σε συνδυασμό με την αβεβαιότητα που πλήττει την οικονομία έχουν οδηγήσει και στη φυγή καταθέσεων.
Από το 2007 έως το 2015, οι καταθέσεις στις τράπεζες μειώθηκαν από τα 198 δισ. ευρώ στα 122 δισ. ευρώ, καταγράφοντας πτώση 76 δισ. ευρώ.
Ενας από τους βασικούς λόγους της μεγάλης ύφεσης και της αυξημένης ανεργίας ήταν η «βουτιά» των επενδύσεων. Σύμφωνα με την Eurobank, η πτώση κατά 40 δισ. ευρώ των επενδύσεων προήλθε:
1. Από την κατηγορία των κατοικιών (23,84 δισ. ευρώ).
2. Από τον μηχανολογικό και μεταφορικό εξοπλισμό (12,18 δισ. ευρώ).
3. Από τις άλλες κατασκευές (2,36 δισ. ευρώ).
4. Από τα άλλα προϊόντα (1,61 δισ. ευρώ).
5. Από τα αγροτικά προϊόντα (0,01 δισ. ευρώ).
Σε όρους θεσμικών τομέων, η συρρίκνωση της δαπάνης για κεφαλαιουχικά αγαθά προήλθε από τις μη χρηματοοικονομικές επιχειρήσεις (9,10 δισ. ευρώ), από τις χρηματοοικονομικές επιχειρήσεις (0,27 δισ. ευρώ), από τη γενική κυβέρνηση (4,54 δισ. ευρώ) και από τα νοικοκυριά (26,09 δισ. ευρώ), όπως αναφέρει η τράπεζα.
Κάποιοι από τους πιθανούς ερμηνευτικούς παράγοντες της πτώσης των επενδύσεων είναι, κατά την Eurobank:
• H αύξηση των φόρων παράλληλα με το ευμετάβλητο καθεστώς τους.
• H αύξηση του κόστους χρήσης κεφαλαίου.
• H μείωση της χρηματοδότησης.
• Η ενίσχυση της αβεβαιότητας.
• Τα θέματα μηχανισμών δέσμευσης – αξιοπιστίας στην άσκηση οικονομικής πολιτικής.
• Η αδυναμία δημιουργίας ενός περιβάλλοντος φιλικού προς τις επενδύσεις, παρά την πρόοδο που έχει σημειωθεί τα τελευταία χρόνια.
• Η διαμόρφωση προσδοκιών για περίοδο ισχνής οικονομικής δραστηριότητας πέραν του συνηθισμένου οικονομικού κύκλου.
Σύμφωνα με την τράπεζα, η παρατεταμένη μείωση των επενδυτικών δαπανών είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση του φυσικού κεφαλαίου της ελληνικής οικονομίας και ως εκ τούτου και των παραγωγικών δυνατοτήτων της (δυνητικό προϊόν).
Από το τέλος του 2010, ο καθαρός σχηματισμός παγίου κεφαλαίου (ακαθάριστες επενδύσεις μείον αποσβέσεις) βρίσκεται σε αρνητικό έδαφος. Βάσει των πλέον πρόσφατων στοιχείων, το ετήσιο «επενδυτικό κενό» εκτιμάται στα 10,86 δισ. ευρώ.
Σε αυτό το πλαίσιο η Eurobank επισημαίνει ότι η ενίσχυση της «αξιοπιστίας – μηχανισμών δέσμευσης» αποτελεί αναγκαία συνθήκη για την ανάκαμψη των κεφαλαιουχικών δαπανών.