ΜΟΝΑΧΟ. «Να μετατρέψουμε την ασφάλεια από λέξη σε αίσθημα», έγραφαν οι προεκλογικές γιγαντοαφίσες των Χριστιανοδημοκρατών στις περιφερειακές εκλογές του Μαρτίου – και οι πρόσφατες επιθέσεις έχουν εντείνει την εσωκομματική διαμάχη σχετικά με το ποιος κλάδος και ποιο στέλεχος της Χριστιανοδημοκρατίας θα προσφέρει στη σοκαρισμένη γερμανική κοινή γνώμη το αίσθημα αυτό.
Η αμηχανία σε ολόκληρο το γερμανικό πολιτικό φάσμα είναι αισθητή σε σχέση με το γεγονός ότι οι δράστες των τριών από τις τέσσερις τελευταίες επιθέσεις (Βίρτσμπουργκ με νεκρό τον δράστη, Ρόιλιγκεν με νεκρό τον δράστη και μια γυναίκα σε έγκλημα πάθους, Ανσμπαχ με νεκρό τον δράστη) είχαν φθάσει στη Γερμανία ως πρόσφυγες, ενώ δύο εξ αυτών (στο Βίρτσμπουργκ και στο Ανσμπαχ) είχαν ισλαμιστικά κίνητρα. Ο δράστης της πλέον αιματηρής επίθεσης, που κόστισε τη ζωή εννέα ανθρώπων σε εστιατόριο του Μονάχου την Παρασκευή, ήταν οπαδός του ακροδεξιού Νορβηγού δολοφόνου Αντερς Μπρέιβικ. To χθεσινό περιστατικό ασθενούς που πυροβόλησε τον γιατρό του και αυτοπυροβολήθηκε σε νοσοκομείο του Βερολίνου δεν έχει καμία σχέση με τα παραπάνω και το γεγονός ότι έλαβε έκταση στις ειδήσεις οφείλεται στο γενικότερο κλίμα.
Η Γερμανίδα καγκελάριος Μέρκελ, όπως συνηθίζει, δεν έχει ακόμη τοποθετηθεί για τα συμβάντα, ενώ αναμένεται να το πράξει αύριο Πέμπτη. Κάποιοι πολιτικοί όλων των κομμάτων μετρούν τα λόγια τους, προκειμένου να μην οξύνουν τις αρνητικές προκαταλήψεις μερίδας της κοινής γνώμης κατά των προσφύγων συνολικά. Αλλοι, όπως ο πρωθυπουργός της Βαυαρίας Χορστ Ζεεχόφερ, ξεθάβουν το «τσεκούρι του πολέμου». Ο Βαυαρός πρωθυπουργός ανακοίνωσε χθες λήξη της ανακωχής με την καγκελαρία, με την οποία είχε συγκρουστεί πέρυσι για την κατεύθυνση της προσφυγικής πολιτικής. Η σύγκρουση είχε εκτονωθεί μετά τα διαδοχικά κλεισίματα συνόρων στα Βαλκάνια και τη δραστική μείωση του αριθμού των αφίξεων στη Γερμανία. «Αυτά που πρέπει να πω θα τα λέω», δήλωσε ο Ζεεχόφερ. «Η ισλαμική τρομοκρατία έφθασε στη Γερμανία. Χρειαζόμαστε περισσότερη ασφάλεια. Ο κόσμος είναι γεμάτος φόβο και αυτό είναι απολύτως κατανοητό. Χρειάζονται αξιόπιστες απαντήσεις, όχι ατελείωτες συζητήσεις και δικαιολογήσεις».
Ο Ζεεχόφερ, που αντιμετωπίζει εσωκομματική πρόκληση από τον «σκληρό» υπουργό Εσωτερικών Γιόαχιμ Χέρμαν, εξέθεσε τα αιτήματα και τις σχεδιαζόμενες κινήσεις της Βαυαρίας ως εξής: πρώτον, περισσότερη και καλύτερα εξοπλισμένη αστυνομία, δεύτερον, αυστηρότερους συνοριακούς ελέγχους με προσδιορισμό της ταυτότητας του κάθε νεοαφιχθέντα στα σύνορα, τρίτον, ταχύτερες απελάσεις, τέταρτον, καλύτερους ελέγχους στα καταλύματα προσφύγων, πέμπτον, επέμβαση του στρατού «όχι μόνο σε πλημμύρες και φωτιές» και, έκτον, μεγαλύτερη πρόσβαση της αστυνομίας στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες. Είναι άξιο απορίας αν τα μέτρα αυτά θα περάσουν όντως «χωρίς συζητήσεις».
Οι επιθέσεις στη Γερμανία έδωσαν την ευκαιρία στον Ούγγρο πρωθυπουργό Ορμπαν να χαρακτηρίσει τη μετανάστευση «δηλητήριο» για την Ευρώπη.
«Η Ουγγαρία δεν χρειάζεται ούτε ένα μετανάστη για να λειτουργήσει η οικονομία. Γι’ αυτό περιττεύει η κοινή ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική. Οποιος χρειάζεται μετανάστες ας τους πάρει», είπε. Το ζήτημα με τη ρητορική αυτή είναι, βεβαίως, ότι μεγάλη μερίδα των νεοαφιχθέντων δεν είναι μετανάστες αλλά πρόσφυγες από τις οξυμένες συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή και η φιλοξενία τους είναι υποχρέωση των κρατών με βάση το διεθνές δίκαιο.
Η αμηχανία σε ολόκληρο το γερμανικό πολιτικό φάσμα είναι αισθητή σε σχέση με το γεγονός ότι οι δράστες των τριών από τις τέσσερις τελευταίες επιθέσεις (Βίρτσμπουργκ με νεκρό τον δράστη, Ρόιλιγκεν με νεκρό τον δράστη και μια γυναίκα σε έγκλημα πάθους, Ανσμπαχ με νεκρό τον δράστη) είχαν φθάσει στη Γερμανία ως πρόσφυγες, ενώ δύο εξ αυτών (στο Βίρτσμπουργκ και στο Ανσμπαχ) είχαν ισλαμιστικά κίνητρα. Ο δράστης της πλέον αιματηρής επίθεσης, που κόστισε τη ζωή εννέα ανθρώπων σε εστιατόριο του Μονάχου την Παρασκευή, ήταν οπαδός του ακροδεξιού Νορβηγού δολοφόνου Αντερς Μπρέιβικ. To χθεσινό περιστατικό ασθενούς που πυροβόλησε τον γιατρό του και αυτοπυροβολήθηκε σε νοσοκομείο του Βερολίνου δεν έχει καμία σχέση με τα παραπάνω και το γεγονός ότι έλαβε έκταση στις ειδήσεις οφείλεται στο γενικότερο κλίμα.
Η Γερμανίδα καγκελάριος Μέρκελ, όπως συνηθίζει, δεν έχει ακόμη τοποθετηθεί για τα συμβάντα, ενώ αναμένεται να το πράξει αύριο Πέμπτη. Κάποιοι πολιτικοί όλων των κομμάτων μετρούν τα λόγια τους, προκειμένου να μην οξύνουν τις αρνητικές προκαταλήψεις μερίδας της κοινής γνώμης κατά των προσφύγων συνολικά. Αλλοι, όπως ο πρωθυπουργός της Βαυαρίας Χορστ Ζεεχόφερ, ξεθάβουν το «τσεκούρι του πολέμου». Ο Βαυαρός πρωθυπουργός ανακοίνωσε χθες λήξη της ανακωχής με την καγκελαρία, με την οποία είχε συγκρουστεί πέρυσι για την κατεύθυνση της προσφυγικής πολιτικής. Η σύγκρουση είχε εκτονωθεί μετά τα διαδοχικά κλεισίματα συνόρων στα Βαλκάνια και τη δραστική μείωση του αριθμού των αφίξεων στη Γερμανία. «Αυτά που πρέπει να πω θα τα λέω», δήλωσε ο Ζεεχόφερ. «Η ισλαμική τρομοκρατία έφθασε στη Γερμανία. Χρειαζόμαστε περισσότερη ασφάλεια. Ο κόσμος είναι γεμάτος φόβο και αυτό είναι απολύτως κατανοητό. Χρειάζονται αξιόπιστες απαντήσεις, όχι ατελείωτες συζητήσεις και δικαιολογήσεις».
Ο Ζεεχόφερ, που αντιμετωπίζει εσωκομματική πρόκληση από τον «σκληρό» υπουργό Εσωτερικών Γιόαχιμ Χέρμαν, εξέθεσε τα αιτήματα και τις σχεδιαζόμενες κινήσεις της Βαυαρίας ως εξής: πρώτον, περισσότερη και καλύτερα εξοπλισμένη αστυνομία, δεύτερον, αυστηρότερους συνοριακούς ελέγχους με προσδιορισμό της ταυτότητας του κάθε νεοαφιχθέντα στα σύνορα, τρίτον, ταχύτερες απελάσεις, τέταρτον, καλύτερους ελέγχους στα καταλύματα προσφύγων, πέμπτον, επέμβαση του στρατού «όχι μόνο σε πλημμύρες και φωτιές» και, έκτον, μεγαλύτερη πρόσβαση της αστυνομίας στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες. Είναι άξιο απορίας αν τα μέτρα αυτά θα περάσουν όντως «χωρίς συζητήσεις».
Οι επιθέσεις στη Γερμανία έδωσαν την ευκαιρία στον Ούγγρο πρωθυπουργό Ορμπαν να χαρακτηρίσει τη μετανάστευση «δηλητήριο» για την Ευρώπη.
«Η Ουγγαρία δεν χρειάζεται ούτε ένα μετανάστη για να λειτουργήσει η οικονομία. Γι’ αυτό περιττεύει η κοινή ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική. Οποιος χρειάζεται μετανάστες ας τους πάρει», είπε. Το ζήτημα με τη ρητορική αυτή είναι, βεβαίως, ότι μεγάλη μερίδα των νεοαφιχθέντων δεν είναι μετανάστες αλλά πρόσφυγες από τις οξυμένες συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή και η φιλοξενία τους είναι υποχρέωση των κρατών με βάση το διεθνές δίκαιο.