«Φρένο» στην εμπορική συμφωνία με τον Καναδά πάτησε τελικώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που μετά από έντονο παρασκήνιο και πιέσεις από πλευράς Παρισιού και Βερολίνου αποφάσισε να ζητήσει την έγκριση των κοινοβουλίων των κρατών-μελών.
Ο αρχικός σχεδιασμός της Κομισιόν ήταν να μην τεθεί η συμφωνία προς ψήφιση στα κοινοβούλια αλλά να ζητηθεί η στήριξη των κυβερνήσεων και του Ευρωπαϊκού
Η απόφαση αυτή όχι μόνο θέτει σε άμεσο κίνδυνο την πολυσυζητημένη εμπορική συμφωνία με τον Καναδά αλλά στέλνει και ένα «ηχηρό» μήνυμα στους Βρετανούς πολιτικούς.
Και αυτό, γιατί αρκετοί υποστηρικτές του Brexit συνεχίζουν να ισχυρίζονται ότι η νέα κυβέρνηση της χώρας μπορεί να διαπραγματευτεί γρήγορα μια νέα εμπορική σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αμερικανική ιστοσελίδα Politico, το ευρωπαϊκό αυτό πισωγύρισμα έχει ήδη σημάνει… συναγερμό στο Λονδίνο.
Μετά το σοκ της Βρετανικής αποχώρησης, πολιτικοί στη Γερμανία και τη Γαλλία έχουν καταστήσει σαφές ότι πρέπει να σταλεί στους πολίτες ένα μήνυμα «εθνικής κυριαρχίας». Στόχος είναι να καθησυχαστούν οι πολίτες ότι οι πραγματικά σημαντικές αποφάσεις λαμβάνονται από τους εκλεγμένους εκπροσώπους τους και όχι τους τεχνοκράτες των Βρυξελλών. Η εμπορική συμφωνία με τον Καναδά φαίνεται ότι αποτέλεσε μια εξαιρετική ευκαιρία για αυτό…
Η CETA, όπως ονομάζετα η συμφωνία, αποτελεί ένα ευαίσθητο θέμα σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, καθώς πολλοί την βλέπουν ως πρόδρομο της αμφιλεγόμενης Διατλαντικής Συμφωνίας Εμπορίου. Ο υπουργός Εμπορίας της Γαλλίας δήλωσε πρόσφατα ότι ήταν «απίστευτο» το γεγονός ότι οι Βρυξέλλες ήθελαν να διαχειριστούν αποκλειστικά την εν λόγω συμφωνία.
«Και το βρίσκω ακόμα πιο παραισθησιογόνο μερικές μόλις ημέρες μετά από το Βρετανικό δημοψήφισμα» τόνισε σε συνέντευξή του στο Γαλλικό Πρακτορείο.
Οι συζητήσεις στα κοινοβούλια των κρατών-μελών αναμένεται να διαρκέσουν αρκετό καιρό, καθυστερώντας την συμφωνία ακόμα περισσότερο. Ηδη οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Ε.Ε. και Καναδά έχουν διαρκέσει επτά χρόνια.
Η απόφαση αυτή είναι ριψοκίνδυνη και λόγω της Ρουμανίας, οι πολιτικοί της οποίας έχουν απειλήσει να καταψηφίσουν τη συμφωνία λόγω διαφωνίας με τον Καναδά στις θεωρήσεις βίζας.
«Έχω δει όλα τα νομικά επιχειρήματα και άκουσα τους ηγέτες των χωρών και τα εθνικά κοινοβούλια» είπε ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, και συνέχισε: «Τώρα είναι η ώρα για εκτέλεση. Η αξιοπιστία της ευρωπαϊκής εμπορικής πολιτικής κρέμεται στην ισορροπία».
Από την πλευρά της, η Επίτροπος Εμπορίου Σεσίλια Μάλμστρεμ έκανε λόγο για μια πολύ καλή συμφωνία και ζήτησε από τα κράτη-μέλη της Ένωσης να την υπερψηφίσουν στα κοινοβούλιά τους. «Η συμφωνία η οποία επιτεύχθηκε με τον Καναδά αποτελεί ορόσημο στην ευρωπαϊκή πολιτική εμπορίου. Πρόκειται για την πλέον φιλόδοξη εμπορική συμφωνία που έχει συνάψει ποτέ η ΕΕ και θα εμβαθύνει τις μακροχρόνιες σχέσεις μας με τον Καναδά. Θα συμβάλει στη δημιουργία ανάπτυξης και θέσεων εργασίας, που τόσο πολύ χρειαζόμαστε, διατηρώντας, παράλληλα, πλήρως τα υψηλά πρότυπα της Ευρώπης σε τομείς όπως η ασφάλεια των τροφίμων, η προστασία του περιβάλλοντος και τα ατομικά δικαιώματα στον χώρο εργασίας. Σ’ αυτό ακριβώς συνίσταται η εμπορική μας πολιτική. Ελπίζω πλέον ότι η συμφωνία με τον Καναδά μπορεί να υπογραφεί, να εφαρμοστεί προσωρινά και να συναφθεί με ταχείς ρυθμούς, προς όφελος των καταναλωτών, των εργαζομένων και των επιχειρηματιών — πρόκειται για μια συμφωνία την οποία έχει ανάγκη η Ευρώπη» τόνισε η ίδια, και συμπλήρωσε: «Εν τω μεταξύ, εναπόκειται στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο να αποφανθεί, στο εγγύς μέλλον, επί του ανοικτού ζητήματος της αρμοδιότητας γι’ αυτές τις εμπορικές συμφωνίες. Από αυστηρά νομική άποψη, η Επιτροπή θεωρεί ότι αυτή η συμφωνία εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα της ΕΕ. Ωστόσο, η πολιτική κατάσταση στο Συμβούλιο είναι σαφής και κατανοούμε ότι είναι αναγκαίο η συμφωνία να προταθεί ως «μεικτή» συμφωνία, προκειμένου να καταστεί δυνατή η ταχεία υπογραφή της».
Σύμφωνα με το Bloomberg, η συμφωνία με τον Καναδά θα φέρει ετήσια κέρδη 12 δισ. ευρώ στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η Επιτροπή, αφού λάβει το πράσινο φως από το Συμβούλιο και την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, θα μπορέσει να εφαρμόσει προσωρινά τη συμφωνία. Από την πρώτη κιόλας ημέρα, η CETA θα καταργήσει σχεδόν όλους τους δασμούς. Σύμφωνα με την Κομισιόν, αυτό θα βοηθήσει τις επιχειρήσεις της ΕΕ να εξοικονομήσουν εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ ετησίως σε πληρωμές δασμών, με αποτέλεσμα να επωφεληθούν και οι ευρωπαίοι καταναλωτές άμεσα, αφού θα μειωθούν οι τιμές και θα διευρυνθούν οι επιλογές όσον αφορά τα προϊόντα που εισάγονται από τον Καναδά.
Τι προβλέπει η συμφωνία
Ο Καναδάς έχει επίσης αναλάβει δεσμεύσεις να ακολουθήσει την προσέγγιση της ΕΕ και να δημοσιεύει όλες τις προκηρύξεις δημόσιων συμβάσεων σε έναν ενιαίο δικτυακό τόπο. Κατά συνέπεια, θα είναι πολύ ευκολότερο για τις ενδιαφερόμενες ευρωπαϊκές επιχειρήσεις να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες που χρειάζονται για τις προκηρύξεις αυτές.
Σύμφωνα με τη συμφωνία, οι καναδικές και οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις θα συναγωνίζονται πλέον με ισότιμους όρους ανταγωνισμού.
Η CETA περιλαμβάνει επίσης αυστηρούς κανόνες για την προστασία των εργασιακών δικαιωμάτων και του περιβάλλοντος. Και οι δύο πλευρές έχουν δεσμευθεί ότι δεν θα υπονομεύσουν ποτέ τα υψηλά πρότυπα της ΕΕ για λόγους εμπορικών συμφερόντων, αλλά, αντ’ αυτού, θα συνεργαστούν για να παροτρύνουν και άλλες χώρες –κυρίως αναπτυσσόμενες χώρες– να αυξήσουν τα δικά τους πρότυπα.
Περισσότερες από 140 ευρωπαϊκές γεωγραφικές ενδείξεις τροφίμων και ποτών (από το αυστριακό Tiroler Speck μέχρι τα τυριά Gouda και Roquefort από τις Κάτω Χώρες και τη Γαλλία αντίστοιχα) θα απολαμβάνουν υψηλό επίπεδο προστασίας στην καναδική αγορά, προστασία η οποία δεν θα ήταν εφικτή χωρίς τη συμφωνία. Η CETA θα εξασφαλίζει ότι μόνο γνήσια προϊόντα θα μπορούν να πωλούνται στον Καναδά υπό τις ονομασίες αυτές.
Επιπλέον, η CETA εισάγει ένα νέο Σύστημα Επενδυτικών Δικαστηρίων και ενισχυμένους κανόνες σχετικά με την προστασία των επενδύσεων. Αυτό διασφαλίζει το δικαίωμα των κυβερνήσεων των κρατών μελών της ΕΕ να νομοθετούν προς το συμφέρον των πολιτών τους, ενθαρρύνοντας τους ξένους επενδυτές μέσω της προστασίας των επενδύσεών τους.
Την ίδια ώρα, το νέο σύστημα καθιστά την επίλυση των επενδυτικών διαφορών δικαιότερη και πιο διαφανή. Ως εκ τούτου, χρησιμεύει ως σημαντικό βήμα προόδου στην επίτευξη του απώτερου στόχου της ΕΕ για τη σύσταση ενός συνολικού επενδυτικού δικαστηρίου.
Μετά από απόφαση του Συμβουλίου, θα είναι δυνατόν η CETA να εφαρμόζεται προσωρινά. Η πλήρης θέση της σε ισχύ θα εξαρτάται από τη σύναψη από την ΕΕ, μέσω απόφασης του Συμβουλίου με την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, και από όλα τα κράτη μέλη, μέσω των σχετικών εθνικών διαδικασιών κύρωσης.