τραπεζικού λογαριασμού ταμιευτηρίου σε ξένο νόμισμα, συγκεκριμένα σε δολάρια Αμερικής. Στον ως άνω λογαριασμό είχε κατατεθεί σε φυσική μορφή (μετρητά) το ποσό των 2.750 δολαρίων. Στις 24.09.2015, ημερομηνία κατά την οποία η καταναλώτρια ζήτησε να κάνει ανάληψη από τον συγκεκριμένο λογαριασμό σε κατάστημα της εν λόγω τράπεζας στον Πειραιά, ενημερώθηκε ότι εξαιτίας των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων δεν θα μπορούσε να προβεί σε ανάληψη ποσού άνω των 420 ευρώ σε δολάρια, ενώ για την ανάληψη αυτή θα χρεωνόταν από την τράπεζα με σχετική προμήθεια ύψους 10 ευρώ. Αυτή η προμήθεια θα χρεωνόταν κάθε φορά που θα έκανε ανάληψη σε δολάρια, με βάση τον τιμοκατάλογο της τράπεζας, σύμφωνα με τον οποίο στον όρο 4.5 αναφέρεται ότι: “Ανάληψη ξένων τραπεζογραμματίων από λογαριασμούς συναλλάγματος του ιδίου ή άλλου νομίσματος: ποσοστό προμήθειας 0,40%, με ελάχιστο ποσό σε ευρώ 10”. Κατόπιν των ανωτέρω η καταναλώτρια έκανε ανάληψη 400 δολάρια και χρεώθηκε από την τράπεζα με 10 ευρώ προμήθεια.
Η Ανεξάρτητη Αρχή «Συνήγορος του Καταναλωτή» δέχθηκε την αναφορά καταναλώτριας κατά της τράπεζας Alpha Bank στην οποία διαμαρτύρεται για τη χρέωση προμήθειας ανάληψης ξένων τραπεζογραμματίων από λογαριασμό συναλλάγματος που διατηρούσε στην ανωτέρω τράπεζα κατά τη διάρκεια ισχύος των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων (capital controls). H καταναλώτρια είχε προβεί στην εν λόγω τράπεζα πριν από μια δεκαετία σε άνοιγμα
Η τράπεζα από την πλευρά της ισχυρίζεται ότι η καταναλώτρια ενημερώθηκε προφορικά για τη χρέωση του ποσού των 10 ευρώ λίγο πριν προβεί στην ανάληψη των χρημάτων στις 23.09.2015, καθώς και με σχετική επιστολή της και την παρέπεμψε στον τιμοκατάλογο που είναι διαθέσιμος στο κατάστημα της τράπεζας και αναρτημένος στην ιστοσελίδα της.
Όπως υποστηρίζει ο ΣτΚ, η Τράπεζα δεν ανταποκρίθηκε στις απορρέουσες από την Πράξη του Διοικητή της ΤτΕ (Π.Δ.Τ.Ε.) 2501/2002 υποχρεώσεις της, μεταξύ των οποίων είναι και η γνωστοποίηση στους συναλλασσομένους, πριν από τη σύναψη της σύμβασης, όλων των όρων που διέπουν τη μεταξύ τους σχέση και η παροχή πλήρους αντιγραφου μετά τη σύναψή της, ενώ τίθεται ζήτημα καταχρηστικότητας του όρου λόγου της αδιαφάνειάς του, η οποία δεν αίρεται από μόνη τη σιωπηρή συμπεριφορά του καταναλωτή. Κατόπιν αυτών, η Αρχή απηύθυνε σύσταση στην ALPHA BANK: α) να επιστρέψει στην καταναλώτρια το ποσό των €10 που έχει ήδη εισπράξει και β) να μην προβεί σε περαιτέρω χρέωση της επίμαχης προμήθειας. Διαβάστε περισσότερα εδώ
Προηγούμενο άρθροΔημοσιεύθηκαν στο ΦΕΚ οι νέοι Νόμοι 4400, 4401 και 4402/2016