Για πρώτη φορά τα τελευταία επτά χρόνια δεν θα τελεσθεί φέτος Θεία Λειτουργία τον Δεκαπενταύγουστο στην Παναγία Σουμελά, στο ιστορικό μοναστήρι του Πόντου, στην Τραπεζούντα.
Το τουρκικό υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού δεν έδωσε άδεια, επικαλούμενο τις συνεχιζόμενες εργασίες στήριξης των υπερκείμενων βράχων του βουνού, που βρίσκονται σε εξέλιξη από τα τέλη Σεπτεμβρίου του 2015. Ετσι, χιλιάδες Πόντιοι που κάθε χρόνο συνέρρεαν τέτοια μέρα στο όρος Μελάς για το μεγάλο προσκύνημα στη δική τους «Ιερουσαλήμ», δεν θα σκαρφαλώσουν φέτος στο ιστορικό μοναστήρι της Σουμελά, και η τοπική τουριστική βιομηχανία αναμένεται να δεχθεί ισχυρό πλήγμα, δεδομένου ότι τα καραβάνια των ορθόδοξων προσκυνητών του Δεκαπενταύγουστου αποτελούσαν μια καλή επένδυση για την εγχώρια οικονομία.
Πρόκειται άραγε για συγκυριακή απόφαση της τουρκικής κυβέρνησης σχετιζόμενη με την ασφάλεια των προσκυνητών ή για ένα καλό πρόσχημα ώστε να πάψει να λειτουργεί και στο μέλλον η μονή ως χριστιανικό μνημείο, έστω μια φορά τον χρόνο; Ο οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, αναφερόμενος –από την Παναγία Σουμελά του Βερμίου όπου βρέθηκε στο πλαίσιο της επίσκεψής του στη Βέροια για τα φετινά «Παύλεια»– στην απόρριψη από την τουρκική κυβέρνηση του αιτήματός του να τελεσθεί και φέτος Θεία Λειτουργία από τον ίδιο στον Πόντο, εξέφρασε την ελπίδα ότι οι εργασίες θα έχουν ολοκληρωθεί μέχρι τον Δεκαπενταύγουστο και πως καταβάλλονται προσπάθειες να γίνει η τελετή. Ωστόσο ρεπορτάζ του τουρκικού πρακτορείου ειδήσεων IHLAS υποστηρίζει ότι στην απάντησή του το υπουργείο ενημέρωνε τον κ. Βαρθολομαίο πως αυτές δεν προβλέπεται να περατωθούν πριν από τις 15 Αυγούστου και έτσι «ακυρώθηκε» η προγραμματισμένη τέλεση της δοξολογίας. Πληροφορούσε επίσης το Φανάρι ότι μετά το πέρας των εργασιών στήριξης των βράχων θα ξεκινήσουν εργασίες αποκατάστασης της μονής, οι οποίες και «θα γίνει προσπάθεια» να περατωθούν μέχρι τα τέλη του έτους.
Πριν από μερικά χρόνια η επίκληση εκ μέρους των Αρχών της ασφάλειας της μονής και των προσκυνητών για τη λήψη μιας τέτοιας απόφασης, ίσως να μην επιδέχονταν αμφισβήτηση, δεδομένης και της πολιτικής του Ταγίπ Ερντογάν περί ανοίγματος στους αλλόπιστους της Τουρκίας με τη λειτουργία κάποιων παλιών χριστιανικών εκκλησιών και το δικαίωμα στους πολίτες να ασκούν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα, έστω και με κάποιο φόβο.
Ηταν η εποχή, όχι πολύ μακρινή, κατά την οποία επαναλειτούργησε, έπειτα από διεθνείς πιέσεις και πρωτοβουλίες, το 2010, ως χριστιανικό θρησκευτικό μνημείο η ιστορική Παναγία Σουμελά, προσελκύοντας χιλιάδες Ποντίους τον Δεκαπενταύγουστο. Τώρα όμως το πρώτο που περνάει από το μυαλό στο άκουσμα μια τέτοιας είδησης, είναι μήπως η απαγόρευση της Θείας Λειτουργίας υποκρύπτει την απαρχή επιστροφής στο παρελθόν, όταν δεν επιτρεπόταν η χρήση της για καμία χριστιανική θρησκευτική τελετή και λειτουργούσε αποκλειστικά ως μουσείο.
Επιχείρηση ισλαμοποίησης
Τέτοιους φόβους στους χριστιανούς, για την Παναγία Σουμελά, τροφοδοτούν οι αποφάσεις του Ερντογάν, στο πλαίσιο της γενικότερης επιχείρησης ισλαμοποίησης της τουρκικής κοινωνίας, να μετατρέψει εμβληματικά χριστιανικά μνημεία στην Τουρκία σε μουσουλμανικά τζαμιά, αγνοώντας αντιδράσεις τόσο διεθνώς, όσο και στο εσωτερικό από την κοσμική πτέρυγα. Η απευθείας τηλεοπτική μετάδοση της ανάγνωσης του Κορανίου κατά το Ραμαζάνι από την Αγία Σοφία, τη μετατροπή της οποίας σε τζαμί αξίωναν ανέκαθεν οι ισλαμιστές, ερμηνεύτηκε ως ένα πρώτο βήμα προς την ικανοποίηση του παραπάνω αιτήματος, αλλά δεν ήταν η μόνη ενέργεια που προκάλεσε το χριστιανικό αίσθημα και τραυμάτισε το καλλιεργούμενο προφίλ της θρησκευτικής ανεκτικότητας της εξουσίας του Ερντογάν. Δυο άλλες εκκλησίες της Αγίας Σοφίας, σε Τραπεζούντα και Νικομήδεια, μετατράπηκαν από μουσεία σε μουσουλμανικά τεμένη, παρά την αντίθεση αρμόδιων φορέων όπως οι σύλλογοι αρχιτεκτόνων που στην περίπτωση της Τραπεζούντας αντέδρασαν καταγγέλλοντας καταστροφή πολιτιστικών μνημείων. Η «απάντηση» σε όλους αυτούς, όχι πολλούς πάντως, ήταν ότι οι διαμαρτυρίες τους υπαγορεύονται από πολιτικά κίνητρα και δεν θέλουν να γίνουν τζαμιά οι εκκλησίες των απίστων.
Το τουρκικό υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού δεν έδωσε άδεια, επικαλούμενο τις συνεχιζόμενες εργασίες στήριξης των υπερκείμενων βράχων του βουνού, που βρίσκονται σε εξέλιξη από τα τέλη Σεπτεμβρίου του 2015. Ετσι, χιλιάδες Πόντιοι που κάθε χρόνο συνέρρεαν τέτοια μέρα στο όρος Μελάς για το μεγάλο προσκύνημα στη δική τους «Ιερουσαλήμ», δεν θα σκαρφαλώσουν φέτος στο ιστορικό μοναστήρι της Σουμελά, και η τοπική τουριστική βιομηχανία αναμένεται να δεχθεί ισχυρό πλήγμα, δεδομένου ότι τα καραβάνια των ορθόδοξων προσκυνητών του Δεκαπενταύγουστου αποτελούσαν μια καλή επένδυση για την εγχώρια οικονομία.
Πρόκειται άραγε για συγκυριακή απόφαση της τουρκικής κυβέρνησης σχετιζόμενη με την ασφάλεια των προσκυνητών ή για ένα καλό πρόσχημα ώστε να πάψει να λειτουργεί και στο μέλλον η μονή ως χριστιανικό μνημείο, έστω μια φορά τον χρόνο; Ο οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, αναφερόμενος –από την Παναγία Σουμελά του Βερμίου όπου βρέθηκε στο πλαίσιο της επίσκεψής του στη Βέροια για τα φετινά «Παύλεια»– στην απόρριψη από την τουρκική κυβέρνηση του αιτήματός του να τελεσθεί και φέτος Θεία Λειτουργία από τον ίδιο στον Πόντο, εξέφρασε την ελπίδα ότι οι εργασίες θα έχουν ολοκληρωθεί μέχρι τον Δεκαπενταύγουστο και πως καταβάλλονται προσπάθειες να γίνει η τελετή. Ωστόσο ρεπορτάζ του τουρκικού πρακτορείου ειδήσεων IHLAS υποστηρίζει ότι στην απάντησή του το υπουργείο ενημέρωνε τον κ. Βαρθολομαίο πως αυτές δεν προβλέπεται να περατωθούν πριν από τις 15 Αυγούστου και έτσι «ακυρώθηκε» η προγραμματισμένη τέλεση της δοξολογίας. Πληροφορούσε επίσης το Φανάρι ότι μετά το πέρας των εργασιών στήριξης των βράχων θα ξεκινήσουν εργασίες αποκατάστασης της μονής, οι οποίες και «θα γίνει προσπάθεια» να περατωθούν μέχρι τα τέλη του έτους.
Πριν από μερικά χρόνια η επίκληση εκ μέρους των Αρχών της ασφάλειας της μονής και των προσκυνητών για τη λήψη μιας τέτοιας απόφασης, ίσως να μην επιδέχονταν αμφισβήτηση, δεδομένης και της πολιτικής του Ταγίπ Ερντογάν περί ανοίγματος στους αλλόπιστους της Τουρκίας με τη λειτουργία κάποιων παλιών χριστιανικών εκκλησιών και το δικαίωμα στους πολίτες να ασκούν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα, έστω και με κάποιο φόβο.
Ηταν η εποχή, όχι πολύ μακρινή, κατά την οποία επαναλειτούργησε, έπειτα από διεθνείς πιέσεις και πρωτοβουλίες, το 2010, ως χριστιανικό θρησκευτικό μνημείο η ιστορική Παναγία Σουμελά, προσελκύοντας χιλιάδες Ποντίους τον Δεκαπενταύγουστο. Τώρα όμως το πρώτο που περνάει από το μυαλό στο άκουσμα μια τέτοιας είδησης, είναι μήπως η απαγόρευση της Θείας Λειτουργίας υποκρύπτει την απαρχή επιστροφής στο παρελθόν, όταν δεν επιτρεπόταν η χρήση της για καμία χριστιανική θρησκευτική τελετή και λειτουργούσε αποκλειστικά ως μουσείο.
Επιχείρηση ισλαμοποίησης
Τέτοιους φόβους στους χριστιανούς, για την Παναγία Σουμελά, τροφοδοτούν οι αποφάσεις του Ερντογάν, στο πλαίσιο της γενικότερης επιχείρησης ισλαμοποίησης της τουρκικής κοινωνίας, να μετατρέψει εμβληματικά χριστιανικά μνημεία στην Τουρκία σε μουσουλμανικά τζαμιά, αγνοώντας αντιδράσεις τόσο διεθνώς, όσο και στο εσωτερικό από την κοσμική πτέρυγα. Η απευθείας τηλεοπτική μετάδοση της ανάγνωσης του Κορανίου κατά το Ραμαζάνι από την Αγία Σοφία, τη μετατροπή της οποίας σε τζαμί αξίωναν ανέκαθεν οι ισλαμιστές, ερμηνεύτηκε ως ένα πρώτο βήμα προς την ικανοποίηση του παραπάνω αιτήματος, αλλά δεν ήταν η μόνη ενέργεια που προκάλεσε το χριστιανικό αίσθημα και τραυμάτισε το καλλιεργούμενο προφίλ της θρησκευτικής ανεκτικότητας της εξουσίας του Ερντογάν. Δυο άλλες εκκλησίες της Αγίας Σοφίας, σε Τραπεζούντα και Νικομήδεια, μετατράπηκαν από μουσεία σε μουσουλμανικά τεμένη, παρά την αντίθεση αρμόδιων φορέων όπως οι σύλλογοι αρχιτεκτόνων που στην περίπτωση της Τραπεζούντας αντέδρασαν καταγγέλλοντας καταστροφή πολιτιστικών μνημείων. Η «απάντηση» σε όλους αυτούς, όχι πολλούς πάντως, ήταν ότι οι διαμαρτυρίες τους υπαγορεύονται από πολιτικά κίνητρα και δεν θέλουν να γίνουν τζαμιά οι εκκλησίες των απίστων.
Έντυπη