Στη μακρά αλυσίδα των ωραίων ονείρων για το μέλλον της Μέσης Ανατολής που έγιναν γρήγορα στάχτη κινδυνεύει να προστεθεί η προσέγγιση της Δύσης με το Ιράν, υποστηρίζει ο Ρόμπερτ Φισκ, σε αναλυτικό ρεπορτάζ που δημοσιεύει η βρετανική διαδικτυακή (πλέον) εφημερίδα Independent.
Oπως αναφέρει ο βετεράνος πολεμικός ανταποκριτής, οι περισσότερες από τις μεγάλες τράπεζες της Ευρώπης δεν αποτολμούν να ανοίξουν δουλειές με το Ιράν, παρά τη συμφωνία–ορόσημο του περασμένου χρόνου για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης, καθώς φοβούνται ότι θα τους επιβληθούν πρόστιμα από τις ΗΠΑ για παραβίαση των αμερικανικών κυρώσεων στο Ιράν, που συνεχίζουν να βρίσκονται σε ισχύ.
Η Ουάσιγκτον συνεχίζει να εφαρμόζει αυτές τις κυρώσεις, επικαλούμενη άλλους λόγους, άσχετους με το πυρηνικό πρόγραμμα (υποστήριξη της τρομοκρατίας, ξέπλυμα βρώμικου χρήματος κ.ά.). Η γαλλική τράπεζα BNP Paribas κλήθηκε να πληρώσει πρόστιμο της τάξεως των 4 δισ. ευρώ για τις δοσοληψίες της με το Ιράν επειδή παραβίασε κυρώσεις αυτού του είδους, ενώ ανάλογα πρόστιμα επεβλήθησαν στις HSBC και StanChart. Τούτων δοθέντων, ευρωπαϊκά τραπεζικά μεγαθήρια όπως η Deutsche Bank και η Societe Generale αποφεύγουν να αναμειχθούν σε επενδύσεις στο Ιράν, παρότι οι κυβερνήσεις των χωρών τους θα επιθυμούσαν κάτι τέτοιο.
Ο συνεχιζόμενος αποκλεισμός του Ιράν από το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα φέρνει σε δεινή θέση τον πρόεδρο της χώρας, Χασάν Ροχανί, σημειώνει ο Ρόμπερτ Φισκ. Ο μετριοπαθής πολιτικός είχε πιστωθεί τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα, η οποία εμφανιζόταν ως το κλειδί που θα άνοιγε τις πόρτες για αθρόα έλευση επενδυτικών κεφαλαίων της Δύσης στη χειμαζόμενη ιρανική οικονομία. Το γεγονός ότι, παρά τις υποχωρήσεις της Τεχεράνης στο πυρηνικό ζήτημα, διαιωνίζεται ο οικονομικός αποκλεισμός της χώρας, χρησιμοποιείται από τους σκληροπυρηνικούς αντιπάλους του Ροχανί ως απόδειξη της πολιτικής του «αφέλειας» να εμπιστευθεί τους Αμερικανούς. Καλυπτόμενοι πίσω από τον ανώτατο ηγέτη της Ισλαμικής Δημοκρατίας, αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, οι εν λόγω κύκλοι, μεταξύ των οποίων και το πολύ ισχυρής επιρροής σώμα των Φρουρών της Επανάστασης, φιλοδοξούν να υπερισχύσουν του Ροχανί στις προεδρικές εκλογές του 2017. Σε αυτή την περίπτωση, επισημαίνει ο Φισκ, θα επαναληφθεί αυτό που συνέβη με την περίπτωση του Μοχάμεντ Χαταμί, του μόνου μεταρρυθμιστή που κατάφερε να εκλεγεί πρόεδρος στην ιστορία της Ισλαμικής Δημοκρατίας, το 1997. Κρατώντας απολύτως αρνητική στάση στα επανειλημμένα ανοίγματα του Χαταμί, η κυβέρνηση Μπους κατάφερε να τον υπονομεύσει, με αποτέλεσμα να έρθει στην εξουσία ο σκληροπυρηνικός Μαχμούντ Αχμεντινετζάντ.
Στο Δικαστήριο της Χάγης
Το Ιράν προσέφυγε στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης ζητώντας να του επιστραφούν περιουσιακά στοιχεία ύψους δύο δισ. δολαρίων που έχουν «παγώσει» στις ΗΠΑ και κινδυνεύουν σύντομα να χαθούν οριστικά. Τον Απρίλιο, το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ αποφάνθηκε ότι τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία πρέπει να διατεθούν, εν είδει καθυστερημένης αποζημίωσης, στις οικογένειες των 241 Αμερικανών πεζοναυτών που σκοτώθηκαν σε βομβιστική επίθεση το 1983, στη Βηρυτό. Οι Αμερικανοί κατηγορούν το Ιράν ότι προσέφερε οικονομική και τεχνική υποστήριξη στη σιιτική οργάνωση του Λιβάνου Χεζμπολάχ, η οποία πραγματοποίησε την επιχείρηση. Παραμένει αμφίβολο κατά πόσον η προσφυγή στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο θα έχει οποιοδήποτε αντίκτυπο στην απόφαση του αμερικανικού Ανώτατου Δικαστηρίου.
Oπως αναφέρει ο βετεράνος πολεμικός ανταποκριτής, οι περισσότερες από τις μεγάλες τράπεζες της Ευρώπης δεν αποτολμούν να ανοίξουν δουλειές με το Ιράν, παρά τη συμφωνία–ορόσημο του περασμένου χρόνου για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης, καθώς φοβούνται ότι θα τους επιβληθούν πρόστιμα από τις ΗΠΑ για παραβίαση των αμερικανικών κυρώσεων στο Ιράν, που συνεχίζουν να βρίσκονται σε ισχύ.
Η Ουάσιγκτον συνεχίζει να εφαρμόζει αυτές τις κυρώσεις, επικαλούμενη άλλους λόγους, άσχετους με το πυρηνικό πρόγραμμα (υποστήριξη της τρομοκρατίας, ξέπλυμα βρώμικου χρήματος κ.ά.). Η γαλλική τράπεζα BNP Paribas κλήθηκε να πληρώσει πρόστιμο της τάξεως των 4 δισ. ευρώ για τις δοσοληψίες της με το Ιράν επειδή παραβίασε κυρώσεις αυτού του είδους, ενώ ανάλογα πρόστιμα επεβλήθησαν στις HSBC και StanChart. Τούτων δοθέντων, ευρωπαϊκά τραπεζικά μεγαθήρια όπως η Deutsche Bank και η Societe Generale αποφεύγουν να αναμειχθούν σε επενδύσεις στο Ιράν, παρότι οι κυβερνήσεις των χωρών τους θα επιθυμούσαν κάτι τέτοιο.
Ο συνεχιζόμενος αποκλεισμός του Ιράν από το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα φέρνει σε δεινή θέση τον πρόεδρο της χώρας, Χασάν Ροχανί, σημειώνει ο Ρόμπερτ Φισκ. Ο μετριοπαθής πολιτικός είχε πιστωθεί τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα, η οποία εμφανιζόταν ως το κλειδί που θα άνοιγε τις πόρτες για αθρόα έλευση επενδυτικών κεφαλαίων της Δύσης στη χειμαζόμενη ιρανική οικονομία. Το γεγονός ότι, παρά τις υποχωρήσεις της Τεχεράνης στο πυρηνικό ζήτημα, διαιωνίζεται ο οικονομικός αποκλεισμός της χώρας, χρησιμοποιείται από τους σκληροπυρηνικούς αντιπάλους του Ροχανί ως απόδειξη της πολιτικής του «αφέλειας» να εμπιστευθεί τους Αμερικανούς. Καλυπτόμενοι πίσω από τον ανώτατο ηγέτη της Ισλαμικής Δημοκρατίας, αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, οι εν λόγω κύκλοι, μεταξύ των οποίων και το πολύ ισχυρής επιρροής σώμα των Φρουρών της Επανάστασης, φιλοδοξούν να υπερισχύσουν του Ροχανί στις προεδρικές εκλογές του 2017. Σε αυτή την περίπτωση, επισημαίνει ο Φισκ, θα επαναληφθεί αυτό που συνέβη με την περίπτωση του Μοχάμεντ Χαταμί, του μόνου μεταρρυθμιστή που κατάφερε να εκλεγεί πρόεδρος στην ιστορία της Ισλαμικής Δημοκρατίας, το 1997. Κρατώντας απολύτως αρνητική στάση στα επανειλημμένα ανοίγματα του Χαταμί, η κυβέρνηση Μπους κατάφερε να τον υπονομεύσει, με αποτέλεσμα να έρθει στην εξουσία ο σκληροπυρηνικός Μαχμούντ Αχμεντινετζάντ.
Στο Δικαστήριο της Χάγης
Το Ιράν προσέφυγε στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης ζητώντας να του επιστραφούν περιουσιακά στοιχεία ύψους δύο δισ. δολαρίων που έχουν «παγώσει» στις ΗΠΑ και κινδυνεύουν σύντομα να χαθούν οριστικά. Τον Απρίλιο, το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ αποφάνθηκε ότι τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία πρέπει να διατεθούν, εν είδει καθυστερημένης αποζημίωσης, στις οικογένειες των 241 Αμερικανών πεζοναυτών που σκοτώθηκαν σε βομβιστική επίθεση το 1983, στη Βηρυτό. Οι Αμερικανοί κατηγορούν το Ιράν ότι προσέφερε οικονομική και τεχνική υποστήριξη στη σιιτική οργάνωση του Λιβάνου Χεζμπολάχ, η οποία πραγματοποίησε την επιχείρηση. Παραμένει αμφίβολο κατά πόσον η προσφυγή στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο θα έχει οποιοδήποτε αντίκτυπο στην απόφαση του αμερικανικού Ανώτατου Δικαστηρίου.