Η υπερβολική διάρκεια της διαδικασίας προκάλεσε τόσο υλική ζημία (πληρωμή εξόδων) όσο και μη υλική ζημία (αβεβαιότητα)
Αποζημίωση που ξεπερνάει τις 50 χιλιάδες ευρώ υποχρεούται να καταβάλει η Ευρωπαϊκή σε εταιρίες λόγω της υπερβολικής διάρκειας της διαδικασίας ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Απόφαση Τ-577/14)
Ειδικότερα, η Ευρωπαϊκή Ένωση υποχρεώνεται να καταβάλει αποζημίωση άνω των 50 000 ευρώ στις εταιρίες Gascogne Sack Deutschland και Gascogne λόγω της υπερβολικής διάρκειας της διαδικασίας, η οποία προκάλεσε τόσο υλική ζημία (πληρωμή εξόδων για τη σύσταση τραπεζικής εγγυήσεως) όσο και μη υλική ζημία (αβεβαιότητα στην οποία περιήλθαν οι δύο εταιρίες).
Ιστορικό
Οι εταιρίες Gascogne Sack Deutschland (πρώην Sachsa Verpackung) και Gascogne (πρώην Groupe Gascogne) προσέφυγαν στις 23 Φεβρουαρίου 2006 ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ζητώντας του να ακυρώσει απόφαση που έλαβε η Επιτροπή σε υπόθεση συμπράξεων στον τομέα των βιομηχανικών σάκων [1]. Το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε τις προσφυγές αυτές με αποφάσεις της 16ης Νοεμβρίου 2011 [2]. Το Δικαστήριο, ενώπιον του οποίου ασκήθηκαν αναιρέσεις, επικύρωσε, με αποφάσεις της 26ης Νοεμβρίου 2013 [3], τις αποφάσεις του Γενικού Δικαστηρίου και, κατά συνέπεια, τα επιβληθέντα στις δύο εταιρίες πρόστιμα συνολικού ύψους 13,2 εκατομμυρίων ευρώ. Εντούτοις, το Δικαστήριο επισήμανε ότι οι δύο εταιρίες μπορούσαν να ασκήσουν αγωγές αποζημιώσεως για την αποκατάσταση τυχόν ζημιών που υπέστησαν λόγω της υπερβολικής διάρκειας της διαδικασίας ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου.
Οι εταιρίες Gascogne Sack Deutschland και Gascogne ζήτησαν στη συνέχεια από το Γενικό Δικαστήριο να υποχρεώσει την Ευρωπαϊκή Ένωση να τους καταβάλει αποζημίωση σχεδόν 4 εκατομμυρίων ευρώ για την υλική ζημία (αίτημα περίπου 3,5 εκατομμυρίων ευρώ) και τη μη υλική ζημία (αίτημα 500 000 ευρώ) τις οποίες φέρονται να υπέστησαν λόγω της υπερβολικής διάρκειας της διαδικασίας ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου. Πρόκειται για την πρώτη υπόθεση που εκδικάζεται σε σχέση με το ζήτημα αυτό [4].
Απόφαση
Με τη σημερινή του απόφαση, το Γενικό Δικαστήριο, σε σχηματισμό διευρυμένης συνθέσεως, διαφορετικό από εκείνον που επιλήφθηκε της αρχικής διαφοράς [5], κάνει εν μέρει δεκτή την αγωγή των δύο εταιριών επιδικάζοντας αποζημίωση 47 064,33 ευρώ στην Gascogne για την υλική ζημία που υπέστη και ποσό 5 000 ευρώ σε καθεμία από τις δύο εταιρίες ως χρηματική ικανοποίηση λόγω μη υλικής ζημίας.
Το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει καταρχάς ότι η εξωσυμβατική ευθύνη της Ένωσης μπορεί να θεμελιωθεί όταν συντρέχουν τρεις σωρευτικές προϋποθέσεις και συγκεκριμένα 1) όταν η πράξη ή η παράλειψη που προσάπτεται στο εμπλεκόμενο θεσμικό όργανο είναι παράνομη, 2) όταν η ζημία είναι υποστατή και 3) όταν μεταξύ της εν λόγω πράξεως ή παραλείψεως και της προβαλλόμενης ζημίας υφίσταται αιτιώδης σύνδεσμος.
Όσον αφορά την πρώτη προϋπόθεση (παράνομος χαρακτήρας της πράξεως ή παραλείψεως που προσάπτεται στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως θεσμικό όργανο της Ένωσης), το Γενικό Δικαστήριο εκτιμά ότι η υπερβολική διάρκεια της διαδικασίας στις υποθέσεις T‑72/06 και T‑79/06 είχε ως συνέπεια την προσβολή του δικαιώματος των εταιριών να εκδικαστεί η υπόθεσή τους εντός εύλογου χρόνου, το οποίο κατοχυρώνεται με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ [6]. Πράγματι, η διάρκεια της διαδικασίας ανήλθε σε σχεδόν πέντε έτη και εννέα μήνες και δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από καμία από τις περιστάσεις των συγκεκριμένων υποθέσεων.
Ειδικότερα, το Γενικό Δικαστήριο επισημαίνει ότι, στον τομέα του ανταγωνισμού (ο οποίος εμφανίζει μεγαλύτερο βαθμό πολυπλοκότητας από άλλες κατηγορίες υποθέσεων), χρονικό διάστημα δεκαπέντε μηνών μεταξύ, αφενός, της περατώσεως της έγγραφης διαδικασίας και, αφετέρου, της ενάρξεως της προφορικής διαδικασίας κρίνεται κατά κανόνα ως ενδεδειγμένο χρονικό διάστημα. Στις υποθέσεις T‑72/06 και T‑79/06, όμως, μεταξύ των δύο αυτών σταδίων της διαδικασίας παρεμβλήθηκαν περίπου 3 έτη και 10 μήνες, ήτοι 46 μήνες.
Παρά ταύτα, το Γενικό Δικαστήριο εκτιμά ότι η ταυτόχρονη εξέταση συναφών υποθέσεων μπορεί να δικαιολογήσει την επιμήκυνση της διαδικασίας κατά ένα μήνα ανά επιπλέον συναφή υπόθεση. Επομένως, εν προκειμένω, η ταυτόχρονη εξέταση 12 προσφυγών κατά της ίδιας αποφάσεως της Επιτροπής δικαιολογούσε επιμήκυνση της διαδικασίας κατά 11 μήνες στις υποθέσεις T‑72/06 και T‑79/06.
Από τα ανωτέρω το Γενικό Δικαστήριο συνάγει ότι το χρονικό διάστημα 26 μηνών (15 μήνες συν 11 μήνες) μεταξύ της περατώσεως της έγγραφης διαδικασίας και της ενάρξεως της προφορικής διαδικασίας ήταν ενδεδειγμένο για την εξέταση των υποθέσεων T‑72/06 και T‑79/06, εξυπακουομένου ότι ο βαθμός πολυπλοκότητας των πραγματικών, νομικών και δικονομικών ζητημάτων των υποθέσεων αυτών δεν δικαιολογεί μεγαλύτερη διάρκεια. Επομένως, από το χρονικό διάστημα 46 μηνών μεταξύ της περατώσεως της έγγραφης διαδικασίας και της ενάρξεως της προφορικής διαδικασίας προκύπτει περίοδος αδικαιολόγητης αδράνειας 20 μηνών σε καθεμία από τις δύο προαναφερθείσες υποθέσεις. Αντιθέτως, από την υπόλοιπη πορεία της διαδικασίας στις δύο αυτές υποθέσεις δεν προκύπτει καμία άλλη περίοδος αδικαιολόγητης αδράνειας.
Όσον αφορά τη δεύτερη προϋπόθεση για τη θεμελίωση της ευθύνης της Ένωσης (υποστατό της προκληθείσας ζημίας), το Γενικό Δικαστήριο επισημαίνει ότι η Gascogne υπέστη πραγματική και βέβαιη υλική ζημία λόγω του ότι, κατά τη διάρκεια της περιόδου αδικαιολόγητης αδράνειας του Γενικού Δικαστηρίου, υπέστη απώλειες συνεπεία των εξόδων στα οποία υποβλήθηκε για τη σύσταση τραπεζικής εγγυήσεως υπέρ της Επιτροπής [7]. Αντιθέτως, το Γενικό Δικαστήριο δεν αναγνωρίζει τις λοιπές υλικές ζημίες που προβάλλουν η Gascogne Sack Deutschland και η Gascogne [8].
Το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει ότι η τρίτη προϋπόθεση για τη θεμελίωση της ευθύνης της Ένωσης (ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της παράνομης πράξεως ή παραλείψεως και της προβαλλόμενης ζημίας) επίσης πληρούται: πράγματι, αν η διαδικασία στις υποθέσεις T‑72/06 και T‑79/06 δεν είχε υπερβεί την εύλογη διάρκεια της δίκης, η Gascogne δεν θα χρειαζόταν να υποβληθεί σε έξοδα για τη σύσταση τραπεζικής εγγυήσεως κατά τη διάρκεια του χρονικού διαστήματος που αντιστοιχεί στην υπέρβαση αυτή.
Ως εκ τούτου, το Γενικό Δικαστήριο επιδικάζει στην Gascogne αποζημίωση ύψους 47 064,33 ευρώ [9] προς αποκατάσταση της υλικής ζημίας που της προκάλεσε η μη τήρηση της εύλογης διάρκειας της δίκης στις υποθέσεις T‑72/06 και T‑79/06 και η οποία συνίσταται στην πληρωμή πρόσθετων εξόδων για τραπεζική εγγύηση.
Το Γενικό Δικαστήριο αναγνωρίζει επίσης ότι η Gascogne Sack Deutschland και η Gascogne υπέστησαν μη υλική ζημία λόγω της υπερβολικής διάρκειας της διαδικασίας στις υποθέσεις T‑72/06 και T‑79/06: πράγματι, η μη τήρηση της εύλογης διάρκειας της δίκης στις υποθέσεις αυτές περιήγαγε τις δύο αυτές εταιρίες σε αβεβαιότητα η οποία υπερέβαινε την αβεβαιότητα που συνήθως προκαλεί κάθε ένδικη διαδικασία. Η παρατεταμένη κατάσταση αβεβαιότητας αυτή άσκησε εκ των πραγμάτων επιρροή στον προγραμματισμό των προς λήψη αποφάσεων και στη διαχείριση των εταιριών αυτών και, επομένως, είχε ως συνέπεια την πρόκληση μη υλικής ζημίας.
Το Γενικό Δικαστήριο κρίνει προσήκον να καταβληθεί σε καθεμία από τις εταιρίες αυτές ποσό 5 000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω μη υλικής ζημίας.
Επιπλέον, το Γενικό Δικαστήριο αποφαίνεται ότι η επιδικασθείσα στην Gascogne αποζημίωση των 47 064,33 ευρώ πρέπει να αναπροσαρμοστεί με εφαρμογή αντισταθμιστικών τόκων, από της 4ης Αυγούστου 2014 και έως τη δημοσίευση της σημερινής αποφάσεως, βάσει του ετησίου ποσοστού πληθωρισμού που έχει διαπιστώσει η Eurostat στη Γαλλία (κράτος μέλος στο οποίο έχει την έδρα της η Gascogne). Ομοίως, τόσο η αποζημίωση των 47 064,33 ευρώ όσο και τα ποσά των 5 000 ευρώ που θα καταβληθούν στις δύο εταιρίες πρέπει να προσαυξηθούν με τόκους υπερημερίας, από της δημοσιεύσεως της σημερινής αποφάσεως και έως την πλήρη και ολοσχερή καταβολή των αποζημιώσεων, βάσει του επιτοκίου που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για τις κύριες πράξεις αναχρηματοδοτήσεως, προσαυξημένου κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες.
[1] Απόφαση C(2005) 4634 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της 30ής Νοεμβρίου 2005, σχετικά με διαδικασία εφαρμογής του άρθρου [101 ΣΛΕΕ] (υπόθεση COMP/F/.38.354 – Βιομηχανικοί σάκοι).
[2] Αποφάσεις του Γενικού Δικαστηρίου της 16ης Νοεμβρίου 2011, Groupe Gascogne κατά Επιτροπής (T-72/06(link is external)) και Sachsa Verpackung κατά Επιτροπής (T-79/06(link is external)), βλ. επίσης ανακοινωθέν τύπου αριθ. 121/11(link is external).
[3] Αποφάσεις του Δικαστηρίου της 26ης Νοεμβρίου 2013, Gascogne Sack Deutschland κατά Επιτροπής (C-40/12 P(link is external)) και Gascogne κατά Επιτροπής (C-58/12 P(link is external)), βλ. επίσης ανακοινωθέν τύπου αριθ. 150/13(link is external).
[4] Σε άλλες τέσσερις υποθέσεις, επιχειρήσεις ζητούν αποζημίωση λόγω υπερβολικής διάρκειας της διαδικασίας (υπόθεση Aalberts Industries, T-725/14(link is external), υπόθεση Kendrion, T-479/14(link is external), υπόθεση ASPLA και Armando Álvarez, T-40/15(link is external) και υπόθεση Guardian Europe, T-673/15(link is external)).
[5] Η προϋπόθεση αυτή καθορίστηκε από το Δικαστήριο με τις από 26 Νοεμβρίου 2013 αποφάσεις του (βλ. υποσημείωση 3).
[6] Άρθρο 47, δεύτερο εδάφιο, του Χάρτη.
[7] Δεδομένου ότι τα έξοδα για την τραπεζική εγγύηση καταβλήθηκαν από την Gascogne, το Γενικό Δικαστήριο εκτιμά ότι η Gascogne Sack Deutschland δεν υπέστη συναφώς ζημία.
[8] Οι δύο εταιρίες υποστήριξαν επίσης ότι κατέβαλαν, περάν του ευλόγως προσδοκώμενου χρόνου, νόμιμους τόκους επί του ονομαστικού ποσού του προστίμου που τους επέβαλε η Επιτροπή και ότι στερήθηκαν της ευκαιρίας να αναζητήσουν νωρίτερα επενδυτή. Το Γενικό Δικαστήριο δεν δέχεται τις ζημίες αυτές, λόγω ελλείψεως αποδεικτικών στοιχείων.
[9] Το ποσό αυτό δεν αντιστοιχεί στο ποσό που καταβλήθηκε κατά τη διάρκεια των 20 μηνών αδικαιολόγητης αδράνειας του Γενικού Δικαστηρίου, αλλά μόνο στο χρονικό διάστημα μεταξύ 30ής Μαΐου 2011 και 16ης Νοεμβρίου 2011 (ημερομηνία δημοσιεύσεως των αποφάσεων στις υποθέσεις T-72/06 και T-79/06). Πράγματι, στο δικόγραφό της, η Gascogne ζητεί μόνο την αποκατάσταση των ζημιών που υπέστη από τις 30 Μαΐου 2011 και μετά, συνεπεία των εξόδων για τη σύσταση τραπεζικής εγγυήσεως.
Lawspot