Οι Ευρωπαίοι πρέπει επειγόντως να αντλήσουν διδάγματα από τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ το 2016. Η απόρριψη ανθρώπων που έλκονται από πολιτικά άκρα όπως ρατσιστές, μισογύνηδες, σωβινιστές ή υπέρμαχους του προστατευτισμού, είναι επικίνδυνο, ιδιαίτερα καθώς η Ολλανδία, η Γαλλία και η Γερμανία οδηγούνται στις κάλπες φέτος. Μια ρωγμή στο ταβάνι είναι ενοχλητική, αλλά μπορεί να είναι μια φανταστική ευκαιρία να ανακαινίσετε την κουζίνα.
Η ευρωπαϊκή αμυντική συνεργασία προσφέρει τον καλύτερο τομέα στον οποίο το να κάνει κανείς τα πράγματα διαφορετικά, αντιμετωπίζει άμεσα τις ανησυχίες των Ευρωπαίων πολιτών, ιδιαίτερα σε θέματα ασφάλειας, και αποδεικνύει ότι η ΕΕ μπορεί να φέρει προστιθέμενη αξία στα κράτη-μέλη της και στους ανθρώπους της.
Η επικεφαλής εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, Federica Mogherini, εκμεταλλεύτηκε την κάπως απελπισμένη ενέργεια που επικρατούσε μετά από την απόφαση του Ηνωμένου Βασιλείου να εγκαταλείψει την ΕΕ, για να προτείνει συγκεκριμένες πρωτοβουλίες, που κυμαίνονται από τη δημιουργία ενός επιχειρησιακού αρχηγείου μέχρι την έναρξη έρευνας και ανάπτυξης σε σχέση με την άμυνα. Το θέμα τώρα είναι να φέρει αποτελέσματα στην ευρωπαϊκή αμυντική συνεργασία και να ενθαρρύνει τα mainstream πολιτικά κόμματα να πουλήσουν αυτό το μήνυμα στο κοινό τους.
Τα καλά νέα είναι ότι η ΕΕ ήδη έχει τα περισσότερα μέσα για να οδηγήσει το ευρωπαϊκό project στο επόμενο επίπεδο, τουλάχιστον στην αμυντική συνεργασία. Η απόφαση του Brexit δίνει μια ευκαιρία να εκμεταλλευτεί τις διατάξεις της Συνθήκης της Λισαβόνας για να οδηγηθεί προς τα εμπρός. Από τη μία πλευρά, το Ηνωμένο Βασίλειο είναι, μαζί με την Γαλλία, μια μεγάλη στρατιωτική δύναμη στην Ευρώπη. Η έξοδος της Βρετανίας θα σημαίνει μια σοβαρή απώλεια ικανοτήτων για την ΕΕ, καθιστώντας τη στενότερη συνεργασία μεταξύ των 27 υπολοίπων μελών, μια αναγκαιότητα. Από την άλλη πλευρά, το Ηνωμένο Βασίλειο έχει μπλοκάρει σειρά πρωτοβουλιών στην ΕΕ, στη βάση του ότι θα οδηγούσαν σε κάτι παρόμοιο με το ΝΑΤΟ ή πραγματικά, θα αντικαθιστούσε τη συμμαχία. Το Brexit θα αφαιρέσει το φρένο του Λονδίνου στην αμυντική συνεργασία της ΕΕ.
Αλλά καθώς γίνεται σαφές ότι η συνεργασία μεταξύ των 27 χωρών ίσως να μην μπορεί να λειτουργήσει, η Γερμανία σκοπεύει να πιέσει με τη Γαλλία και άλλες ομοϊδεάτισσες χώρες. Το Βερολίνο προσπαθεί να εκμεταλλευτεί αυτό που ονομάζεται μόνιμη διαρθρωμένη συνεργασία, στην οποία συμφώνησαν όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ και η οποία διατυπώνεται στη Συνθήκη της Λισαβόνας. Ουσιαστικά, αυτό το μέσο επιτρέπει σε πρόθυμες χώρες της ΕΕ να ενισχύσουν τη συνεργασία τους σε στρατιωτικά ζητήματα. Τα κράτη-μέλη θα μπορούσαν επίσης να εκμεταλλευτούν πολύ περισσότερο την ευρωπαϊκή αμυντική υπηρεσία, η οποία δημιουργήθηκε για να συντονίζει και να ενθαρρύνει την ανάπτυξη των αμυντικών δυνατοτήτων, της έρευνας και τις εξαγορές του εξοπλισμού.
Υπάρχει επίσης η σημαντική ρήτρα αμοιβαίας άμυνας της Συνθήκης της Λισαβόνας, η οποία θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα του Άρθρου 5 του ΝΑΤΟ, το οποίο υποχρεώνει τους συμμάχους να βοηθούν ο ένας τον άλλο εάν ένας δεχθεί επίθεση. Η ρήτρας αμοιβαίας άμυνας της ΕΕ, Άρθρο 42 (παρ. 7) της συνθήκης της ΕΕ, θα μπορούσε να καθησυχάσει τα Ανατολικά κράτη μέλη της ένωσης. Αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό καθώς οι εντάσεις με τη Ρωσία δεν δείχνουν κανένα σημάδι υποχώρησης και σε συνδυασμό με την έλλειψη ενθουσιασμού από τη νέα αμερικανική κυβέρνηση για τη διατλαντική συμμαχία, συνεχίζει να αποτελεί αιτία ανησυχίας.
Εάν οι ΗΠΑ δεν τιμούν πλέον το άρθρο 5 του ΝΑΤΟ επειδή οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί τους δεν τηρούν το όριο των δαπανών, το άρθρο 42 (παρ. 7) της ΕΕ θα είναι ένα πολύτιμο στήριγμα. Είναι αλήθεια ότι οι Ευρωπαίοι δεν έχουν προς το παρόν το εύρος να καλύψουν το κενό εάν οι ΗΠΑ αποχωρήσουν στρατιωτικά από την ήπειρο. Αλλά ένας κορμός ευρωπαϊκών κρατών που εργάζονται από κοινού με ισχυρή πολιτική βούληση, θα μπορούσε να προκύψει σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα.
Και ας μην ξεχνάμε τις ομάδες μάχης της ΕΕ. Αυτοί οι σχηματισμοί ήταν γραφτό να γίνουν εξαιρετικά ευέλικτες στρατιωτικές μονάδες που θα μπορούσαν να παραταχθούν σε λίγες ημέρες. Ο Ιανουάριος σηματοδοτεί την 10η επέτειο της λειτουργικής τους ικανότητας, αλλά δεν έχουν ποτέ χρησιμοποιηθεί. Αντιθέτως, έχουν αποτελέσει το αντικείμενο δειλών συζητήσεων σε think tanks. Τώρα είναι η ώρα να μπουν ξανά στην ατζέντα των φορέων χάραξης πολιτικής.
Μακριά από τη συζήτηση για έναν στρατό της ΕΕ, η ανθεκτικότητα της έννοιας της ομάδας μάχης θα μπορούσε να παρέχει την δυναμική και την αξιοπιστία στην εξωτερική πολιτική της ΕΕ. Επιπλέον, τα κέρδη στην δυσλειτουργικότητα από την ανάπτυξη αυτών των μονάδων, θα είναι πολύτιμα για μελλοντική συνεργασία και για την ανάπτυξη των δυνατοτήτων. Σε συνδυασμό με την προγραμματισμένη ετήσια αξιολόγηση της άμυνας από την ΕΕ, το feedback από την εμπειρία των ομάδων μάχης θα μπορούσαν να παρέχουν την βασική βοήθεια σε ένα ολοκληρωμένο οδικό χάρτη για την ευρωπαϊκή άμυνα.
Αυτά τα βήματα πρέπει να γίνουν τώρα, πριν από τις εκλογές σε Ολλανδία, Γαλλία και Γερμανία. Η παραδοσιακή δικαιολογία της αναμονής μέχρι μετά από κάποια εκλογική διαδικασία, δεν ισχύει πλέον, καθώς ο νέος Αμερικανός πρόεδρος θέτει σε κίνδυνο τη διεθνή τάση με σειρά εκτελεστικών αποφάσεων.
Εν συντομία, είναι ώρα οι Ευρωπαίοι να σταματήσουν να διαμαρτύρονται για τη νέα αμερικανική κυβέρνηση και να βρίσκουν δικαιολογίες για τη δική τους έλλειψη συνεργασίας. Δεν χρειάζεται η ΕΕ να εφευρεθεί εκ νέου ή να προτείνει νέες υπηρεσίες. Η ΕΕ θα πρέπει να συμμαζευτεί και να χρησιμοποιήσει ότι είναι ήδη διαθέσιμο.
capitalgr