Δεν θα μπορούσε να είχε διαγνώσει, χωρίς τις εργαστηριακές εξετάσεις, πως το 8χρονο αγόρι έπασχε από σακχαρώδη διαβήτη καθώς δεν είχε εμφανίσει συμπτώματα πέρα από μια μικρή απώλεια βάρους: Αυτό ισχυρίστηκε χθες στην απολογία της ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Καλαμάτας η ιδιώτης παιδίατρος· η οποία μαζί με 8 νοσοκομειακούς γιατρούς, τους πρώην διοικητές του Νοσοκομείου Καλαμάτας και της 6ης ΥΠΕ και το γιατρό που διενήργησε την Ενορκη Διοικητική Εξέταση (ΕΔΕ) είναι κατηγορούμενοι για το θάνατο ενός 8χρονου αγοριού από τη Μεσσήνη.
Το παιδί εισήχθη στις 17 Μαΐου του 2011 στα Επείγοντα του Νοσοκομείου Καλαμάτας με δύσπνοια και συμπτώματα -υποτίθεται- γαστρεντερίτιδας και κατέληξε την επομένη το πρωί στην Εντατική του Νοσοκομείου Παίδων της Αθήνας από εγκεφαλικό οίδημα, εξαιτίας του υψηλού σακχάρου στο αίμα του. Η παιδίατρος υποστήριξε πως τόσο το ιστορικό του αγοριού, όσο και η κλινική εξέταση που του έκανε η ίδια λίγες μέρες νωρίτερα, όταν το παιδί πήγε στο ιατρείο της για να κάνει ένα επαναληπτικό εμβόλιο, δεν φανέρωναν ότι μπορεί να πάσχει από παιδικό διαβήτη. Ωστόσο, είπε, του έγραψε εργαστηριακές εξετάσεις για να διαπιστώσει πού οφείλεται μια μικρή απώλεια βάρους του παιδιού, περίπου 1 κιλού.
Χθες απολογήθηκε και ο πρώην διοικητής του Νοσοκομείου Καλαμάτας, ο οποίος είπε πως δεν έχει καμία σχέση με το περιστατικό, καθώς είχαν πάψει τα καθήκοντά του από τις 15 Αυγούστου του 2008.
Η δίκη συνεχίζεται την ερχόμενη Τετάρτη με τις απολογίες των υπολοίπων κατηγορουμένων – ενώ χθες κατέθεσαν και οι τελευταίοι μάρτυρες υπεράσπισης.
Η ΑΠΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΙΔΙΩΤΗ ΠΑΙΔΙΑΤΡΟΥ
Μετά από 27 χρόνια στη δουλειά αυτή, η ιδιώτης παιδίατρος απολογήθηκε χθες στο δικαστήριο για τις κατηγορίες που την βαρύνουν. Οπως η ίδια είπε, το αγόρι το παρακολουθούσε από τη γέννησή του και για τελευταία φορά το είδε λίγες ημέρες πριν το θάνατό του. Η μητέρα του το πήγε Παρασκευή απόγευμα στο ιατρείο της για να κάνει ένα επαναληπτικό εμβόλιο. Οπως για κάθε παιδί, η ιατρός ισχυρίστηκε πως η βοηθός της πήρε το ύψος, το βάρος και την αρτηριακή του πίεση. Ετσι, διαπίστωσε πως είχε χάσει από την τελευταία φορά που το είχε δει, πριν ένα εξάμηνο, 980 γραμμάρια. Αν και όπως είπε το παιδί ήταν πάντα λιγόφαγο και λεπτόσωμο, συζήτησε εκτενώς με τη μητέρα του για τη διατροφή του, την ενυδάτωσή του, την ούρηση και κάθε τι άλλο η παιδίατρος έκρινε απαραίτητο για να σχηματίσει μια εικόνα για την κατάστασή του. Επίσης, σύμφωνα πάντα με την ίδια, μίλησαν με την μητέρα για τις δραστηριότητες του παιδιού, αν είχε αλλάξει κάτι στη συμπεριφορά και τις επιδόσεις του στο σχολείο και τον αθλητισμό ή στη διάθεσή του. Οι απαντήσεις της μητέρας, ισχυρίστηκε η κατηγορουμένη, ήταν αρνητικές ως προς το να υπάρχει κάτι το ανησυχητικό για την υγεία του αγοριού.
ΚΑΝΕΝΑ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΛΙΝΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ
Κανένα ανησυχητικό στοιχείο δεν προέκυψε και από την κλινική εξέταση, υποστήριξε η κατηγορουμένη· η οποία περιέγραψε με κάθε λεπτομέρεια στο δικαστήριο τόσο τις σκέψεις που έκανε για το πού μπορεί να οφείλεται αυτή η απώλεια βάρους, όσο και στην αναλυτική κλινική εξέταση που -σύμφωνα με την ίδια- έκανε εκείνη την ώρα στο παιδί. Σύμφωνα λοιπόν με την παιδίατρο εξάντλησε οτιδήποτε μπορούσε να τις δώσει ένα επιπλέον στοιχείο πως κάτι παθολογικό συμβαίνει, και παρόλα αυτά δεν εφησύχασε, αλλά έγραψε και μικροβιολογικές εξετάσεις για να ελέγξει την πιθανότητα από το να πάσχει το αγόρι από κάποια μορφή αναιμίας, μέχρι σάκχαρο και θυρεοειδή. Σε ερωτήσεις δε της προέδρου της έδρας για το αν ήταν καθησυχαστική προς τη μητέρα για την απώλεια βάρους, η παιδίατρος απάντησε με τις ενέργειες στις οποίες προέβη η ίδια ως ιατρός για να εξαντλήσει όλες τις πιθανότητες, αν και από το ιστορικό και την κλινική εξέταση δεν προέκυψε κανένα σημαντικό εύρημα. Επιπλέον, στην οικογένεια δεν υπήρχε ιστορικό διαβήτη, ενώ και οι εργαστηριακές εξετάσεις που είχαν προηγηθεί προ μερικών μηνών δεν είχαν δείξει τίποτα το παθολογικό. Εξέλειπαν -ισχυρίστηκε- ακόμη και τα κλασικά συμπτώματα της πολυουρίας και της πολυδιψίας.
ΔΕΝ ΕΓΙΝΕ ΤΗΛΕΦΩΝΙΚΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ
Κατηγορηματική ήταν η παιδίατρος και για το ότι έκανε τηλεφωνική διάγνωση, συμπεραίνοντας -σύμφωνα με την κατάθεση της μητέρας και το κατηγορητήριο- πως πρόκειται για γαστρεντερίτιδα, μετά που το παιδί παρουσίασε σημάδια κόπωσης και έκανε εμετό. Το αγόρι πήγε για το επαναληπτικό εμβόλιο Παρασκευή και σύμφωνα με την παιδίατρο, η μητέρα την πήρε γύρω στις 11 το πρωί της Δευτέρας για να της αναφέρει πως το παιδί έκανε έναν εμετό και κανένα άλλο σύμπτωμα. Αντίθετα, η μητέρα έχει καταθέσει πως την πήρε Κυριακή βράδυ. Η κατηγορουμένη επιβεβαίωσε πως ναι μεν έκανε ένα σχόλιο ότι υπάρχει συρροή περιστατικών γαστρεντερίτιδας και έδωσε οδηγίες για την ενυδάτωσή του με ένα ηλεκτρολυτικό διάλυμα. Το ίδιο βράδυ, της Δευτέρας, η παιδίατρος ανέφερε στην απολογία της ότι η μητέρα την πήρε και πάλι τηλέφωνο για να της πει πως το αγόρι εμφάνισε κόπωση και δεν ήταν σε καλή κατάσταση. Τότε, ισχυρίστηκε, πως είπε να πάρει η μητέρα το παιδί και να το πάει στο νοσοκομείο, ώστε να πάρει ορό για την αφυδάτωση αλλά και να γίνουν επειγόντως οι εργαστηριακές εξετάσεις που του είχε γράψει. Ομως -συνέχισε στην απολογία της η παιδίατρος- το παιδί δεν πήγε στο νοσοκομείο και η μητέρα την πήρε Τρίτη πρωί γύρω στις 7 τηλέφωνο για να της πει πως το παιδί είχε παρουσιάσει αναπνευστική δυσχέρεια και στο νοσοκομείο όπου το πήγε νωρίτερα διέγνωσαν τον σακχαρώδη διαβήτη.
ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗΣ
Ο πρώτος μάρτυρας υπεράσπισης που κατέθεσε χθες ήταν ένας νευροχειρουργός, ο οποίος επανέλαβε ό,τι και οι μάρτυρες υπεράσπισης που προηγήθηκαν στην προηγούμενη δικάσιμο· δηλαδή πως το Νοσοκομείο της Καλαμάτας δεν είχε ούτε την τεχνολογική υποστήριξη με μηχανήματα που απαιτούσε η κατάσταση του παιδιού, κι ούτε διέθετε το εξειδικευμένο ιατρικό προσωπικό για την περίθαλψή του. Η νοσηλεύτρια που ήταν παρούσα όταν το αγόρι έφτασε στα Επείγοντα, κατέθεσε πως ναι μεν έβαλαν ορό με γλυκόζη, αλλά δεν έπεσε παραπάνω από 1 – 2 λεπτά. Σύμφωνα με την κατάθεσή της, μόλις το παιδί έφτασε στο νοσοκομείο ειδοποιήθηκε η ειδικευόμενη παιδίατρος και αμέσως πήραν αίμα για εργαστηριακές εξετάσεις. Από την αιμοληψία που έγινε, η ειδικευόμενη ιατρός -σύμφωνα με την μάρτυρα- χρησιμοποίησε λίγο για να κάνει μέτρηση του ζαχάρου. Το ζαχαρόμετρο έδειξε υψηλή τιμή, πάνω από 4 όπως είπε η νοσηλεύτρια, και αφαίρεσαν αμέσως τον ορό με γλυκόζη και έβαλαν φυσιολογικό ορό. Η πρόεδρος της έδρας υπενθύμισε πάντως στην μάρτυρα ότι η μητέρα έχει καταθέσει πως ο ορός με γλυκόζη βγήκε μετά από μια ώρα.
ΕΙΧΕ ΟΞΥΓΟΝΟ
Ο οδηγός του πρώτου ασθενοφόρου που θα έκανε τη διακομιδή του αγοριού στο Παίδων στην Αθήνα, είπε στο δικαστήριο ότι ο ίδιος είχε ελέγξει τις μπουκάλες οξυγόνου του οχήματος και ήταν γεμάτες. Είπε ακόμα στο δικαστήριο πως είδε με τα μάτια του να έχει βάλει τη μάσκα με το οξυγόνο η ειδικευόμενη γιατρός στο αγόρι, και επιστρέφοντας στο νοσοκομείο -μετά το πρόβλημα που παρουσίασε το παιδί κοντά στα Τσουκαλέικα στο δρόμο για την Αθήνα- ο ίδιος ήταν που έκλεισε το οξυγόνο αφού παρέλαβε το παιδί ο τραυματιοφορέας για να ακολουθήσει η ανάνηψη από τους γιατρούς στα Επείγοντα. Στις επισημάνσεις της προέδρου για την χαρακτηριστική κατάθεση της μητέρας ότι προσπαθούσαν μαζί με την ειδικευόμενη γιατρό να ανοίξουν το οξυγόνο και δεν μπορούσαν γιατί οι φιάλες ήταν άδειες, ο μάρτυρας επέμεινε στην κατάθεσή του. Είπε, επίσης, πως δεν είδε την μητέρα να κρατάει με τα χέρια τη μάσκα, γιατί δεν εφάρμοζε στο παιδί.
Η ΕΔΕ ΠΟΥ ΔΕΝ ΟΛΟΚΛΗΡΩΘΗΚΕ
Τελευταία κατέθεσε ως μάρτυρας υπεράσπισης παθολόγος του Νοσοκομείου Καλαμάτας, η οποία είπε πως ο ιατρός που ανέλαβε να διεξάγει την ΕΔΕ ήταν επιλογή της 6ης ΥΠΕ. Σημείωσε δε πως δεν υπάρχει συγκεκριμένη νομοθεσία και αρκεί κάποιος να πληροί τα τυπικά προσόντα. Ο συγκεκριμένος τα είχε σύμφωνα με την μάρτυρα γιατί ήταν ιεραρχικά ανώτερος – ενώ έδωσε ως παράδειγμα για το τι επικρατεί λέγοντας πως έχει τύχει ουρολόγος να διεξάγει ΕΔΕ για περιστατικό εγκεφαλικής αιμορραγίας. Ωστόσο, κατέθεσε η μάρτυρας, επειδή ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος δεν είχε τις εξειδικευμένες γνώσεις, ζήτησε από την 6η ΥΠΕ να γνωμοδοτήσει εμπειρογνώμονας ιατρός της σχετικής ειδικότητας. Ομως η υπηρεσία καθυστέρησε και έτσι η ΕΔΕ δεν ολοκληρώθηκε. Η μάρτυρας επεσήμανε ακόμη πως από την ΕΔΕ προκύπτει ένα συμπέρασμα, το οποίο δεν δεσμεύει τα αρμόδια όργανα που θα αποφασίσουν αν θα επιβληθούν ή όχι
eleftheriaonline