«Σωσίβιο» για 400.000 επιχειρήσεις με εξωδικαστικό συμβιβασμό – Το «κούρεμα» στα δάνεια θα ισχύει τελικά και για οφειλές σε Εφορία και Ταμεία – Θα μπορούν να ενταχθούν επιχειρήσεις με χρέη σε τράπεζες άνω των 20.000 ευρώ – Ποιος ο ρόλος των 1.600 διαμεσολαβητών
Παράθυρο ευκαιρίας για 400.000 υπερχρεωμένες επιχειρήσεις ανοίγει το νομοσχέδιο για τον εξωδικαστικό συμβιβασμό. Η τέταρτη κατά σειρά εκδοχή του νομοσχεδίου έχει φτάσει σε τελικό στάδιο και τίθεται υπόψη της τρόικας φέρνοντας δύο μεγάλες ανατροπές: η πρώτη είναι ότι θα αφορά δανειακές οφειλές που υπερβαίνουν τις 20.000 ευρώ.
Η δεύτερη και σημαντικότερη είναι ότι επήλθε συμφωνία ώστε η ρύθμιση που υιοθετείται για τις τραπεζικές οφειλές να αφορά τελικά και αυτές προς το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία, ώστε απαλλαγμένες από ληξιπρόθεσμα χρέη και κατασχέσεις οι εταιρείες να έχουν ρεαλιστική προοπτική εξυγίανσης. Το νομοσχέδιο αφορά μόνο επιχειρηματικές απαιτήσεις άνω των 20.000 ευρώ και δεν θα επεκτείνεται σε οφειλές μισθωτών, ελεύθερων επαγγελματιών, ιδιωτών (κάρτες, καταναλωτικά, χορηγήσεις λιανικής τραπεζικής κ.λπ.). Η κυβέρνηση τρέχει να κλείσει την εκκρεμότητα του εξωδικαστικού συμβιβασμού επειδή η ολοκλήρωση του πλαισίου για τα κόκκινα δάνεια αποτελεί προαπαιτούμενο για τη δεύτερη αξιολόγηση. Σύμφωνα με δηλώσεις που είχε κάνει ο υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Δημήτρης Παπαδημητρίου, το νομοσχέδιο επρόκειτο να κατατεθεί μέχρι το τέλος Ιανουαρίου.
Η τρόικα προκειμένου να είναι αποτελεσματικός ο εξωδικαστικός συμβιβασμός είχε ζητήσει εξαρχής να αφορά το σύνολο των οφειλών που έχουν οι υπερχρεωμένες εταιρείες. Ωστόσο, διατυπώθηκαν αντιρρήσεις -μεταξύ άλλων και από τον γενικό γραμματέα Δημοσίων Εσόδων Γιώργο Πιτσιλή- προκειμένου να εξαιρεθούν από τη ρύθμιση οφειλές ΦΠΑ, παρακρατούμενοι φόροι και φόροι μισθωτών υπηρεσιών. Με τη θέση αυτή είχε συνταχθεί τότε και η κυβέρνηση. Υπήρξαν μάλιστα προτάσεις να γίνει ιεράρχηση όσον αφορά τις οφειλές στο Δημόσιο, δηλαδή να αφαιρούνται αρχικά οι προσαυξήσεις, στη συνέχεια τμήμα άλλων φορολογικών επιβαρύνσεων κ.ο.κ. Τελικά αποφασίστηκε να υπάγεται στη ρύθμιση το σύνολο των οφειλών, δηλαδή ό,τι κούρεμα, δόσεις κ.λπ. αποφασίζεται για τα τραπεζικά δάνεια, το ίδιο να ισχύει και για τις οφειλές της εταιρείας προς την Εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία. Προϋπόθεση είναι να συμφωνούν στη ρύθμιση οι πιστωτές που κατέχουν τουλάχιστον το 60% των οφειλών.
Πρόκειται για εξαιρετικά σημαντική απόφαση καθώς δημιουργεί ρεαλιστικές προϋποθέσεις για την εξυγίανση προβληματικών επιχειρήσεων, τη διάσωση θέσεων εργασίας κ.λπ. Επειδή η ρύθμιση αφορά το τρίπτυχο τράπεζες – Εφορία – ασφαλιστικά ταμεία, η συμφωνία θα τίθεται σε ισχύ μετά από δικαστική επικύρωση. Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, μια τέτοια ρύθμιση θα βοηθήσει στην ανάκαμψη πολλών εταιρειών καθώς αφορά οφειλές προς τράπεζες, Εφορία, Ταμεία, υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι η συγκεκριμένη διάταξη θα φτάσει στη Βουλή, καθώς είμαστε στο μέσο μιας τρικυμιώδους διαπραγμάτευσης και δεν πρέπει να αποκλείονται ανατροπές της τελευταίας στιγμής.
Ενα άλλο σημείο διαμάχης αφορούσε το ύψος των επιχειρηματικών απαιτήσεων προκειμένου να υπαχθεί μια προβληματική εταιρεία στις διατάξεις του νόμου. Οι τράπεζες ζητούσαν το όριο να είναι υψηλότερο, π.χ. στις 50.000 ευρώ, ενώ η κυβέρνηση επέμενε στις 20.000 ευρώ προκειμένου να είναι ευρύτερο το φάσμα των εταιρειών που θα μπορούν να κάνουν χρήση των ευεργετικών διατάξεων. Τελικά επικράτησε η θέση της κυβέρνησης. Οσον αφορά το ύψος των απαιτήσεων στις 20.000 ευρώ και την επέκταση της ρύθμισης των δανείων και για τις οφειλές προς Εφορία και ασφαλιστικά ταμεία, φέρεται να υπάρχει συμφωνία κυβέρνησης – τραπεζών, όπως και καταρχήν συμφωνία με το κουαρτέτο, αν φυσικά δεν υπάρξουν αιφνίδιες ανατροπές. Βάσει του νομοσχεδίου, δεν τίθεται όριο ως προς το ύψος των διαγραφών, όπως και στις ρυθμίσεις στα δάνεια, στον αριθμό των δόσεων κ.λπ. Οι λύσεις θα είναι προσαρμοσμένες στις ανάγκες και στην προοπτική της κάθε εταιρείας, υπό την προϋπόθεση φυσικά ότι θα είναι βιώσιμη ώστε να έχει νόημα. Κεντρικό ρόλο θα έχει η Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (ΕΓΔΙΧ), στην οποία προΐσταται ο κ. Φώτης Κουρμούσης. Στην Ειδική Γραμματεία μέχρι στιγμής έχουν πιστοποιηθεί 1.600 διαμεσολαβητές σε όλη τη χώρα, ενώ την 1η Μαρτίου ανοίγει το πρώτο κέντρο υποδοχής δανειοληπτών, το οποίο θα λειτουργεί και ως χώρος εκπαίδευσης των διαμεσολαβητών.
Ο επιχειρηματίας θα καταθέτει αίτηση ρύθμισης των χρεών στην Ειδική Γραμματεία με καταγεγραμμένα τα οικονομικά και περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας του. Η αίτηση θα πρέπει να συνοδεύεται από το ιστορικό της εταιρείας, το business plan, τις βεβαιώσεις οφειλών, τις φορολογικές δηλώσεις, βεβαίωση πως δεν έχει πτωχεύσει, ποινικό μητρώο, ΕΝΦΙΑ, ισολογισμούς κ.λπ. Η Ειδική Γραμματεία θα επιλέγει έναν πιστοποιημένο διαμεσολαβητή κοντά στην περιοχή του οφειλέτη. Αυτός θα ελέγχει την πληρότητα και την αξιοπιστία των στοιχείων, θα εγγυάται την ορθότητά τους και θα προωθεί την αίτηση στους πιστωτές ώστε να ξεκινήσει η διαπραγμάτευση για συμφωνία του 60% των πιστωτών και για το είδος της ρύθμισης.
Στο σημείο αυτό, υπάρχει μία ακόμη διαφωνία, η οποία δεν έχει επιλυθεί: οι τράπεζες ζητούν οι υπηρεσίες τους να επεξεργάζονται τα στοιχεία και να καταλήγουν στο μοντέλο της ρύθμισης, ενώ στο τραπέζι υπάρχει αντιπρόταση το σχέδιο της ρύθμισης να διαμορφώνεται από τον πιστοποιημένο διαμεσολαβητή. Δεν έχει ξεκαθαρίσει δηλαδή αν ο διαμεσολαβητής θα μπορεί να διαμορφώνει την πρόταση ρύθμισης των οφειλών ή θα περιοριστεί σε ένα είδος τριτεγγυητή, ο οποίος θα ελέγχει και θα εγγυάται τα οικονομικά στοιχεία πάνω στα οποία θα βασιστεί η ρύθμιση. Οταν τράπεζα και διαμεσολαβητής-εταιρεία με τη συναίνεση του 60% των πιστωτών καταλήξουν στη ρύθμιση των οφειλών, θα ακολουθεί διαδικαστική επικύρωση της συμφωνίας από τη Δικαιοσύνη. Δεν πρόκειται για διαδικασία εκδίκασης, αλλά για δικαστική επικύρωση ώστε το κούρεμα των οφειλών, οι δόσεις κ.λπ. να «παρασύρουν» και τις οφειλές προς Εφορία και Ταμεία. Το νομοσχέδιο έχει προβλέψεις ώστε όλη η διαδικασία να ξεκινά και να ολοκληρώνεται σε ένα σφιχτό χρονοδιάγραμμα.
Για παράδειγμα, μια μικρομεσαία εταιρεία με ετήσιο τζίρο 100.000 ευρώ έχει οφειλές 60.000 προς τράπεζες και 40.000 προς Εφορία και Ταμεία. Το κλειδί είναι η «αξιολόγηση βιωσιμότητας». Αν δηλαδή με κούρεμα και επιμήκυνση της εξόφλησης των οφειλών ή με ένα από τα δύο, η εταιρεία μπορεί να συνεχίσει τη λειτουργία της και την εξυπηρέτηση των οφειλών σε νέα βάση. Αν το business plan είναι πειστικό, ο επιχειρηματίας καταθέτει την αίτηση στη Ειδική Γραμματεία. Στο συγκεκριμένο παράδειγμα, αν οι τράπεζες (που έχουν το 60% των οφειλών) συμφωνήσουν σε οποιαδήποτε αναδιάρθρωση (κούρεμα, δόσεις κ.λπ.), τότε η λύση αυτή εφαρμόζεται και για το 40% των υπόλοιπων οφειλών.
Μετά τη συμφωνία και τη διαδικαστική δικαστική επικύρωσή της, στο παράδειγμα της εταιρείας με τον ετήσιο τζίρο των 100.000 ευρώ και τις ανάλογες οφειλές μπορεί να αποφασιστεί κούρεμα 30%-35% και προοδευτική εξόφληση του υπολοίπου με δόσεις προσαρμοσμένες σε αριθμό και ύψος, ώστε η εταιρεία της οποίας ο τζίρος υποχώρησε με την κρίση στα 100.000 ευρώ να μπορεί να πληρώνει. Ανάλογα με την περίπτωση, δηλαδή τον κλάδο, το ύψος των οφειλών, το μέγεθος της εταιρείας, την οικονομική προοπτική της συγκεκριμένης δραστηριότητας, τον αριθμό απασχολουμένων, το business plan κ.λπ., μπορεί να αποφασίζεται και κούρεμα της τάξης του 50% ή και παραπάνω, αν φυσικά το επιβάλλει η βιωσιμότητα της επιχείρησης.
Οι τράπεζες δεν θέλουν να παραμένει η εκκρεμότητα του εξωδικαστικού συμβιβασμού, φοβούμενες κύμα αθέτησης υποχρεώσεων από εταιρείες που προσβλέπουν σε καλύτερη διευθέτηση των οφειλών τους με την ψήφιση του νομοσχεδίου. Ωστόσο, δεν πρόκειται για σωσίβιο που θα δοθεί αδιακρίτως στις περίπου 400.000 εταιρείες που θεωρητικά μπορούν να κάνουν χρήση των διατάξεων. Υπάρχουν ασφαλιστικές δικλίδες, απαιτητικές διαδικασίες και έλεγχοι που περιορίζουν τη βοήθεια μόνο προς αυτές που έχουν ουσιαστική προοπτική ανάκαμψης.