Ενα σημαντικό «κούρεμα» των δανειακών υποχρεώσεων πενταμελούς οικογένειας αποφάσισε το Ειρηνοδικείο Ρόδου κάνοντας δεκτή την αίτησή τους για την υπαγωγή τους στο νόμο Κατσέλη περί υπερχρεωμένων νοικοκυριών.
Οι αιτούντες, ηλικίας 48 και 34 ετών, είναι σύζυγοι και γονείς τριών ανήλικων τέκνων.
Κατοικούν σε ιδιόκτητη κατοικία που αποτελεί την μοναδική και κύρια κατοικία της πενταμελούς οικογένειας.
Και οι δύο εργάζονται σε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου αποκερδαίνοντας μηνιαίως το καθαρό ποσό των 1.093,96 ευρώ και 1.144,58 ευρώ αντίστοιχα που αποτελεί και το μοναδικό τους εισόδημα.
Το μηνιαίο κόστος διαβίωσης της οικογένειας τους ανέρχεται πλέον μετά τη γέννηση του τρίτου τέκνου τους, στο ποσό των 1.900 ευρώ περίπου.
Η ακίνητη περιουσία του πρώτου έχει αντικειμενική αξία 88.094,93 ευρώ, ποσό που δεν υπερβαίνει το όριο του αφορολογήτου ποσού για τον έγγαμο με τρία τέκνα, όπως απαιτεί ο νόμος για την εξαίρεση της από την εκποίηση.
Πέραν του ανωτέρω ακινήτου, στον πρώτο ανήκει ένα δίκυκλο όχημα, το οποίο, κατά τη κρίση του Δικαστηρίου πρέπει να εξαιρεθεί της εκποίησης, λόγω της πολύ μικρής αξίας και λόγω της παλαιότητας του. Επιπρόσθετα κατέχει ένα αυτοκίνητο 1398 κυβικών, με έτος πρώτης κυκλοφορίας το 2006, σημερινής εκτιμώμενης αξίας 4.500 ευρώ περίπου, το οποίο πρέπει, κατά τη κρίση του Δικαστηρίου να εξαιρεθεί της εκποίησης, καθότι τυγχάνει απολύτως απαραίτητο για της μετακινήσεις της πενταμελούς οικογένειας του.
Στην δεύτερη των αιτούντων ανήκει η ψιλή κυριότητα ενός διαμερίσματος σε περιοχή εκτός της νήσου Ρόδου η αντικειμενική αξία του οποίου ανέρχεται στο ποσό των 115.664,33 ευρώ.
Το Δικαστήριο δεν διέταξε την εκποίηση της ψιλής κυριότητας της ως άνω οριζόντιας ιδιοκτησίας, επειδή κατά την κρίση του δεν είναι πρόσφορη προς εκποίηση, δεδομένης της οικονομικής κρίσης που πλήττει τα τελευταία χρόνια τη χώρα, ιδίως στο χώρο της αγοραπωλησίας ακινήτων, αλλά και λαμβανομένων υπόψη των εξόδων της διαδικασίας εκποίησης, όσο και της παλαιότητας του εν λόγω ακινήτου, αλλά και της περιορισμένης και υπό αίρεση χρησιμότητας του.
Το συνολικό ύψος των κοινών οφειλών των αιτούντων ανέρχεται στο ποσό των 281.104,13 ευρώ.
Ο πρώτος των αιτούντων είχε συνάψει το έτος 2007 συμβάσεις δανείου ύψους 102.603 ευρώ οι οποίες είναι εμπραγμάτως ασφαλισμένες.
Το δικαστήριο έκρινε ότι οι αιτούντες έχουν έλλειψη ρευστότητας κι έχουν περιέλθει σε πραγματική μόνιμη αδυναμία να πληρώνουν τις ληξιπρόθεσμες χρηματικές οφειλές τους, η οποία οφείλεται αφενός στη μείωση των εισοδημάτων τους, λόγω της οικονομικής ύφεσης από τον χρόνο ανάληψης των δανειακών τους υποχρεώσεων μέχρι σήμερα, σε αντίθεση με την αύξηση του κόστους διαβίωσης, η οποία σε μεγάλο βαθμό οφείλεται και στην έλευση του τρίτου τέκνου τους και αφετέρου στο ύψος των μηνιαίων δόσεων που απαιτούνται για την εξυπηρέτηση των δανείων τους, με αποτέλεσμα να το συνολικό μηνιαίο εισόδημα τους, ήτοι το ποσό των 2.238,54 ευρώ, να μην επαρκεί για την αντιμετώπιση των αναγκαίων δαπανών διαβίωσης.
Η αδυναμία τους αυτή όπως έκρινε το δικαστήριο δεν οφείλεται σε δόλο και ως εκ τούτου το συνολικό προς διάθεση από τους αιτούντες προς τους πιστωτές τους ποσό, λαμβανομένων υπόψη των βιοτικών αναγκών των ιδίων και των ανήλικων τέκνων τους ανέρχεται στο ποσό 340 το μήνα.
Το δικαστήριο έτσι καθόρισε επί τριετία τις μηνιαίες καταβολές του πρώτου αιτούντος προς την πιστώτρια, καταβλητέες από το δεύτερο δεκαπενθήμερο του μηνός Ιανουαρίου 2017, οι οποίες ορίζονται στο ποσό των 165 ευρώ, συμμέτρως διανεμόμενου προς τις απαιτήσεις αυτής.
Εξαιρεί της εκποίησης την πλήρη κυριότητα της κατοικίας του και επιβάλλει στον πρώτο αιτούντα την υποχρέωση να καταβάλει για τη διάσωση του παραπάνω ακινήτου του το ποσό των 70.475,95 ευρώ καταβάλλοντας επί 35 έτη μηνιαία στην τράπεζα το ποσό των 168 ευρώ.
Η καταβολή των μηνιαίων αυτών δόσεων θα ξεκινήσει δύο χρόνια μετά τη δημοσίευση της απόφασης, ήτοι την 15.01.2019 και θα γίνει, χωρίς ανατοκισμό, με το μέσο κυμαινόμενο επιτόκιο στεγαστικού δανείου, που θα ισχύει κατά το χρόνο αποπληρωμής σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδας, αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Την υπόθεση χειρίστηκε ο δικηγόρος κ. Ευάγγελος Λεβέντης.
Πηγή:www.dimokratiki.gr