Με απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πατρών (υπ’ αριθμ. 33/2017) κρίθηκε πως οι τράπεζες πρέπει να παρίστανται υποχρεωτικά στις δίκες για τη διανομή ενεχυρισμένων περιουσιακών στοιχείων και μάλιστα οι διάδικοι πρέπει να φροντίζουν για την κλήτευσή τους!
Ρεπορτάζ: Πωλίνα Βασιλοπούλου
Στην προκειμένη περίπτωση η εν λόγω απόφαση εκδόθηκε με αφορμή αγωγή για τη διανομή κοινού ακινήτου στην Ηλεία. Στο σκεπτικό της απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πατρών ξεκαθαρίζεται πως, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 491 ΚΠολΔ, στη δίκη διανομής προσεπικαλούνται υποχρεωτικά, με επιμέλεια εκείνου που επισπεύδει τη συζήτηση, όσοι έχουν δικαίωμα υποθήκης ή ενεχύρου ή επικαρπίας, καθώς και όσοι έχουν επιβάλει συντηρητική ή αναγκαστική κατάσχεση στη μερίδα κάποιου από τους κοινωνούς. «Αν δεν έγινε η προσεπίκληση που αναφέρεται στην παρ. 1», αναφέρει η απόφαση, «το δικαστήριο με αίτηση κάποιου από τους διαδίκους ή αυτεπαγγέλτως αναβάλλει τη συζήτηση και ορίζει προθεσμία μέσα στην οποία πρέπει να προσεπικληθεί εκείνος που έχει δικαίωμα υποθήκης ή ενεχύρου ή επικαρπίας ή εκείνος που έχει επιβάλει συντηρητική ή αναγκαστική κατάσχεση. Αν η προθεσμία περάσει άπρακτη, η αγωγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη» (παρ. 2)».
Γιατί θεσπίστηκε η διάταξη
Όπως εξηγεί το περιφερειακό δικαστήριο στο σκεπτικό της απόφασής του η εν λόγω διάταξη θεσπίσθηκε διότι ο νομοθέτης, εν όψει των σοβαρών συνεπειών που επιφέρει η διανομή πράγματος, στο οποίο τρίτοι έχουν δικαιώματα υποθήκης ή ενεχύρου ή επικαρπίας ή έχουν επιβάλει συντηρητική ή αναγκαστική κατάσχεση στην ιδανική μερίδα ενός από τους συγκυρίους, θέλησε οι προαναφερόμενοι τρίτοι, όχι να λαμβάνουν απλώς γνώση της δίκης διανομής, αλλά και να συμμετέχουν υποχρεωτικώς σ’ αυτή, αφού από την τελεσιδικία της σχετικής αποφάσεως, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 492 παρ. 1 ΚΠολΔ, που εισήγαγε νέα ρύθμιση, διαφορετική από εκείνη του ΑΚ (άρθρο 803), η υποθήκη ή το ενέχυρο περιορίζονται εφεξής μόνο στα μέρη που περιήλθαν στον οφειλέτη.
Ακόμη ο νόμος (άρθρο 492 παρ. 2 και 3 ΚΠολΔ), προκειμένου να εξασφαλίσει πληρέστερα τα συμφέροντα του εν λόγω υποχρεωτικώς προσεπικαλουμένου ενυπόθηκου ή ενεχυρούχου δανειστή, του παρέχει το δικαίωμα να ζητήσει από το δικαστήριο που διατάσσει τη διανομή να διατάξει υπέρ αυτού τα πρόσθετα εξασφαλιστικά μέτρα: α) της συστάσεως υποθήκης ή ενεχύρου σε αντικείμενα που με τη διανομή περιέρχονται στον οφειλέτη του, στα οποία δεν είχε συσταθεί υποθήκη ή ενέχυρο, και β) της εξοφλήσεως (εν όλω ή εν μέρει), ύστερα από αίτηση του ενυπόθηκου ή ενεχυρούχου δανειστή, της ασφαλισμένης με την υποθήκη ή το ενέχυρο απαιτήσεώς του, έστω και αν αυτή δεν είναι ληξιπρόθεσμη κατά τον χρόνο της διανομής, με την καταβολή εκ μέρους κάποιου άλλου κοινωνού ολόκληρου ή μέρους του ποσού στον κοινωνό που η μερίδα του βαρύνεται με υποθήκη ή ενέχυρο, προκειμένου έτσι να εξισωθούν οι μερίδες τους.
Η Άποψη