Η εταιρεία Vouros Protein Industries Ltd χρησιμοποιούσε ως καύσιμη ύλη ζωικό λίπος σε ποσοστό 80% (αντί πετρέλαιο ή άλλη καύσιμη ύλη), όπως προκύπτει από απόφαση πρωτόδικου δικαστηρίου που επικυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο.
Ωστόσο, η εταιρεία αθωώθηκε στη συγκεκριμένη κατηγορία με το σκεπτικό ότι «ναι μεν η χημική ανάλυση του δείγματος κατέδειξε ότι περιείχε τουλάχιστον 80% ζωικό λίπος», αλλά «το υλικό παραδόθηκε στο Γενικό Χημείο ως «καύσιμο», ενώ το συγκεκριμένο χημείο δεν είναι διαπιστευμένο για τη διενέργεια αναλύσεων επί τέτοιων υλικών».
Στους όρους της άδειας που παραχώρησε ο υπουργός Εργασίας απαγορευόταν η καύση στους κλιβάνους της εγκατάστασης οποιασδήποτε άλλης ουσίας εκτός από άνθρακα, φυσικό ή συνθετικό αέριο, ελαφρύ πετρέλαιο εξωτερικής καύσης, φωτιστικό πετρέλαιο και ξύλο ή χαρτί μη εμποτισμένο με χημικές ουσίες.
Η εταιρεία καταδικάστηκε από πρωτόδικο δικαστήριο σε άλλες κατηγορίες (στο πλαίσιο ποινικής υπόθεσης) και η απόφαση σε κάποιες από τις κατηγορίες επικυρώθηκε και από το Ανώτατο.
Η άδεια που χορηγήθηκε στην εταιρεία στις 15.1.07 επέτρεπε εκπομπή αερίων για την εγκατάσταση αξιοποίησης σφαγείων και ζωικών απορριμμάτων που διατηρεί στην Κοφίνου, θέτοντας ωστόσο όρους, ορισμένοι εκ των οποίων δεν τηρήθηκαν, όπως προέκυψε από επιθεώρηση λειτουργών του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας.
Στην απόφαση του Ανωτάτου, το οποίο εξέτασε εφέσεις τόσο της εταιρείας όσο και του Γενικού Εισαγγελέα, αναφέρεται πως το πρωτόδικο δικαστήριο αποδέχτηκε ως αξιόπιστη τη μαρτυρία που προσκόμισε η Κατηγορούσα Αρχή και απέρριψε ως αναξιόπιστη τη μαρτυρία του κ. Α. Βούρου (και δύο μαρτύρων υπεράσπισης), τον οποίο έκρινε ένοχο για παραβίαση όρων της άδειας που παραχώρησε ο υπουργός. Το δικαστήριο βρήκε ένοχη την εταιρεία στους όρους Α3(γ), Δ, Ε και Η2 που, ανάμεσα σε άλλα, προνοούσαν ότι: Η εταιρεία οφείλει να διενεργεί τακτικούς ελέγχους και να υποβάλλει πρόγραμμα συντήρησης και ελέγχου, ενώ παράλληλα όφειλε εντός έξι μηνών από την ημερομηνία χορήγησης της άδειας να κοινοποιήσει σύστημα πρόληψης περιλαμβανομένων μέτρων αντιμετώπισης ενδεχόμενης ρύπανσης της ατμόσφαιρας. Όφειλε επίσης να συντάξει σύστημα διαχείρισης.