Σε συμφωνία για την ελάφρυνση του χρέους οδηγεί η συνεννόηση μεταξύ της Γερμανίδας καγκελαρίου Αγκελα Μέρκελ και της γενικής διευθύντριας του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Κριστίν Λαγκάρντ. Αυτό διεφάνη κατά τις συναντήσεις του υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου με την επικεφαλής του Ταμείου και Ευρωπαίους αξιωματούχους το Σαββατοκύριακο στην Ουάσιγκτον, στο περιθώριο της εαρινής συνόδου του ΔΝΤ. Σύμφωνα με πηγές που είναι σε γνώση του περιεχομένου των παρασκηνιακών αυτών συζητήσεων, σε πολιτικό επίπεδο είναι ήδη ειλημμένη απόφαση να υπάρξει ένας συμβιβασμός μεταξύ του Ταμείου και του Βερολίνου για το χρέος, καθώς η Γερμανίδα καγκελάριος δεν επιθυμεί αναζωπύρωση της ελληνικής κρίσης, ενόψει των εκλογών του Σεπτεμβρίου.
Από την άλλη πλευρά, πάντως, οι δύο πλευρές απέχουν ακόμη αρκετά σε ό,τι αφορά τον καθορισμό των τεχνικών παραμέτρων της συμφωνίας, καθώς το Ταμείο πιέζει για όσο το δυνατόν μεγαλύτερη συγκεκριμενοποίηση των μέτρων, ενώ η Γερμανία επιδιώκει να είναι όσο το δυνατόν πιο αόριστες οι δεσμεύσεις που θα αναλάβει σε αυτή τη φάση η Ευρωζώνη. Κατά τη συνάντησή της με τον υπουργό Οικονομικών, η κ. Λαγκάρντ αναγνώρισε, εξάλλου, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, ότι το Ταμείο πήρε αυτά που ήθελε από την Ελλάδα σε ό,τι αφορά τα μέτρα και συμφώνησε πως τώρα πρέπει να πάρει και η Αθήνα κάτι στο θέμα του χρέους.
Σε κάθε περίπτωση, η αναμενόμενη συμφωνία δεν προβλέπεται να περιέχει στοιχεία ποσοτικοποίησης, αλλά περισσότερο μια ακριβέστερη περιγραφή όσων ανακοινώθηκαν στο Eurogroup του Μαΐου του 2016 και μια δέσμευση ότι το χρέος θα ρυθμιστεί. Για την εφαρμογή των συγκεκριμένων αποφάσεων θα χρειαστεί να περιμένουμε έως το τέλος του προγράμματος, στα μέσα του 2018. Κάτι που έχει, άλλωστε, ήδη αποδεχθεί το ΔΝΤ. «Το ΔΝΤ προφανώς θέλει να έχει κάποιες διασφαλίσεις πάνω σε αυτά που συμφωνήθηκαν τον περασμένο Μάιο», σημειώνει πηγή των ευρωπαϊκών θεσμών. «Εξετάζουμε λοιπόν, τώρα, πώς θα μπορούσαν αυτές οι διασφαλίσεις να αποτυπωθούν».
Εν τω μεταξύ, όμως, και ενώ η οριστικοποίηση της συμφωνίας για το χρέος εξακολουθεί να εκκρεμεί, οι θεσμοί στρέφουν από αύριο και πάλι τα φώτα τους στα μέτρα του επικαιροποιημένου μνημονίου. Οπως χαρακτηριστικά ανέφερε μια πηγή των θεσμών, παρότι η συμφωνία στο Eurogroup της Μάλτας υπήρξε ένα πολύ θετικό βήμα, εξακολουθούν να υπάρχουν εκκρεμή θέματα που πρέπει να συμφωνηθούν στην Αθήνα.
Η σειρά, όπως σημείωνε, εξάλλου, μια άλλη πηγή των ευρωπαϊκών θεσμών, είναι η εξής: Πρώτα κλείνει η τεχνική συμφωνία με τους θεσμούς (SLA) και μετά ολοκληρώνονται οι τεχνικές διαπραγματεύσεις για την αναδιάρθρωση του χρέους, σε συνεργασία με τα κράτη-μέλη.
«Αν δεν δουν μέτρα στη Βουλή, δεν θα ανακοινώσουν τίποτα για το χρέος», σχολίαζε οικονομικός παράγων με γνώση των διαπραγματεύσεων.
Οι αντιπροσωπείες των θεσμών επιστρέφουν στην Αθήνα αύριο Δευτέρα, ώστε να ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις από την Τρίτη, σε μια αποστολή, η οποία φαίνεται ότι ίσως τελικά διαρκέσει ώς την Πρωτομαγιά, αν όχι και παραπάνω. Τα σχέδια των αναθεωρημένων μνημονίων, της Ευρώπης και του ΔΝΤ, είναι ήδη έτοιμα και η κυβέρνηση θα κληθεί τις επόμενες μέρες να πιει το πικρό ποτήρι, αποδεχόμενη το ακριβές ύψος στο οποίο θα μειωθεί το αφορολόγητο, παίρνοντας πίσω τις διακηρύξεις της ότι δεν μειώνονται οι συντάξεις των παλιών συνταξιούχων και προχωρώντας σε πώληση παραγωγικών μονάδων της ΔΕΗ.
Ο στόχος παραμένει να υπάρξει συνολική συμφωνία και για το χρέος και απόφαση για εκταμίευση στο Eurogroup της 22ας Μαΐου. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο πρόεδρος του Εurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ διεμήνυσε στον κ. Τσακαλώτο ότι το χρονοδιάγραμμα προβλέπει όλα να έχουν τελειώσει ώς το τέλος του επόμενου μήνα.
Κανείς, όμως, δεν μπορεί να αποκλείσει ακόμη μια καθυστέρηση, ενόψει και των αντιδράσεων που προφανώς θα υπάρξουν στα νέα μέτρα. Κάποιοι εξακολουθούν να θεωρούν ότι το ορόσημο είναι ο Ιούλιος, με το μαχαίρι στον λαιμό για την Ελλάδα, που θα χρειαστεί να εξοφλήσει τότε χρέος 7,4 δισ. ευρώ.
Οι πολιτικές αντιδράσεις μπορεί να αποδειχθούν απρόβλεπτες, ιδίως αν η κυβέρνηση δεν έχει στα χέρια της ένα ισχυρό αντιστάθμισμα. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να της προσφέρει μόνο μια συμφωνία για το χρέος, η οποία θα επέτρεπε την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Αλλά προς το παρόν αυτή δεν έχει πάρει σάρκα και οστά, ενώ οι πιέσεις για τα μέτρα είναι ήδη εδώ.
Oικονομικοί παράγοντες σημειώνουν, πάντως, ότι το κόστος για την οικονομία από μια περαιτέρω καθυστέρηση θα μπορούσε να αποδειχθεί καταστροφικό. Ηδη, το ΑΕΠ έχει υποστεί πλήγμα, λόγω της αβεβαιότητας. Σύμφωνα με πληροφορίες, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα εκτιμά, στις ανοιξιάτικες προβλέψεις της τον Μάιο, ότι ο ρυθμός ανάπτυξης φέτος θα περιοριστεί στο 1,8%, έναντι 2,7%, που υπολόγιζε τον Φεβρουάριο. Αντίστοιχα, οι υπηρεσίες της Τράπεζας της Ελλάδος υπολογίζουν τώρα την αύξηση του ΑΕΠ στο 1,8-1,9%, έναντι 2,5% τον Φεβρουάριο.
Τραπεζικές πηγές επισημαίνουν, εξάλλου, και έναν ακόμη λόγο για τον οποίο επείγει το κλείσιμο της συμφωνίας: η διαφαινόμενη αύξηση των επιτοκίων σε παγκόσμιο επίπεδο. Με υψηλότερα επιτόκια, η όποια ρύθμιση του χρέους θα είναι δυσμενέστερη.